Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Μαοϊσμός, «μ-λ κίνημα» και οπορτουνισμός

Γράφει ο Γιώργος Κατημερτζής //

Δύο ιστορικά γεγονότα μπορούμε να πούμε ότι στιγμάτισαν μοιραία το διεθνές κομμουνιστικό κίνημα τον 20ο αιώνα: το 20ο Συνέδριο του ΚΚΣΕ (14-25.2.1956) και η ρήξη μεταξύ της ΕΣΣΔ και της ΛΔ Κίνας (1969). Η δεξιά οπορτουνιστική στροφή που υιοθετήθηκε από το ΚΚΣΕ το 1956 καθώς και η οξύτατη κριτική που άσκησε το ΚΚΚ στο Σοβιετικό Κόμμα ταρακούνησε δριμύτατα το εσωτερικό των ΚΚ και επηρέασε έναν μεγάλο αριθμό αγωνιστών οι οποίοι απογοητευμένοι από τις εξελίξεις στην ΕΣΣΔ αποφάσισαν να συστρατευθούν με το κόμμα της Κίνας και τις θεωρητικές ιδέες του Μάο Τσετούνγκ. Οι διασπάσεις που προκλήθηκαν εκείνη την περίοδο στα ΚΚ οδήγησαν στην δημιουργία του αυτοαποκαλούμενου «μ-λ κινήματος» το οποίο ιδεολογικά διαχωριζόταν από τον «χρουστσοφικό ρεβιζιονισμό» όπως βάφτισαν οι Κινέζοι την προγραμματική απόφαση του ΚΚΣΕ για «τον ειρηνικό δρόμο προς τον σοσιαλισμό». Ταυτόχρονα το μαοϊκό ρεύμα υποστήριζε ότι από το 1956 και ύστερα την καθαρότητα της μαρξιστικής-λενινιστικής διδασκαλίας την εκπροσωπούσε αποκλειστικά το ΚΚΚ γι’ αυτό και θα έπρεπε τα ΚΚ να συσπειρωθούν γύρω από την ΛΔ της Κίνας και να μην ακολουθούν πλέον την «ρεβιζιονιστική πολιτική» της ΕΣΣΔ.

Είναι όμως έτσι;

Υπήρξε όντως ιδεολογική διαπάλη μεταξύ του ΚΚΣΕ και του ΚΚΚ ή η ρήξη που προκλήθηκε ήταν προϊόν της τυχοδιωκτικής και επεκτατικής πολιτικής που εφάρμοζε η ΛΔ Κίνας ήδη από το 1963?

Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή: Το 1949 ολοκληρώθηκε νικηφόρα η κινεζική επανάσταση και εγκαθιδρύθηκε η Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας με επικεφαλής τον «τιμονιέρη» Μάο Τσετούνγκ , ΓΓ του ΚΚΚ. Από τα πρώτα κιόλας χρόνια, το ΚΚΣΕ και η ΕΣΣΔ συνέβαλαν αποφασιστικά στην διαδικασία της σοσιαλιστικής οικοδόμησης στην ΛΔ Κίνας , ενισχύοντας την με έμπειρο επιστημονικό, στρατιωτικό και τεχνικό προσωπικό καθώς και χορηγώντας χιλιάδες υποτροφίες σε Κινέζους φοιτητές και επιστήμονες προκειμένου να εκπαιδευτούν στα Σοβιετικά πανεπιστήμια. Η άριστη σχέση μεταξύ του ΚΚΣΕ και ΚΚΚ διατηρήθηκε και μετά το 20ο Συνέδριο και την μυστική ομιλία που εκφώνησε ο Νικίτα Χρουστσόφ κεκλεισμένων των θυρών στην ΚΕ του ΚΚΣΕ περί «της προσωπολατρίας και των συνεπειών της» (26.06.1956). Η 6η Ολομέλεια της ΚΕ της 8ης Συνόδου του ΚΚΚ (28.11-10.12.1958) όχι μόνο δεν καταδίκασε την δεξιά οπορτουνιστική στροφή του ΚΚΣΕ αλλά «δέχτηκε με θαυμασμό και ενθουσιασμό το σχέδιο ανάπτυξης της λαϊκής οικονομίας της ΕΣΣΔ στα χρόνια 1959-1965, που παρουσίασε η Κεντρική Επιτροπή του Κομμουνιστικού Κόμματος της Σοβιετικής Ένωσης, και θεωρεί αυτό το σχέδιο πρόγραμμα οικοδόμησης του κομμουνισμού, που έχει μεγάλη ιστορική σημασία» . Η πρώτη ρήξη μεταξύ των δύο ΚΚ προκλήθηκε εξαιτίας της κατηγορηματικής στάσης που διατήρησε  η ΕΣΣΔ καταδικάζοντας την εισβολή της ΛΔ Κίνας στην Ινδία (20.10-21.11.1962) καθώς θεώρησε ότι γινόταν παραβίαση της συμφωνίας – διευθέτησης των συνοριακών ορίων  που είχαν υπογράψει η ΛΔ Κίνας και η Ινδία. (29.4.1954). Οι σινο-σοβιετικές σχέσεις οξύνθηκαν ακόμα περισσότερο όταν η ΕΣΣΔ προχώρησε στην υπογραφή της συμφωνίας για την απαγόρευση των πυρηνικών δοκιμών ( Test Ban Treaty) με την συμμετοχή των ΗΠΑ και της Βρετανίας (5.8.1963). Η ΛΔ Κίνας αντέδρασε οξύτατα καθώς θεωρούσε ότι στρατηγικός στόχος αυτής της συμφωνίας ήταν η παρεμπόδιση της Κίνας να αποκτήσει πυρηνικό πρόγραμμα και να ενδυναμώσει με αυτό τον τρόπο την στρατιωτική της ισχύ στα πλαίσια του  διεθνούς πολιτικού συστήματος.  Η ένταση μεταξύ των δύο σοσιαλιστικών κρατών αποτυπώθηκε και στο γράμμα που απέστειλε η ΚΕ του ΚΚΚ προς την ΚΕ του ΚΚΣΕ με το οποίο κατηγορούσε ότι η εξωτερική πολιτική που εφάρμοζε η ΕΣΣΔ κάλυπτε το ταξικό περιεχόμενο των αντιθέσεων ανάμεσα στο σοσιαλιστικό και ιμπεριαλιστικό στρατόπεδο και υποβάθμιζε την αντίθεση ανάμεσα στο κράτος της δικτατορίας του προλεταριάτου και στο κράτος της δικτατορίας της μονοπωλιακής αστικής τάξης. Παράλληλα, άσκησε έντονη κριτική για τις προγραμματικές και στρατηγικές αποφάσεις που είχε υιοθετήσει το ΚΚΣΕ και το διεθνές κομμουνιστικό κίνημα σχετικά με «τον ειρηνικό δρόμο προς τον σοσιαλισμό». Η οριστική ρήξη μεταξύ των δύο ΚΚ επισημοποιήθηκε στο 9ο Συνέδριο του ΚΚΚ (1-24.4.1969) όταν διατυπώθηκε με μία πρωτοφανή γλαφυρότητα ότι «οι ΗΠΑ και η ΕΣΣΔ είναι κοινοί εχθροί μας» εισάγοντας ταυτόχρονα τις αντιμαρξιστικές και αντιεπιστημονικές θεωρίες των «τριών κόσμων» και του «σοσιαλ-ιμπεριαλισμού».

Η ρήξη που προκλήθηκε δημιούργησε δριμύτατους ιδεολογικοπολιτικούς κλυδωνισμούς στο διεθνές κομμουνιστικό κίνημα, το οποίο είχε ήδη διχαστεί από την  δεξιά οπορτουνιστική πολιτική που εφάρμοζε το ΚΚΣΕ από το 1956 και ύστερα. Αξιοποιώντας το πλαίσιο που είχε δημιουργηθεί εντός του σοσιαλιστικού στρατόπεδού, το ΚΚΚ αποφάσισε να παρέμβει στο εσωτερικό των ΚΚ και να προσεγγίσει δυνάμεις που είχαν εναντιωθεί στην οπορτουνισμό. Αποτέλεσμα αυτής της επέμβασης ήταν η διάσπαση αρκετών ΚΚ και η συγκρότηση του «γνήσιου μαρξιστικού-λενινιστικού κινήματος» το οποίο δήθεν πρότασσε την καθαρότητα των βασικών αρχών και νομοτελειών του μαρξισμού-λενινισμού σε αντιπαράθεση με τον Σοβιετικό «ρεβιζιονισμό».

Παρά την ορθή κριτική που άσκησε το ΚΚΚ στο ΚΚΣΕ και την καταδίκη του ιδεολογήματος περί «ειρηνικού δρόμου προς τον σοσιαλισμό», η ΛΔ Κίνας ουδέποτε αποτέλεσε συνεπής ιδεολογικός φορέας της διδασκαλίας του Μαρξ, του Ένγκελς και του Λένιν, ούτε ποτέ ακολούθησε ή μελέτησε την πείρα από την σοσιαλιστική οικοδόμηση επί Ιωσήφ Στάλιν. Αντίθετα ακολούθησε πιστά  την θεωρητική και ιδεολογικοπολιτική γραμμή που διατύπωσε ο Μάο Τσετούνγκ περί «σοσιαλισμού με κινεζικά χαρακτηριστικά», η οποία στην ουσία δεν αποτελεί παρά μία χοντροκομμένη νόθευση των βασικών μαρξιστικών-λενινιστικών αρχών. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν οι εθνικιστικές τάσεις που υιοθέτησε το ΚΚΚ από την πρώτη κιόλας στιγμή της ίδρυσής του εξαιτίας κυρίως του καθεστώτος υποτέλειας που είχαν επιβάλλει οι ιμπεριαλιστικές δυνάμεις στην Κίνα στις πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα, γεγονός που ήρθε σε ρήξη με τον προλεταριακό διεθνισμό που πρέπει να υποστηρίζει ένα συνεπής μαρξιστικό-λενινιστικό κόμμα. Το σημαντικότερο, όμως, ιδεολογικό παράπτωμα στο οποίο υπέπεσε το ΚΚΚ ήταν ο συμβιβασμός με ένα τμήμα της αστικής τάξης ή «εθνικής» όπως την αποκαλούν οι μαοϊκοί. Άλλωστε ο Μάο Τσεντούνγκ επισήμανε κατηγορηματικά ότι οραματιζόταν την ΛΔ της Κίνας ως δικτατορία του λαού, όπου λαός «είναι η εργατική τάξη, η αγροτιά, η μικροαστική τάξη των πόλεων και η εθνική αστική τάξη». Η συγκεκριμένη πολιτική που ακολούθησε το ΚΚΚ συνέβαλε στην διατήρηση και στην διαιώνιση της καπιταλιστικής ιδιοκτησίας στα μέσα παραγωγής και στην οριστική καπιταλιστική παλινόρθωση μετά τον θάνατο του Μάο.

Οι αντιλενινιστικές και οπορτουνιστικές θεωρητικές απόψεις που διατύπωσε ο Μάο συνέβαλαν στην διαμόρφωση ενός πλαισίου ιδεολογικής και προγραμματικής σύγχυσης εντός των ΚΚ και γενικότερα εντός του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος. Το «μ-λ κίνημα» και το ευρύτερο μαοϊκό ρεύμα έδρασαν καταλυτικά στην αποσταθεροποίηση, στην διάσπαση και στην αποδυνάμωση του ταξικού εργατικού κινήματος καθώς και επηρέασαν αρκετούς συνεπείς και τίμιους αγωνιστές οι οποίοι απογοητευμένοι αποχώρησαν από τον αγώνα για την ανατροπή του σάπιου εκμεταλλευτικού καπιταλιστικού συστήματος.

52 χρόνια μετά από την διάσπαση των σχέσεων μεταξύ του ΚΚΚ και του ΚΚΣΕ το εγχώριο και διεθνές κομμουνιστικό κίνημα ακόμα ταλανίζεται από τον μαοϊκό οπορτουνισμό. Εξοργιστικό όμως αποτελεί το γεγονός ότι στην σημερινή εποχή, την εποχή της αντεπανάστασης και της ολοκληρωτικής κυριαρχίας της καπιταλιστικής ιδιοκτησίας στα μέσα παραγωγής  να υπάρχουν κομμουνιστικά κόμματα κυρίως μαοϊκής προέλευσης που να διασπείρουν τον διχασμό στο κίνημα και να κατηγορούν τα συνεπή επαναστατικά κόμματα χρησιμοποιώντας προπαγάνδα βγαλμένη από την δεκαετία του ‘60 και ‘70. Παρόμοια προβοκατόρικη στάση διατηρούν στην Ελλάδα κόμματα όπως το Μ-Λ ΚΚΕ, το ΚΚΕ μ-λ, το ΕΚΚΕ κτλ., φορείς δηλαδή του σημερινού οπορτουνισμού, τους οποίους ενώνει ένα κοινό χαρακτηριστικό: η φανατική αντιΚΚΕ λασπολογία. Δεν είναι τυχαίο μάλιστα ότι στους δύσκολους καιρούς στους οποίους ζούμε, με το ξέσπασμα της πανδημίας, με την επερχόμενη καπιταλιστική κρίση, με το νομοσχέδιο Κεραμέως όπου χιλιάδες φοιτητές βγήκαν στους δρόμους με πρωτοπόρους φυσικά τα μέλη της ΚΝΕ, καθώς και με το νέο αντεργατικό νομοσχέδιο έκτρωμα που πέρασε η κυβέρνηση της ΝΔ, οι οπορτουνιστές επιτίθονται χυδαία στο Κόμμα, στο ΠΑΜΕ και στο ΜΑΣ κατηγορώντας τους ότι φέρουν την αποκλειστική ευθύνη για την κατάσταση στην οποία βρίσκεται το εργατικό και φοιτητικό κίνημα αθωώνοντας με αυτό τον τρόπο την εργοδοτική διοίκηση της ΓΣΕΕ και την εκφυλισμένη στάση που τηρεί η ΔΑΠ-ΝΔΦΚ, η ΠΑΣΠ και τα ΕΑΑΚ στα ΔΣ των φοιτητικών συλλόγων και μηδενίζοντας την ίδια στιγμή την τιτάνια προσπάθεια χιλιάδων μελών και φίλων του Κόμματος, χιλιάδων εργαζόμενων και φοιτητών ευλαβικά αφοσιωμένων στον ιερό αγώνα της ταξικής πάλης που αγωνίζονται να αλλάξουν τους συσχετισμούς δυνάμεων, που παλεύουν να υπερασπιστούν τα δικαιώματα του λαού από τα αρπακτικά χέρια του κεφαλαίου, που καθημερινά συμβάλουν στην πολιτική και ιδεολογική ωρίμανση της πρωτοπορίας της εργατικής τάξης έτσι ώστε να διαμορφωθεί ο υποκειμενικός παράγοντας για μια κοινωνία χωρίς εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο, τον σοσιαλισμό-κομμουνισμό.

Γιατί όπως γράφει και η διακήρυξη για τα 100 χρόνια του Κόμματος μας «το ΚΚΕ έρχεται από πολύ μακριά και πάει πολύ μακριά, γιατί η υπόθεση του προλεταριάτου, ο κομμουνισμός, είναι η πιο καθολικά ανθρώπινη, η βαθύτερη, η πιο πλατιά»

Πηγές:

  • Μάο Τσετούνγκ, Η δημοκρατική δικτατορία του λαού, σελ. 21, Ιστορικές Εκδόσεις, Αθήνα, 1964
  • Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ 1949-1968, Β’ τόμος, σελ 82-84, εκδ. Σύγχρονη Εποχή
  • Λαϊκός Δρόμος, σελ.6 και 12, αρ.φύλλου 424, 8.5.2021                                                                            

            

Ν. Μπελογιάννης Ν. Πλουμπίδης – Στο σπίτι των ηρώων