Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Φτωχολογιά, για σένα κάθε μου τραγούδι για τους καημούς σου, που σεργιανούν στη γειτονιά

Σε λίγες μέρες το μεγάλο πολιτιστικό γεγονός, η sυναυλία προς τιμήν του Σταύρου Ξαρχάκου το Σάββατο 14 Γενάρη στο Στάδιο Ειρήνης και Φιλίας (ΣΕΦ) όπου θα μιλήσει ο Δ. Κουτσούμπας. Την ορχήστρα θα διευθύνει ο ίδιος ο συνθέτης

Στη συναυλία συμμετέχουν οι: Δήμητρα Γαλάνη, Μανώλης Μητσιάς, Νατάσσα Μποφίλιου, Γιώργος Νταλάρας, Μίλτος Πασχαλίδης και Ηρώ Σαΐα. «Είναι η πρώτη φορά που ένα κόμμα τιμά εμένα και το έργο μου, γι’ αυτό και αισθάνομαι την ανάγκη να ευχαριστήσω τον ΓΓ της ΚΕ του ΚΚΕ γι’ αυτήν του την πρωτοβουλία, Σταύρος Ξαρχάκος».

Η είσοδος θα γίνεται με προσκλήσεις που διατίθενται από τις κατά τόπους Κομματικές Οργανώσεις.

Δυο λόγια μετά μουσικής

Ο Σταύρος Ξαρχάκος γεννήθηκε το 1939 στα Εξάρχεια.

Από τα παιδικά του χρόνια η μουσική έγινε η καταφυγή του. Τα μουσικά του ακούσματα ποικίλα. Από τα ρεμπέτικα και τα λαϊκά τραγούδια που έπαιζε μια μικρή κομπανία μουσικών απέναντι από το σπίτι του σε ένα ταβερνάκι και τις καντάδες και τα επτανησιακά τραγούδια της Ζακυνθινής γιαγιάς του, μέχρι τα βυζαντινά τροπάρια που έψελνε στη Ζωοδόχο Πηγή στην Ακαδημίας. «Ολες αυτές οι μουσικές καταβολές και κάποιες άλλες αργότερα μ’ έκαναν να διαμορφώσω έναν δικό μου μουσικό κόσμο, που σε συνδυασμό με τις μελέτες και άλλες εμπειρίες με όπλισαν με γνώση, ώστε να μπορώ ν’ ανταποκρίνομαι σ’ αυτό που χάραξα και υπηρετώ», θα πει χρόνια αργότερα ο συνθέτης σε μια από τις σπάνιες συνεντεύξεις του στον Π. Γεραμάνη.

Η μουσική ήταν γι αυτόν η καθημερινή και απόλυτη ενασχόληση. «Ετσι έμαθα να μιλώ όσο μπορώ λιγότερο. Ετσι έμαθα να ακούω και να αφουγκράζομαι όσο μπορώ περισσότερο. Ετσι έμαθα ότι στις πέντε οριζόντιες γραμμές του πενταγράμμου δεν κάθονται μαύρα στίγματα αλλά χελιδόνια που τραγουδούν αδιάκοπα…».

Σπούδασε στο Ωδείο Αθηνών και συνέχισε τις σπουδές του στο Παρίσι, στο Julliard School of Music της Νέας Υόρκης και μελέτησε διεύθυνση ορχήστρας με τον Λ. Μπερνστάιν. Δασκάλους του ονόμαζε τον Στράτο Παγιουμτζή, τον Γιάννη Παπαϊωάννου, τον Μάρκο Βαμβακάρη, τον Γιάννη Τσαρούχη, τον Νίκο Γκάτσο, την Νάντια Μπουλανζέ, τον Ντέιβιντ Ντάιαμοντ και τον Λέοναρντ Μπερνστάιν.

Τα ακούσματα, οι σπουδές του του δίνουν όλο το υλικό που χρειάζεται για να φτιάξει τον δικό του μουσικό κόσμο. Εναν μουσικό κόσμο που συνομιλεί με τη λαϊκή ψυχή, που προκαλεί ανεπανάληπτη συγκίνηση και ανάταση που αισθάνεται κανείς ακούγοντας τη μουσική του.

Ολο του το έργο αποδεικνύει ότι με την ίδια άνεση και φυσικότητα που αντιμετωπίζει τη λαϊκή μουσική, μπορεί να χειρίζεται την κλασική και τη σύγχρονη μουσική, αφού και τα τρία αυτά είδη συνυπάρχουν στη δημιουργία του, συχνά μάλιστα συμπλέκονται. Για αυτό δεν είναι τυχαίο που θεωρείται και ένας από τους κορυφαίους συνθέτες της έντεχνης λαϊκής μας μουσικής και ο μεγαλύτερος ενορχηστρωτής αυτής της χώρας.

Στην αρχή της σταδιοδρομίας του γράφει μουσική κυρίως για το θέατρο και τον κινηματογράφο. «Το διαβατήριό μου στην κινηματογραφική μουσική ήταν ο Μάνος Χατζιδάκις. Το 1962 του πρότειναν να γράψει τη μουσική για την ταινία του Ντίνου Δημόπουλου “Το ταξίδι”, ο Μάνος αρνήθηκε αλλά αντιπρότεινε στον Φίνο εμένα ως νεαρό ταλαντούχο συνθέτη. Αυτό ήταν. Την επόμενη χρονιά έκανα τη μουσική για την “Λόλα” και έπειτα ακολούθησαν “Τα κόκκινα φανάρια” του Βασίλη Γεωργιάδη», έχει δηλώσει ο Σταύρος Ξαρχάκος.

Κώστας Καρυωτάκης ΑΠΑΝΤΑ μια άλλη ανάγνωση

«Απονη ζωή», «Φτωχολογιά», «Ονειρο δεμένο», «Χάθηκε το φεγγάρι», «Παράπονο», «Σαββατόβραδο στην Καισαριανή»,«Βάλε κι άλλο πιάτο στο τραπέζι», «Τα τρένα που φύγαν», «Τι έχει και κλαίει το παιδί», «Μάτια βουρκωμένα», «Ασπρη μέρα», είναι μερικές μόνο από τις μεγάλες επιτυχίες του τη δεκαετία του ’60, που ερμήνευσαν κυρίως ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης και η Βίκυ Μοσχολιού. Είναι η περίοδος που συνεργάζεται στενά με τον Λευτέρη Παπαδόπουλο, ο οποίος έκανε τα πρώτα του βήματα στη στιχουργική.

Το 1966 μαζί με τους Μίκη Θεοδωράκη και Μάνο Χατζιδάκι συμμετέχει σε μια καμπάνια με στόχο την κατάργηση της επιτροπής λογοκρισίας, που μπορούσε να απαγορεύει την κυκλοφορία ενός τραγουδιού αν έκρινε πως υπάρχει λόγος. «Οταν ξέρεις ότι κάποιοι περιμένουν να “βάλουν κάτω” το έργο σου για να δουν τι έχει μέσα, δεν μπορείς να λειτουργήσεις απερίσπαστα. Δεν μπορείς να εκφραστείς… Προφανώς λοιπόν η ύπαρξη λογοκρισίας είναι αποπνικτική για κάθε δημιουργό. Για τούτο και στραφήκαμε εναντίον τους. Θέλουμε να περιφρουρήσουμε τη μουσική και την πνευματική δημιουργία», σημείωνε ο συνθέτης στην «Επιθεώρηση Τέχνης» απαντώντας στην ερώτηση «πώς παρεμποδίζει στην άσκηση της πνευματικής σας λειτουργίας, στο δημιουργικό έργο σας, η ύπαρξη ενός τέτοιου θεσμού». Ενώ ανέφερε ότι το τραγούδι του «Απονη ζωή» είχε υποστεί επεμβάσεις της λογοκρισίας.

«Φτωχολογιά για σένα κάθε μου τραγούδι…» – Ματιές στο έργο του Σταύρου Ξαρχάκου

Ένα από τα πιο γνωστά και εμβληματικά τραγούδια που φέρουν την σφραγίδα του Σταύρου Ξαρχάκου στη μουσική είναι η «Φτωχολογιά» (ή «Στα χέρια σου μεγάλωσαν»), σε στίχους του Λευτέρη Παπαδόπουλου. Η πρώτη εκτέλεση του τραγουδιού τοποθετείται το 1963 με την φωνή του Γρηγόρη Μπιθικώτση. Με τη «φτωχολογιά» αλλά και την «άπονη ζωή» ξεκινάει ουσιαστικά η συνάντηση της φωνή του Γρηγόρη Μπιθικώτση με τις μουσικές του Σταύρου Ξαρχάκου, προσφέροντάς μας ορισμένα από τα πιο γνωστά λαϊκά τραγούδια που χρόνο με τον χρόνο όχι απλά δεν έσβησαν, αλλά συνεχίζουν να συντροφεύουν τους καημούς αλλά και τους αγώνες του λαού μας. Άλλωστε από τον λαό και την ζωή του έπαιρναν την «πρώτη ύλη» αυτά τα τραγούδια και σε αυτόν επέστρεφαν, όπως «ομολογούν» και οι ίδιοι οι στίχοι του τραγουδιού:

Φτωχολογιά, για σένα κάθε μου τραγούδι
για τους καημούς σου, που σεργιανούν στη γειτονιά
Φτωχολογιά, που απ’ τον πηλό πλάθεις λουλούδι
και τους καημούς σου τους πλέκεις ψιλοβελονιά
Στα χέρια σου μεγάλωσαν και πόνεσαν και μάλωσαν
άνδρες μ’ ολοκάθαρη ματιά
Ψηλά κυπαρισσόπουλα, χαρά στα κοριτσόπουλα
που `χουν κι αγκαλιάζουν τη φωτιά