Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Ο δολοφόνος ζει ελεύθερος

Γράφει ο Κωνσταντίνος Δέδες //

Ποδόσφαιρο, το άθλημα που από τη γέννησή του ήταν μέρος της καθημερινότητας του λαού, των εργατών, των παιδιών, των λευκών, των έγχρωμων. Το άθλημα που απευθυνόταν σε όλους και όλες, ανεξαρτήτως ικανότητας, σώματος και ευστροφίας. Το άθλημα στο οποίο εδώ και αρκετά χρόνια έχει βρει καταφύγιο η πολιτική. Όχι η οποιαδήποτε πολιτική, αλλά αυτή του χρήματος, του ρατσισμού, της βίας και των συμφερόντων.

Κυρίες και κύριοι, φίλοι και εχθροί του (ελληνικού) ποδοσφαίρου, η εποχή που η ελληνική ομάδα της εργατικής τάξης αγωνιζόταν κόντρα σε αυτή της αριστοκρατικής, της χούντας, αποτελεί παρελθόν. Την εποχή όπου ο Νίκος Γόδας εκτελέστηκε φορώντας την φανέλα του Ολυμπιακού, τη θυμούνται ελάχιστοι και λίγοι είναι αυτοί που τη γνωρίζουν.

Η εποχή που η ομάδα από την Τοσκάνη έβρισκε απέναντί της αυτή του Μουσολίνι και αγωνιζόταν για την περηφάνια της, αποτελεί μια ξεθωριασμένη μνήμη στο μυαλό ενός ηλικιωμένου Ιταλού που αναπολεί και αυτός το κανονικό ποδόσφαιρο. Το ποδόσφαιρο που μπορούσε να διδάξει αξίες.

Όταν πανό με τη φράση ”No politica” εμφανίζονται σε μια εξέδρα, ένας επιχειρηματίας χαμογελά και ένας πολιτικός δεν μπορεί να πάρει ανάσα από τα γέλια. Μαζί γελούν και όσοι θυμούνται ή εχουν διαβάσει για την Ρεάλ του Φράνκο, τη Λάτσιο του Μουσολίνι και τις αντίστοιχες αντίπαλες ομάδες που βρισκόντουσαν ιδεολογικά απέναντί τους. Πλέον, οι κόντρες μεταξύ των ομάδων είναι περισσότερο οικονομικές, παρά ιδεολογικές. Οι ιδιοκτήτες των ομάδων καλύπτουν με το πέπλο του οπαδισμού το οικονομικό τους όφελος με τους φίλους του συλλόγου να γίνονται σημαντικά γρανάζια της επιχείρησης. Οι οπαδοί κατευθύνονται από τους «ηγέτες» τους πιστεύοντας πως λειτουργούν προς όφελος της ομάδας τους, χωρίς πολλές φορές να γνωρίζουν τι κάνουν και για πιο λόγο το κάνουν κάνοντας έτσι πιο εύκολο το έργο των ιδιοκτητών-επιχειρηματιών. Με το ίδιο σκεπτικό, λοιπόν, «επενδύοντας» στην ομάδα του χωριού μου, μπορώ και εγώ να γίνω δήμαρχος…

Κάθε ισχυρός επιχειρηματίας, είναι ιδιοκτήτης -πέραν της επιχείρησής του- μιας ποδοσφαιρικής ομάδας (κυρίως στην Ευρώπη όπου το άθλημα είναι πρώτο σε προτίμηση και δημοτικότητα). Αρκεί να κοιτάξει κανείς όλους τους μεγάλους συλλόγους στην Ελλάδα. Οι κόντρες μεταξύ των ιδιοκτητών, είναι οικονομικές, με λίγα λόγια, το πραγματικό πρόβλημα είναι οι επαγγελματικές τους σχέσεις ή μάλλον αυτές που δεν έχουν αφού τα συμφέροντά τους έρχονται σε σύγκρουση. Είναι εύκολο λοιπόν να κάνουν τον πόλεμό τους πίσω από εμβλήματα, πίσω από ομάδες που έχουν τεράστιο αριθμό υποστηρικτών που θα έκαναν τα πάντα για να προστατέψουν την ομάδα τους.

Το ποδόσφαιρο από ψυχαγωγία του απλού λαού, έχει γίνει επιχείρηση που στήνεται και οργανώνεται μέσα σε σουίτες, πίσω από μια οθόνη υπολογιστή που έχει ανοιχτό ένα παράθυρο με στοιχηματικά πονταρίσματα, με νεκρούς στο όνομα της ομάδας τους, σε οικονομικά σκάνδαλα, σε μικρούς χώρους που τα ρόπαλα και τα ναρκωτικά είναι το πρώτο που θα δει κανείς.

Κυρίες και κύριοι, φίλοι και εχθροί του (ελληνικού) ποδοσφαίρου, το άθλημα αυτό δεν είναι απλά στην εντατική όπως θέλουν να πιστεύουν κάποιοι. Το άθλημα αυτό είναι νεκρό και ο δολοφόνος (καπιταλισμός) ζει ελεύθερος.

Υ.Γ. Τα επεισόδια στο γήπεδο της Τούμπας, ήταν απλά μια ακόμη κλωτσιά στο ήδη άψυχο σώμα του ποδοσφαίρου και τίποτα παραπάνω.