Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Το δουλοκτητικό σύστημα σε Ελλάδα και Ρώμη (Α’ Μέρος)

Της Αναστασίας Αβραμίδου* //

Το θέμα του άρθρου μου είναι αρκετά ευρύ και μπορεί να το προσεγγίσει κανείς από διάφορες σκοπιές. Εγώ διάλεξα την πιο ανιαρή, με την έννοια ότι θα σταθώ κυρίως στις οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες που καθιέρωσαν τη δουλεία, γιατί θεωρώ, ότι την ερμηνεύουν καλύτερα. Θα περιοριστώ στις εξελίξεις στον αιγιακό χώρο και στην αρχαία Ρώμη, μιας και το θέμα είναι τεράστιο και σύνθετο. Δε φιλοδοξώ να το εξαντλήσω και ούτε να υποκαταστήσω την προσπάθεια ατομικής μελέτης.

Ας ξεκινήσω με τις παρακάτω διαπιστώσεις από τη μόνιμη εγκατάσταση των ανθρώπων:

Στις νέες συνθήκες της μόνιμης πια εγκατάστασης στη νεολιθική εποχή οι ανάγκες της κοινότητας καλύπτονται με επάρκεια, και  αρχίζει να δημιουργείται κάποιο περίσσευμα, κάποιο πλεόνασμα στην παραγωγή. Στο ερώτημα: πώς θα μοιραζόταν το περίσσευμα, η απάντηση ήταν: αυτοί που ήταν πιο δυνατοί ή πιο επιδέξιοι στην εργασία το διεκδικούν, με το επιχείρημα ότι αυτοί το δημιούργησαν.

Γράφει ο Όμιλος  Εκπαιδευτικού Προβληματισμού σχετικά: «τα βελτιωμένα εργαλεία έδωσαν τη δυνατότητα για ατομική εργασία, δηλαδή ο ξεχωριστός άνθρωπος (παραγωγός) μπορούσε να παράγει κάποια είδη μόνος του, χωρίς τη βοήθεια των συνανθρώπων του. Η συλλογική προσπάθεια, όχι μόνο δεν ήταν πλέον απαραίτητη για ορισμένες εργασίες, αλλά εμπόδιζε την ανάπτυξη της ατομικής πρωτοβουλίας και συνεπώς την παραπέρα βελτίωση των εργαλείων και των μεθόδων εργασίας. Η ατομική εργασία δημιουργούσε τώρα περίσσευμα, που το διεκδικούσε ο άμεσος παραγωγός αντί να το δίνει για κοινή μοιρασιά».

Και επειδή το ένα φέρνει το άλλο, η ατομική εργασία οδήγησε στην ατομική ιδιοκτησία, αρχικά στα εργαλεία και αργότερα στη γη και στην άνιση κατανομή τους. Ο στόχος τώρα ήταν το μεγαλύτερο πλεόνασμα και η ιδιοποίησή του. Έτσι, είναι αναμενόμενο, οι αιχμάλωτοι των πολέμων που άλλοτε ενσωματώνονταν στην κοινότητα ή κάποιοι, έστω,  από αυτούς θυσιάζονταν από τα μέλη της κοινότητας σε ειδικές τελετουργίες για την ευζωία της, να μετατρέπονται σε δούλους, σε τσάμπα εργασία, που θα αυγάταιναν την παραγωγή. Από την άλλη, η αύξηση της παραγωγής και στην κτηνοτροφία και στη γεωργία οδηγούν στον καταμερισμό της εργασίας και στην ανάγκη, αλλά και τη δυνατότητα, της ανταλλαγής προϊόντων ανάμεσα στις κοινότητες. Πρόκειται για το πρωτόγονο ανταλλακτικό εμπόριο που βασίζεται στο χρόνο εργασίας για την παραγωγή του εκάστοτε προϊόντος. Οι συναλλαγές αυτές κυριάρχησαν στο αρχαίο εμπόριο επί αιώνες, με το μειονέκτημα ότι ο αγοραστής έπρεπε να διαθέτει αγαθά ίσης αξίας με εκείνα που θα αγόραζε. Έτσι, η ατομική ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής και η άνιση κατανομή των αγαθών οδήγησαν στην περιουσιακή ανισότητα ανάμεσα στα γένη.

Έτσι, έχοντας στο μυαλό μας τις παραπάνω επισημάνσεις φτάνουμε στη γνωστή μας μινωική περίοδο, και στην 3η χιλιετία π. Χ. στην οποία όπως σας είναι γνωστό η Κρήτη αναπτύχθηκε ιδιαίτερα. Παρά την αδυναμία να αποκρυπτογραφηθεί η Γραμμική Β΄ με τη βοήθεια των αρχαιολογικών δεδομένων έχουμε στοιχεία για τη μινωική κοινωνία. Θα αναφέρω επιλεκτικά  δύο. Και για να κερδίσουμε χρόνο θα τα συγκρίνουμε με τα στοιχεία της μυκηναϊκής εποχής.

  • η μινωική Κρήτη έχει περάσει στην πατριαρχική οργάνωση της κοινωνίας με νωπές ακόμη τις μνήμες της Μητριαρχίας, κάτι που είναι ορατό στη θέση της γυναίκας (αν και όπως λέει ο Λεκατσάς ομορφοντυμένες και στολισμένες όπως είναι θεωρούνται  και σύμβολα ηδονής) και κυρίως στη θρησκεία, γιατί εκεί λατρεύεται ακόμα η Μεγάλη Θεά που συνοδεύεται κάποιες φορές από έναν άνδρα, τον πάρεδρό της (συνομιλητής, σύζυγος, γιος). Προφανώς η καθημερινότητα επιβεβαιώνει την αναγκαία συμβολή του ανδρικού στοιχείου για την αναπαραγωγή και τη γονιμότητα, έστω και σε μητριαρχικό καθεστώς. Μια τέτοια αναγκαία παρουσία αποτελεί για παράδειγμα και ο ταύρος που στην μινωική θρησκεία ενσαρκώνει την ανδρική θεότητα. Συχνά η παρουσία της θεότητας δηλώνεται μέσω συμβόλων (κίονας, ιερό δέντρο, πεσσός, διπλός πέλεκυς: ο συμβολισμός πρέπει να πούμε ότι αποτελεί έκφραση αφαιρετικής σκέψης και άρα προχωρημένης σκέψης). Η Μεγάλη Θεά μπορεί να έχει διάφορες υποστάσεις, συνήθως παρουσιάζεται ως Πότνια την Θηρών, θεά των Όφεων και γενικά μπορούμε να πούμε ότι η μινωική θρησκεία έχει χθόνιο και αγροτικό χαρακτήρα. Οι Μυκηναίοι, όταν κατέφθασαν στον ελλαδικό χώρο είχαν ήδη υιοθετήσει πιο προχωρημένες πατριαρχικές δομές στην οικονομία, κοινωνία, θρησκεία, κ.τ.λ.   Η επαφή τους με την Κρήτη, αλλά κυρίως μετά το 1450 π.Χ., όταν την κατέκτησαν, άσκησε επίδραση στον πολιτισμό τους. Θα χαρακτήριζα αυτή την επίδραση πολυεπίπεδη, αλλά συγχρόνως και επιφανειακή. Τι εννοώ: Ενώ υιοθέτησαν και λάτρεψαν για παράδειγμα τη Μεγάλη Θεά των Κρητών με τα ίδια σύμβολα, η αποκρυπτογράφηση των πινακίδων τους μαρτυρά την ταυτόχρονη παρουσία πολλών προπατορικών, ανδρικών θεών  που καθόλου δεν παραμερίστηκαν, ίσα-ίσα η παρουσία τους ήταν συχνή και σημαντική. Η απορία, μα γιατί δεν απεικονίζονται αυτοί οι θεοί στη μυκηναϊκή τέχνη, μπορεί να απαντηθεί με την απουσία μινωικών προτύπων που να απεικονίζουν τις ανδρικές θεότητες, αλλά και με την προτίμηση των Μυκηναίων για ανεικονικές παραστάσεις της θεότητας και γενικά ροπή προς  την αφηρημένη και αφαιρετική έκφραση. Αν θέλαμε να χαρακτηρίσουμε τη θρησκεία των Μυκηναίων θα λέγαμε ότι είναι θρησκεία που τη φέρανε μαζί τους, ότι οι θεοί τους έχουν συγκεκριμένα ονόματα και προσωπικότητα όπως (Ποσειδώνας, ο Δίας, η Ήρα,  η Αθηνά, η Άρτεμις, ο Ερμής, ο Απόλλων και ο Διόνυσος),  ότι κυριαρχούν οι ουράνιοι και βουκολικοί θεοί και ότι έχει έναν σύνθετο χαρακτήρα, έναν συγκρητισμό. Ανατολικές ή παλιές προελληνικές θεότητες αφομοιώθηκαν από τις καινούργιες, π.χ. η Άφα ή Αφαία που αφομοιώθηκε από την Αφαία Αθηνά ή η Αλέα από την Αλέα Αθηνά. Δεν είναι τυχαίο ότι ο μύθος αναφέρει την Άφα ή Αφαία να δραπετεύει από την Κρήτη. Δηλαδή, φάνηκε ότι προσαρμόζονται στα δεδομένα της περιοχής που εγκαταστάθηκαν, δηλ. σε μητριαρχικά δεδομένα, αλλά στην ουσία συντήρησαν κι επέβαλαν τελικά τις αντιλήψεις τους. Αυτό φαίνεται πολύ καλά στη μινωική τέχνη μετά την κατάκτηση των Μυκηναίων, όπου σε θρησκευτικού χαρακτήρα απεικονίσεις, αλλά και γενικότερα, προβάλλεται έντονα το ανδρικό στοιχείο (βλ. Σαρκοφάγος της Αγ. Τριάδας). Γεγονός είναι ότι η κατοπινή «ολυμπιακή» θρησκεία, με καθαρά πατριαρχική οργάνωση, επικρατεί σταδιακά στη μυκηναϊκή εποχή. Το μητριαρχικό, ας το πούμε μινωικό, υπόστρωμα θα συνεχίσει να επιβιώνει και στην ιστορική περίοδο στη λατρεία της γονιμότητας, στις μυστηριακές χθόνιες λατρείες ή στις παμπάλαιες προελληνικές λατρείες όπως στα Ελευσίνια Μυστήρια, στα Θεσμοφόρια, στις «βαρβαρικές» λατρείες της Αρτέμιδας και του Διονύσου, όπως και σε άλλες τοπικού χαρακτήρα λατρείες κατώτερων θεοτήτων.
  • Και στους δύο πολιτισμούς υπήρχε σαφώς ιεραρχημένη κοινωνία, στους Μυκηναίους έχουμε πλήθος ονομασίες αξιωματούχων κάτω από τον άνακτα που αναφέρονται στις πινακίδες με τη Γραμμική Β΄, ενώ στους Μινωίτες  τη συμπεραίνουμε από τα ερείπια ανάκτορων και  επαύλεων που έχουν έρθει στο φως. Η εξουσία λειτουργεί σε σχέση με την παραγωγή, δηλ. ο ιδιοκτήτης γης συμμετέχει στην εξουσία. Ποια είναι τώρα η διαφορά τους; Ενώ στον αιγιακό χώρο και στη Μ. Ασία την εποχή που δεν έχουν φτάσει στην Ελλάδα οι Μυκηναίοι, οι πρώτοι Έλληνες ουσιαστικά, δεν υπάρχουν τειχισμένοι οικισμοί και ενδείξεις μιας πολεμοχαρούς κοινωνίας, οι Μυκηναίοι αναπτύσσονται βασισμένοι στο πολεμικό στοιχείο (τοιχογραφίες, 8ώσχημες ασπίδες, όπλα ως κτερίσματα, κυκλώπεια τείχη). Πώς εξηγείται ότι οι Μυκηναίοι ήταν πιο φιλοπόλεμοι; Οι ιδιοκτήτες γης-αξιωματούχοι μετατρέπονται σε πολεμιστές για να αποζημιωθούν από την κεντρική εξουσία με κλήρους γης. Αυτοί οι κλήροι με τη σειρά τους χρειάζονται εργατικά χέρια. Όποιος έχει εξουσία και γη επιζητά αιχμαλώτους-δούλους. Άρα, ο πόλεμος δε θα τους αποφέρει μόνο νέα εδάφη, αλλά και εργατικά χέρια τσάμπα. Η παραγωγή πρέπει ν’ ανέβει δια της βίας. Και ενώ, προφανώς οι μεγάλοι ιδιοκτήτες γης στην Κρήτη βασίζονταν στην εργασία και φορολόγηση ελεύθερων καλλιεργητών, χωρίς να χρειάζονται επέκταση εδαφών και αιχμαλώτους-σκλάβους, στους Μυκηναίους πλάι στους ελεύθερους-τους  damo των πινακίδων, εισάγεται και η δουλεία. Το έργο και του λαού και δούλων ήταν η παραγωγή αγροτικών προϊόντων, επεξεργασία μαλλιού, μεταλλουργίας, κεραμικών και διαφόρων αγγαρειών για το ανάκτορο Οι δούλοι, (οι douero) κυρίως γυναίκες και παιδιά, βρίσκονται στην κατώτατη βαθμίδα της κοινωνίας, βρίσκονται στη κατοχή των ναών είτε του ανακτόρου, ενίοτε και ιδιωτών. Δεν πρόκειται, όμως, για το νομικά καθιερωμένο καθεστώς δουλείας όπως θα το γνωρίσουμε στους κατοπινούς ιστορικούς αιώνες. Άλλωστε δε γνωρίζουμε και αν αποτελούσαν μεγάλο ποσοστό του πληθυσμού. Στα μυκηναϊκά χρόνια ο δούλος έχει πιο πολύ την έννοια του υπηρέτη-οικέτη. Άλλωστε την εποχή εκείνη, όλοι σχεδόν- δήμος και αξιωματούχοι- εκτός από τον άνακτα είναι στην υπηρεσία κάποιου και όλοι κάτω από τις εντολές του άνακτα.

Στο μεταβατικό στάδιο, από την πρωτόγονη κοινότητα στη δουλοκτητική κοινωνία, οι ελεύθεροι αγρότες παράγανε το μεγαλύτερο μέρος των προϊόντων, ενώ οι δούλοι το μικρότερο [βλ. ότι λέγαμε παραπάνω για τη μυκηναϊκή]. Οι δούλοι απασχολούνταν κυρίως σε βοηθητικές δραστηριότητες, γι’ αυτό και η δουλεία αυτού του τύπου ονομάζεται οικιακή, ή πατριαρχική. Ο δουλοκτητικός τρόπος παραγωγής δεν είχε ακόμα διαμορφωθεί πλήρως. Όμως, στην αρχή της εποχής του σιδήρου, η δουλεία επεκτάθηκε και ο κύριος όγκος των προϊόντων άρχισε να παράγεται από τους δούλους.

 

* Μέλος του ΔΣ της Πανελλήνιας Ενωσης Φιλολόγων