Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Η Αθήνα ως Πρωτεύουσα: σχεδιασμός, εξέλιξη ταξική συγκρότηση -2ο

ℹ️   Η Αθήνα σαν σήμερα 18-Σεπ, το 1834, έγινε πρωτεύουσα της Ελλάδας
Το θέμα ανεβαίνει –κάθε χρόνο τέτοια μέρα, από διάφορα (αστικά) ΜΜΕ (αναφέρουμε ενδεικτικά την iefimerida.gr, το newsbomb.gr την kathimerini.gr…) και αναπαράγεται κατά κόρον από ΜΚΔ.
🆘  Πάγιος τίτλος «Ένα χωριό γύρω από το βράχο της Ακρόπολης με ερειπωμένα αρχαία, βυζαντινά και μεσαιωνικά κτίρια, δίπλα σε καλύβες, όπου ζούσαν οι πάμφτωχοι, τότε, Αθηναίοι» …«αρχαιολογικός κήπος» ερειπίων όπου χαλασμένα και ερειπωμένα αρχαία, βυζαντινά και μεσαιωνικά κτίρια βρίσκονταν δίπλα σε τρισάθλιες καλύβες, όπου ζούσαν οι πάμφτωχοι, τότε, Αθηναίοι.
👦 👧  Όλης αυτής της παραφιλολογίας –για όποιον ενδιαφέρεται, να δει και βίντεο με προβατάκια κλπ. με εξυπνάδες του είδους «απόλυτη νοοτροπία χωριού», «φουστανέλλα-τσαρούχι», πρωτόγνωρα – μαγικά των ξένων περιηγητών» κά βρίθει το διαδίκτυο.

Από την πλευρά μας έχουμε μιλήσει για το θέμα από ένα διαφορετικό πρίσμα –που είναι και το ουσιαστικό, |>Η Αθήνα ως πρωτεύουσα: σχεδιασμός, εξέλιξη ταξική συγκρότηση<|, – Η κοινωνικοοικονομική κατάσταση στην Αθήνα μετά το 1830 …

«Κυρίες» της Αθήνας

  • Είμαστε στο πρώτο μισό του 19ου αιώνα με τη Γαλλική Επανάσταση να έχει καταβαραθρωθεί από το Ναπολέοντα, όμως οι αρχές της να εξακολουθούν να συνεπαίρνουν τις λαϊκές δυνάμεις, με αποτέλεσμα το ξέσπασμα αστικών εξεγέρσεων στη 2η και 3η 10καετία του 19ου αιώνα με αιτήματα δημοκρατίας σύμφωνα με τις αρχές της Γαλλικής Επανάστασης.
  • Όσο περνάν οι δεκαετίες, οι εξεγέρσεις παίρνουν χαραχτήρα περισσότερο ή λιγότερο προλεταριακών κινημάτων με κορύφωση το 1848, χρονιά-ορόσημο στην πολιτική σκέψη αλλά και πραχτική, καθώς δημοσιεύτηκε το Κομμουνιστικό Μανιφέστο των Μαρξ και Ένγκελς, που ουσιαστικά καθοδήγησε το «1848». Στη συνέχεια η Ιστορία προχώρησε στη Γαλλική Κομμούνα του 1871 και στη Σοβιετική Επανάσταση του 1917.
  • Το 1830 η Ελλάδα γίνεται «ανεξάρτητο βασίλειο», για την «ανεξαρτησία» του οποίου κονταροχτυπιούνται τσαρικοί, Γερμανοί, Αυστριακοί, Γάλλοι και Άγγλοι: σε κάποια στιγμή συμφωνίας επιλέγεται συμβιβαστικά ως «Βασιλεύς» ο Όθωνας και το «Ελληνικόν Βασίλειο» κάνει τα πρώτα του βήματα.
  • Το ευρωπαϊκό κλίμα ακόμη είναι ιδιαίτερα συντηρητικό· κυριαρχούν ο τσάρος, Γερμανοί τιτλούχοι, Γάλλοι πρωθυπουργοί, ο ιδιαίτερα αντιδραστικός Μέττερνιχ, κυρίαρχη πολιτική προσωπικότητα της Αυστροουγγρικής Αυτοκρατορίας και οι υπεράνω κομμάτων αλλά πιστές στο Σύστημα και το Στέμμα Βρετανικές κυβερνήσεις.
  • Η κυρίαρχη ιδεολογία, που αναλυτικά περιέγραψαν ο Μαρξ και ο Ένγκελς, είναι η ιδεολογία της κυρίαρχης τάξης, και αυτή περικλείεται στα εξής:
    Κυριαρχία των αστών βιομηχάνων, τραπεζιτών και εμπόρων, ιδεολογικό όραμα ο Νεοκλασικισμός σε συνδυασμό με τη Βασιλεία (το κυρίαρχο πολιτικό σύστημα τότε, συνταγματική ή όχι).
  • Νεοκλασικισμός σημαίνει «Επιστροφή σε μορφές του ένδοξου παρελθόντος» που εκφράζανε, στα λόγια, ακμαία κοινωνικά συστήματα, όπως της αρχαίας αθηναϊκής Δημοκρατίας, στην πράξη όμως τη ρωμαϊκή απολυταρχία της εποχής των Αυγούστων, που ήταν παράλληλη με την τότε πολιτική κατάσταση μετά τον εκφυλισμό της Γαλλικής Επανάστασης και τον Ιμπεριαλισμό που κυριαρχούσε.
  • Τέτοιες εποχές έχουν ανάγκη «συμβολισμών» για να επιβάλλουν την ιδεολογία τους, και οι συμβολισμοί σε εποχές ακμής είναι η απόλυτη Γεωμετρία και Συμμετρία, συμβολισμοί όμως που εμφανίζονται επίσης και σε εποχές παρακμής, με τη διαφορά ότι στην πρώτη είναι πηγαίες, ενώ στη δεύτερη είναι κακέκτυπες, προσπαθώντας με τη χρήση γνωρισμάτων της Ακμής να προσδώσουν εκ των έξω Ακμή και εκεί που δεν υπάρχει πλέον.
  • Για την Αθήνα, που διάνυε τις πρώτες φάσεις μετά τη φεουδαρχία της Οθωμανικής περιόδου, η κατάσταση είναι ενδιάμεση, θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν και πηγαίες, πάντα βέβαια με τη διευκρίνιση «για ποιον είναι η Ακμή».
  • Έχουμε μια δοτή Βασιλική Εξουσία, η οποία όμως σχεδόν δεν αμφισβητείται -οι δημοκρατικές διακηρύξεις των Συνταγμάτων της εποχής της Επανάστασης του 21 έχουν καταλαγιάσει προς το παρόν, αστική τάξη σχεδόν δεν είχε ακόμη διαμορφωθεί, αν και υπήρχε στις πόλεις των παροικιών ή της οθωμανικής Επικράτειας (Σμύρνη, Θεσσαλονίκη, Τεργέστη, Οδησσός, Βουκουρέστι, Λειψία κ.λπ.).
  • Μην ξεχνάμε τέλος ότι η Αθήνα ήταν μια μικρή πόλη των 12.000 κατοίκων καθαρά φεουδαλικής δομής, στην οποία ξαφνικά λόγω της επιλογής της ως Πρωτεύουσας συνέρρευσαν Φαναριώτες, πάροικοι, ξένοι Φιλέλληνες και «Φιλέλληνες», τσιφλικάδες από τα οθωμανικά ακόμη μέρη, συν ακόμη οι βαυαροί ακόλουθοι του Όθωνα και τα στρατιωτικά τμήματα που έφερε μαζί του, οι οποίοι και πήραν αμέσως το Κράτος στα χέρια τους και
  • Έτσι η κοινωνική δομή των Νέων Αθηνών ήταν αρκετά ιδιόρρυθμη:
    κτηματίες, Φαναριώτες, τσιφλικάδες, μεγαλέμποροι, στρατιωτικοί Βαυαροί και Έλληνες (2.000 Βαυαροί σε ιθύνουσες θέσεις στους 12.000 παλαιούς κατοίκους ήταν αρκετά μεγάλη υπόθεση…), και από την άλλη μεριά, εργαζόμενοι, αγρεργάτες και μικροκτηματίες, μικρέμποροι και τεχνίτες, υπηρετικό προσωπικό και εργάτες στις τότε ιδρυόμενες βιοτεχνίες και υποτυπώδεις βιομηχανίες μικρής κλίμακας

 

ℹ️  Κηφισιά, ο άλλος αριστοκρατικός πόλος:
Η Κηφισιά ήταν από την αρχαιότητα εξοχική περιοχή των πλούσιων Αθηναίων (Βίλλα Ηρώδη του Αττικού, Βυζαντινοί και Οθωμανοί τιτλούχοι, πολιτικοί και υψηλή κοινωνία στον 19° αιώνα Βίλλα Μπενάκη Άλσος Κηφισιάς)

Επομένως δεν υπήρχαν –τότε όπως και σήμερα, μόνο οι «πάμφτωχοι, Αθηναίοι», αλλά και το κεφάλαιο η νέα άρχουσα τάξη εν τη γενέσει της.

Αθήνα 1860

Στο σημείο αυτό, πρέπει να σημειωθεί ότι, όταν –με το Πρωτόκολλο του Λονδίνου του 1830, αποχώρησαν οι Οθωμανοί από το νεοϊδρυθέν ελληνικό Βασίλειο, οι γαίες τους (πλην των αστικών, σπιτιών κ.λπ.) ανήκαν στο ελληνικό Δημόσιο για δύο λόγους.

  • Ο πρώτος επειδή σύμφωνα με το οθωμανικό Δίκαιο, η γη ανήκει στον Θεό, και κατ’ επέκταση στον εκπρόσωπόν του επί της γης, το Σουλτάνο (ένας από τους τίτλους του Σουλτάνου ήταν «η σκιά του Θεού επί της Γης»), επομένως οι κάτοχοι γεωργικής γης είχαν μόνο τη νομή και όχι την κυριότητα.
  • Ο δεύτερος επειδή η γη ήταν ταυτόχρονα και «λεία πολέμου», ανήκε δικαιωματικά στο ελληνικό Δημόσιο.

Όμως οι μεν αποχωρούντες Οθωμανοί την πουλούσαν, οι δε αετονύχηδες που αναφέρθηκαν την αγόραζαν, γνωρίζοντας ότι στο ασχημάτιστο ακόμη ελληνικό Κράτος θα αποχτούσαν de facto την κυριότητα, όπως και έγινε.
Πέρα από τα μεγάλα τσιφλίκια που αγοράστηκαν «σε τιμή ευκαιρίας», όπως τα τσιφλίκια του Ωρωπού, των Μεσογείων, των Τουρκοβουνίων, του Γαλατσίου της Βάρκιζας κά. (τ’ αγόρασαν οι Ηλιόπουλος, Νάστος, Συγγρός με το συνεταίρο του Βασιλιά Γεώργιο τον Α’, ο Χαροκόπος, ο μεγαλέμπορος εν Βιέννη Δημ. Ποστολάκας και άλλοι πολλοί), οι αετονύχηδες αυτοί έγιναν (παράνομα) κάτοχοι και εκτάσεων στην περιφέρεια των Αθηνών (Τουρκοβούνια, Γαλάτσι, Βουλιαγμένη, Φιλοθέη, Τατόι, κά.).
Το ελληνικό Δημόσιο ουδέποτε αναγνώρισε αυτές τις ιδιοκτησίες, όμως de facto κατατμήθηκαν, πουλήθηκαν, χτίστηκαν χωρίς πλέον το Κράτος να μπορέσει να τις διασφαλίσει.

Είναι γνωστές οι απέλπιδες προσπάθειες του Καποδίστρια να διαφυλάξει υπέρ του Δημοσίου τις γαίες αυτές, όμως οι παρεμβάσεις της Μεγάλης Βρετανίας, της Γαλλίας, της Αυστρίας, της Ρωσίας κά. ισχυρών κρατών υπέρ των αγοραστών – υπηκόων τους ήταν περισσότερο αποτελεσματικές!
Άλλωστε τα ονόματα ήταν ηχηρά: ο Φιλέλλην συνταγματάρχης Τζώρτζ Φίνλεϋ στην Αθήνα και στο Μαραθώνα, οι Γάλλοι Λαπιέρ στο Σάλεσι και ο Ρουζού στο Χαρβάτι, ο πρόξένος της Ρωσίας I. Παπαρρηγόπουλος, ο Αμερικανός ιεραπόστολος Ιωνάς Κινγκ (ο οποίος κατά το Λουδοβίκο Ρος «με όσον φαινομενικόν ζήλον ελάλει περί των επουρανίων αγαθών, με τόσον πραγματικόν ζήλον και επιμονήν εκόπτετο διά τα επίγεια αγαθά…»), ο τραπεζίτης Σκουζές, οι Σούτσοι, οι Σκυλίτσηδες, ο στρατηγός Κριεζώτης (ο οποίος απειλούσε να κατέβει στην Αθήνα με τα παλληκάρια του για να επιβάλει τη δική του ρυμοτομία στο χτήμα του!), ο στρατηγός Μακρυγιάννης, ο αγωνιστής Ζαχαρίτσας, ο Ιωάννης Μιαούλης, γιος του αγωνιστή του ’21, ο πρόξενος της Αυστρίας Γ. Γρόπιος, ο Στ.Δεκόζης-Βούρος και ο μεγαλέμπορος Μπερικέτογλου (με το εξελληνισμένο όνομά του «Αφθονίδης»).
Ακόμη, από τους πρώτους προστρέξαντες, οι Φαναριώτες ή οσποδάροι της Μολδοβλαχίας πρίγκηψ Ιωάννης Καρατζάς, ο ποστέλνικος της Βλαχίας Κωνσταντίνος Βλαχούτσης, ο αδελφός του σπαθάριος Γ. Βλαχούτσης, ο πρίγκηψ Καντακουζηνός, και, από τους γηγενείς, ο Ανάργυρος Πετράκης, πρώτος Δήμαρχος Αθηναίων, και πολλοί άλλοι που τελικά διαμόρφωναν το δημόσιο χώρο σύμφωνα με τις ιδιοκτησίες τους, επιβάλλοντας κατάργηση δρόμων και πλατειών ή στένεμά τους κά.

Σημειώνουμε όμως μια σημαντική μεταβολή στο σχέδιο Κλεάνθη:
Η θέση των ανακτόρων ήταν από πλευράς υγιεινής και κοινωνικής στάθμης λαθεμένη!
Η δυτική Αθήνα ήταν στη λεκάνη του Κηφισού ποτάμι πλατύ, αργό και με έλη, και περιοχή μαστιζόμενη από ελονοσία και κατοικούμενη από φτωχοκαλλιεργητές και εργαζόμενους.
Αντίθετα η ανατολική διασχίζονταν από ορεινό καθαρό και ρέον ποτάμι, τον Ιλισσό, αεριζόταν από τον Υμηττό, το Λυκαβηττό και τους λόφους Ακρόπολης και Φιλοπάππου.
Έτσι, όταν ήρθε ο αυλικός αρχιτέκτονας του Λουδοβίκου, ο φον Γκαίρτνερ, να σχεδιάσει τα ανάκτορα, έβαλε τις φωνές και τοποθέτησε το Ανάκτορο στη σημερινή του θέση, στην «πλατεία Μουσών».

Κάποιοι ταλαίπωροι πάμπλουτοι μεγαλόσχημοι Φαναριώτες που έσπευσαν να αγοράσουν και να οικοδομήσουν μέγαρα σε οικόπεδα γύρω από την πρώτη θέση των Ανακτόρων, όπως ο πρίγκηψ Καντακουζηνός κ.ά., έμειναν με τα μέγαρά τους σε αμφισβητούμενης πλέον κοινωνικής στάθμης περιοχή, στις παρυφές της πρώτης βιομηχανικής περιοχής, του Γκαζιού και του Μεταξουργείου, με τις αντίστοιχες εργατικές συνοικίες, όπως το Γκαζοχώρι.  Τι να γίνει, έχουν και οι επενδύσεις τα ρίσκα τους!

Εν πάση περιπτώσει εφαρμόστηκε το σχέδιο, με όλες αυτές τις «βελτιώσεις»
Πολύ σύντομα όμως χρειάστηκαν επεκτάσεις (ήδη το 1870 η πόλη είχε 55.000 κατοίκους και το 1907, 240.000), χώροι για νέες χρήσεις που δεν υπήρχαν ούτε είχαν προβλεφθεί από τον Κλεάνθη, όπως βιομηχανικές περιοχές.

Το 1907 έχουν ήδη εκπονηθεί 2-3 σχέδια επεκτάσεων -στην πράξη εντάσσοντας στο σχέδιο περιοχές ήδη οικοδομημένες ή που ανήκαν σε χτήματα μεγαλόσχημων που θα κέρδιζαν από την υπεραξία που προκαλούσε η ένταξη στο σχέδιο.

Στις αρχές του 20ού αιώνα η Αθήνα ήταν μια νεοκλασική πόλη πλήρης: με το επίσημο κέντρο της, τις αριστοκρατικές συνοικίες (Κέντρο, Πατησίων, Κολωνάκι) και τις εργατικές συνοικίες κοντά στις τότε βιομηχανικές περιοχές (Ψυρρή, Μεταξουργείο, Πετράλωνα, Θησείο), τα εξοχικά πολυτελή προάστια (Κηφισιάς, Καστέλλας, Παλαιού και Νέου Φαλήρου), τη βιομηχανική της περιοχή (την Οδό Πειραιώς και τον Πειραιά), το Λιμάνι της (Πειραιάς).

Ανάμεσα, οι μεσοαστικές συνοικίες, όπως η Νεάπολη, η Καλλιθέα, το Κουκάκι, τα Κάτω Πατήσια κά. Πρέπει να σημειωθεί ότι το 1907 είχε συμπληρωθεί το σύστημα συγκοινωνιών με ένα πυκνό δίκτυο τραμ, από τα καλύτερα και πληρέστερα της Ευρώπης.
Το συγκοινωνιακό δίκτυο, αρκετά πλήρες, συνέδεε όχι μόνο τις αστικές περιοχές των Αθηνών, αλλά και τις εξοχικές τους, όπως την Κηφισιά και το Παλαιό και Νέο Φάληρο, τους Αμπελόκηπους, τα Σεπόλια και το Βοτανικό, μεγαλοαστικές ή μεσοαστικές εξοχικές περιοχές ·

Η ταξική δομή της Αθήνας ήταν πια γεγονός -υπήρχε ο άξονας που τη χώριζε σε ανατολική και σε δυτική Αθήνα, η καλή ήταν η ανατολική, η κακή στη δυτική, ήδη από την αρχαιότητα και είδαμε για ποιους κλιματικούς αρχικά και κοινωνικούς στη συνέχεια λόγους.
Τρανταχτό παράδειγμα είναι η οικοδόμηση του Βρεφοκομείου: χτίστηκε στην οδό Πειραιώς, σε επαφή με τις λαϊκές συνοικίες, όπου και τα πολυάριθμα κρούσματα έκθεσης βρεφών από ανήμπορους να τα αναθρέψουν γονείς.
Τουλάχιστον τώρα δεν τα άφηναν στις πόρτες μεγάρων πλουσίων ή εκκλησιών, αλλά στο Βρεφοκομείο, στην κλασική «βρεφοδόχη» ήταν και αυτό μια κοινωνική παροχή του τότε Κράτους Προνοίας.

Φάληρο ΑΚΤΑΙΟΝ

Νέο Φάληρο, το Ξενοδοχείο Ακταίον, και οι λουτρικές εγκαταστάσεις: η μεγάλη εξέδρα στη θάλασσα χρησίμευε αφ’ ενός για το διαχωρισμό των λουομένων κατά φύλο, και αφ’ ετέρου για επίσημη είσοδο στην Πρωτεύουσα διά θαλάσσης.
Υπήρχαν ακόμη ζωολογικός κήπος, υπαίθριο θέατρο κά. που κατεδαφίστηκαν (μαζί με το σύμβολο του Πειραιά, το Ρολόι…) από το χουντικό Δήμαρχο Σκυλίτση


Στο διάστημα 1910 -1920 ο Δήμαρχος Αθηναίων Σπύρος Μερκούρης με την προτροπή της βασίλισσας Σοφίας (κόρης του Κάϊζερ) κάλεσε τον αυλικό αρχιτέκτονα Χόφμαν για να εκπονήσει το νέο σχέδιο των Αθηνών και ο Βενιζέλος, για να κρατήσει τις ισορροπίες, κάλεσε μερικά χρόνια αργότερα το Βρετανό αρχιτέκτονα Μώσσον για τον ίδιο λόγο.
Οι «εντολές» ήταν να εκπονηθεί ένα σχέδιο που θα καθιστούσε την Αθήνα «Ευρωπαϊκή πόλη» έτσι και οι δύο σχεδίασαν νέα βουλεβάρτα στις επεκτάσεις του σχεδίου Κλεάνθη, πλατείες, δημόσια κτήρια, την περιφερειακή οδό της Ακρόπολης (Διονυσίου Αρεοπαγίτου), τη διάνοιξη της Λ. Αλεξάνδρας ως τους σιδηροδρομικούς σταθμούς (δεν πραγματοποιήθηκε, αν και θα ήταν η μόνη απαραίτητη!) κά παρόμοια.

Φυσικά ούτε λέξη, ούτε γραμμή για την υπόλοιπη πόλη των μικροαστών ή του εργατικού προλεταριάτου, που μόλις έκανε την εμφάνισή του.
Το προλεταριάτο, το οποίο κατά τον Κορδάτο, «… ως το 1910 βρισκόταν ακόμη στη νηπιακή του περίοδο, από το 1910 ως το 1918 στην εφηβική του και απ’ εκεί και πέρα ανδρώθηκε και παίζει τον ιστορικό του ρόλο».

Η κατασκευή του σιδηρόδρομου Πειραιά-Αθήνας και η συνέχεια του Πλ. Λαυρίου- Κηφισιά κατασκευάστηκε από το 1869 και μετά, αλλά η εταιρεία απαίτησε δύο χώρους, στην Κηφισιά και στο Νέο Φάληρο (για τον οποίο και έγινε σημαντική παράκαμψη της γραμμής), όπου κατασκεύασε το Άλσος Κηφισιάς με ορχήστρες, αναψυκτήρια, μπυραρίες κά. και τις εγκαταστάσεις του Νέου Φαλήρου με λουτρά, πολυτελή ξενοδοχεία, ορχήστρες, υπαίθριο θέατρο, ζωολογικό κήπο κά, για να έχει κέρδος η εταιρία.
Ήδη η Κηφισιά και η Καστέλα-Νέο Φάληρο-Παλαιό Φάληρο ήταν αριστοκρατικές περιοχές με εξαίρεση τη σφήνα της περιοχής των εκβολών Κηφισού και Ιλισού, όπου ήταν οι ψαράδες και αργότερα τα φτωχικά μαγαζάκια με λαϊκούς ρεμπέτες -όχι ακόμη φίρμες.
Στην Καστέλα ήταν και τα θερινά ανάκτορα του Βασιλέως Γεωργίου του Α’ (στα λεγόμενα «σπίτια του Τσίλλερ», όπου παραθέριζαν επίσης και οικογένειες της υψηλής αστικής τάξης).
Η Πηνελόπη Δέλτα περιγράφει πολύ καλά και τις δύο αυτές περιοχές, Κηφισιά και Καστέλα, στον Τρελλαντώνη.


 |>θα επανέλθουμε<| το 1ο μέρος <|εδώ|>


Γιώργος Σαρηγιάννης ΕΜΠ

Με πληροφορίες από: Θέματα Παιδείας
Γιώργου Σαρηγιάννη
Αρχιτέκτονα Ομότιμου καθηγητή Ε.Μ. Πολυτεχνείου
Πολεοδομίας – Χωροταξίας


Ο Γεώργιος Μ. Σαρηγιάννης γεννήθηκε στην Αθήνα το 1940.
Σπουδές: Ε.Μ.Πολυτεχνείο, Δίπλωμα Αρχιτέκτονα -Μηχανικού (1963), Μεταπτυχιακές σπουδές στο Technische Universität Wien (1966-67), Διδάκτωρ ΕΜΠ (1971), Υφηγητής ΕΜΠ (1983).

Ακαδημαϊκή σταδιοδρομία: Βοηθός στην Έδρα Πολεοδομίας (1965), Επιμελητής (1973), Λέκτορας (1982), Επίκουρος καθηγητής (1983), Αναπληρωτής καθηγητής (1985), Καθηγητής στην Σχολή Αρχιτεκτόνων του ΕΜΠ (1994 – 2007). Από το 2008 είναι ομότιμος καθηγητής του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου.

Ακαδημαϊκές διοικητικές θέσεις: Διευθυντής Τομέα Πολεοδομίας της Σχολής Αρχιτεκτόνων του ΕΜΠ (1989-1991 & 1995-1996), Αναπληρωτής Πρόεδρος Τμήματος Αρχιτεκτόνων (1991-1992), Διευθυντής του Σπουδαστηρίου Πολεοδομικών Ερευνών (1994-2007), Αναπληρωτής (2003-2005) και στη συνέχεια Διευθυντής Σπουδών Μεταπτυχιακού Προγράμματος Πολεοδομίας και Χωροταξίας στο ΕΜΠ (2005 – 2007).

Βιβλία: «Πολεοδομικά δυναμικά πεδία» (1971, διδακτορική διατριβή), «Έννοια και λειτουργία της πόλης» (1977), «Η γένεση και συγκρότηση της Σουλιώτικης Ομοσπονδίας (1981), «Εισαγωγή στη Ιστορία και Θεωρία της πόλης» (1985), «Η πρωταρχική Αστικοποίηση στον αρχαίο ελλαδικό χώρο  της  2ης π.Χ. χιλιετίας» (1993, Υφηγεσία), «Αθήνα 1830-2000, εξέλιξη, πολεοδομία, μεταφορές» (2000), «Ιστορία του Αγίου Ιωάννη Ρέντη» (σε συνεργασία 2002), «Η αρχαία πόλη» (2011), «Η βυζαντινή πόλη και πολεοδομία» (υπό έκδοση).

Συμμετοχή σε ερευνητικά προγράμματα: Πελοπόννησος (1966), Καλαμάτα (1969), Πολεοδομικά πρότυπα (1977), Παρόδιες χρήσεις στο κύριο οδικό δίκτυο (1997) Ανάπτυξη του δικτύου τραμ στην Αθήνα και προτάσεις νέων γραμμών (2004).