Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Πέντε ακυκλοφόρητα τραγούδια του Βασίλη Κανιάρη

Ο Βασίλης Κανιάρης γεννήθηκε το 1962 στο Σούλι Κορινθίας. Είναι υπάλληλος στη Νομαρχία Κορινθίας. Το 1991 ίδρυσε τον ραδιοφωνικό σταθμό «ΝΕΟΛΑΙΑ FM 106.4», που λειτούργησε με έδρα την Κόρινθο έως το 2004, και συνεργάστηκε με κανιάρηςτον 90.2, με το περιοδικό «Δίφωνο» και με τη Λιάνα Κανέλλη. Έχει παρακολουθήσει σεμινάρια στιχουργικής από τον Μιχάλη Μπουρμπούλη. Έχει γράψει έως τώρα τους στίχους περίπου 150 τραγουδιών (15 είναι ήδη μελοποιημένα και σύντομα θα κυκλοφορήσουν). Έχει γράψει επίσης δύο μικρά θεατρικά έργα τα οποία έχουν παιχτεί σε Κόρινθο και Πάτρα. Ένα από τα λαϊκά του τραγούδια, «Το τρένο το νυχτερινό», περιλαμβάνεται στο δίσκο του Μανώλη Μητσιά «Ένα τσιγάρο κι ένας ψεύτης». Το 2010 κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις ΕΝΤΟΣ η ποιητική συλλογή «Οι αλεπούδες του Βερολίνου». Το 2013 κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις ΕΝΤΟΣ ο δίσκος «Χάλκινα φεγγάρια» με στίχους δικούς του που μελοποίησε ο Μανόλης Ανδρουλιδάκης. Τα τραγούδια ερμηνεύουν οι: Μαρία Δημητριάδη, Βασίλης Λέκκας, Γεράσιμος Ανδρεάτος, Πάνος Μπούσαλης

Σήμερα δημοσιεύουμε 5 τραγούδια του Βασίλη Κανιάρη. Το ένα εξ αυτών αφιερωμένο στους μαθητές από την Ημαθία που έχασαν τη ζωή τους στο τραγικό δυστύχημα στα Τέμπη, έχει μελοποιηθεί όπως και τα «Διολκος», «Επίδαυρος» και «Απόγευμα», αλλά δεν κυκλοφορήσανε ακόμη σε δίσκο. Το πέμπτο τραγούδι φέρει τον τίτλο «Τροία»

ΔΙΟΛΚΟΣ

Στο αρχαίο το λιμάνι
μες στον Κορινθιακό
είν΄ ένα παλιό καράβι
από τον Σαρωνικό.

Πριν από χιλιάδες χρόνια
πέταξε πάνω απ΄ το χώμα
κι είναι εδώ τα κόκαλα του
και αντέχουνε ακόμα.

Και ΄σύ τώρα μου υψώνεις
τη φωνή και μου φωνάζεις
ότι δεν υπάρχει δρόμος
και ερήμην με δικάζεις.

Από το μεγάλο κάστρο
απ΄ τον Ακροκόρινθο
φαίνεται το μονοπάτι
στον καιρό αμόλυντο.

Το ΄χει γράψει η Ιστορία
το θυμούνται κι οι γριές
τα καράβια πως γλιστρούσαν
Λέχαιο με Κεχριές.

Και ΄σύ τώρα μου υψώνεις
τη φωνή και μου φωνάζεις
ότι δεν υπάρχει ελπίδα
και ερήμην με δικάζεις.
————–
Ένας μόνο, από συμφέρον
κάπου ένας επίορκος
είπε: – «Δεν υπήρχε δρόμος,
δεν υπήρχε Δίολκος».
Απρίλιος 2013

ΕΠΙΔΑΥΡΟΣ

Είναι καιρός που ΄χω στο στόμα
ένα θανάσιμο φιλί
για των χειλιών σου το κογχύλι
το πορφυρό και το βαθύ.

Μα εδώ, δεν έχει έναν τόπο
για τη δική σου ομορφιά
και για τα δάση των μαλλιών σου
όταν ο Έρωτας φυσά.

Μόνο ένα βράδυ στην Επίδαυρο
αν τύχει και συναντηθούμε
μ΄ ένα φιλί από τα σπλάχνα μας
θ΄ άξιζε πια, να ξοδευτούμε

κι αφού τελειώσουνε οι «Πέρσες»
και νικηθούνε κατά κράτος
θα ΄μαστε δυο «πνιγμένα πλοία»
πέρα απ΄ της θάλασσας το πλάτος.

Σ΄ αυτόν τον τόπο που ΄ναι λίγος
μπρος στη δική σου ομορφιά
πες μου, ποια νύχτα να αντέξει
τα λυπημένα σου φιλιά;

Μόνο ένα βράδυ στην Επίδαυρο
αν τύχει και συναντηθούμε
μ΄ ένα φιλί από τα σπλάχνα μας
θ΄ άξιζε πια, να ξοδευτούμε

κι αφού τελειώσουνε οι «Πέρσες»
και νικηθούνε κατά-κράτος
θα ΄μαστε δυο «πνιγμένα πλοία»
πέρα απ΄ της θάλασσας το πλάτος.
Ιούνιος 2009

TO ΑΠΟΓΕΥΜΑ

Δεν είχα τίποτα ζηλέψει
μέχρι εκείνο το απόγευμα
που ήμουν μόνος μου στο σπίτι
μ΄ ένα αστείο κρυολόγημα.

Μια ανοιξιάτικη ημέρα
όταν, κοιτώντας προς το δρόμο
δύο παιδιά αγκαλιασμένα
είχαν τα χέρια τους στον ώμο.
…………
Πέσαν΄ τα μάτια μου στ΄ αγόρι
μόνο και μόνο απ΄ το μπλουζάκι
κι αυτό, μου κράτησε το βλέμμα
πάνω σ΄ αυτό το ζευγαράκι.

Ήταν το σώμα του λιγνό
όπως το σώμα το δικό μου
όταν κι εγώ, μικρό παιδί
έκανα τον περίπατό μου.

Ήτανε τόσο ντροπαλός
κι έτρεμαν τα μικρά του χέρια
όταν αγγίξανε δειλά
στα μάγουλά της, την κοπέλα

…και τότε, πρώτη του φορά
από το στόμα της κοπέλας του
στο δισκοπότηρο του αίματος
ήπιε «τον ήλιο του απογεύματος».
Μάιος 2009

«ο ήλιος του απογεύματος»,
στίχος του Κ. Καβάφη, 1919.

ΤΡΟΙΑ

H ζωή σου ναυάγιο·
σκόρπια ξύλα στο Λαύριο που η θάλασσα φέρνει·

αναρχία στο πέλαγο
κι ένα πλοίο υπέρβαρο η αγάπη μας γέρνει.

Η ζωή σου ναυάγιο·
άδειο πιάτο το αύριο Φ.Π.Α. κι αποδείξεις

κι έναν άνεμο ούριο
μέσ΄ στον Ίππο τον Δούρειο περιμένεις ν΄ ανοίξεις.

Με ορούς και μ΄ ενέσεις, με ρωτάς αν μ΄ αρέσεις.

Τα κεφάλια επίπεδα
κουρεμένα σαν γήπεδα απ΄ το ματς να μην λείψεις·

ραντεβού με ιώδια
Κυριακές- επεισόδια κι υποσχέσεις-προσλήψεις.

Κυανόκρανος πάντα
στο Ζαϊρ, στη Ρουάντα, στην Καμπούλ και στην Τροία

με σταυρούς κι οξυγόνα
υπηρέτησες χρόνια, το Χριστό και τον Δία.

Με ορούς και μ΄ ενέσεις, με ρωτάς αν μ΄ αρέσεις.
Φεβρουάριος 2008

ΤΑ ΤΕΜΠΗ

Κοιτώ με δέος πόσο βιαίως
αρπάζει ο άνεμος των δένδρων τον ανθό·
τα μάτια μ΄ άδεια· σε ποια λιβάδια
να τρέξω τώρα και σε ποιόν ωκεανό;

Mε χίλια ζόρια η παρηγόρια
μονάχη κι έρμη στης αβύσσου τα σκαλιά·
εφήβων χείλια κλειστά κογχύλια
χιλιοσπασμένα της αγάπης τα φτερά.

Κανείς δεν ξέρει με το ‘να χέρι
πότε η νύχτα θα σ’ αρπάξει απ΄ το λαιμό·
νά ‘σαι σταντ-μπάι κι όπου σε πάει
θα ‘ναι να ξέρεις το ταξίδι το στερνό.

Τώρα στα Τέμπη κραυγές εκπέμπει
κοινός ο νους στο Σώμα Ελλήνων Οδηγών·
όμως του κάκου και στο ‘πα, άκου:
τ’ ασημικά μας, είν’ τα μάτια των παιδιών.

Μα, ήρθε ο Τέως· ο οδηγός εκρίθη προφυλακιστέος
και στην κοιλάδα ρέει το γάργαρο νερό.
Απρίλιος 2003