Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Αλέκα Παπαρήγα: «Η απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης με τον ΕΛΑΣ νικητή αποδεικνύει το μεγαλείο του ΚΚΕ και του λαού»

Με ιδιαίτερη επιτυχία πραγματοποιήθηκε το πρωί της Κυριακής η εκδήλωση της ΚΟ Κεντρικής Μακεδονίας του ΚΚΕ για τα 75 χρόνια από την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης από τα στρατεύματα του ΕΛΑΣ.

Στην κατάμεστη Αίθουσα Τελετών του ΑΠΘ, ο λαός και ιδιαίτερα η νεολαία της Θεσσαλονίκης, ανταποκρίθηκαν στο κάλεσμα των οργανώσεων του ΚΚΕ και της ΚΝΕ, με αφορμή την μεγάλη επέτειο, για να μάθουν την ιστορική αλήθεια για την πάλη του ΕΛΑΣ για την απελευθέρωση της πόλης από τα γερμανικά στρατεύματα κατοχής και τους ντόπιους συνεργάτες τους.

Κεντρική ομιλήτρια της εκδήλωσης ήταν η Αλέκα Παπαρήγα, μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ και βουλευτής του Κόμματος. Εκεί παρευρέθηκαν επίσης οι βουλευτές Α’ και Β’ Θεσσαλονίκης του ΚΚΕ, Γιάννης Δελής και Λεωνίδας Στολτίδης, ο Καθηγητής Σύγχρονης Ιστορίας του ΑΠΘ, Γιώργος Μαργαρίτης, ο περιφερειακός σύμβουλος της «Λαϊκής Συσπείρωσης» Κεντρικής Μακεδονίας, Σωτήρης Αβραμόπουλος, καθώς και δημοτικοί σύμβουλοι της «Λαϊκής Συσπείρωσης» σε δήμους της πόλης.

Η εκδήλωση άνοιξε με την προβολή του χρονικού των γεγονότων της απελευθέρωσης, εμπλουτισμένο με ιστορικά ντοκουμέντα, από τις πρώτες ημέρες της κατοχής, την ίδρυση της πρώτης αντιστασιακής οργάνωσης της Ευρώπης από το Μακεδονικό Γραφείο του ΚΚΕ, την «Ελευθερία» έως και τις τελικές μάχες που έδωσε ο ΕΛΑΣ στην πόλη.

Στη συνέχεια ακολούθησε η κεντρική ομιλία, και τέλος, η εκδήλωση ολοκληρώθηκε με συναυλία από το συγκρότημα της ΚΝΕ, με συντονιστή τον Κωνσταντίνο Γκούβα και τη συμμετοχή του Νίκου Ταλέα και της Ανθής Τατσιούλη. Με το τέλος της εκδήλωσης, το πλήθος που παρευρέθηκε έδειξε μεγάλο ενδιαφέρον για την έκθεση φωτογραφικού υλικού της περιόδου που λειτουργούσε στο φουαγιέ του κτιρίου.

thessaloniki ekdilosi

Η Αλέκα Παπαρήγα ξεκίνησε την ομιλία της (διαβάστε την παρακάτω ολόκληρη), ενώ στο χώρο αντηχούσε το σύνθημα που φώναζαν τα μέλη της ΚΝΕ: «Μάθε την αλήθεια, το χώμα που πατάς λευτέρωσαν μ’ αγώνα ΕΑΜ ΕΠΟΝ ΕΛΑΣ», τονίζοντας πως η συγκεκριμένη εκδήλωση, όπως και οι υπόλοιπες εκδηλώσεις του Κόμματος αναφορικά με σημαντικές επετείους της ελληνικής ιστορίας, του εργατικού λαϊκού κινήματος, δεν έχει τίποτε το κοινό με τις συνήθεις αντίστοιχες κρατικές επίσημες εκδηλώσεις, καθώς, όπως είπε, «οι επίσημες πλασάρουν τον μύθο της ανύπαρκτης εθνικής ενότητας και ομοψυχίας, επιμελημένα κρύβουν τον αντιλαϊκό ρόλο που έπαιξαν οι αστοί ηγέτες, τα κόμματά τους και ο θρόνος, οι σύμμαχοι τους ιμπεριαλιστές.

(…) Κουβέντα δεν γίνεται, όταν αναφέρονται την περίοδο της κατοχής για τις εξίσου σημαντικές ηρωικές απεργίες και οικονομικές διεκδικήσεις στις πόλεις απέναντι στην ξενική κατοχή. Σκεφτείτε τι μας περιμένει με την ευκαιρία της συμπλήρωσης των 200 χρόνων από το ξέσπασμα της αστικής εθνικοαπελευθερωτικής επανάστασης του 1821, μιας επανάστασης ακόμα πιο βαθιά ντυμένης με το ψέμα, τη διαστρέβλωση, τους μύθους».

«Στον επίσημο κρατικό εορτασμό της Θεσσαλονίκης», συνέχισε, «μνημονεύεται κυρίως αν όχι και αποκλειστικά από τους περισσότερους πολιτικούς παράγοντες, μόνο η 28η Οκτωβρίου του 1912, όταν η πόλη παραδόθηκε από τους Οθωμανούς στρατιωτικούς επιτελείς στους Έλληνες (…).

Το 1912, που σωστά γίνεται μνεία κάθε 28 Οκτώβρη, είναι πιο εύκολο για τους αστούς τιμητές, αφού θα μιλήσουν για τον διάδοχο Κωνσταντίνο ή τον Ελευθέριο Βενιζέλο, χωρίς βεβαίως να αναφέρονται στους διαφορετικούς προσανατολισμούς και αντιθέσεις τους, (…) που στη συνέχεια οδήγησαν στην τραγική μικρασιατική εκστρατεία με την καθοδήγηση της Αγγλίας και των ιδιαίτερων συμφερόντων της».

Μεταξύ άλλων, η Α. Παπαρήγα στην ομιλία της, αναφέρθηκε στην πρόσφατη, ανιστόρητη τοποθέτηση του βουλευτή της ΝΔ Στρ. Σιμόπουλου, πως η Θεσσαλονίκη απελευθερώθηκε όταν οι Γερμανοί ναζί την εγκατέλειψαν με τη θέληση τους, χωρίς να χρειαστεί να δοθεί μάχη και να χυθεί αίμα, σημειώνοντας πως η ΚΟ της Κεντρικής Μακεδονίας, πολύ σωστά αντέδρασε γιατί «η 28η έως 30ή Οκτωβρίου 1944 για τη Θεσσαλονίκη αν με στοιχειώδη ευαισθησία πληροφόρησης αναφερθεί, δεν μπορεί παρά να συνδυαστεί με τον ΕΛΑΣ και το ΕΑΜ, με το ΚΚΕ, κατά πρώτο και κύριο λόγο».

«Υπενθυμίζουμε στους επιγόνους και συνεχιστές των αστικών κομμάτων, των κομμάτων που και σήμερα ανεξάρτητα τι πρόσημο έχουν είναι στυλοβάτες του σάπιου, εκμεταλλευτικού καπιταλιστικού συστήματος που γεννά τον ιμπεριαλιστικό πόλεμο, ότι ένα τμήμα της ελληνικής αστικής τάξης συμμάχησε με την γερμανική κατοχή, στελέχη της πήραν μέρος στις δωσίλογες κυβερνήσεις», ενώ άλλο τμήμα προτίμησε να δραπετεύσει στο Κάιρο, πρόσθεσε.

Στη συνέχεια, παρέθεσε στοιχεία για τη μυστική συμφωνία της Λισαβόνας, μεταξύ Γερμανών και Άγγλων εκπροσώπων για την παράδοση της Θεσσαλονίκης στα αγγλικά στρατεύματα και όχι στον ΕΛΑΣ, καθώς «η Θεσσαλονίκη ήταν σημαντικό κέντρο της αστικής εξουσίας και ιδιαίτερα σημαντικό για τους Άγγλους».

Επίσης αναφέρθηκε στην αξιοποίηση από τους Άγγλους για το χτύπημα του ΕΛΑΣ, των ταγμάτων ασφαλείας και άλλων μέχρι πρότινος συνεργατών των Γερμανών, όπως οι Τσαούς Αντών, Μιχάλαγας και Κισά Μπατζάκ.

Ιδιαίτερη αναφορά στην ομιλία της, έκανε στο ζήτημα της ιστορικής μελέτης της δεκαετίας 1940-1949, η οποία όπως ανέφερε συνεχίζει «με παλαιούς και δήθεν πιο σύγχρονους όρους να βρίσκεται στο στόχαστρο της αστικής τάξης, των κομμάτων της, πολλών ιστορικών επιστημόνων, δημοσιογράφων (…) λόγω της σχέσης που είχε ο αγώνας της εθνικής αντίστασης με τον ταξικό αγώνα των Δεκεμβριανών της Βρετανικής στρατιωτικής εισβολής, στη συνέχεια του ΔΣΕ, την ανώτερη μορφής της ταξικής πάλης που έβαλε σε μεγάλη δοκιμασία την αστική τάξη της χώρας». Παράλληλα, τόνισε τη θετική σημασία που έχουν οι φωνές αντίστασης ιστορικών επιστημόνων μαρξιστών, ριζοσπαστών που εξακολουθούν να είναι μειοψηφικές αλλά «παραμένουν όμως σημαντικές και ηρωικές».

Μιλώντας για την ιδεολογική διαπάλη στον τομέα της εκπαίδευσης και της έρευνας, κατέληξε λέγοντας πως «ως κόμμα πρέπει πιο αποφασιστικά να αναλάβουμε ακόμα μεγαλύτερη ευθύνη στην διάδοση της επιστημονικής μεθοδολογίας, του διαλεκτικού υλισμού στη φύση και στην ιστορία, στην κοινωνική εξέλιξη, στην πολιτική, στην επιστήμη, στην ιστοριογραφία».

Χαρακτήρισε επίσης τα συνθήματα που αναφώνησαν στη Θεσσαλονίκη, κυβερνητικοί και πολιτικοί ηγέτες πριν λίγες μέρες: «ΠΟΤΕ ΠΙΑ ΠΟΛΕΜΟΣ, ΠΟΤΕ ΠΙΑ ΦΑΣΙΣΜΟΣ»,  «απολύτως υποκριτικά, άρα εξαιρετικά επικίνδυνα», αφού συγκαλύπτουν τι κίνδυνο αντιπροσωπεύουν για τον ελληνικό λαό και τους άλλους λαούς οι συμφωνίες, παλιές και νέες, όπως η πρόσφατη στρατηγικής σημασίας με τις ΗΠΑ, που προετοίμασε ο ΣΥΡΙΖΑ και υπέγραψε η ΝΔ», ενώ σχολίασε πως «δικαιολογημένα στο ”Ριζοσπάστη” χαρακτηρίστηκαν ως ανατριχιαστικές οι δηλώσεις του υπουργού Άμυνας κ. Παπαγιωτόπουλου, κατά την υποδοχή του διοικητή των χερσαίων δυνάμεων των ΗΠΑ, ότι ο ελληνικός λαός είναι έτοιμος να ξαναματώσει στο πλευρό των στρατιωτικών δυνάμεων των ΗΠΑ, και σήμερα, όπως έγινε και στο παρελθόν».

Και πρόσθεσε: «Σε μια περίπτωση αξίζει ο ελληνικός λαός να μη λυπηθεί να δώσει το αίμα του, την ψυχή του, όταν απειλούνται τα ελληνικά σύνορα, όταν θέλει να υπερασπισθεί το δικαίωμα του να πάρει στα χέρια του τον πλούτο που υπάρχει στη χώρα, τον πλούτο που παράγεται με το δικό του ιδρώτα και μυαλό».

Συνοψίζοντας, η Αλέκα Παπαρήγα κατέληξε στην ομιλία της: «Η απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης με τον ΕΛΑΣ νικητή όχι μόνο απέναντι στα γερμανικά στρατεύματα, αλλά και τις μηχανορραφίες της Αγγλίας, απέναντι στα τάγματα ασφαλείας και στις συμφωνίες με την ετοιμοθάνατη πολεμικά Γερμανία, αποδεικνύουν το μεγαλείο όχι μόνο του ΚΚΕ αλλά και του λαού που καταφέρνει να μπαίνει σε πορεία χειραφέτησης από τα αστικά κόμματα και τις αστικές αντιλήψεις, από την ηττοπάθεια.

Μελετάμε το χθες για να μην έχουμε καμία δικαιολογία να μη ανταποκρινόμαστε στον ανώτατο βαθμό σήμερα και αύριο. Για να μπορούμε να απαντάμε με πειστικότητα στον αντικομουνισμό, στην επιφανειακή εξήγηση ιστορικών γεγονότων και φάσεων, για να οπλιστούμε με ετοιμότητα και ικανότητα αξιολόγησης των τάσεων του σήμερα, να πηγαίνουμε πιο μπροστά από τα γεγονότα, ποτέ πίσω από αυτά, όταν αυτά έχουν διαμορφώσει παγιωμένες αντιλήψεις σε αγωνιστές και αγωνίστριες που συμπαρατάσσονται μαζί μας».