Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

ΟΔΟΙΠΟΡΩΝΤΑΣ ΣΤΟΥΣ ΣΤΙΧΟΥΣ και ΤΟ ΕΡΓΟ ΜΙΑΣ ΖΩΗΣ

Γράφει η Μαργαρίτα Φρονιμάδη-Ματάτση //

ΑΝΑΛΥΤΙΚΗ ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΤΟ ΕΡΓΟ ΤΗΣ ΦΑΙΔΡΑΣ ΖΑΜΠΑΘΑ- ΠΑΓΟΥΛΑΤΟΥ
(ΑΠΟ ΤΑ ΠΡΩΤΟΛΕΙΑ ΕΡΓΑ ΤΗΣ ΕΩΣ ΚΑΙ ΤΟ ΠΛΕΟΝ ΠΡΟΣΦΑΤΟ)

Μια αγκαλιά βιβλία, πάνω από δυο ντουζίνες, απαρτίζουν το σύνολο της Πνευματικής Δημιουργίας της καταξιωμένης Ελληνίδας ποιήτριας Φαίδρας Ζαμπαθά-Παγουλάτου. Υπερέχει η ποίηση αριθμητικά αλλά η ποιότητα των έργων είτε ποιητικά, είτε πεζά, είτε δοκίμια, είτε λογοτεχνικές μεταφράσεις είναι, χαρακτηρίζεται από το ίδιο άριστο επίπεδο.

Η λογοτεχνική πορεία της Φ.Ζ.-Π. ξεκίνησε με την ποιητική συλλογή «Σταγόνες από φως», εκδόσεων Μαυρίδη, 1962, Zamptha5αφιέρωμα στον πατέρα της , τον γνωστό λογοτέχνη Κούλη Ζαμπαθά και περιλαμβάνει δεκαέξι (16) λυρικά τραγούδια, που αν και πρωτόλεια, αγγίζουν την αρτιότητα. Μία ποίηση «δίχως μέτρο και ρίμα» όπως η ίδια θα επισημάνει, σε ελεύθερο στίχο θα μας εκπέμψει μηνύματα νιότης, μηνύματα ερωτικά, κοινωνικά, αγωνιστικά και αισιόδοξα για τη Ζωή, το Μέλλον, τους Ανθρώπους:

«και πέρα απ’ τις θάλασσες/Αφουγκράστηκα το γιατί/Και τον αγώνα που κάνουμε/Όλοι εμείς,/Όλοι εσείς/Για να σβήσουμε /Αυτό το μεγάλο ερωτηματικό/Της ζωής μας» θα τραγουδήσει στους «Ορίζοντες»

και λίγο παρακάτω θα πει: «Σ’ αυτό το σήμερα που φεύγει,/Το αύριο που έρχεται,/θάθελα να δώσω την ψυχή μου» .

Στο «ραντεβού με τον ήλιο» θα καταλήξει:
«έπρεπε να φύγω,/Έτρεχα,/Έτρεχα,/Με περίμενε ο Ήλιος».

Ένας ήλιος φωτεινός και λαμπερός που συμβολικά χρησιμοποιείται από την ποιήτρια στο ξεκίνημά της και που στο μέλλον θα αποτελέσει για το έργο της κεντρικό πυρήνα και συχνά επαναλαμβανόμενο σημείο αναφοράς. Την πρώτη αυτή ποιητική συλλογή την υποδέχεται ο καταξιωμένος πνευματικός κόσμος της εποχής με ιδιαίτερα φιλόξενο και ευνοϊκό τρόπο. Ενθαρρυντικές και ενθουσιώδεις υπήρξαν οι κριτικές από τον Νικηφόρο Βρεττάκο, τον Μανόλη Γιαλουράκη (περιοδικό ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ), τον Τάκη Δόξα, τον Άγγελο Φουριώτη, τον Πέτρο Χάρη, τον Δημήτρη Χαμπουλίδη και τον Δημήτρη Φωτιάδη.

Ένα χρόνο μετά, το 1963, πάλι από τον ΜΑΥΡΙΔΗ, εκδίδεται η δεύτερη ποιητική συλλογή της Φ.Ζ.-Π. με τίτλο «τ’ ανοιχτά παράθυρα» που περιλαμβάνει εικοσιπέντε (25) ποιήματα-ανοιχτά παράθυρα στο φως και την αλήθεια. Πρόκειται για ποιήματα εξαιρετικής κοινωνικής ευαισθησίας, με πλούσιο προβληματισμό, πανανθρώπινα και διαχρονικά μηνύματα που δίνουν καθαρά το στίγμα της Φαίδρας.

Το στίγμα μιας ποιήτριας που συνάμα υπήρξε από τα μικράτα της, σε δύσκολες εποχές για την Ελλάδα και το κοινωνικό τηςZamptha6 γίγνεσθαι, μάρτυς και αρωγός στην προσπάθεια διάσωσης και περιφρούρησης των ανθρώπινων δικαιωμάτων και ελευθεριών και που της έλαχε «καλή τη τύχη» να έρθει σε άμεση συναναστροφή με ανθρώπους της πολιτικής του Βεληνεκούς Μπελογιάννη και Πλουμπίδη, αλλά και με πνευματικούς ανθρώπους του διαμετρήματος του Σκαρίμπα, του Λουντέμη, του Βρεττάκου, του Σικελιανού, του Καζαντζάκη κ.ά. κορυφαίων δημιουργών. Το στίγμα της, επομένως, δεν θα μπορούσε να είναι άλλο, παρά αυτό που της κληροδότησαν οι σπουδαίες εκείνες ιστορικές, πολιτικές και καλλιτεχνικές προσωπικότητες.

Από αυτή τη δεύτερη ποιητική συλλογή, όπου εύστοχα εσωκλείεται και προτάσσεται ένα καλαίσθητο σχέδιο του Γ. Γρηγόρη αναφέρομαι ενδεικτικά στα ποιήματα: «τ’ ανοιχτά παράθυρα» (σελ.7): «Στις φωλιές των πουλιών/Κυνηγάμε τη δροσιά/Και στ’ ανοιχτά παράθυρα/Ζητάμε ‘ένα κομμάτι ουρανού/Μια θαλασσιά χάντρα/Για να στολίσουμε τη σκια/Που έριξαν γύρω μας/οι άνθρωποι»,

το «ξημέρωμα» (σελ.8) όπου «αν τραγούδια γίνονταν οι αλυσίδες,/κι αν στα μάτια μας /χαμογελούσαν τ’ άστρα,/Άνοιξη θάταν η σάρκα μας…./Αν το ξημέρωμα δεν το πνίγαν τα σύννεφα,/……/θα μπορούσαμε να χτίσουμε μια πολιτεία/Μια πολιτεία αληθινή/ γεμάτη φως/Σε μια θάλασσα από ήλιο»,

την «Αμαλιάδα» (του Διονύση)(σελ.10) όπου: «Στο πέτρινο σπίτι/Με τη σοφίτα/Είχες αφήσει/Το χάδι της μάνας σου/Στην ισκιάδα της κυδωνιάς…/ Κάτω απ’ το χαγιάτι/Στην ανέμη του πηγαδιού/Βρήκες/τη φωνή των αδερφιών σου….»,

και στη «φωνή» (σελ.13): «Aυλός δεν είναι/………/Μόνο μια μικρή φωνή/……./ Η φωνή που μ’ έμαθε/να πιστεύω σ’ όλους τους ανθρώπους/τους Λευκούς/τους Κίτρινους/τους Μαύρους…».

Στη μνήμη της Γαλάτειας Καζαντζάκη γράφει:
«παντιέρα άξια η πέννα σου
Στάθηκε πρωτοπόρα στους αγώνες μας…»

Και στον «Αγώνα» παρακάτω όλο αισιοδοξία νεανική τραγουδάει:
«ο ήλιος τη σημαία του /ξεδίπλωσε μεμιάς/Το κλάμα εβουβάθηκε/Στ’ άπλετο φως της μέρας/Και στης ελπίδας το βωμό /Άνθη σκορπίσαμε ροδιάς».

Για να έρθει παρακάτω, στην «Εξέλιξη», κυριαρχημένη από την ηττοπάθεια της εποχής, από την επικράτηση των αδίκων επί των δικαίων, ν’ ανακαλύψει τα: «Μπερδεμένα λόγια ,/Τις λέξεις χωρίς σχήμα/Και δίχως έννοια,/Μια μάζα ακατέργαστης ανίας» για να καταλήξει στο μεγάλο κενό που άφησε πίσω της η ήττα της Αντίστασης: «κι’ η αντανάκλαση του άδειου Μεγαλώνει/πίσω από τον μεγεθυντικό φακό /της εποχής μας».

Συγκλονιστικό το τραγούδι για το «κίτρινο σπίτι» των παιδικών αναμνήσεων της Φαίδρας, της Ιστορίας που δέθηκε με το είναι της υπέρμετρα στενά και ασφυκτικά. Ακολουθούν «Τα χέρια», «ο σταθμός»,

«ο απόπλους», «η πορεία», και «η έκκληση» (σελ.34) ποίημα αφιερωμένο στην Ευτυχία των παιδιών όλου του κόσμου:

«ντύσαμε τα παιδιά με πίστη/Κι υποσχεθήκαμε/να μην τους λείψει πια το φως…».

Ακολουθούν, το ένα καλύτερο από το άλλο, «ο αποχαιρετισμός», «η ανάσα», «το πρώτο μου γράμμα», «η ελεγεία του ‘40», «Γι απόψε μόνο» (ερωτικό), «η Γαλήνη», «τα διψασμένα νούφαρα», το αφιερωμένο στην «άγνωστη με το νούμερο 44949»:

«χτες/ Ήσουν ένας αριθμός/μέσα στους αμέτρητους αριθμούς/ένα χαμόγελο» για να ρίξει αυλαία τέλους με το «Ξεφάντωμα» ένα χαρούμενο, κεφάτο κι’ όλο αισιοδοξία ποίημα.

Το 1965, εκδίδεται από τις εκδόσεις «ΙΩΛΚΟΣ», το «Κι εσύ» μία σύνθεση δύο (2) τυπογραφικών, διακοσμημένη με τρία (3) υπέροχα σχέδια του Γερ.Γρηγόρη. Με τη σύνθεση αυτή απευθύνεται στο β’ ενικό πρόσωπο, στον “άνθρωπο που τη σημαία της αγάπης του κρατάει ψηλά στα κορφοβούνια”: σελ.11,17,18.

«κι εγώ/Ταπεινός θαυμαστής/ τούτες τις ώρες/ της μεγάλης σου πορείας/ Άνθρωπος σε Άνθρωπο…»

Σελ. 22,28 και 29, ένας ύμνος στον Άνθρωπο- αγωνιστή: της Λευτεριάς, της Ειρήνης, της πανανθρώπινης Δικαιοσύνης!! ΄Ενας ύμνος στη Μάνα, τη Ζωή και την Ειρήνη. «τα βήματά σου/Σταθερά/το ταξίδι μεγάλο/Για την πατρίδα της Άνοιξης/Εκεί το νερό τραγουδά/Στους μικρούς, φαλακρούς βράχους/Οι μανάδες δίχως μαύρη μαντήλα/Στο κεφάλι/Και τα παιδιά/Χωρίς τον τρόμο του πολέμου/Εκεί το ψωμί ζυμώνουνε με φως/ Και χτίζουνε τα σπίτια τους με ήλιο./Κι εσύ γελάς στα πουλιά/Κλείνεις τα μάτια από ευτυχία/Και περπατάς/Περπατάς/Περπατάμε κι εμείς μαζί σου».

Ακολουθεί το «Πριν το τέλος», εκδόσεις «ΜΑΥΡΙΔΗ», το 1966. Μια συλλογή 22 ποιημάτων, των περισσότερων μακροσκελών, ποικίλου περιεχομένου, κοινωνικά, λυρικά, ερωτικά, τραγούδια αγάπης, έρωτα, ανθρωπιάς και καλοσύνης. Τραγούδι για τη μάνα, για τη φίλη, για τον αγαπημένο. Βελτιωμένη και πιο έμπειρη η πέννα της ζωγραφίζει αισθήματα και σκέψεις, εικόνες και ευγενείς προσδοκίες.

Το 1967 με την εγκαθίδρυση της Χούντας έχει, ήδη, ως απόφοιτος της Γαλλικής Ακαδημίας, μεταφράσει από την γαλλική γλώσσα και εκδίδει από τον «Σιδέρη», την «Καλογριά» του Diderot ενώ ένα χρόνο αργότερα μεταφράζει το «Έτος ένα» του Robert Zaller. Ακολουθούν τα «Κτερίσματα», από τις εκδόσεις «ΑΘΗΝΑ», το 1972 που χωρίζονται σε τρία (3) μέρη: Κτερίσματα, Επιστολές και Μοιρολόι. Συνολικά 21 ποιήματα στο Α’ μέρος με ειδικές αναφορές και αφιερώματα σε προσωπικότητες που αγάπησε και θαύμασε ιδιαίτερα: Λέων Κουκούλας, Μαρτίνος Λούθερ Κίνγκ και η μικρή Βιετναμέζα Κιμίκο, ή σε τόπους που γνώρισε κι έβαλε στην καρδιά της, Παρίσι και Ρώμη όπου σπούδασε κι έζησε εκεί αρκετά από τα καλύτερά της χρόνια. Ιστορικές αναδρομές σε άλλους χρόνους και τόπους. Αλλά και με εμμονή στην αντιπολεμική της σταυροφορία να καυτηριάζει τον πόλεμο του Βιετνάμ, θρηνώντας για το θάνατο της μικρής Βιετναμέζας Κιμίκο αλλά και των τριών Αμερικανών στρατιωτών Τζιμ- Χάρυ και Τομ στο Μέτωπο του Βιετνάμ. Τα «Κτερίσματα» της ποιήτριας εναποτίθενται με σεβασμό και δέος στο νεκροκρέβατό τους και είναι όντως ό,τι πολυτιμότερο θα μπορούσε να τους προσφέρει ως ύστατο χαίρε! Και εισερχόμαστε στο Β’ μέρος, στις «Επιστολές» που οικειοθελώς η ποιήτρια εκθέτει στην αδιακρισία μας. Μοιράζεται στην «Επιστολή προς άγνωστο παραλήπτη», που πιθανόν να πρόκειται για τον συνταξιδιώτη της στη ζωή, σύζυγό της, τις ανησυχίες της για την Ιστορία και το Χρόνο που διαβαίνει, χωρίς να σημειώνεται καμία αλλαγή προς το καλύτερο, καμία πρόοδος, καμία εξέλιξη για την ανθρωπότητα. Η δεύτερη επιστολή είναι ένα ποίημα για τον Enrique Garcia Carpy. To Γ’ μέρος είναι ένα μακροσκελές μοιρολόι για συγκεκριμένο πρόσωπο, πονεμένο, τρυφερό και σπαραξικάρδιο.

Σειρά έχουν «τα ερωτικά» από τις εκδόσεις ΑΘΗΝΑ, το 1974. Πρόκειται για μεγάλη ερωτική σύνθεση αποτελούμενη από 23 μέρη που περιγράφει την πορεία ενός ιδανικού έρωτα με αρχή, μέση και τέλος.

Το 1975 ασχολείται με τη μετάφραση των «Ληστών» του H.O.B.SBOWN που εκδίδεται από τις εκδόσεις «ΒΕΡΓΟΣ». Το 1976 εκδίδονται τα «Επιτάφια» και το 1977 ένα καταπληκτικό, από τα πληρέστερα, δοκίμιo για τον Ιταλό ποιητή Τζιάκομο Λεοπάρντι (1798-1837) που εκδίδεται από τον ΜΑΥΡΙΔΗ. Ένα χρόνο αργότερα, το 1978, εκδίδονται από τις εκδόσεις ΑΘΗΝΑ, οι «Ανεπίδοτες Επιστολές», φιλοτεχνημένες από τον Γιώργο Σικελιώτη με την λιτή απεικόνιση «κορμού κόρης». Οι «Ανεπίδοτες Επιστολές», δεκαπέντε ως προς τον αριθμό, είναι γραμμένες σε πεζό λόγο και απευθύνονται όλες στον πατέρα της, τον ποιητή Κούλη Ζαμπαθά. Έκτοτε σιωπά κι επανέρχεται στο λογοτεχνικό προσκήνιο το 1981, σαφώς επηρεασμένη από την περιβαλλοντική καταστροφή που συντελείται αλόγιστα αλλά σταθερά και ασυνείδητα από τον ίδιο τον άνθρωπο. «Η πολιτεία πεθαίνει κι απόψε» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις ΜΑΥΡΙΔΗ, φιλοτεχνήθηκε από την Μάρα Καραγιάννη και αποτελεί μια συλλογή ποιημάτων αφιερωμένη στη μητέρα της ποιήτριας. Στο μεγαλύτερο μέρος της εκτείνεται ομότιτλη της συλλογής ποιητική σύνθεση τριαντατριών (33) σελίδων, δηλαδή δύο τυπογραφικών. Μέσα απ’ αυτή τη σύνθεση εκφράζεται ο ανείπωτος πόνος, η κραυγαλέα αγωνία, ο έντονος προβληματισμός και η απερίγραπτη ανησυχία για την παραμόρφωση του προσώπου της γενέθλιας πόλης της που δυστυχώς, εδώ και καιρό, βάλλεται παντοιοτρόπως: πλήττεται το περιβάλλον της και καταστρέφεται από την οικολογική ρύπανση, την άναρχη και ανεξέλεγκτη «ανάπτυξη» που οδηγεί στη νέκρωση της φύσης και στο μαρασμό του ανθρώπου και της ελπίδας του. Δυνατά κομμάτια εκπομπής S.O.S. προς την απρόσωπη και ανάλγητη πολιτεία, κομμάτια και μηνύματα πεισματικά ανεπίδοτα σ’ έναν παραλήπτη που αρνείται να τα παραλάβει και τα επιστρέφει πίσω αυθημερόν, χωρίς την παραμικρή περιέργεια ή απορία για το περιεχόμενό τους: (σελ.8) «τα παραθύρια σφαλιστά/κι οι τσιμεντένιοι τοίχοι/ ακ…..!»

(σελ. 10 & 11) στίχοι από τους οποίους απορρέει το αισιόδοξο μήνυμα της ταύτισης με τον εργατόκοσμο και το Λαό όπου στηρίζονται κι από όπου πηγάζουν όλες οι ελπίδες (σελ. 14) η συνεισφορά των ποιητών στη σωτηρία της. Αναφορά στο βίωμα της μοναξιάς (σελ.22): «πάνε οι θεοί μας/χάθηκαν όλοι/μέσα στην καταιγίδα». Εδώ ξαφνιάζομαι με το πόσο ετούτοι οι στίχοι έρχονται να δέσουν με κάποιους δικούς μου εμπνευσμένους σε ανύποπτο χρόνο και εν αγνοία μου υπό τον τίτλο «άφαντοι οι θεοί του κόσμου».

(σελ.26 και 32) «η πολιτεία θα ξαναγεννηθεί» .

Στο δεύτερο μέρος παρατίθενται Ένα και Έντεκα ποιήματα σκόρπια με τον υπότιτλο «Αναφορές» που ξεκινούν με μια νοσταλγική αναπόληση κι επιστροφή της ποιήτριας στην «παλιά» γειτονιά με το ανθρώπινο πρόσωπο. Το ποίημα «Έτσι γεννήθηκα» βοά διαχεόμενο από αυτή τη νοσταλγία.

Συνεχίζει με τα ποιήματα «Λιμνονήσι», «Το είδωλο», «Δακτυλικά αποτυπώματα», «το ρολόι», «ένα άστρο πεθαίνει» γραμμένο στις 2-9- 1972, «ο λευκός νάνος», «λυγμός», «το καλοκαίρι», «Τρίτη και δεκατρείς», «Αγωνία» για το άρρωστο παιδί της Σοφίας και τελειώνει με το «Μηχανουργείο της ΛΑΡΚΟ», εμπνευσμένο από το θανατηφόρο «ατύχημα» που στοίχισε τη ζωή ενός έφηβου εργάτη, το 1979.

Το 1983 ζω την ευτυχισμένη στιγμή να λάβω ταχυδρομικά την ποιητική συλλογή της Φ.Ζ.-Π. με τίτλο «ΠΛΩΤΕΣ ΣΥΝΟΙΚΙΕΣ» (ΕΚΔΟΣΕΙΣ «ΔΩΡΙΚΟΣ»).

Η Συλλογή αποτελείται από τρία μέρη που τιτλοφορούνται: «Εικόνες Ζωής» το πρώτο, «Επιτύμβια» το δεύτερο και «Επίμετρο» το τρίτο. Στο πρώτο μέρος απολαμβάνει ο αναγνώστης δεκατέσσερα (14) ποιήματα όλα διαποτισμένα από μια πικρή γεύση μοναξιάς και με έντονη την εικόνα της Απουσίας που παραπέμπει στην συχνή και μακρόχρονη απουσία αγαπημένου προσώπου, κατά πάσα πιθανότητα του συζύγου της που εργαζόταν κάποτε σε ναυτιλιακή Εταιρεία και ταξίδευε πολύ. Στο δεύτερο μέρος «τα επιτύμβια» κυριαρχούν δύο ωδές: η μία αφιερωμένη «Στον άγνωστο στρατιώτη» και εμπνευσμένη από τα γεγονότα του Πολυτεχνείου, το 1973 και η άλλη αφιερωμένη στον κομμουνιστή «Νίκο Μπελογιάννη», την εξέχουσα εκείνη σύγχρονη, ιστορική προσωπικότητα της Ελλάδας, που σημάδεψε καταλυτικά την εφηβεία της ποιήτριας.

Η συλλογή κλείνει με το «Επίμετρο» που περιλαμβάνει δεκαεπτά (17) ολιγόστιχα ποιήματα, εμπνευσμένα κυρίως από την διεθνή πολιτική σκηνή, ειδικά από την Χιλή και την Παλαιστίνη, όλα με διεθνιστική χροιά, αλληλέγγυα διάθεση και αγωνιστικό Πνεύμα.

Το 1986 ο «ΜΑΥΡΙΔΗΣ» εκδίδει την ενδέκατη κατά σειρά ποιητική συλλογή με τίτλο «Διψασμένο φεγγάρι», από την ομότιτλη ποιητική σύνθεση που καταλαμβάνει το μεγαλύτερο μέρος του βιβλίου, ενώ χρησιμοποιεί ως επίλογο ένα «Αφιέρωμα στον χαράκτη Τάσσο» που κατ’ ουσίαν είναι ένας ύμνος στην Ειρήνη.

Σελ.12:
« Ήθελα ν΄αγωνιστούμε/Κι αναρωτιόσουνα/Γιατί…»

Και σελ. 14:
«τα παιδιά συνεχίζουν/να πεθαίνουν αβοήθητα»,

ώ! Πόσο αληθινή ήσουν, αγαπητή Φαίδρα και πώς να φανταστείς τη διαχρονικότητα των στίχων σου στο διάβα του χρόνου (σκέψου ότι ακόμα κι αυτή τη στιγμή που γράφω τα «κοράκια» του πολέμου «γαζώνουν» τη Γάζα και σκορπάνε το θάνατο αδιάκριτα σε γονείς και παιδιά).

Στα «πετρωμένα βήματα», σελ. 42, μέσα από τους στίχους διαισθανόμαστε για μία ακόμα φορά, την υπαρξιακή αγωνία της ποιήτριας, το μόνιμο ερωτικό σκίρτημα που χαρακτηρίζει την ποίησή της και την τοποθετεί αναντίρρητα στο κάδρο των σύγχρονων, ερωτικών ποιητριών μας. Διάχυτα και τα τρυφερά, μητρικά της αισθήματα που εκφράζονται απερίφραστα, όπως πάντα, με αποδέκτες τα παιδιά όλου του κόσμου αλλά και εκείνη η επίμονη αναζήτηση της παρουσίας του συντρόφου που υπογραμμίζει βαθειά τη δυσβάστακτη απουσία του.

Το 1987 κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «ΜΑΥΡΙΔΗΣ» μία πολύ προσεγμένη και αντικειμενική αναφορά στις ιστορικές μνήμες της Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών από την ίδρυσή της, το 1934, έως το έτος 1984. Στον μισό αιώνα ζωής της Ε.Ε.Λ. ποιος άλλος θα μπορούσε να μας ιστορήσει τη δράση της καλύτερα, από τη Φαίδρα Ζαμπαθά- Παγουλάτου, το «ιερό τέρας» της, που ευτύχησε να είναι κόρη του Κούλη Ζαμπαθά (εκλεγμένου μέλους του ΔΣ της Ε.Ε.Λ. το 1967), αναδεκτή του Μενέλαου Λουντέμη (μέλους του Δ.Σ. της Ε.Ε.Λ. 1947-48) και του Γιάννη Σκαρίμπα, Κουμπάρα του Νικηφόρου Βρεττάκου (μέλους του Δ.Σ. της Ε.Ε.Λ. 1952-1954), τη Φαίδρα, τη μοσχο-αναθρεμμένη στους κόλπους της Πανελλήνιας Λογοτεχνικής Φαμίλιας που υπηρέτησε την ΕΕΛ για σχεδόν μία δεκαετία από τη θέση της Γ. Γραμματέα (1975-1982). Στις σελίδες του δοκιμίου αυτού συναντάει κανείς πολύτιμα ιστορικά στοιχεία για τη σύνθεση και την προσφορά της Ε.Ε.Λ.

Το 1988, σε σταθερή χρονολογική συνέχεια, κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «ΘΕΜΕΛΙΟ» η συλλογή «Στις αποχρώσεις του Αύριο» που και μόνο από τον τίτλο θα θάρρευε κανείς να υποθέσει πως πρόκειται για ποιήματα με μιαν αποκλειστικά αισιόδοξη κι ελπιδοφόρα νότα μελλοντικής θεραπείας όλων των κακώς κειμένων του πλανήτη μας. Όμως κι εδώ κυρίαρχο και ζωντανό συναντάμε το χαρακτηριστικό προσωπικό ύφος της Φαίδρας με τις ιδιαιτερότητές του, με τη συνεχή εμμονή της στα λουλούδια, τα χρώματα, τους αριθμούς, τα παιδιά του κόσμου και τις απουσίες που την πληγώνουν. Μια ποίηση ανυπόκριτη και ανεπιτήδευτη, καθαρή και λαγαρή σαν νεράκι πηγής που το ρουφάς και ξεδιψάς. Μια ποίηση λιτή και στοχαστική που μοιάζει αστράτευτη, χωρίς να είναι. Που στην ουσία προσδένεται άρρηκτα και συστρατεύεται δυναμικά στον αγώνα για την κοινωνική και πανανθρώπινη Αλήθεια – Δικαιοσύνη – Ισοτιμία και Ειρήνη.

Η συλλογή αποτελείται από 64 λιλιπούτεια, επιγραμματικά, ολιγόστιχα ποιήματα, φιλοσοφημένα, λακωνικά και στοχαστικά. Ποιήματα μεγάλης κοινωνικής ευαισθησίας και προβληματισμού: «το ταξίδι προς το αύριο/γεύση πικρής παραδοχής…» θα διαπιστώσει στη σελ. 37. Χαρακτηριστικό γνώρισμα των στίχων της η μαθηματική θεώρηση των γεγονότων και των πραγμάτων και η αποτίμησή τους σε αριθμούς. Ανεβοκατεβαίνει η ποιήτρια με μέτρο και ρυθμό, μετρώντας στην κυριολεξία, το κάθε τι που τη βαραίνει: στην «ανάσα» για παράδειγμα, στη σελ. 57 θα αναφερθεί σε «εφτά κόμπους δάκρυα». Ιδιαίτερη μνεία κατά τη γνώμη μας χρειάζεται να γίνει στο «ταξίδι» σελ.55, στη «Διαδήλωση» σελ. 59, στη «συνάντηση» σελ.63 , στη «Νεσιέ Γιασίν» σελ. 70, στον «επιτάφιο» σελ.73, στη «Σπονδή στη Μαρία Δημάδη» σελ.76.

Μία τετραετία περίπου, αργότερα, το 1992, η Φ.Ζ.-Π. επανέρχεται στο προσκήνιο με τη νέα της ποιητική σύνθεση «Εις μνήμην Γιάννη Ρίτσου», εκδόσεις «ΑΘΗΝΑ». Με πρωτόγραμμα ένα χαρακτικό της γνωστής και καταξιωμένης χαράκτριας Βάσως Κατράκη μπαίνει στο ποίημα και περιδιαβαίνει το βίο του ποιητή, με ευαισθησία, αποδοχή και τρυφερότητα, αγγίζοντας στιγμές και βιώματα, κοινά, απεικονίζοντας το πορτρέτο του, όπως η ίδια το γνώρισε και τ’ αγάπησε: «πόσα μας είπες ποιητή/μ’ εκείνη τη γλώσσα/ τ’ αηδονιού» σελ. 19 . Και τελειώνει στέλνοντας μηνύματα πρώτα στον πατέρα της με το μπλε μπερέ των Βάσκων και μετά στον γνωστό αγωνιστή-χαράκτη Τάσσο , καταλήγοντας σ’ έναν όρκο και μια δήλωση: «κι εγώ κάθε μέρα/ δίνω τη μάχη» σελ. 37 και 38.

Το 1994 απ’ τις εκδόσεις «ΛΩΤΟΣ» κυκλοφορεί η συλλογή «ΚΛΕΙΣΤΗ ΠΟΡΤΑ». Είναι μια πικρή και δύσκολη περίοδος που διανύει η ποιήτρια. Η προσωπική της ζωή δοκιμάζεται με την απροσδόκητη ασθένεια του συζύγου της. Η αδυναμία επικοινωνίας μετά το εγκεφαλικό επεισόδιο που υπέστη, το στοίχημα ζωής που έβαλε η ίδια να κατορθώσει να επαναφέρει την ομιλία του, ο μόχθος και η καθημερινή της ανάλωση σε αυτή την υπεράνθρωπη προσπάθεια, της ενέπνευσαν τους στίχους που περιλαμβάνονται σ΄ αυτή τη συλλογή, 46 ποιήματα συνολικά στον αριθμό, από τα οποία τα περισσότερα απευθύνονται με πόνο και σπαραγμό «σ’ εκείνον/ Που έμεινε κλειστή πόρτα», αδιάβατη και απόμεινε ένας γρίφος, ένας πελώριος, δισεπίλυτος γρίφος, που μόνο η απέραντη αγάπη και τρυφεράδα της αγαπημένης του, ένα σύμπλεγμα συζύγου, μάνας, αδελφής και κόρης μπορούσε να ερμηνεύσει… εκείνον που δεν είχε λόγια την ευγνωμοσύνη για την αφοσίωσή της απέναντί του, να αρθρώσει, παρά μόνο να της την μηνύσει σιωπηλά με το απέραντο γαλανό της ματιάς του. Παρ’ όλα αυτά, τα δυσάρεστα προσωπικά βιώματα που θα γονάτιζαν κι ελέφαντα, η Φαίδρα στέκεται ορθή και θρηνώντας τον άτυχο έρωτά της, την αγάπη της, ζωντανή – νεκρή να σιγοσβήνει, βρίσκει τη δύναμη και το κουράγιο να παρακολουθεί την επικαιρότητα και τα παγκόσμια συμβάντα και γεγονότα, να εμπνέεται από αυτά, να συμπαραστέκεται όπου χρειάζεται, να εξεγείρεται, να διαμαρτύρεται , να αγανακτεί και να θρηνεί για τις θηριωδίες του πολέμου, κυρίως ενάντια στις αθώες παιδικές υπάρξεις, του Σεράγεβο, τότε, που συνέπεσε και με το προσωπικό της δράμα: (σελ.30-31) & (46-47). To «ως το θάνατο» σελ.10 και το «Για σένα» σελ.21. Σ’ αυτή τη συλλογή συναντάμε συχνές αναφορές στον πολυαγαπημένο της πατέρα και διαισθανόμαστε ότι είναι το δυσβάσταχτο κλίμα, το βαρύ κι ασήκωτο, που την ωθεί κάθε τόσο στην πατρική ανάμνηση και απουσία (σελ.22).

Zamptha10Το 1999, πέντε χρόνια μετά, η ποιήτρια λύνει τη σιωπή της με τον «Νοέμβρη της Σιωπής» αφιερωμένο σ’ αυτούς που φύγανε στο διάστημα αυτό: στη μάνα της Βασιλική και στον εκλεκτό της καρδιάς της, το Διονύση Παγουλάτο. Η συλλογή της ολοκληρώνεται με ένα σύνολο αφιερώσεων, στη Μάνα, το σύζυγο, τη Λιλή Ιακωβίδη, τη Μάγια Μαρία Ρούσου. Σαράντα δύο ποιήματα όλα κι όλα ικανά και αρκετά για να λύσουν εκκωφαντικά τη σιωπή των πέντε χρόνων της ποιήτριας. Αλλά η κοινωνική της συνείδηση δεν της επιτρέπει να κλείσει κινούμενη αποκλειστικά σε προσωπικό επίπεδο και χωρίς να συμπεριλάβει μια δυνατή, εναγώνια κραυγή διαμαρτυρίας για τον άδικο πόλεμο και την μεγάλη τραγωδία της γειτονικής μας χώρας, της Γιουγκοσλαβίας. Η συνεχής και αδιάκοπη άλλωστε συμμετοχή της ποιήτριας στα κοινά σε όλη τη διάρκεια της ζωής της, ως στελέχους είτε του γυναικείου κινήματος (ΟΓΕ), είτε του ΕΓΑΚ (Ελληνικού Γυναικείου Αντιπυρηνικού Κινήματος), είτε της ΕΔΥΕΕ (επιτροπές Ειρήνης), ο σταθερός φιλειρηνικός και αντιπολεμικός της προσανατολισμός δεν θα μπορούσαν να της υπαγορεύσουν οποιαδήποτε άλλη στάση ΖΩΗΣ και ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗΣ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑΣ! Οι πλέον ευαίσθητες χορδές της ενεργοποιούνται εποικοδομητικά, σ’ αυτή την κατεύθυνση με αποτέλεσμα να μας δώσουν το καταστάλαγμα με τίτλο : «θάνατος στο Σεράγεβο» και το «Δεν θέλω».

Και φτάνουμε οριακά στο σημείο αναμέτρησης της ποιήτριας με τον πεζό λόγο. Το «Ξημέρωσε Νύχτα» είναι μια συλλογή, ηZamptha11 πρώτη της με διηγήματα που παρά την πεζότητα του είδους τους αποπνέουν έναν άκρατο ποιητικό οίστρο και έναν ασυγκράτητο λυρισμό, μια νοσταλγία μοναδική για ό,τι παραδοσιακό και πατροπαράδοτο χάνεται αλλά και μιαν ιστορική αντικειμενικότητα για γεγονότα που βιώθηκαν στα δύσκολα χρόνια της Χούντας και στην ηρωική εξέγερση του Πολυτεχνείου.

Μιλάμε για μια συλλογή πέντε συνολικά διηγημάτων, από τα οποία το πρώτο, μακροσκελές και εκτενέστερο, προσεγγίζοντας τα όρια της Νουβέλας, περιγράφει γεγονότα του Νοέμβρη του 1973. Ακολουθούν τέσσερα μικρότερα διηγήματα διαφόρου θεματικής, κοινωνικού ενδιαφέροντος πάντα.

Από αυτά, ειδικά «οι ονειροπολήσεις της Ηλέκτρας» είναι ένας συναρπαστικά δραματικός μονόλογος με φιλοσοφικές προεκτάσεις της τραγικής φιγούρας της ποιήτριας που της έμελλε να βιώσει με τον πιο επώδυνο τρόπο τη βουβαμάρα του συντρόφου της.

Το έτος 2001, με σχέδιο εξωφύλλου του ζωγράφου Αλέξ. Αλεξανδράκη, με σαράντα ποιήματα κι ένα πεζό, κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις «ΜΑΥΡΙΔΗΣ» η συλλογή «Η Αγάπη ξεχάστηκε σ’ ένα ποίημα». Το πεζό, εδώ με τίτλο «Μεταμόρφωση» προτάσσεται των ποιημάτων και αναφέρεται στο «οδοιπορικό της νύχτας», όπως η ίδια χαρακτηρίζει το μακρόχρονο διάστημα διάρκειας της ασθένειας του αγαπημένου της (έντεκα έτη συναπτά) και της απέλπιδας, μαρτυρικής, επώδυνης και βασανιστικής αλλά καθαρτικής συνάμα και εξαγνιστικής, δικής της προσωπικής φροντίδας για την ανακούφιση, την εκδούλευση και την ανάρρωσή του. Όπου το επιμύθιο ακούει στη φράση: «Η αλήθεια κι Εσύ. Η αλήθεια κι ο ποιητής. Κι ανάμεσα μόνο ένας μικρούλης έρωτας που ξεχάστηκε αποκοιμισμένος στις χούφτες μας», κι ανάμεσά τους η «αγάπη που ξεχάστηκε σ’ ένα ποίημα». Πόση θλίψη, πόσο πόνο και πόση συντριβή, μπορεί αλήθεια ν’ αντέξει η ψυχή ενός ποιητή; Kι ευτυχώς που στο δράμα, στην τραγωδία και στη ζωή την ίδια επιφυλάσσεται πάντα ένα καθαρτήριο φινάλε. Κι ενδιάμεσα η έμπνευση να επωμίζεται όλο το βάσανο, την αγωνία, την ορφάνια σε μιαν άλλη της έκφραση, πικρή και την …πλατωνική αναζήτηση του ποιητή και του κάθε μοναχικού ανθρώπου ενός «Ορέστη που περιμένουμε και δεν έρχεται» ή μιας χαμένης ευτυχίας «τότε έκλαψα για ό,τι χάθηκε, δεν μπόρεσα να σταθώ στην όχθη, ναυάγησα στα νερά της φαντασίας…». Εδώ, σ’ αυτή τη συλλογή, τη λακωνική που μιλάει στην καρδιά σου και σου αποκαλύπτει τα εσώψυχα της ποιήτριας, τη μεγάλη της ευαισθησία, τον έμφυτο ποιητικό ερωτισμό της αλλά και τον εξαίσιο λυρισμό της που αναδύεται από όλους τους τίτλους, τους στίχους, τις λέξεις των ποιημάτων της…

Ακολουθεί το 2002 από τις εκδόσεις «ΙΩΛΚΟΣ» το «πικρό μέλι» με μια ίδια γεύση γλυκόπικρης νοσταλγίας, λαχτάρας για Zamptha13ζωή, κρυφού ερωτισμού που τρεμοπαίζει πάντα στη λαβωμένη καρδιά της ποιήτριας και αγάπης αστείρευτης, αιώνιας, ορκισμένης αγάπης για το μοναδικό της σύντροφο που όλο έφευγε και που όλο εκεί την κρατούσε, πιστάγκωνα δεμένη στους όρκους της και στην γλυκιά απαντοχή ενός θαύματος. Όπου μια απέραντη ευγνωμοσύνη ξεχύνεται κι ένα μεγάλο ευχαριστώ πηγάζει από τα μύχια της σκέψης της προς τον άνθρωπο, που πολλές χαρές της ζωής της στέρησε αλλά που με τις πίκρες που της έδωσε, της χάρισε τη δύναμη και την έμπνευση να εκφράσει και τα πιο απόκρυφα συναισθήματά της ποιητικά και αναμφισβήτητα πηγαία. Το «Σ’ ευχαριστώ» τα λέει όλα (σελ. 69). Η συλλογή ολοκληρώνεται με τις αποκρίσεις στα ενδότερα ερωτήματα της ψυχής και του νου, σε λόγο πεζό, μοναδικά λυρικό και ονειροπόλο.

Πέρσι, 2014, ήρθε στα χέρια μας το πρόσφατο πόνημα της Φ.Ζ.-Π. με τίτλο «ΤΑΞΙΔΕΥΟΝΤΑΣ ΣΤΟ ΦΩΣ» που κυκλοφόρησε από τις Εκδόσεις: «Λεξίτυπον».

Zamptha1Μέσα στην ανεμοθύελλα των, ανυπολόγιστης έντασης, μποφόρ της οικονομικής κρίσης που βιώνουμε με κομμένη την ανάσα και μειωμένη τη διάθεση αντίστασης και πάλης, σε μια Ελλάδα όπου όλα πωλούνται και όλα αγοράζονται, εξευτελισμένα και εκμηδενισμένα, έρχεται ένα «ταξίδι στο φως» για να μας βγάλει από το σκότος της αχαλίνωτης κερδοσκοπίας των μεν και της απόλυτης εξαθλίωσης των δε και να μας υπενθυμίσει τις ανεκτίμητες αξίες της Ζωής, του Ανθρώπου, της Τέχνης. Προτάσσοντας μάλιστα την Τέχνη και θέτοντάς την «ΕΚΤΟΣ ΕΜΠΟΡΙΟΥ» δίνει ένα ιδιαίτερα συμβολικό αλλά και ουσιαστικό συνάμα μήνυμα στην Ελλάδα του σήμερα και στον αγωνιστή Λαό της. Δίνει την Ελπίδα προσωποποιημένη μέσα από ένα λυρικό, συναισθηματικό, ποιητικό παραλήρημα του γνωστού προσωπικού ύφους και ήθους της καταξιωμένης ποιήτριας Φαίδρας Ζαμπαθά-Παγουλάτου: «Μήπως ήρθες ν’ αναγγείλεις/έναν άλλο λοιμό,/να ρωτήσεις για τ αδέρφια σου/στη νεώτερη Ελλάδα/που σπαράζει,/Μύρτιδα;/Σ’ αρέσει τ’ όνομα/που σου χάρισαν το 2010 μ.χ;/Όταν σε συνάντησα,/ένας λυγμός μούκοψε την ανάσα/για το χαμό σου,/τη ζωή και το θάνατο/που διάβασα μέσα/στα εκφραστικά σου μάτια../Και πάνω στο μέτωπο σου/ολόκληρη η ιστορία/του Λαού μας./Καληνύχτα Μύρτιδα./Κοιμήσου ήρεμα/στο μέλλον μας»

Η ποιητική Συλλογή της Φ.Ζ.-Π. «Ταξιδεύοντας στο φως» έχει ένα ξεχωριστό, μεταφορικό νόημα που ακραγγίζει τη δύναμη του απαράμιλλου κάλλους της αρχαίας κλασικής αλλά και της νεοελληνικής Τέχνης, απογειώνεται, πετάει κι έρχεται τελικά να φωλιάσει στο ανεξάντλητο συναίσθημα που συνέχεια γεννά και εκτρέφει στους αιώνες τη Ζωή, την Ελπίδα , την Πίστη. Στον έρωτα, την πηγή της έμπνευσης και της ευτυχίας, στην αγάπη, την ζωοποιό δύναμη της Οικουμένης, στην αφοσίωση και το απόλυτο δόσιμο στους αγαπημένους μας.

Μικρό ως προς το δέμας (μόλις τέσσερα τυπογραφικά), αλλά μεγαλειώδες ως προς τη σύλληψη το νέο πόνημα της Φ.Ζ.-Π., αποτελείται από δύο μέρη:

Στο πρώτο, μέσα από την έμπειρη «εικαστική ματιά» της θωρούμε κι εμείς και υποκλινόμαστε στο μεγαλείο γνωστών έργων Τέχνης που άφησαν εποχή. Αρχής γενομένης από τον μικρό «Κούρο» της Αρχαιότητας, την «Πιετά» του Μιχαήλ Αγγέλου και το «φιλί» του Ροντέν, που κοσμεί και το εξώφυλλο, καταλήγει στον Γιώργο Φωκά και την «αξέχαστη» Νίκη Σταματοπούλου, σύγχρονους νεοέλληνες ζωγράφους που είχε την τύχη να συνδεθεί μαζί τους.

Στο β’ μέρος «Της καρδιάς και Του έρωτα» γευόμαστε ακριβώς τον καρπό στον οποίο μας προδιαθέτει ο τίτλος. Σε 54, ολιγόστιχα, κατά το πλείστον, ποιήματα, αρώματα σε μινιατούρες, συμπυκνωμένα νοήματα, συναισθήματα, ευχές και υποσχέσεις δίνουν μιαν άλλη διάσταση, ζωντανή πάντα και ανυπέρβλητη, στην επανειλημμένα εκφρασμένη από την ίδια την ποιήτρια ανάγκη της να ξορκίσει τη μοναξιά και να κλείσει την πληγή της απώλειας του αγαπημένου της μ’ έναν έντεχνο, λυρικό και στοχαστικό συνάμα λόγο και τρόπο.

Εύχομαι από καρδιάς κουράγιο στην ευαίσθητη αλλά δυνατή ψυχή της Φαίδρας και καλή συνέχεια στην εύστοχη και γλαφυρή πένα της.

Zamptha16