Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

«Ήρεμη Δύναμη: Ένα νέο μοντέλο εξουσίας για την οικογένεια, το σχολείο, την κοινότητα»

Παρουσίαση Αναστασία Ζήση //

Omer, H. (2018). Ήρεμη Δύναμη: Ένα νέο μοντέλο εξουσίας για την οικογένεια, το σχολείο, την κοινότητα.
Αθήνα: Γλάρος.
Επιμέλεια: Δημήτρης Φιλοκώστας
Μετάφραση: Σπυριδούλα Κώτση, Δημήτρης Φιλοκώστας

Η παιδαγωγική πρόταση του Haim Omer προσφέρει ένα σκεπτικό και μια μέθοδο για την σχέση των παιδιών με τους ενήλικες αλλά και των ενηλίκων μεταξύ τους. Είναι μια πρόταση που μετατρέπει το κυρίαρχο μοντέλο της διαπροσωπικής διαπαιδαγώγησης σε μια μορφή συλλογικής εμπειρίας που εμπλέκει γονείς, λειτουργούς και θεραπευτές με αντίκτυπο στην κοινότητα, αλλά και διαμέσου της κοινότητας. Η παιδαγωγική πρόταση του Haim Omer αναιρεί την παραδοσιακή μορφή μιας γονεϊκής εξουσίας του παρελθόντος η οποία αντλούσε το κύρος της αποκλειστικά και μόνο από την θέση της στην κοινωνική δομή, αλλά και αμφισβητεί τις σύγχρονες παιδαγωγικές αντιλήψεις που πριμοδοτούν την ιδιωτικότητα και την ελευθερία ως υπέρτατες αξίες για την ανάπτυξη του παιδιού. Το παιδαγωγικό του μοντέλο επεξεργάζεται ένα νέο ύφος δια-παιδαγώγησης το οποίο μεταδίδει στα παιδιά απαιτήσεις υπευθυνότητας αλλά και δημιουργεί εποικοδομητικές εμπειρίες αυτονομίας και προσωπικής ανάπτυξης. Το σκεπτικό που αναπτύσσει στοχεύει σε μια χειραφετητική σύλληψη της εξουσίας που αποτινάζει τον παρεμβατικό, ελεγκτικό, απόμακρο χαρακτήρα της, όπως αυτός είχε επικρατήσει ως μορφή γονεϊκής εξουσίας στο παρελθόν, και ταυτόχρονα αναπληρώνει την κατάρρευση του γονεϊκού και παιδαγωγικού κύρους που χαρακτηρίζει τα σύγχρονα μοντέλα ανατροφής. Η έννοια της «δομικής απομόνωσης» η οποία περιγράφει το κοινωνικό κενό που σήμερα βιώνουμε, είτε ως γονείς ή ως παιδαγωγοί, ενεργοποιεί την αναζήτηση ενός «τρίτου δρόμου» στην ανατροφή των παιδιών. Είναι ο δρόμος ο οποίος μεταβαίνει γονείς, παιδαγωγούς και θεραπευτές σε ένα νέο μοντέλο άσκησης των αρμοδιοτήτων μέσω της ένωσης των δυνάμεων και της συλλογικής ικανότητας, μέσω της λογοδοσίας και της δράσης, στραμμένης στους ίδιους τους δρώντες (γονείς, λειτουργοί και θεραπευτές). Αυτή η μετάβαση σε ένα νέο συλλογικό πρότυπο σχέσεων που στηρίζεται στις αξίες της συμπαράστασης, της διαφάνειας και της λογοδοσίας διαμορφώνει μια νέα παράσταση για το τι σημαίνει παιδί και τι σημαίνει κυρίως ενήλικας, οικοδομεί μια νέα ηθική και αποκαθιστά την θεσμική διάσταση της οικογενειακής ζωής. Η αλληλέγγυα γονεϊκότητα νοιάζεται για την υπόληψη και τη θέση των μελών της, αλλά όχι με τρόπο ανταγωνιστικό όπως μέχρι τώρα το έχουν θρέψει οι φιλελεύθερες προσεγγίσεις, αλλά με τη δημιουργία μιας οιωνεί δημόσιας σφαίρας, ενός νέου δημόσιου χώρου που θα αναπληρώσει το κενό μιας καταρρακωμένης από το χρήμα και την οικονομική τυραννία κοινωνίας. Το βιβλίο του Haim Omer είναι μια συμβολή για ένα όραμα ανθρωπίνων σχέσεων που μαθαίνουν μέσα από τη δράση να φαντάζονται την οπτική του άλλου και να παρέχουν έμπρακτη στήριξη χωρίς επικρίσεις και επιβολές. Είναι ένα όραμα που έχει αντίκτυπο στην ευρύτερη κοινωνία και την ποιότητα της δημοκρατίας.

Στηρίζεται σε συγκεκριμένες αρχές: α) στη διαρκή φυσική παρουσία των γονέων, β) τη διαφάνεια και γ) την έμπρακτη υποστήριξη. Η συνεχής φυσική παρουσία του γονέα στη ζωή του παιδιού ως ενεργός συμμετοχή, εκφράζει την ανάληψη της κύριας αρμοδιότητας και ευθύνης που φέρει για την άσκηση εποπτείας που δεν στοχεύει στον ψυχολογικό έλεγχο και την εισχώρηση στη ζωή του παιδιού. Η διαρκής φυσική παρουσία ως έμπρακτη εκδήλωση του πραγματικού ενδιαφέροντος του γονιού και του παιδαγωγού είναι δράση προς όφελος του παιδιού όταν επιτρέπει την έγκαιρη αναγνώριση των αναγκών, την ευαίσθητη ανταπόκριση σ’ αυτές, στοιχεία ζωτικής σημασίας για την προστασία του παιδιού από κινδύνους αλλά και την μετάδοση ενός αισθήματος ασφαλείας προς αυτά. Αυτού του είδους, η ενεργός συμμετοχή και φυσική παρουσία του γονιού / παιδαγωγού είναι η δράση που προσδίδει κύρος και εμπνέει τον σεβασμό. Πληθώρα ερευνών έχουν δείξει ότι η γονεϊκή εποπτεία με την έννοια της επαγρύπνησης και του εστιασμένου ενδιαφέροντος είναι το πιο αποτελεσματικό μέτρο, χωρίς ακόμη και άλλα επιπρόσθετα μέτρα, το οποίο μπορεί να αποτρέψει την εμφάνιση και διαιώνιση των αρνητικών συμπεριφορών (Omer, 2018, σελ. 69). Η διαρκής και σταθερή φυσική παρουσία του γονιού, παρά το μεταβαλλόμενο περιεχόμενο και τη διαβάθμιση της ανάλογα με τη φάση ανάπτυξης του παιδιού και τις συνθήκες που συντρέχουν, δημιουργεί μια ατμόσφαιρα και ένα κατάλληλο συναισθηματικό πλαίσιο ασφάλειας και εγγύτητας, πεδίο και χώρο για να στεριώσει το παιδί την προσωπική και ανεξάρτητη του ανάπτυξη.

Η φυσική παρουσία των γονέων δεν είναι κλεισμένη εντός των τειχών, επεκτείνεται και διευρύνεται μέσα από την οικοδόμηση δικτύων, σχέσεων με φίλους, συγγενείς, γείτονες, άλλους γονείς, συναδέλφους. Είναι αυτό το δίκτυο το οποίο δημιουργεί όχι μόνο μια κοινή γνώμη, αλλά ένα πρότυπο αλληλέγγυας συνύπαρξης που μέσα από την ίδια την συμπεριφορά και την δράση μεταξύ των ενηλίκων μεταδίδεται στα παιδιά το πνεύμα της κοινότητας. Όταν οι γονείς και οι παιδαγωγοί είτε μέσω των δικών τους ενεργειών ή πρωτοβουλιών είτε μέσω της διευκόλυνσης/μεσολάβησης από τους θεραπευτές επεκτείνουν με άλλα πρόσωπα την άγρυπνη φροντίδα, τότε τα παιδιά δεσμεύονται καθώς τα ίδια και οι ενήλικες λογοδοτούν όχι ο ένας τον άλλο, αλλά στην κοινότητα και την κοινωνία ευρύτερα. Ένα δίκτυο σχέσεων που χαρακτηρίζεται από συνοχή, διαφάνεια και ξεκάθαρα μηνύματα έχει τη δύναμη να αποτρέψει την εμφάνιση της βίας ή άλλων αρνητικών συμπεριφορών καθώς τα μέλη του δέχονται τη δημοσιοποίηση αυτών, ενέργεια η οποία απωθεί στην πράξη μια νοοτροπία από τα παλιά που είχε την τάση να τις αποκρύπτει. Οι ενέργειες δημόσιας κοινοποίησης των αρνητικών γεγονότων και των μη αποδεκτών συμπεριφορών μέσα σε ένα πνεύμα επανόρθωσης δημιουργεί μια νέα δημόσια σφαίρα η οποία παράγει στα μέλη της όχι μόνο κοινωνική επιρροή αλλά και στήριξη, πρακτική και συναισθηματική. Μέσα από αυτή την συλλογική εμπειρία, η εποπτεία ως μορφή άγρυπνης φροντίδας διευρύνεται, επαυξάνει και άρα γίνεται πιο αποτελεσματική στον έλεγχο των ταπεινωτικών συμπεριφορών και στην αποτροπή των κινδύνων για τα παιδιά. Οι γονείς όπως και οι εκπαιδευτικοί παίρνουν κουράγιο ο ένας από τον άλλον, στοιχείο που ενδυναμώνει, και βελτιώνει τον αυτοέλεγχο και την παρορμητική αντίδραση από την πλευρά των γονέων η οποία συχνά οδηγεί στην κλιμάκωση των συγκρούσεων και των διενέξεων. Η τήρηση μιας στάσης υπευθυνότητας εντός ενός ενδυναμωμένου δικτύου μεταβάλει βαθιά την εμπειρία των γονέων που στο παρελθόν αισθάνονταν αβοήθητοι, απογοητευμένοι και αδύναμοι. Το ίδιο ισχύει και για τους παιδαγωγούς, οι οποίοι μαθαίνουν με την ειδική καθοδήγηση και την θετική μεσολάβηση των διευθυντών να αναπτύσσουν ομάδα ανταπόκρισης, ομάδα επαφής, ομάδα καθοδήγησης που αντιμετωπίζουν τις μη αποδεκτές συμπεριφορές με ένα πνεύμα συνεργασίας και αλληλέγγυας υποστήριξης που δεν έχει στόχο την τιμωρία και την παραδοσιακή ποινή αλλά τη δημιουργία μιας προοπτικής και μιας δυνατότητας για επανόρθωση και αποκατάσταση της υπόληψης όλων εμπλεκόμενων μερών. Όπως πολύ εύστοχα, επισημαίνει ο συγγραφέας ο οποίος ενστερνίζεται τις απόψεις και άλλων παιδαγωγών που τεκμηριωμένα εκφράζουν την άποψη ότι «η τιμωρία και η επιβράβευση αναπαριστούν τη βούληση του άλλου να ελέγξει το παιδί και να έχει ένα γρήγορο αποτέλεσμα ενώ η αντίσταση επικοινωνεί μια ξεκάθαρη και ανυποχώρητη στάση (σελ. 43)». Μια νέα συναισθηματική κουλτούρα αναδύεται μέσω της στοχαστικής σχέσης την οποία ενθαρρύνει ο Haim Omer να αναπτύξουν οι γονείς και οι παιδαγωγοί με τον χρόνο (αποφυγή μιας παρορμητικής αντίδρασης) και την παύση αλλά και την αποφασιστικότητα στο ύφος της διαπαιδαγώγησης μεταδίδοντας στα παιδιά το μήνυμα της τήρησης αρχών και καθηκόντων αλλά εντός της κοινότητας και του ομαδικού πνεύματος. Το γνήσιο ενδιαφέρον του παιδαγωγού και του γονέα εκφράζεται μέσα από δράσεις αναγνώρισης της αξίας που ο καθένας έχει και της εκτίμησης που αυτή συνεπάγεται. Αυτή η αναγνώριση δημιουργεί το πλαίσιο για την επανόρθωση η οποία αποκαθιστά την πληγωμένη υπόληψη και αποδίδει στην τιμωρία ένα νέο περιεχόμενο. Στοιχεία της νέας συναισθηματικής κουλτούρας είναι τόσο τα νέα πρότυπα διάδρασης και επικοινωνίας μεταξύ ενηλίκων κατ’ αρχήν όσο και η επεξεργασία του εσωτερικού εαυτού μέσω της αναβολής και της δημιουργίας νέων ευκαιριών αυτοπροσδιορισμού που προστατεύουν την εξουθένωση από τις μετωπικές αντιπαραθέσεις. Η στοχαστική σχέση με τον χρόνο, όπως γράφει ο Haim Omer, «δίνει τα περιθώρια για αναδιοργάνωση, αναζήτηση υποστήριξης, ελέγχου της παρόρμησης στοχεύοντας σε μια βαθμιαία αλλαγή» (σελ. 52). Η επιμονή, όπως την περιγράφει ο Omer, εκφράζει μια στάση συνέπειας, και όχι μια στάση δογματισμού και ακαμψίας. Πρόκειται για ποιότητες στις οποίες οι ενήλικες καλούνται να εξασκηθούν ώστε να αποφευχθεί η παρορμητική αντιπαράθεση και να καλλιεργηθεί η ιδέα και η πρακτική της ανάληψης της ευθύνης για παραδοχή του λάθους, και της διάθεσης για έμπρακτη συμφιλίωση. Η σχέση επομένως με τον χρόνο συνιστά ένα από τα βασικά εφόδια ώστε εκ νέου και συλλογικά να προσδιοριστεί το σφάλμα, να γίνει κατανοητό στα μέρη που εμπλέκονται. Για τον Omer, συμμετέχω στη ζωή του παιδιού σημαίνει ότι αναγνωρίζω και αποδέχομαι ότι είμαι υπεύθυνος για τις πράξεις του παιδιού και αναλαμβάνω ενέργειες επανόρθωσης απέναντι στα θιγόμενα πρόσωπα, ενεργούς και έμπρακτης συμπαράστασης προς το δικό μου παιδί. Πρόκειται για μικρές ενέργειες οι οποίες σταδιακά και βαθμιαία επιφέρουν αντίκτυπο στην μελλοντική συμπεριφορά συνολικά.

Όπως αναφέρει ο Omer, ο ρόλος των υποστηρικτών δεν στοχεύει να υποκαταστήσει το ρόλο των γονέων αλλά να ενδυναμώσει την αποφασιστικότητα τους ώστε να λάβουν μέτρα εστιασμένης επίβλεψης, και να τους μεταδώσουν ένα αίσθημα συντροφικότητας. Οι υποστηρικτές μπορούν να δράσουν μέσα από την αλληλογραφία τους με το παιδί, με κλήσεις, μηνύματα αλλά και επισκέψεις στο σπίτι τηρώντας απέναντι του μια στάση θετική και ανοιχτή χωρίς να το επικρίνουν. Έχει αποδειχθεί ότι οι υποστηρικτές μπορούν να περιορίσουν τις συγκρούσεις. Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο της κοινοτικής στήριξης, το παιδί μαθαίνει να αναπτύσσει σχέσεις και οι γονείς απελευθερώνονται από την απραξία. Η τελετουργία των ανακοινώσεων και των γραπτών επιστολών από-δίδουν μια τυπικότητα αλλά την ίδια στιγμή καθιστούν διαυγές το μήνυμα της ευθύνης και των αρχών που χαρακτηρίζει την οικογένεια. Αυτή η προσέγγιση προσδιορίζει εκ νέου την έννοια της ιδιωτικότητας καθώς ευθύνη και δικαίωμα συλλαμβάνονται ως μέρη μιας δοκού στην οποία παιδιά και ενήλικες μαθαίνουν να ισορροπούν. Η ίδια οπτική εφαρμόζει και στους λειτουργούς της εκπαίδευσης όπως και τους θεραπευτές τους οποίους προσκαλεί να διευκολύνουν την στήριξη των γονέων μέσα στο φυσικό περιβάλλον την οικογενειακής εστίας δημιουργώντας επαφές και συνδέσεις, δίκτυα και μια νέα κουλτούρα συμπαράστασης που θα μετριάσει το χάσμα ανάμεσα σε δράστες και θύματα. Σε μια εποχή όπου επικρατούν οι ατομικιστικές αξίες και ο δημόσιος βίος εξαλείφεται, η παιδαγωγική πρόταση του Omer αντλώντας από τη φιλοσοφία του Γκάντι είναι μια πρώτη σπορά για να θρέψει το έδαφος της αλληλέγγυας γονεϊκότητας.