Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Με κίτρινο, και με λέξεις

Γράφει η \\ Χαρούλα Βερίγου _ Ζωή Δικταίου

Όρτσα, κίτρινο στον ήλιο
φως ελληνικό κειμήλιο
ήλιε αρχηγέ που δεν παγώνεις
και τη γη παντού κυκλώνεις
όρτσα τα πανιά, στη ρότα
της αγάπης όπως πρώτα
στην αυλή οι ηλιαχτίδες
στην καρδιά χίλιες ελπίδες
στης ζωής τη στράτα όρτσα
κάθε μεσημέρι φόρτσα
κίτρινο ιστορημένο
και ποτέ του ξεχασμένο.

Κίτρο σ’ όμορφο περβόλι
λίγο έξω από την πόλη
κίτρινη κλωστή στη ρόκα
πέστε στον καλό μου γιόκα
να μού κόψει ένα λεμόνι
να το δώσω στην Υβόνη.

Και στην ακριβή μου κόρη
πού ήρθε χτες απ’ το Ζαγόρι
της ζωής μέλι και γάλα
με τα μάτια τα μεγάλα,
έχω έκπληξη, χαλάλι,
κίτρινοι τρεις παπαγάλοι
και μια ωραία καρδερίνα
στη δική της κασετίνα.

Ηλιοτρόπια ανθισμένα
και κατάξανθα σπαρμένα,
κι άχυρα πολλά στ’ αλώνι
να φορτώσει ένα καμιόνι.
Μη μαδάς τις μαργαρίτες
κοίτα εκεί πόσοι τεχνίτες
ανεβαίνουν κατεβαίνουν
και το βιός τους αβγαταίνουν
μυρμηγκάκια στ’ αλωνάκια
που μαζεύουν τα σποράκια
μια σοδειά λογής-λογής
έχει μείνει καταγής.

Κίτρινα πολλά καρότα
στα χωράφια του Ευρώτα,
και γλυκά βερίκοκα
ξέχνα τα περίπλοκα.
Πάλι τό ’σκασε μια νότα
αυτά είναι γεγονότα.

Μα πού πας τόσο νωρίς
έρχεται κι ο Θοδωρής
τρέχει μες στα καλαμπόκια,
χτες ζωγράφισε μια φώκια
πού ’χε μακριά μουστάκια
κι έπαιζε με δυο ψαράκια
κίτρινα με μαύρες ρίγες,
είχαν και βουλίτσες, λίγες.

Κίτρινο σπυρί σιτάρι
μικρό κίτρινο φεγγάρι,
κοίταξε, η Αθηνά
τρώει μια φέτα ανανά,
κελαηδούν τα καναρίνια
άνθισαν τα μπουγαρίνια
κι εκεί πάνω στη Δωδώνη
άκου πως λαλεί τ’ αηδόνι
κυδωνιά μ’ ένα κυδώνι
κι από κάτω ένα παγόνι.

Πότισε την μαντζουράνα
έλεγε η γιαγιά στη Γιάννα,
μια κιτρινοσουσουράδα
σούρτα – φέρτα στην Ελλάδα,
σεμπρεβίβες και μιμόζες
μπήκαν στο χορό φουριόζες
και στην παραπάνω στράτα
κίτρινα χιλιάδες σπάρτα.

Πάμε για τη Σίκινο
φέρνει χαρά το κίτρινο
στα ψηλά, στα χαμηλά
το όνειρο παραφυλά.

Τρι και τρι ένα τριζόνι
λέει ο Τόνυ στον Αντώνη
χρυσά κορόμηλα πολλά
και κάτι που μοσχοβολά
κατιφέδες στο παρτέρι
μέσα στην πυκνή τη φτέρη.

Κίτρινο γλυκό σταφύλι
και τετράφυλλο τριφύλλι
στο δρόμο ένα αερικό
πίσω του ένα ξωτικό
κίτρινα φορούν καπέλα
έλα σε φωνάζουν, έλα
κοίτα πάνω σε μια φλούδα
κάθεται μια πεταλούδα.

Κίτρο, κίτρο, κίτρινο
και πορτοκαλοκίτρινο
κίτρα, κίτρα στο περβόλι
ναι, στη γη χωράμε όλοι!

Κίτρινο τυρί σαν ρόδα
η χαρά να γίνει μόδα,
η ειρήνη πεπρωμένο
το ψωμί όλο μοιρασμένο
κι εμείς μαζί, χέρια σφιχτά
να βγούμε πάλι στ’ ανοιχτά.

Μέτρα ανθούς οι ασπάλαθοι
μαθημένοι κι άμαθοι
είναι η ώρα περασμένη
κίτρινη κλωστή δεμένη
σ’ ένα κίτρινο πεπόνι
κι αύριο, μέρα ξημερώνει
φτάσαμε στης γης την άκρη
και δεν κύλησε ένα δάκρυ.
ξέχασα, ας πάμε πίσω
τα πουλάκια να ταΐσω.

Κίτρινο φωσφοριζέ
φανέλα μου μερσεριζέ
μικρά μου κίτρινα παπιά
πού πάτε στην κακοτοπιά;
ελάτε κάτω απ’ την ιτιά
σταλαγματιά, σταλαγματιά
πέφτει απ’ τη βρύση το νερό
στη γούρνα κι είναι δροσερό.

Κίτρινα κρίνα στο στενό
στο φως και στο αληθινό
με τι χαρά κι εμπιστοσύνη
παίζει και χαίρεται η Μυρσίνη
και χάνεται και ξεπροβάλει
πότε απ’ τη μια, πότε απ’ την άλλη
ξανθά, κατάξανθα μαλλιά
στα χέρια της μια μουντζαλιά
κίτρινη και ζωγραφιστή
μια δαχτυλιά ψιχαλιστή.

Με το κίτρινο γιλέκο
είδαμε τον κυρ Αλέκο
έξω απ’ το εξατάξιο
κι έλεγε «είναι άξιο»
έργο κάθε κηδεμόνα
μέσα στο βαρύ χειμώνα
να μη δείχνει αδιαφορία
όταν περνούν λεωφορεία.

Είναι θέμα ασφαλείας
της Μυρτώς, της Ροζαλίας,
του Δημήτρη, του Θανάση
κι όποιου θέλει να περάσει
για να πάει στο σχολείο
ή στο βιβλιοπωλείο,
«έχε τα μάτια σου ανοιχτά
κράτα το χέρι μου σφιχτά»
κυρ Αλέκο, κυρ Αλέκο
με το κίτρινο γιλέκο.

Κίτρινος κρόκος Κοζάνης
που δεν έχει ο Ιορδάνης,
άλλο ο κρόκος του αυγού
κι άλλα τα μάτια του λαγού,
σκοτεινιάζει πριν βραδιάσει
πάει να φθινοπωριάσει
φύλλα κίτρινα στο χώμα
συκοφάγοι οκτώ στο δώμα
πότε-πότε δεν ακούς
εγώ, δεν είπα «αστακούς»
ρώτησα αν φοράς φακούς
κι αν άκουσες τους βαθρακούς.

«Τα σπειροειδή αστέρια
από του Βαν Γκογκ τα χέρια
κίτρινα μικρά μεγάλα»
έτσι είπε η δασκάλα,
«ηλιοτρόπια, στάρια, θίνες,
αγροτόσπιτα κι εκείνες
οι χρυσές οι θημωνιές
πέρα από τις καταχνιές,
κι οι γυναίκες που όλο σκάβουν
ίσως και ν’ αναστενάζουν»
κίτρινο που τ’ αγαπήσαν
και πολλοί το ζωγραφήσαν.

Κίτρο, κίτρο κίτρινο
στην Αμοργό, στη Σίκινο
κίτρινος κάμπος στο Κιλκίς
του βαμβακιού και της φακής
κι από τον Έβρο ως τον Νέστο
κίτρινο πες και ξαναπέστο
και όταν φτάσεις στο Λασίθι
κουκί, ρεβίθι, κολοκύθι
άγραφτα όλα και γραμμένα
απ’ την αρχή καλογραμμένα,
γέλασε ο κόσμος μονομιάς
κίτρινο εσύ της ποταμιάς!

Αύριο, εν ονόματι της αγάπης
Ζωή Δικταίου
Κέρκυρα 14 Φλεβάρη του 2024
Ποιητική συλλογή για παιδιά «Με λέξεις καπετάνισσες»

Φωτο κεφαλίδας
“Ο ήλιος στην Κέρκυρα”
νερομπογιές και μολύβια, Ελεονώρα,
εργαστήρι της Ειρήνης