Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

LEF και Μαρξισμός

Επιμέλεια Παναγιώτης Μανιάτης //

Με αυτόν τον τίτλο πραγματοποιήθηκε στις 3 Ιουλίου 1923, στο Conservatory Maly Hall, συζήτηση υπό την προεδρία του A. Lunacharsky μεταξύ υποστηρικτών και αντιπάλων του Αριστερού Μετώπου Τεχνών (LEF)· υπέρ τάχθηκαν οι Brik, Tretyakov, Kruchenykh και Levidov· κατά, οι Meshcheryakov, Mstilavsky, Margolin, Loginov, και από το κοινό οι Rodov, Averbakh και Sudakov.
loenatsjarskiΗ συζήτηση έλαβε χώρα σε κοσμοσυρροή. Η εισροή των νέων ήταν τόσο μεγάλη που μετά την ομιλία του A. Lunacharsky θεωρήθηκε αναγκαίο να γίνει ένα διάλειμμα λόγω του γεγονότος ότι 600 σπουδαστές θέλησαν να μπουν στην αίθουσα τη στιγμή που επιτρέπονταν μόνο 100.

Στη θέση του B. Arvatov, που είχε αρρωστήσει, μια αυτοσχέδια εισαγωγική δήλωση εκφωνήθηκε από τον O. Brik, που σχολίασε κυρίως τα μονοπάτια τα οποία οδήγησαν το Ρωσικό Φουτουρισμό στο LEF. Ο Brik περιέγραψε τις διαχωριστικές γραμμές του LEF σε σχέση με την αντίληψη των φουτουριστών λέγοντας ακόμα ότι είχε αποσυνδέσει την ύπαρξή του από προσπάθειες να δημιουργήσει μια νέα τέχνη χρησιμοποιώντας παραδοσιακές μεθόδους.
Μετά τον Brik, πήραν το λόγο οι μαρξιστές αντίπαλοι του μετώπου. Ο Meshcheryakov αρνήθηκε την ίδια την πιθανότητα ύπαρξης της προλεταριακής κουλτούρας, λέγοντας ότι η τέχνη είναι κάτι το ασήμαντο για το οποίο το προλεταριάτο δεν έχει χρόνο. Όσο για τον Loginov, οι αντιρρήσεις του στηρίχτηκαν σε τρεις ισχυρισμούς: α) το LEF είναι ηλιθιότητα, β) το LEF είναι σεξουαλικές μπουρζουάδικες ιδιορρυθμίες και γ) το LEF είναι ακατανόητο και άχρηστο στο προλεταριάτο.

Το κοινό διέκοψε αυτές τις τοποθετήσεις πολλές φορές με φωνές και σφυρίγματα.
Με τους μη μαρξιστές αντιπάλους τα πράγματα ήταν κάπως διαφορετικά.

Ο Margolin είχε μάθει απ’ έξω την ομιλία του, η οποία ήταν γραμμένη  ως προσφώνηση. «Εσείς του LEF…» ξεκίνησε γυρνώντας στα μέλη του LEF, αλλά το αγανακτισμένο κοινό απαίτησε να μιλήσει προς την αίθουσα. Η αποχώρησή του από το βήμα συνοδεύτηκε από αποδοκιμασίες. Ο δεύτερος μη-μαρξιστής, ο Mstilavsky, μίλησε θυμωμένα και έβρισε το LEF ως ένα «άδειο τίποτα». Επιπλέον, ισχυρίστηκε ότι η Επανάσταση είναι κατάφαση, επομένως είναι δημιουργία. Το τελευταίο μύριζε την παλιά μεταφυσική των ναρόντνικων, κατά τον Brik, που σημείωσε ότι ο Mstilavsky δεν μπόρεσε να ανάλυσει την ουσία του LEF.
O Levidov, εκ μέρους του LEF, απάντησε στους –  Meshcheryakov, Margolin και Mstilavsky – τονίζοντας ότι α) η αρχή του καταπλήσσω τους μπουρζουά δεν είχε χάσει τη ζωντάνια της ακόμα τότε, β) δε μπορεί να χρησιμοποιηθεί σαν επιχείρημα ενάντια στο LEF το γεγονός ότι οι ΝΕΠάνθρωποι δεν αγοράζουν το περιοδικό (οι μαθητές σε σχολεία των εργατών δεν έχουν τα μέσα να την αγοράσουν) και γ) δεν μπορείς να είσαι επαναστατικός από το 10 ως το 4 και φιλισταίος από το 4 ως το 10, πράγμα το οποίο ταιριάζει σε πολλούς που επιδεικνύουν τρομερό οπορτουνισμό στην τέχνη, αλλά παραμένουν θαυμάσιοι επαναστάτες στην πολιτική και την οικονομία.
Ο Tretyakov συνηγορώντας είπε ότι:
1) η επανάσταση, επιτυγχάνοντας μια θεμελιώδη κοινωνική και οικονομική ανακατασκευή δε θα μπορούσε να αγνοήσει μια τόσο σημαντική εμπροσθοφυλακή της κουλτούρας.
2) η ανεξέλεγκτη συσσώρευση της αστικής κοινωνίας (που συντελείται και στον πολιτιστικό τομέα) έχει την τάση, κάτω από τη δικτατορία του προλεταριάτου, να γίνεται οργανωμένη παραγωγή.
3) η αντίσταση στα νέα αισθητικά γούστα ήταν η αντίσταση των εγκαθιδρυμένων γούστων της μπουρζουάδικης σχολής που τους είχε μπουχτίσει με τα κλασσικά.
4) το LEF δεν ήταν μόνο μια λογοτεχνική ομάδα, ήταν παντού εκεί όπου η στασιμότητα της ζωής, των παραδόσεων, των συνηθειών και των γούστων ξεπερνιόταν· το έργο του Κεντρικού Ινστιτούτου Εργασίας και άλλων εκπαιδευτικών και πρότυπων εγκαταστάσεων ήταν επίσης LEF.
5) το LEF κατηγορούνταν ότι δεν αντανακλά την πραγματικότητα. Το LEF όμως θεωρούσε ότι η καταγραφή της πραγματικότητας με τις μεθόδους του τεχνίτη-ποιητή και καλλιτέχνη είχε παρέλθει στο χρόνο. Σημείωσε δε ότι υπήρχαν πλέον πιο ακριβείς μεθόδοι καταγραφής: φωτογραφία, κινηματογράφος, φωνογράφος κτλ.
6) το LEF ενδιαφερόταν περισσότερο για μοντέλα, «πρότυπα» ανθρώπων παρμένα από το βιομηχανικό περιβάλλον.
7) το βασικό έργο του λογοτεχνικού LEF στο πλάνο της κατασκευής της ζωής ήταν να γίνει ένα εργοστάσιο της γλώσσας, να μελετήσει τις ιδιότητές της. Η αξία των επαγγελματιών της υπέρλογης γλώσσας βρισκόταν ακριβώς σε αυτή τη σφαίρα – αυτοί ήταν το λεφιστικό εργαστήριο της ανάλυσης και της εξέτασης της λέξης.

8) για την αφομοίωση του zaum, ήταν παράξενο ν’ ακούγονται μομφές, που αφορούν στη μη κατανόησή του, από ανθρώπους που τραγουδούν χορωδιακά κομμάτια και δεν βρίσκουν τίποτα παράξενο σε αυτό.
9) η δουλειά πάνω στη γλώσσα ήταν το πρώτο καθήκον που το LEF έθεσε στον εαυτό του. Το να προσαρμόσει τη λέξη στο καθήκον της κομμουνιστικής αγκιτάτσιας ήταν το δεύτερο μισό. Θεωρούσε ότι είναι αστείο να μιλάει κανείς για αντικειμενική αναπαράσταση την εποχή των οξέων ταξικών συγκρούσεων, την εποχή του ταξικού πολέμου. Τόνισε ότι θα πρέπει να ληφθεί υπόψη ένα ακόμα συστατικό της λεγόμενης δημιουργικής διαδικασίας – συγκεκριμένα, το κοινό, στο οποίο οι λέξεις θα επιδράσουν. Ο υπολογισμός του κοινού αντί για το τυφλό έργο ενός καλλιτέχνη για την αγορά ήταν μια ουσιαστική αρχή του LEF. Με αυτό πραγματικά πλησίαζε την κατανόηση της κοινωνικής απαίτησης.

10) μόνο χτίζοντας πρακτικά, χρηστικά έργα απαραίτητα στη λύση συγκεκριμένων προβλημάτων της τρέχουσας εποχής θα μπορούσε ο ποιητής – ως αποτέλεσμα του πώς θα ιδωθεί στην ιστορική προοπτική – να είναι ικανός να δημιουργήσει μια σειρά έργων που θα αντανακλούν καλύτερα την πραγματικότητά του από κάθε εσκεμμένη «αντανάκλαση».

Οι Rodov και Averbakh, ενώ από τη μία επιτέθηκαν οξεία στο LEF για την «ιμπεριαλιστική» του γέννηση και διαμαρτύρηθηκαν ενάντια στους επαγγελματίες του zaum (ο Averbakh, μεταξύ άλλων, προσπάθησε να τους συντρίψει με τον Demyan Bedny), από την άλλη αναγνώρισαν τη μεγάλη σημασία της μη υπέρλογης πλευράς του LEF για την επανάσταση. Ο Rodov, απαντώντας στην κατηγορία του Meshcheryakov ότι τα βιβλία του LEF δεν πουλάνε, σημείωσε: «Φυσικά, ο Khodasevich έχει πέντε χιλιάδες μπουρζουά που αγοράζουν το βιβλίο του και το τοποθετούν χωρίς να το ανοίξουν πάνω στο τραπέζι. Αλλά ο προλεταριακός συγγραφέας γράφει για τους μαθητές στα ιδρύματα των εργατών, για τον εργάτη που ίσως δεν έχει αυτό το βιβλίο, ένα βιβλίο που το περιμένουν εκατοντάδες στη σειρά για να το δανειστούν. Είναι αυτή προλεταριακή τέχνη ή όχι;»
Από το κοινό, μεγάλο ενδιαφέρον είχε η ομιλία του εργάτη και σπουδαστή σε ινστιτούτο εργατών, του Sudakov. «Είναι απαραίτητο να δημιουργήσουμε μια νέα κουλτούρα με σκοπό να θάψουμε τη μπουρζουάδικη» είπε και συμπλήρωσε: «Έχω την εντύπωση ότι περισσότερο από οποιοδήποτε άλλο, οι Φουτουριστές και οι LEFιστές αγωνίζονται ενάντια και συντρίβουν τη μπουρζουάδικη κουλτούρα. Μοιάζει σα να βρίσκονται κοντύτερα στη μαζική κουλτούρα· σαν κάτι κοντά, αμιγώς από την καθημερινή ζωή, να χτίζει ένα νέο σχεδιασμένο δρόμο. Τα έργα τους τα διαβάζεις και δεν τα καταλαβαίνεις, αλλά όταν διαβάζω μέσω Mayakovsky και Levidov και τον πρόλογο του Mystery-Bouffe, όταν επιτέλους ένιωσα ότι κατάλαβα, ένιωσα σαν να έχω πραγματικά καταφέρει κάτι».
Η ομιλία του διακόπηκε από χειροκροτήματα, φωνές και επευφημίες. Κάποιος όμως από το κοινό  του φώναξε πικρόχολα «Τσαγκάρη, πήγαινε να ράψεις τα παπούτσια σου». Ο Sudakov απάντησε: «Θα ράψω παπούτσια και θα πω εδώ αυτά που πρέπει».

Στις τελικές παρατηρήσεις του, ο σύντροφος Lunacharsky, εκφράζοντας συμφωνία με τις απόψεις του Averbakh, διαχώρισε τον εαυτό του από τις ομιλίες αυτών που αρνήθηκαν την προλεταριακή κουλτούρα όπως  ο σύντροφος Meshcheryakov. Επιπλέον, υπερασπίστηκε την «κληρονομιά» που δόθηκε από την αστική κουλτούρα και τέχνη, προειδοποιώντας ενάντια στη «γοητεία της παραγωγισμού». Εναντιώθηκε στη μηχανοποίηση που εισήχθη στην τέχνη από τον Tretyakov· μίλησε μεταξύ άλλων για τη μορφή και το περιεχόμενο  και τελικά για την καλλιτεχνική τιμιότητα, την οποία έβλεπε σε μεγάλο βαθμό να βρίσκεται στον Mayakovsky σημειώνοντας ότι δυστυχώς εξουδετερώνεται από την υπερβολική αφοσίωση στη μορφή, πράγμα το οποίο θα μπορούσε να οδηγήσει κάποιον να σκεφτεί ότι δεν υπάρχει βάθος αισθήματος πίσω από αυτό.

Ακόμα, παρατηρώντας μια λατρεία της μηχανής στο LEF, ο Lunacharsky βεβαίωσε ότι η μηχανοποίηση είναι χαρακτηριστικό της βιομηχανικής κουλτούρας, αλλά όχι της προλεταριακής, ξεσπαθώνοντας από τη μια ενάντια στον Chuzhak για τον ορισμό που έδωσε στην τέχνη ως κατασκευή-ζωής και από την άλλη στον Meyerhold για την υποτιθέμενη εκκεντρικότητά του, η οποία κατά τη γνώμη του ήταν προϊόν του παρασιτισμού της ανώτατης κρούστας της μπουρζουαζίας. Παρ’ όλα αυτά, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η βιομηχανοποίηση, η ανάγκη για την πόλη και τη μηχανή και η αίσθηση του ρυθμού της νέας οικονομίας, όπως εκφράζεται από το LEF κουβαλούν μέσα τους πολλά συν και είναι σε έναν ορισμένο βαθμό επιτεύγματα. Το κλείσιμο του ήταν μια πατρική προειδοποίηση στους νέους να μην ενθουσιάζονται με το LEF· αυτή η γοητεία, με τα δικά του λόγια, εγείρεται γιατί «αφήνουμε πίσω την παγκόσμια κουλτούρα, από την οποία θα έπρεπε να μάθουμε».

Περίληψη άρθρου του Όσιπ Μπρικ δημοσιευμένο στο περιοδικό LEF N.4.

Μοιραστείτε το: