Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Ποιος ανέβασε τους Ναζί στην εξουσία;

Η αστική τάξη της Γερμανίας ήθελε να ξανασταθεί στα πόδια της (μετά την ατιμωτική ήττα που υπέστη στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο), να αντιμετωπίσει «δραστικά» το εργατικό κίνημα της χώρας και να διεκδικήσει ξανά το μερίδιό της στην παγκόσμια αγορά.

Είναι εξαιρετικά ενδεικτικό ότι το 1932 μια ομάδα βιομηχάνων είχε επιδώσει στον Πρόεδρο της Γερμανίας έγγραφη απαίτηση 160 διευθυντών μεγάλων εταιρειών για να δοθεί εντολή σχηματισμού κυβέρνησης στον Χίτλερ, ενώ η συντριπτική πλειοψηφία των γερμανικών επιχειρηματικών κολοσσών ήταν βασικοί χορηγοί της πολεμικής μηχανής της φασιστικής Γερμανίας και του ναζιστικού κόμματος, κάτι που αποδεικνύεται και από τα πρακτικά της Δίκης της Νυρεμβέργης.

Ο βιομηχανικός κολοσσός της Κρουπ, όπως και η συντριπτική πλειοψηφία του γερμανικού κεφαλαίου, υπήρξαν βασικοί οικονομικοί αρωγοί – χορηγοί, όχι μόνο της πολεμικής μηχανής της φασιστικής Γερμανίας, αλλά και των διαφόρων πολιτικών (κόμμα, οργανώσεις νεολαίας) ή παραστρατιωτικών οργανώσεων των Ναζί (όπως τα Τάγματα Εφόδου SA, τα SS, κλπ.). Ετσι ξεκίνησε το «Ταμείο του Χίτλερ», με κεφάλαια που προέρχονταν «ακόμα και από τους πιο απομακρυσμένους κύκλους της γερμανικής βιομηχανίας, συμπεριλαμβανομένου του κόσμου της αγροτικής οικονομίας και των τραπεζών» (Ντοκουμέντο D-151, ΠΔΝ). Με το άνοιγμα των αρχείων της Κρουπ, προέκυψε ότι μόνο π.χ. το εργοστάσιο της εταιρείας στο Essen είχε «προσφέρει» ως το 1945 το ιλιγγιώδες ποσό των 4.738.446 μάρκων στο εν λόγω Ταμείο

Όπως δήλωσε ο ιδιοκτήτης της πολεμικής βιομηχανίας Krupp: «Ο Εθνικοσοσιαλισμός απελευθέρωσε τον Γερμανό εργάτη από τη μέγγενη ενός δόγματος (σ.σ. του κομμουνισμού) που ήταν βασικά εχθρικό τόσο για τον εργοδότη όσο και για τον εργαζόμενο. Ο Αδόλφος Χίτλερ επέστρεψε τον εργάτη στο έθνος του. Τον μετέτρεψε σε πειθαρχημένο στρατιώτη της εργασίας και συνεπώς σύντροφό μας (σ.σ. των βιομηχάνων!)». Με άλλα λόγια, ο φασισμός εξασφάλισε την πολυπόθητη για το κεφάλαιο «εργασιακή ειρήνη», τσακίζοντας τον εργατικό συνδικαλισμό και εξαπολύοντας πόλεμο εξόντωσης των κομμουνιστών. Αργότερα, οι γερμανικές βιομηχανίες είχαν στη διάθεσή τους «φτηνό» εργατικό δυναμικό από τα στρατόπεδα συγκέντρωσης, το οποίο εκμεταλλεύονται κυριολεκτικά μέχρι θανάτου, πολλαπλασιάζοντας έτσι την παραγωγή και τα κέρδη τους.

Τα συμφέροντα των γερμανικών μονοπωλίων ταυτίζονταν επίσης με δύο άλλες κύριες επιδιώξεις των Ναζί: την ιμπεριαλιστική αναδιανομή του κόσμου και τη συντριβή της ΕΣΣΔ. Αλλωστε από το 1936 κιόλας ο Χίτλερ είχε δώσει οδηγίες στο υπουργείο Πολέμου του Ράιχ να ετοιμάζεται για την «αναμέτρηση με τη Ρωσία», την οποία θεωρούσε «αναπόφευκτη». Οσον αφορά το πρώτο, όπως υπογράμμισε ο υπουργός Οικονομίας των Ναζί Σαχτ στον Αμερικανό Πρόξενο Fuller το 1935: «Οι αποικίες είναι απαραίτητες στη Γερμανία. Αν καταστεί δυνατό θα τις αποκτήσουμε μέσα από διαπραγματεύσεις. Αν όχι, θα τις αρπάξουμε (σ.σ. με τη βία)».

Καταλυτικό ρόλο ωστόσο στην οικονομική και στρατιωτική ισχυροποίηση της Γερμανίας έπαιξαν και τα αμερικανικά μονοπώλια: η Ford, η General Motors (μέσω της θυγατρικής της Opel και όχι μόνο), η General Electric, η Standard Oil (η σημερινή Exxon-Mobil), η IBM, η ΙΤΤ (η σημερινή ΑΤ&Τ), η Τράπεζα Chase Manhattan και πολλοί άλλοι, έκαναν τεράστιες επενδύσεις, επωφελούμενοι του «εξαιρετικού» επιχειρηματικού κλίματος που προσέφερε η ναζιστική Γερμανία, αποκομίζοντας ακόμα μεγαλύτερα κέρδη. Τόσο ο Πρόεδρος της IBM T. Watson όσο και ο Πρόεδρος της Ford H. Ford τιμήθηκαν για τις «υπηρεσίες» τους στο Γ’ Ράιχ με το μετάλλιο του Μεγάλου Σταυρού της Γερμανικής Τάξης του Αετού το 1937 και 1938 αντίστοιχα.