Ο κ. Κ. δεν τόκρινε απαραίτητο να ζει σε μια συγκεκριμένη χώρα. Έλεγε: Παντού μπορώ να πεινάσω. Κάποτε όμως έλαχε να περνάει από μια πόλη που την είχε κυριέψει ο εχθρός της χώρας όπου ζούσε. Τον πλησίασε τότε ένας αξιωματικός του εχθρού και τον ανάγκασε να κατεβεί από το πεζοδρόμιο. Ο κ. Κ. κατέβηκε και διαπίστωσε ξαφνικά ότι είχε αγαναχτήσει ενάντια σ’ αυτόν τον άνθρωπο, και μάλιστα όχι μόνο ενάντια στον άνθρωπο μα προπαντός ενάντια στη χώρα που άνηκε ο άνθρωπος αυτός, τόσο, που ευχήθηκε να γίνει ένας σεισμός και να την καταπιεί. Γιατί, ρώτησε ο κ. Κ., έγινα εθνικιστής εκείνη τη στιγμή; Γιατί συνάντησα έναν εθνικιστή. Μα γιαυτό ακριβώς πρέπει να εξολοθρεύουμε τη βλακεία• γιατί κάνει βλάκες αυτούς που τη συναντούν.
Προηγούμενη δημοσίευση Η δήλωση των συντακτών του περιοδικού Veshch, El Lissitzky και Ilya Ehrenburg
Επόμενη δημοσίευση Μπ. Μπρεχτ: «Ο κομμουνισμός είναι η μέση οδός»