Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

ΜΑΡΙΑ ΛΙΟΥΔΑΚΗ: η φωτισμένη δασκάλα –μάρτυρας, η κορυφαία λαογράφος

Γρά­φει η Ελέ­νη Μαρ­κά­κη //

Στις 4 Δεκέμ­βρη του 1947, η Μαρία Λιου­δά­κη από τη Λατσί­δα Λασι­θί­ου, θανα­τώ­θη­κε έπει­τα από φρι­κτά βασα­νι­στή­ρια στη Χωρο­φυ­λα­κή Ηρακλείου.

Η Μαρία Λιου­δά­κη ήταν αδελ­φή της Χαράς, της αρρα­βω­νια­στι­κιάς του Ναπο­λέ­ο­ντα Σου­κα­τζί­δη. Κατά την περί­ο­δο της Κατο­χής, ανέ­πτυ­ξε σπου­δαία αντι­στα­σια­κή δρά­ση ως μέλος του ΕΑΜ στην Ιερά­πε­τρα. Με κίν­δυ­νο της ζωής της ετοί­μα­ζε καθη­με­ρι­νά δελ­τία ειδή­σε­ων ακού­γο­ντας από το παρά­νο­μο ραδιό­φω­νο τις συμ­μα­χι­κές εκπο­μπές και έβγα­ζε  δελ­τίο σε πολ­λά αντί­τυ­πα για την ενη­μέ­ρω­ση του λαού.

lioudaki1

Το Μάιο του 1947, η Λιου­δά­κη συνε­λή­φθη στην Ιερά­πε­τρα από τη συμ­μο­ρία του Μπα­ντου­βά και λίγο αργό­τε­ρα συνέ­λα­βαν και τη φίλη της Μαρία Δραν­δά­κη ‑μοδί­στρα στο επάγ­γελ­μα που διέ­με­νε στη συνοι­κία Κάτω Μερά της Ιεράπετρας.

.Οι δύο γυναί­κες μετα­φέρ­θη­καν αρχι­κά στους στά­βλους του Μπα­ντου­βά. Οι στά­βλοι του Μπα­ντου­βά ήταν η Μακρό­νη­σος της Κρή­της. Εκα­το­ντά­δες αντι­στα­σια­κοί και άλλοι προ­ο­δευ­τι­κοί άνθρω­ποι πέρα­σαν από τους στά­βλους αυτούς. Οδη­γή­θη­καν κατό­πιν στη χωρο­φυ­λα­κή στο Ηρά­κλειο, όπου υπο­βλή­θη­καν σε βασα­νι­στή­ρια και κατα­κρε­ουρ­γή­θη­καν στις 4 Δεκέμ­βρη εκεί­νης της χρο­νιάς. Η Δραν­δά­κη και η Λιου­δά­κη απο­κε­φα­λί­στη­καν και τα σώμα­τά τους ρίχτη­καν σε χαρά­δρα. Έπει­τα από 6 μήνες, τα πτώ­μα­τα των δύο γυναι­κών ανα­γνω­ρί­στη­καν στην ταρά­τσα της Νομαρ­χί­ας Ηρα­κλεί­ου. Βρέ­θη­καν από έναν αγρό­τη, κοντά στους στά­βλους του Μπαντουβά.

Η Μαρία Λιου­δά­κη ήταν δασκά­λα και μια από τις σημα­ντι­κό­τε­ρες λαο­γρά­φους μας. Είχε βρα­βευ­τεί από την Ακα­δη­μία Αθη­νών για τη δου­λειά της, ενώ έχει αφή­σει πολύ πλού­σιο ερευ­νη­τι­κό έργο, σε μεγά­λο βαθ­μό ανα­ξιο­ποί­η­το ακό­μη στο σύνο­λό του…

lioudaki2

Στη συλ­λο­γή της “Μαντι­νά­δες Κρή­της” που είχε βρα­βευ­τεί από την Ακα­δη­μία Αθη­νών, στον πρό­λο­γο η Λιου­δά­κη ανα­φέ­ρε­ται σε όσους τη βοή­θη­σαν στο έργο συλ­λο­γής των μαντι­νά­δων με διά­φο­ρους τρό­πους. Ιδιαί­τε­ρη ανα­φο­ρά κάνει στο νεα­ρό Ναπο­λέ­ο­ντα Σου­κα­τζί­δη  για τον οποίο γράφει:

“Ιδιαί­τε­ρα ευχα­ρι­στώ το ευγε­νέ­στα­το και φιλο­πρό­ο­δο παι­δά­κι Ναπο­λέ­ο­ντα Σου­κα­τζί­δη, που δού­λε­ψε ακού­ρα­στα στη συλ­λο­γή των μαντι­νά­δων. Οι περισ­σό­τε­ρες από τού­τες είναι από τις χιλιά­δες που βρή­κε εκείνος…”

H Mαρία και η Xαρά Λιου­δά­κη ήταν παι­διά πολυ­με­λούς αγρο­τι­κής οικο­γέ­νειας. H Mαρία ήταν το πρώ­το (γεν­νή­θη­κε το 1894)  και η Xαρά το τελευ­ταίο παι­δί της οικο­γέ­νειας ‑με 22 χρό­νια δια­φο­ρά- ενώ είχαν άλλα έξι αδέλ­φια. Απο­φοί­τη­σε από το Διδα­σκα­λείο Hρα­κλεί­ου τον Iού­νη του 1917 με άριστα.

Το 1922 ιδρύ­θη­κε ο θεσμός για την επι­μόρ­φω­ση των δασκά­λων της δημο­τι­κής εκπαί­δευ­σης. Επει­τα από επι­τυ­χείς εξε­τά­σεις φοί­τη­σε στο Πανε­πι­στή­μιο στην Αθή­να από το 1925 έως το 1927. Στη μετεκ­παί­δευ­ση είχε δάσκα­λό της το Mανό­λη Tρια­ντα­φυλ­λί­δη, που την ξεχώ­ρι­σε αμέ­σως για τα πνευ­μα­τι­κά της ενδια­φέ­ρο­ντα και την εισή­γα­γε στην επι­στή­μη της Λαο­γρα­φί­ας. Πήρε το πτυ­χίο της μετεκ­παί­δευ­σης με άριστα.

Απο­φοι­τώ­ντας, ανέ­λα­βε για δέκα χρό­νια τη διεύ­θυν­ση του Παρ­θε­να­γω­γεί­ου της Ιερά­πε­τρας. Έδω­σε αγώ­να για να φτια­χτεί το διδα­κτή­ριο, που βρί­σκο­νταν σε άθλια κατά­στα­ση, με απο­τέ­λε­σμα να κιν­δυ­νεύ­ουν οι μαθή­τριες και προ­σπά­θη­σε να κινη­το­ποι­ή­σει τους γονείς, που ήταν στην πλειο­νό­τη­τα τους εργά­τες, ψαρά­δες και γεωρ­γοί. «Φρο­ντί­σε­τε να βρεί­τε τους άρχο­ντές σας, κινη­θεί­τε, εργα­στεί­τε για τα παι­διά σας» τους έλε­γε. Η ίδια ξόδευε από την τσέ­πη της και μοι­ρά­ζο­νταν το φαγη­τό της με τα πιο φτω­χά παι­διά του σχο­λεί­ου, όπου περ­νού­σε όλη τη μέρα της μέχρι το βρά­δυ, βοη­θώ­ντας τα παι­διά χωρίς αμοι­βή, να ξεπε­ρά­σουν τις δυσκο­λί­ες που είχαν στη μάθηση.

Στη διδα­σκα­λία της εφάρ­μο­ζε με ενθου­σια­σμό τις αρχές του σχο­λεί­ου εργα­σί­ας — στην αρχή στο παρ­θε­να­γω­γείο και σε συνέ­χεια στο μει­κτό σχο­λείο που διηύ­θυ­νε. Την ίδια επο­χή πήρε μέρος στους συν­δι­κα­λι­στι­κούς αγώ­νες, για τη βελ­τί­ω­ση της θέσης των δασκά­λων και την παρο­χή μιας καλύ­τε­ρης Παι­δεί­ας στα παι­διά του λαού. Στη δεκα­ε­τία του ‘30 εκδί­δο­νταν τρεις εφη­με­ρί­δες στην Ιερά­πε­τρα (ειδι­κό­τε­ρα τα χρό­νια 1934 και 1935). Oι εφη­με­ρί­δες αυτές έδω­σαν την ευκαι­ρία στους νέους της επο­χής, φοι­τη­τές, επι­στή­μο­νες κ.α. να εκφρά­σουν τις πνευ­μα­τι­κές τους ανη­συ­χί­ες, τα ιδε­ο­λο­γι­κά τους πιστεύω και τις λογο­τε­χνι­κές τους ικα­νό­τη­τες. Συντά­κτες των εφη­με­ρί­δων παρου­σιά­ζο­νται μετα­ξύ άλλων οι Nαπο­λέ­ων Σου­κα­τζί­δης και Mαρία Λιουδάκη.

Παράλ­λη­λα αφο­σιώ­θη­κε στο έργο της συλ­λο­γής και της κατα­γρα­φής του λαϊ­κού μας πολι­τι­σμού. Έγρα­ψε 21 διδα­κτι­κά βιβλία και συγ­χρό­νως  παρα­κι­νού­σε τους μαθη­τές να της φέρ­νουν λαο­γρα­φι­κό υλι­κό, που άλλω­στε συγκέ­ντρω­νε και η ίδια με περιο­δεί­ες της στην κρη­τι­κή ύπαιθρο.

lioudaki3

Ο συγ­γρα­φέ­ας Μανό­λης Mιλτ. Παπα­δά­κης στο βιβλίο του «Mαρία Λιου­δά­κι. H Iέρεια της Παι­δεί­ας» γρά­φει με τι ενθου­σια­σμό η μάρ­τυ­ρας δασκά­λα κατέ­γρα­φε σ’ όλη της τη ζωή χιλιά­δες μαντι­νά­δες, παρα­μύ­θια, μοι­ρο­λό­για, γνω­μι­κά, γλωσ­σο­δέ­τες και όλα τα έθι­μα του κρη­τι­κού λαού. Εκα­το­ντά­δες παρα­μύ­θια βρί­σκο­νται ακό­μα στο Λαο­γρα­φι­κό Αρχείο της Ακα­δη­μί­ας Αθη­νών και περι­μέ­νουν να δουν το φως και να ζωντα­νέ­ψουν μέσα από τα μάτια και τα αυτιά των μικρών αναγνωστών.

Η Μαρία Λιου­δά­κη ήταν γέν­νη­μα και θρέμ­μα της κρη­τι­κής υπαί­θρου, λέει ο Μανό­λης Μιλτ. Παπα­δά­κης, στο βιβλίο του. «Βίω­σε τα ακού­σμα­τα των “μαντι­νά­δων” στα χωρά­φια την ώρα της δου­λειάς, στις συνα­να­στρο­φές, στους χορούς… Εκεί, στον αγρο­τι­κό χώρο, όπου γεν­νή­θη­κε και ανα­τρά­φη­κε, ζυμώ­θη­κε με τους ανθρώ­πους του μόχθου και της βιο­πά­λης, τους αγά­πη­σε, τους θαύ­μα­σε και τους υπη­ρέ­τη­σε με συγκι­νη­τι­κή αφοσίωση».

Το μερά­κι της για τη συλ­λο­γή των λαϊ­κών μας δημιουρ­γη­μά­των προ­σπά­θη­σε να καλ­λιερ­γή­σει και στις ψυχές των μαθη­τών της. Ο Γιάν­νης Γαϊ­τα­νά­κης σημειώ­νει σχε­τι­κά: «Σε μας, τους μαθη­τές των τελευ­ταί­ων τάξε­ων ανέ­θε­τε να της φέρ­νου­με παροι­μί­ες, αινίγ­μα­τα, γητειές, παρα­τη­ρή­μα­τα (προ­λή­ψεις), μαντι­νά­δες, ανέκ­δο­τα κι ό,τι άλλο είχε σχέ­ση με το λαϊ­κό μας πολι­τι­σμό, έτσι όπως μας τα ‘λεγαν οι γονείς και οι παπ­πού­δες μας. Κι εκεί­νη τα σύντα­ζε με ζήλο, τα ταξι­νο­μού­σε με γνώ­ση κι επιστημοσύνη».

Συμπα­ρα­στά­της στο λαο­γρα­φι­κό έργο της ήταν ο Ναπο­λέ­ων Σου­κα­τζί­δης. Πλή­θος μαντι­νά­δες και άλλο υλι­κό μάζε­ψε και ο ίδιος. Η Μαρία τον θεω­ρού­σε συνε­χι­στή του έργου της.

Με τις λαο­γρα­φι­κές της εργα­σί­ες έχουν ασχο­λη­θεί οι πιο αξιό­λο­γοι επι­στή­μο­νες. Δυο φορές μελέ­τες της βρα­βεύ­τη­καν από την Ακα­δη­μία Αθη­νών, αλλά ακό­μα ένα μεγά­λο μέρος του έργου της παρα­μέ­νει ανέκ­δο­το. To 1929 δημο­σιεύ­τη­κε η πρώ­τη της συλ­λο­γή «Κρη­τι­κές μαντι­νά­δες». Ήδη η Ακα­δη­μία Αθη­νών είχε απο­νεί­μει το πρώ­το βρα­βείο στην Λιου­δά­κη για την εργα­σία της «Λεξι­λό­γιο Ανα­το­λι­κής Κρή­της». Μετά την πρώ­τη βρά­βευ­ση, το 1932, της απέ­νει­με και πάλι το πρώ­το βρα­βείο το 1939 σε λαο­γρα­φι­κό δια­γω­νι­σμό «διά την καλυ­τέ­ραν μονο­γρα­φί­αν, την σχε­τι­κήν προς το παι­δί­ον…» με τον τίτλο «Το παι­δί μου και τ’ αρνί μου».

Ακου­λού­θη­σαν οι συλ­λο­γές  παρα­μυ­θιών «Στης Για­γιάς τα γόνα­τα», «Στου παπ­πού τα γόνα­τα», «Γύρω στο μαγκά­λι», «Ο αφέ­ντης Πολυροβιθάς»

Το 1935 ο Ναπο­λέ­ων Σου­κα­τζί­δης  αρρα­βω­νιά­στη­κε με τη Χαρά. Η Χαρά, φοι­τή­τρια της Φιλο­σο­φι­κής Σχο­λής Θεσ­σα­λο­νί­κης ήταν στην Οργά­νω­σης της Κομ­μου­νι­στι­κής Νεο­λαί­ας Ελλά­δας. Ακο­λού­θη­σαν οι διώ­ξεις του Σου­κα­τζί­δη, η εξο­ρία του στα ξερο­νή­σια και σε συνέ­χεια η φυλά­κι­ση στην Ακρο­ναυ­πλία. Η Μαρία απο­σπά­σθη­κε το 1937 στο Λαο­γρα­φι­κό Αρχείο της Ακα­δη­μί­ας Αθη­νών. Θα μπο­ρού­σε να ακο­λου­θή­σει μια λαμπρή ακα­δη­μαϊ­κή καριέ­ρα αλλά τα «πιστεύω» της, η αξιο­πρέ­πειά της και η σύν­δε­σή της με τον Σου­κα­τζί­δη, που φυλα­κι­σμέ­νος δέχο­νταν τις επι­στο­λές της, τη «σφρα­γί­ζουν». Η αλλη­λο­γρα­φία της αυτή χαρα­κτη­ρί­στη­κε σαν αδί­κη­μα «αφο­ρόν την ασφά­λεια του κοι­νω­νι­κού καθε­στώ­τος». Την ξανα­στέλ­νουν στην Ιερά­πε­τρα, όχι πια σαν διευ­θύ­ντρια αλλά σαν απλή δασκά­λα. Μόλις ανα­λαμ­βά­νει υπη­ρε­σία και ενώ έχει αρχί­σει ο ελλη­νοϊ­τα­λι­κός πόλε­μος ασκεί­ται πει­θαρ­χι­κή δίω­ξη ενα­ντί­ον της για­τί επι­βου­λεύ­ε­ται το κοι­νω­νι­κό καθε­στώς! Στην απο­λο­γία της θα πει ανά­με­σα σε άλλα: «Πώς είναι δυνα­τό να απο­κη­ρύ­ξω τον Ναπο­λέ­ο­ντα Σου­κα­τζί­δη που γνω­ρί­ζω ότι είναι υπερ­πα­τριώ­της και θέλει να θυσια­στεί για την πατρί­δα του»; Αρνή­θη­κε λοι­πόν να κάνει δήλωση…

lioudaki4

Σε αυτήν ο Ναπο­λέ­ων Σου­κα­τζί­δης άφη­σε ένα από τα τελευ­ταία σημειώ­μα­τά του, λίγο πριν την εκτέ­λε­σή του, την Πρω­το­μα­γιά του ’44, στο Σκο­πευ­τή­ριο της Καισαριανής:

« Μαρία Λιου­δά­κη. Ιερά­πε­τρα Κρήτης.

Αδελ­φού­λα μου, πάω για εκτέ­λε­ση. Σε λάτρευα πολύ, όσο λάτρευα και τη γυναί­κα μου. Δεν μπό­ρε­σα να σας κάνω ευτυ­χι­σμέ­νες. Λίγη αγά­πη στον μπα­μπά όσο θα ζει. Γειά σου, γειά σου λατρευ­τή μου αδελ­φού­λα. Ναπο­λέ­ων 1–5‑44».

_________________________________________________

Πηγές:

–Mανό­λη Mιλτ. Παπα­δά­κη «Mαρία Λιου­δά­κι. H Iέρεια της Παιδείας»
–εφημ. Ριζο­σπά­στης: «Εχουν όλα τα παρα­μύ­θια καλό τέλος;», 2007
— εφημ. Ριζο­σπά­στης: «ΜΑΡΙΑ ΛΙΟΥΔΑΚΗ ‑Η κλη­ρο­νο­μιά της ανή­κει στο μέλ­λον… », 2001
–εφημ. Πατρίς: «OI IEPEIEΣ THΣ ΠAIΔEIAΣ. Οι αδελ­φές Μαρία και Χαρά Λιου­δά­κη τιμώ­νται μετά θάνα­το από το Δήμο Νεάπολης»

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο