Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Δράμα: Ντροπή για την πόλη η τοποθέτηση προτομής του εγκληματία, συνεργάτη των κατακτητών Τσαούς Αντών

Το θέμα της πρότασης τοποθέτησης προτομής του αντικομμουνιστή και συνεργάτη των Βουλγάρων κατακτητών Αντών Τσαούς επανέφερε η δημοτική αρχή του δήμου Δράμας, με τον πρόεδρο του Δημοτικού Συμβουλίου να εντάσσει την πρόταση στην ημερήσια διάταξη της συνεδρίασης της Δευτέρας 9 Δεκέμβρη.

Το σχέδιο τοποθέτησης στη Δράμα προτομής του κατά κόσμον Αντώνιου Φωστηρίδη, αρχηγού των «Εθνικών Αντάρτικων Ομάδων», ο οποίος πρωτοστάτησε στην αντικομμουνιστική δράση κατά τη διάρκεια της ΕΑΜικής Αντίστασης και του ΔΣΕ, είχε προσκρούσει την πρώτη φορά, τον περασμένο Ιούλη, στις αντιδράσεις της ΤΕ Δράμας του ΚΚΕ και του λαού της πόλης, με αποτέλεσμα να μην τεθεί προς συζήτηση στο Δημοτικό Συμβούλιο.

Η Δημοτική Κοινότητα Δράμας, ωστόσο, επικύρωσε ξανά την απόφαση που είχε πάρει κατά πλειοψηφία μετά από πρόταση της ΕΑΟ – ΕΣΕΑ Δράμας («Εθνικές Ανταρτικές Ομάδες – Ενωσις Συμπολεμιστών Εθνικών Αγώνων») για τοποθέτηση προτομής του συνεργάτη των κατακτητών Αντών Τσαούς σε κεντρικό σημείο της πόλης, ως αναγνώριση των «ανεκτίμητων υπηρεσιών του προς την πατρίδα και το λαό μας». Στη συνέχεια, παρέπεμψε ξανά την απόφαση προς το Δημοτικό Συμβούλιο.

Η δημοτική αρχή επέλεξε στη συνεδρίαση την τακτική της τήρησης ίσων αποστάσεων, προτείνοντας αρχικά τη σύσταση επιτροπής και διεξαγωγής ημερίδας για τη δράση του Αντών Τσαούς, το θέμα της οποίας τελικά άλλαξε ώστε να αφορά το σύνολο της περιόδου ’40 – ’49 για τη Δράμα. Με αυτήν τη στάση και απόφαση, η παράταξη που πρόσκειται στη ΝΔ ουσιαστικά εξισώνει τον θύτη με το θύμα, διατηρώντας κοντά της τη δεξαμενή με τα θολά νερά των υμνητών των αντικομμουνιστών συνεργατών των ναζί.

Στην τοποθέτησή του, ο Γιώργος Μήτρου, δημοτικός σύμβουλος της «Λαϊκής Συσπείρωσης» Δράμας, χαρακτήρισε πρόκληση για την πόλη «του καπνεργατικού κινήματος και των ταξικών αγώνων, της ηρωικής εξέγερσης του Σεπτέμβρη του ’41 ενάντια στους φασίστες κατακτητές» το σχέδιο και ζήτησε από το Συμβούλιο να καταψηφίσει την τοποθέτηση της προτομής, καλώντας παράλληλα και τον λαό του νομού και ιδιαίτερα τη νέα γενιά «να ψάξουν, να μάθουν τα πραγματικά γεγονότα της εποχής, να μην αφήσουν να περάσει η προσπάθεια παραχάραξης της Ιστορίας που επιχειρείται σε όλη την ΕΕ, με αιχμή του δόρατος τον αντικομμουνισμό».

Στη συνέχεια, αναφέρθηκε στη δράση ομάδων όπως αυτή του Αντών Τσαούς, που «στην πλειοψηφία τους στηρίχτηκαν, χρηματοδοτήθηκαν και εξοπλίστηκαν τόσο από τους Γερμανούς και Βούλγαρους κατακτητές, όσο και από τους Αγγλους ιμπεριαλιστές, με σκοπό να ανακόψουν την επιρροή και τη δράση των αντιστασιακών οργανώσεων του ΕΑΜ και του ΕΛΑΣ». Ανέδειξε τις φρικαλεότητες και τις δολοφονίες που διέπραξαν, αλλά και το γεγονός ότι αστικές κυβερνήσεις μετά τον πόλεμο «δεν δίστασαν να τις αναγνωρίσουν ως “αντιστασιακές”, ενώ πολλοί από τους πρωταγωνιστές τους τιμήθηκαν ή έκαναν καριέρα στον κρατικό – και παρακρατικό – μηχανισμό».

Υπενθύμισε επίσης μια σειρά από γεγονότα της βρώμικης και δολοφονικής πορείας του Αντών Τσαούς, με πρώτο και κύριο αυτό του Σεπτέμβρη του ’44, όποτε και ο ίδιος υπέγραψε σύμφωνο με τον διοικητή των βουλγάρικων στρατευμάτων Ανατολικής Μακεδονίας – Θράκης Α. Συράκωφ, προκειμένου να χτυπήσουν το ΕΑΜ και τον ΕΛΑΣ.