Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Από το ψηφοδέλτιο στο σφαιρίδιο και πάλι στο ψηφοδέλτιο

Στη χώρα μας, ως μέσα ψηφοφορίας έχουν χρησιμοποιηθεί το ψηφοδέλτιο και το σφαιρίδιο, ενώ πριν από την Επανάσταση, κατά την περίοδο της οθωμανικής κυριαρχίας, επικρατούσε η προφορική και φανερή ψηφοφορία στις συνελεύσεις των τοπικών κοινοτήτων, των λεγόμενων δημογεροντιών.

Το ψηφοδέλτιο το εισήγαγαν στην Ελλάδα οι Βαυαροί. Πρωτοχρησιμοποιήθηκε στις πρώτες δημοτικές εκλογές του 1834, καθώς και στις πρώτες γενικές βουλευτικές εκλογές του 1844, μετά από την επανάσταση της 3ης Σεπτεμβρίου του 1843. Ήταν λευκό και ο ψηφοφόρος σημείωνε χειρόγραφα τον υποψήφιο της επιλογής του. Το χειρόγραφο ψηφοδέλτιο καταργήθηκε με το Σύνταγμα του 1864, επειδή οι περισσότεροι Έλληνες ήταν αναλφάβητοι και συνεπώς ήταν εύκολο να χειραγωγούνται από τους τοπικούς κομματάρχες.

«Δαγκωτό»

Η καθιέρωση των σφαιριδίων οφείλεται στην επίδραση της Επτανήσου. Το Ηνωμένο Κράτος των Ιονίων Νήσων, με τον εκλογικό νόμο της 16ης Δεκεμβρίου 1849, καθιέρωνε τη «δια σφαιριδίων μυστική ψηφοφορία» προκειμένου να περιορίσει τις εκλογικές παρεμβάσεις των Άγγλων. Η Ένωση των Ιονίων Νήσων με τη μητέρα Ελλάδα, το 1864, έφερε στην Β’ Εθνοσυνέλευση τους πληρεξουσίους της Επτανήσου, οι οποίοι διαθέτοντας μεγαλύτερη πολιτική και κοινωνική ωριμότητα, επιβλήθηκαν στις Συνταγματικές συζητήσεις και πέτυχαν να αναγραφεί στο Σύνταγμα η καθολική «δια σφαιριδίων» ψηφοφορία.

Το σφαιρίδιο ήταν ένας μολυβένιος βόλος, τον οποίο ο ψηφοφόρος έριχνε σε μια κάλπη χωρισμένη σε δύο χώρους, έναν για το ΝΑΙ, που είχε χρώμα άσπρο, και έναν για το ΟΧΙ, που είχε χρώμα μαύρο, ανάλογα με το αν ήθελε να υπερψηφίσει ή να καταψηφίσει έναν υποψήφιο.

Στο Σύνταγμα του 1911, που φέρει τη σφραγίδα του Ελευθερίου Βενιζέλου, δεν συμπεριλήφθηκε η διάταξη για το σφαιρίδιο και αφέθηκε στον κοινό νομοθέτη η πρωτοβουλία να ορίσει με νόμο το μέσο ψηφοφορίας. Το έντυπο ψηφοδέλτιο επανήλθε στις δημοτικές και κοινοτικές εκλογές του 1914 και από τις βουλευτικές εκλογές του 1926 είναι πάγια το μέσο ψηφοφορίας (μαζί με τον σταυρό προτίμησης) που χρησιμοποιείται έως και σήμερα.

Μιλώντας στη Βουλή το 1910, ο Αλέξανδρος Παπαναστασίου είχε πει: «Καθιστά (το ψηφοδέλτιο) περισσότερον ανεπηρέαστον την εκλογήν παρά η δια σφαιριδίου ψηφοφορία, η οποία δια τα μύρια μετερχομένων τεχνάσματα αντιπροσώπων των υποψηφίων, τους οποίους καθιστά αναγκαίους, και δια της δυσκόλου επιβλέψεως όλων των καλπών υπό των δικαστικών αντιπροσώπων, διευκολύνει την νόθευσιν του φρονήματος των εκλογέων…». Η συνηθέστερη μέθοδος νοθείας στην ψηφοφορία με σφαιρίδια ήταν η ανατροπή της κάλπης. Αν κάποιος αναποδογύριζε την κάλπη, μπερδεύονταν τα σφαιρίδια με τα «ναι» και τα «όχι» και έτσι όλες οι ψήφοι ακυρώνονταν.