Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Αστυνομική λογοτεχνία και …αντισοβιετισμός! (Σκέψεις με αφορμή το βιβλίο «Πάγος» του Καρίλ Φερέ)

Γράφει ο Αλέκος Χατζηκώστας //

Από την αρχή να ξεκαθαρίσω ότι έχω διαβάσει όλα του τα βιβλία του συγγραφέα που κυκλοφόρησαν στα Ελληνικά. Να τονίσω ακόμη ότι διαθέτει λογοτεχνικές αρετές, καταπιάνεται με κοινωνικά θέματα της εποχής μας, η αστυνομική πλοκή των έργων του δένεται πάντα με ιστορικά-πολιτιστικά και πολιτισμικά στοιχεία στους τόπους που αυτά διαδραματίζονται. Διαβάζονται δηλαδή ευχάριστα και προσφέρουν και γνώσεις.

Όμως στο τελευταίο του βιβλίο του «Πάγος» (εκδόσεις Αγρα σε μετάφραση της Αργυρώς Μακάρωφ) δυστυχώς καταφεύγει σε αγοραίο αντισοβιετισμό-αντικομμουνισμό!

Κάτι τέτοιο συμβαίνει και με άλλους συγγραφείς που έγραψαν τα τελευταία χρόνια αστυνομικά με πλοκή που είχε σχέση με ιστορικές περιόδους π.χ «Δημοκρατία της Βαϊμάρης», ή μετά τον Β’ παγκόσμιο πόλεμο (π.χ  Kutscher, Κερ) που ώρες-ώρες  βάζουν στο μυαλό μας ότι απλά η αστυνομική ιστορία είναι η «κάλυψη» για να τοποθετηθούν με βάση τη ιδεολογία του για την  περίφημη θεωρία των «δύο άκρων» κλπ.

Στο συγκεκριμένο βιβλίο ο Καρίλ Φερέ μας μεταφέρει στον Αρκτικό κύκλο σε μια πόλη-εργοστάσιο από τις πιο μολυσμένες στον πλανήτη που παλιότερα ήταν τόπος εξορίας, τα περίφημα «γκουλάγκ». Ο χώρος και οι πρωταγωνιστές της ιστορίας του δίνουν ευκαιρία να σχολιάσει κα μάλιστα πολύ σκληρά την μετασοβιετική κοινωνική και πολιτική κατάσταση. Μόνο που αυτή κατά τη γνώμη του συγγραφέα δεν είναι διαφορετική αλλά ουσιαστικά συνέχεια της κατάστασης που υπήρχε πριν…

Και δεν σταθούμε στις χοντροειδείς- αντισοβιετικές θέσεις, αλλά στις πιο εκλεπτυσμένες που προπαγανδιστικά μπορεί άλλωστε να γίνουν πιο «εύπεπτες» στον αναγνώστη που συχνά δεν γνωρίζει. Παραθέτω ορισμένα σκόρπια σημεία:

–        σελ 59: «…χωρίς καν να υποψιάζεται ότι η ΕΣΣΔ και οι αξίες της θα κατέρρεαν πολύ γρήγορα σαν πύργος από τραπουλόχαρτα…Με τον ερχομό της καπιταλιστικής εποχής, που γελοιοποιούσε τις εκστρατείες προγραμματισμού των μη ρεαλιστικών στόχων του Στάλιν…»

–        – σελ. 60: «…ο κομμουνισμός είχε υποσχεθεί μία κοινωνία ισότητας, η πραγματικότητα προκαλούσε γέλια, σαν τη κόρη του Μπρέζνιεφ, την Γκαλίνα που είχε οργανώσει κύκλωμα διακίνησης διαμαντιών και τα έκρυβε στα κλουβιά τη θηρίων, στο τσίρκο του συζύγου της για να περάσουν τα σύνορα. Το φολκλόρ της εποχής, ότι δηλαδή τα μαγαζιά ήταν άδεια όμως όλα τα υπόλοιπα δωρεάν- βρεφονηπιακοί σταθμοί, παιδεία, θέρμανση , ψυχαγωγία, κατοικία, γκούλάγκ. Οι προστατευόμενοι του κόμματος με ιδιαίτερη κλίση στην πολυτέλεια κρατούσαν τα δυτικά προϊόντα για τον εαυτό του, με τη διαφορά όμως ότι αυτοί οι απαρατσίκ ήταν τότε κατά μέσο όρο έξι φορές από έναν εργάτη, αντί για τριακόσιες χιλιάδες φορές πλουσιότεροι που είναι σήμερα..»

–        Σελ. 370 : «…Στα δεκαοκτώ του χρόνια, όταν ως απλό στρατιώτης είχε φυλακιστεί μετά τη σφαγή στο Κατίν που σφράγισε τον κατακερματισμό της Πολωνίας. Δεκάδες χιλιάδες αξιωματικοί εκτελέστηκαν απ’ τον Κόκκινο Στρατό στο δάσος, ήρωες πολέμου που είχαν επιτεθεί με άλογα στα τανκς των ναζί για να προστατέψουν τους δικούς τους, αυτοί τουφεκίστηκαν σαν προδότες ή εγκληματίες και πετάχτηκαν σωρηδόν σε ομαδικούς τάφους- φυσικά και τα θυμόταν…Εξορισμένος, η χώρα του σβησμένη απ’ το χάρτη ο Ιτσεκ είχε μεταφερθεί από στρατόπεδο, σε στρατόπεδο, από θανάτους σε θανάτους…Η σοβιετική μηχανή αλέσματος…»

–        Σελ. 459: «…Ούτε λέξη για τη γερμανοσοβιετική συμφωνία που διαμέλισε την Πολωνία ή για τις εκκαθαρίσεις που αποδεκατίζοντας τους αξιωματικούς του Κόκκινου Στρατού, είχαν στείλει εκατομμύρια στρατιώτες στα ναζιστικά στρατόπεδα. Από εκεί, όταν οι δεσμοφύλακες τους δεν άφηναν να πεθάνουν από την πείνα, οι επιζήσαντες «προδότες της πατρίδας» πήραν κατευθείαν τον δρόμο των γκουλάγκ…της ηρωικής νοσοκόμας γιαγιάς της, που φυλακίστηκε επειδή έκλεψε λίγα μήλα σε έναν λιμό που προκλήθηκε από την ιδεολογική ανικανότητα του Στάλιν…»

Φυσικά δεν είναι οι μόνες «χοντράδες». Απλά επιβεβαιώνει ότι «δεν πρέπει να φοβόμαστε πολύ αυτόν που στις 100 λέξεις οι 99 είναι ψέματα, αλλά κυρίως αυτόν που πράττει το αντίθετο. Δηλαδή αν από τις 100 λέξεις η μία ένα ψέμα.  Έτσι άλλωστε περνά πιο εύκολα προπαγανδιστικά!»

29 στιγμές, του Αλέκου Χατζηκώστα