Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Παραλαμβάνουμε την κληρονομιά τους και συνεχίζουμε πάντα μπροστά…

ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΤΗΣ ΚΕ ΤΟΥ ΚΚΕ ΣΤΗ ΓΥΑΡΟ

«Μπρος για τη νίκη, για το Κόμμα πάντα εμπρός…»

Με αυτό το τραγούδι να μας συντροφεύει αντικρίζουμε τη Γυάρο… μετά από 4 ώρες ενός κουραστικού ταξιδιού, μια μάχη με τα κύματα με κόντρα τον καιρό. Οι κόκκινες σημαίες υψώνονται. Καθένας προσπαθεί να δει, να αντιληφθεί πώς είναι τούτο το νησί, που το ονόμασαν θανατονήσι, που από τα χώματά του πέρασαν πάνω από 25000 κομμουνιστές και άλλοι αγωνιστές στα 21 χρόνια λειτουργίας του.

Γυάρος μνημείο

«Ποιος όρμος να είναι αυτός; Πού να βρίσκεται η συκιά;». Ακούμε να αναρωτιούνται νεολαίοι που έδωσαν το παρών στην εκδήλωση.

«Να σε λίγο θα δεις πού ήταν οι σκηνές μας. Όλη η πλαγιά ήταν γεμάτη σκηνές»! Λέει συγκινημένα ένας σύντροφος που ήταν εξόριστος, κατά τη διάρκεια της 7ετίας.

«Και εμένα από εδώ πέρασε ο παππούς μου. Ήρθαμε κι εμείς να περπατήσουμε σε αυτά τα μέρη. Να τιμήσουμε όλους όσοι κράτησαν ψηλά τη σημαία όλα αυτά τα χρόνια. Και τώρα η σκυτάλη περνά στα δικά μας χέρια. Τι σημαίνει αυτό; Να σταθούμε αντάξιοι…».

Και πατήσαμε στη Γυάρο. Για πρώτη φορά μετά το 1974 το νησί γεμίζει ξανά κόσμο. Κόσμο που έρχεται αυτή τη φορά να εκπληρώσει ένα χρέος, να τιμήσει όλους αυτούς τους αλύγιστους της ταξικής πάλης. Κοκκινίζει ξανά όχι όμως από το αίμα των νεκρών και των βασανισμένων, κοκκινίζει από ζωή και όχι από θάνατο!

Η ησυχία που απλώθηκε, το διστακτικό περπάτημά μας, όλα μαρτυρούν την τεράστια συγκίνηση, τον τεράστιο σεβασμό στους χιλιάδες που εξορίστηκαν και φυλακίστηκαν, αλλά και στο  Κόμμα, που κάτω από «τις σημαίες του τις διάτρητες από τις σφαίρες, στα πεδία των μαχών» ανέδειξε τέτοιους λαϊκούς αγωνιστές, όπως είχαν γράψει και οι κρατούμενοι της Γιούρας για τα 40χρονα του ΚΚΕ. Η «βουβή» πορεία ξεκινά, για να ανηφορίσει προς τον τόπο της εκδήλωσης. Και οι κόκκινες σημαίες ανεβαίνουν πιο ψηλά και το σύνθημα «ένας αιώνας αγώνας και θυσία το ΚΚΕ στην πρωτοπορία» στέλνει το δικό του μήνυμα.

«Τιμή και δόξα στους αλύγιστους της Γυάρου.
Είμαστε εδώ δεν σας ξεχνάμε!
Η αντοχή σας, το παράδειγμά σας είναι οδηγός τιμής και δράσης».

Με αυτά τα λόγια να ακούγονται από τα μεγάφωνα φτάνουμε στο χώρο της εκδήλωσης. Από τη μια μεριά στέκει το τεράστιο κτίριο των φυλακών, το μεγαλύτερο, ακόμα κτίριο των Κυκλάδων. Χτίστηκε στα χρόνια 1947 – 1952 και ολοκληρώθηκε το 1955 με την καταναγκαστική εργασία των κρατούμενων. Από την άλλη, σαν αντιδιαστολή, δεσπόζει το Μνημείο που έστησε το ΚΚΕ, η «Ρωγμή» που μνημονεύει ότι οι αγώνες και οι θυσίες δεν πάνε χαμένες, αλλά μπαίνουν σφήνα στο άδικο σύστημα. Μια αντίθεση απερίγραπτη και ατέλειωτη ανάμεσα στο παλιό σκουριασμένο και σάπιο και το νέο που γεννιέται.

Περιδιαβαίνουμε στο χώρο.
Άλλοι προσπαθούν να δουν μέσα, στο κλειστό κτίριο των φυλακών.

Άλλοι κοιτάνε προσεχτικά το Μνημείο. Περιηγούνται στο εσωτερικό του. Πράγματι, ο εσωτερικός πετρόχτιστος τοίχος δημιουργεί ένταση και υποβάλλει τον επισκέπτη στο αφιλόξενο περιβάλλον της φυλακής. Οι ανοξείδωτες σφήνες που τόσο λάμπουν, δημιουργούν αντίθεση με το κύριο «σώμα» του Μνημείου, που έχει το χρώμα της σκουριάς. Η συγκίνηση γίνεται ακόμα πιο έκδηλη, όταν κανείς διαβάζει τα ονόματα των νεκρών που αναγράφονται στις εξωτερικές πλάκες, αυτούς που πέθαναν στο νησί, αλλά και αυτούς που άφησαν την τελευταία τους πνοή κατά τη μεταφορά τους προς τη Σύρο, γιατί δεν ήθελαν να καταγράφονται θάνατοι στο νησί. Και η μαρτυρία του Γιάννη Κατσαντώνη, κρατούμενου στη Γυάρου, ζωντανεύει εκείνες τις μέρες: «Δύο χιλιάδες εφτακόσιες μέρες σ’ αυτό το νησί του διαβόλου, εννιά μίλια ανατολικά από τη Σύρο, άγονο, άνυδρο με μόνους κατοίκους τους αρουραίους, τους σκορπιούς, τα γαϊδουράγκαθα, να σε δέρνει μερόνυχτα εκείνος ο δαιμονισμένος άνεμος, να σε τυφλώνει η αντάρα του αγριεμένου πελάγου…». Κάποιοι σύντροφοι κρατάνε τη φωτογραφία εξόριστου συγγενή τους. Σαν να είναι και αυτός «παρών» σε αυτή τη μεγάλη εκδήλωση τιμής.

Άλλους δεν τους βαστάνε τα πόδια τους, οι μνήμες τους και στέκονται στα χαλάσματα και απλά θυμούνται. «Εδώ, είχαν και τον αδερφό μου και τον άντρα μου στη χούντα. Γέννησε η γυναίκα του αδερφού μου, όταν τον είχαν στη Γυάρο, το παιδί το πρωτοείδε, παλικαράκι, στη Λέρο…».

Και αυτοί που δεν βρίσκονται πια σαν φυσική παρουσία; Βρίσκονται και αυτοί μαζί μας, τους κουβαλάμε μέσα μας. Το παράδειγμά τους είναι ζωντανό.

Γυάρος μνημείο

Σε αυτό το Μνημείο μπροστά δίνουμε όρκο ότι η θυσία τους δεν πήγε χαμένη. Παραλαμβάνουμε την κληρονομιά τους και συνεχίζουμε πάντα μπροστά.