Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Ευρωμπάσκετ ’87: Όταν η Ελλάδα ανέβηκε στην κορυφή της Ευρώπης

14η Ιουνίου 1987. Με 4 δευτερόλεπτα να απομένουν από τη λήξη εκείνου του συγκλονιστικού τελικού στο ΣΕΦ, ο Αργύρης Καμπούρης ευστοχεί στις δύο τελευταίες ελεύθερες βολές της αναμέτρησης και βάζει φαρδιά πλατιά την υπογραφή του στην κατάκτηση του πρώτου χρυσού μεταλλίου σε ομαδικό άθλημα στην ιστορία του ελληνικού αθλητισμού. Στο έπος του ’87.

Ήταν μια ημερομηνία – ορόσημο για το ελληνικό μπάσκετ, η οποία χαράχτηκε με ανεξίτηλη μελάνη στις μνήμες όλων και έθεσε γερά τα θεμέλια για τη μετέπειτα λαμπρή πορεία του αθλήματος.

Πριν το 1987, η Εθνική Ομάδα Μπάσκετ δεν έχαιρε ιδιαίτερης εκτίμησης. Θα λέγαμε πως μάλλον, βρισκόταν στην αφάνεια, καθώς οι αποτυχίες διαδέχονταν η μία την άλλη. Το 1985 δεν συμμετείχε καν στο Ευρωμπάσκετ της Γερμανίας, ενώ δύο χρόνια αργότερα στη Γαλλία είχε τερματίσει στην 11η θέση. Από το 1965 στη Μόσχα είχε να γνωρίσει πρόκριση στην οκτάδα.

Την κατάκτηση του Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος του 1987, ακολούθησαν το αργυρό μετάλλιο στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα του Ζάγκρεμπ το 1989, το χρυσό μετάλλιο στο Ευρωμπάσκετ του 2005 στο Βελιγράδι, το αργυρό μετάλλιο στο Μουντομπάσκετ του 2006 στην Ιαπωνία, και το χάλκινο μετάλλιο στο Ευρωμπάσκετ της Πολωνίας το 2009.

Η φάση των ομίλων

Οι αγώνες της Εθνικής μας ξεκίνησαν στις 3 Ιουνίου, με εύκολη νίκη επί της πιο αδύνατης ομάδας του ομίλου, της Ρουμανίας με 109-77, με 44 πόντους του Νίκου Γκάλη. Οι εξέδρες του ΣΕΦ δεν ήταν γεμάτες, δηλωτικό ότι οι φίλαθλοι δεν πίστευαν στις δυνατότητες της ομάδας για κάτι καλό, παρά την ύπαρξη σπουδαίων παικτών στην σύνθεσή της.

Η νίκη επί της μεγάλης Γιουγκοσλαβίας του Ντράζεν Πέτροβιτς, του Στόγιαν Βράνκοβιτς, του Τόνι Κούκοτς και του Ζάρκο Πάσπαλι με 84-78, στις 4 Ιουνίου, «ξύπνησε» συνειδήσεις κι έδωσε το έναυσμα για να κατακλύσουν τις εξέδρες του ΣΕΦ οι Έλληνες φίλαθλοι. Ο Γκάλης, πραγματική καλαθομηχανή, πέτυχε για δεύτερη ημέρα 44 πόντους, δείχνοντας ότι θα είναι ο αναμφισβήτητος σταρ της διοργάνωσης.

Ο ενθουσιασμός από τη νίκη επί των «πλάβι» μεγάλος, την επομένη ημέρα, 5 Ιουνίου, όταν η Εθνική τέθηκε αντιμέτωπη με την Ισπανία. Η προσγείωση απότομη. Οι «φούριας ρόχας» επιβεβαίωσαν ότι είναι ο κακός δαίμονας της εθνικής μας κι επικράτησαν εύκολα με 106-89, παρά τους 35 πόντους του Γκάλη, τους 20 του Φασούλα και τους 17 του Γιαννάκη.

Ακολούθησε νέα ήττα για την εθνική, στις 6 Ιουνίου, αυτή τη φορά από τη Σοβιετική Ένωση με 69-66, σε ένα παιχνίδι που σημαδεύτηκε από τη μεροληπτική διαιτησία του Τσεχοσλοβάκου διαιτητής Κοτλέμπα, προκαλώντας τις αποδοκιμασίες των Ελλήνων φιλάθλων στις εξέδρες.

Τελευταίο παιχνίδι της φάσης των ομίλων, στις 7 Ιουνίου, ήταν αυτό απέναντι στην ισχυρή Γαλλία, όπου η Ελλάδα χρειαζόταν μόνο νίκη για να προκριθεί στα προημιτελικά. Με τη συμπαράσταση του κόσμου και τους 34 πόντους του Γκάλη, η εθνική ομάδα επικράτησε με 82-69 και πέτυχε τον βασικό της στόχο, που ήταν να μπει στην οκτάδα.

Η πορεία προς την κορυφή

Η Ελλάδα τερμάτισε στην τέταρτη θέση του πρώτου όμιλο και κλήθηκε να αντιμετωπίσει, στις 10 Ιουνίου, την πρώτη του άλλου ομίλου, Ιταλία. Η παρέα του Γκάλη και του Γιαννάκη δεν άφησε την παραμικρή αμφιβολία για τον νικητή. Με 38 πόντους του Γκάλη, 22 του Γιαννάκη και 12 του Καμπούρη, που ήταν η αποκάλυψη του αγώνα, επικράτησε των Ιταλών με 90-78 και πέρασε πανηγυρικά στα ημιτελικά.

Στα ημιτελικά της 12ης Ιουνίου, η Εθνική ξαναβρήκε ως αντίπαλο τη Γιουγκοσλαβία, κερδίζοντάς την για ακόμα μια φορά με επική ανατροπή στο δεύτερο ημίχρονο και τελικό σκορ 81-77. Οι Γιουγκοσλάβοι και ο Αζα Πέτροβιτς, φανερά εκνευρισμένοι, προκάλεσαν με τις δηλώσεις τους, ευχόμενοι «καλή τύχη στη Ρωσία».

Στον μεγάλο τελικό της 14ης Ιουνίου, η Ελλάδα ξαναβρήκε μπροστά της τη Σοβιετική Ένωση, η οποία στον άλλο ημιτελικό της διοργάνωσης είχε επικρατήσει της Ισπανίας με 113-96. Στο ΣΕΦ επικρατούσε το αδιαχώρητο με την τότε πολιτική ηγεσία της χώρας και την αντιπολίτευση να βρίσκεται στις θέσεις των επισήμων με ελληνικές σημαίες στα χέρια. Ένα ολόκληρο έθνος ήταν καρφωμένο στην τηλεόραση.

Ο αγώνας ήταν συγκλονιστικός και κρίθηκε με τις δύο βολές του Λιβέρη Ανδρίτσου, που πήγε το ματς στην παράταση (89-89 η κανονική διάρκεια) και τις δύο βολές του Αργύρη Καμπούρη στην εκπνοή της παράτασης, που διαμόρφωσαν το τελικό σκορ 103-101 υπέρ της εθνικής μας.

Αξίζει να σημειωθεί ότι ο Καμπούρης ήταν ο μοναδικός σέντερ μεταξύ όλων των ομολόγων του στις 24 ομάδες του Μουντομπάσκετ του 1986, ο οποίος (όντας βασικός αντί του απόντος Παναγιώτη Φασούλα) δεν είχε εκτελέσει ούτε μία ελεύθερη βολή!

Η 14η Ιουνίου ανήκει στους Γκάλη, Γιαννάκη, Σταυρόπουλο, Λινάρδο, Καμπούρη, Καρατζά, Ρωμανίδη, Φιλίππου, Φασούλα, Ιωάννου, Χριστοδούλου και Ανδρίτσο, καθώς επίσης και στον αείμνηστο «Ευρωκόουτς», Κώστα Πολίτη, αλλά και σε όλους τους πρωταγωνιστές της «επίσημης αγαπημένης» του 1987 που με την κατάκτηση του χρυσού μεταλλίου στο ευρωπαϊκό πρωτάθλημα συγκίνησαν τους απανταχού Έλληνες. Αυτή η ημέρα στην Ελλάδα πρέπει να είναι αφιερωμένη στο μπάσκετ!