Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Πυρηνικός Πόλεμος: Η Ανθρωπότητα στην κόψη του ξυραφιού (και πάλι) 

Στις 21 Ιουνίου 2024, η διεθνής  οργάνωση  για τον πυρηνικό αφοπλισμό Pugwash εξέφρασε την  ανησυχία  της για τη σταδιακή  κλιμάκωση των εκατέρωθεν απειλών μεταξύ των δύο κυριών κατόχων πυρηνικού οπλοστασίου, της Ρωσίας και του ΝΑΤΟ (ΗΠΑ, Μ. Βρετανία και Γαλλία). Στην ανακοίνωση της Pugwash έγινε ιδιαίτερη αναφορά και στη στάση διαφόρων πολιτικών από το Ισραήλ και τις  ΗΠΑ που φτάνουν να προτείνουν πυρηνική καταστροφή της Λωρίδας της Γάζας. Σύμφωνα με την οργάνωση, ο ενδεχόμενος κίνδυνος ενός  πυρηνικού πολέμου είναι πολύ μεγαλύτερος σε σχέση με το πρόσφατο παρελθόν. 

Μετά το ξέσπασμα του πολέμου στην Ουκρανία πριν από δυόμισι και πλέον χρόνια, που  πρόκειται ουσιαστικά για σύρραξη μεταξύ Ρωσίας και ΗΠΑ-ΝΑΤΟ στο Ουκρανικό έδαφος,  και τα  δύο αντίπαλα μέρη  έχουν πυκνώσει  τις έμμεσες  και άμεσες αναφορές για ενδεχόμενη προσφυγή  στα πυρηνικά τους  οπλοστάσια.  

Έχουμε  δηλώσεις  εκπροσώπων της Ρωσικής κυβέρνησης και του Ρώσου Προέδρου Πούτιν,  ότι σε περίπτωση απειλής της εδαφικής ακεραιότητας της Ρωσίας η χρήση τακτικών πυρηνικών όπλων θα ήταν μια επιλογή για την άμυνά της. Επίσης, από  την πλευρά του ΝΑΤΟ είναι  ολοένα και συχνότερες  οι αναφορές  για  πυρηνική εμπλοκή. 

Μάλιστα, στις 12 Ιουνίου 2024, ο  Γεν. Γραμματέας Στόλτενμπεργκ  ανακοίνωσε εκτεταμένο εκσυγχρονισμό του πυρηνικού οπλοστασίου της Συμμαχίας και εκπόνηση νέου σχεδιασμού για πυρηνική δράση, βάζοντας στο στόχαστρο όχι μόνο τη Ρωσία αλλά και την Κίνα. Με ιδιαίτερη ικανοποίηση ανακοινώθηκε, επίσης, ότι  η Ολλανδική στρατιωτική αεροπορία ολοκλήρωσε επιτυχώς το σχέδιο σύμφωνα με το οποίο  τα αεροσκάφη F-35 θα μπορούν να φέρουν πυρηνικά όπλα, σε αντικατάσταση των παλαιοτέρων F-16. Θέματα τα οποία ουδόλως καλύφθηκαν όπως θα έπρεπε, αναλόγως της βαρύτητάς τους, από τα εγχώρια μέσα ενημέρωσης. 

Από τα μέσα της δεκαετίας του 1950, όταν οι ΗΠΑ έχασαν την πρωτοκαθεδρία και το σημαντικό προβάδισμα στην ανάπτυξη και κατοχή των πυρηνικών όπλων,  μέχρι το 1991 επικράτησε μια κατάσταση που χαρακτηριζόταν από μια εύγλωττα μακάβρια ορολογία ως «Αμοιβαία Εξασφαλισμένη Καταστροφή» (MAD, «Mutually Assured Destruction»). Τούτη ήταν απόρροια τής  ντε φάκτο  ισορροπίας και ισοδυναμίας των  πυρηνικών δυνατοτήτων και οδηγούσε σε αμοιβαίο κλείδωμα στόχων από τις ΗΠΑ και την ΕΣΣΔ. Την τελευταία δεκαετία, ιδιαίτερα, το κυρίαρχο δόγμα στον στρατηγικό σχεδιασμό των ΗΠΑ είναι η  επίτευξη πυρηνικής υπεροχής, μέσω διαδοχικών συγκλινουσών πρωτοβουλιών, οι οποίες εντούτοις δεν έχουν λάβει τη δέουσα προσοχή και δημοσιότητα από τα διεθνή μμε, για να μη μιλήσουμε για τα ελληνικά. Σ’ αυτό το στρατηγικό πλαίσιο εντάσσεται ο μεγαλεπήβολος σχεδιασμός για τον εκσυγχρονισμό του πυρηνικού οπλοστασίου των ΗΠΑ που ανακοινώθηκε επί προεδρίας Ομπάμα -και είναι σε ισχύ- με τριακονταετή διάρκεια και κόστος 1 τρισ. δολάρια, το οποίο στη συνέχεια αναπροσαρμόστηκε στην τρέχουσα  εκτίμηση του 1,7 τρισ. δολαρίων.   

Στο μεταξύ, το 2023, οι εννιά χώρες του πλανήτη που κατέχουν πυρηνικά όπλα διέθεσαν για το πυρηνικό τους οπλοστάσιο 91,4 δισ. δολάρια. Περισσότερα από τα μισά  ξόδεψαν μόνες τους οι ΗΠΑ (51,5 δισ. δολάρια).   

Σύμφωνα με τα στοιχεία για το 2024 που αφορούν τον αριθμό των πυρηνικών όπλων, οι ΗΠΑ και η Ρωσία μοιράζονται σχεδόν εξίσου το 90% των υπαρχόντων δώδεκα χιλιάδων πυρηνικών κεφαλών. Ο συνολικός αριθμός τους είναι σαφώς μειωμένος σε σχέση με τη δεκαετία του 1980, όταν υπήρχαν περίπου εβδομήντα χιλιάδες πυρηνικές κεφαλές. Σε κάθε περίπτωση, ένα σημαντικό  ποσοστό πυρηνικών κεφαλών είναι σε ετοιμότητα. Τα λεγόμενα τακτικά πυρηνικά όπλα γενικά δεν υπόκεινται στους όρους ελέγχου των διεθνών συνθηκών και σε ακριβή καταμέτρηση. 

Ως τακτικά είθισται να ορίζονται πυρηνικά όπλα μικρής εμβέλειας και με ισχύ ίση με ένα μικρό κλάσμα της ισχύος της  βόμβας που έπληξε τη Χιροσίμα.  Διαφαίνεται εντούτοις η προσπάθεια να διαδοθεί στο ευρύ κοινό η άποψη ότι τα τακτικά πυρηνικά όπλα είναι σχετικά «αθώα», ότι είναι παρόμοιας καταστρεπτικής ισχύος με τα  ισχυρά συμβατικά, παραβλέποντας ή αποσιωπώντας τις μεσοπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες συνέπειες από τη ραδιενέργεια που θα εκλυθεί. Ακόμη περισσότερο, δεν αναφέρεται ή υποβαθμίζεται ο σοβαρός κίνδυνος  ότι ενδεχόμενη  χρήση τακτικών πυρηνικών όπλων θα οδηγήσει ταχύτατα σε κλιμάκωση με ενεργοποίηση του στρατηγικού πυρηνικού οπλοστασίου των εμπλεκόμενων δυνάμεων.  

Ειδικοί επιστήμονες του Πανεπιστημίου του Πρίνστον, χρησιμοποιώντας πραγματικά στοιχεία για τα πυρηνικά οπλοστάσια των ΗΠΑ-ΝΑΤΟ και Ρωσίας, έκαναν προσομοίωση μιας στρατιωτικής σύγκρουσης, στην οποία κάποια στιγμή αποφασίζεται, από έναν από τους δύο αντιπάλους, ένα πλήγμα με τακτικό πυρηνικό βλήμα.  Σύμφωνα με ένα πολύ πιθανό σενάριο, τούτο θα έχει ως συνέπεια ότι  σε ελάχιστες ώρες θα υπάρξουν περισσότερες από 90 εκ. άμεσες ανθρώπινες απώλειες. Ως άμεσες ορίζονται εδώ οι απώλειες (σε νεκρούς και τραυματίες) που  οφείλονται αποκλειστικά και μόνο  στις πυρηνικές εκρήξεις αυτές καθεαυτές, χωρίς να υπολογίζονται οι πολλαπλάσιες σε αριθμό ανθρώπινες απώλειες και οι ανυπολόγιστες καταστροφές  στον πολιτισμό, στο περιβάλλον και σε όλες τις μορφές ζωής που θα προκληθούν από τις μεσοπρόθεσμες  συνέπειες από τις πυρηνικές εκρήξεις, καθώς και από τον πυρηνικό χειμώνα που θα ακολουθήσει. 

Η προσομοίωση των επιστημόνων του Πρίνστον παρουσιάζεται συνοπτικά  σε ένα πολύ  παραστατικό βίντεο.  Το σενάριο εξελίσσεται ως εξής:  Στο πλαίσιο της σύγκρουσης με συμβατικά όπλα, η Ρωσία απειλούμενη από επίθεση των δυνάμεων του ΝΑΤΟ εξαπολύει μια προειδοποιητική πυρηνική βολή από το Καλίνινγκραντ προς μια Ευρωπαϊκή βάση του ΝΑΤΟ. Σε απάντηση, το ΝΑΤΟ διατάζει μία αεροπορική επίθεση με τακτικά πυρηνικά όπλα.   Καθώς η κατάσταση έχει διαβεί το κατώφλι της πυρηνικής σύγκρουσης, η Ρωσία χρησιμοποιεί 300 πυρηνικές κεφαλές με αεροπλάνα και πυραύλους μικρού βεληνεκούς για να πλήξει βάσεις του ΝΑΤΟ στην Ευρώπη και τις προκεχωρημένες νατοϊκές δυνάμεις. Το ΝΑΤΟ απαντά με αεροπορικές ρίψεις 180 τακτικών πυρηνικών βλημάτων.  Εκτιμώμενες απώλειες σε διάστημα τριών ωρών: 2.6 εκ. θύματα. Με τις νατοϊκές ευρωπαϊκές δυνάμεις ευρισκόμενες σε αδυναμία, το ΝΑΤΟ  διατάζει στρατηγικό πυρηνικό πλήγμα με 600 πυρηνικές κεφαλές  από το έδαφος των ΗΠΑ προς Ρωσικές πυρηνικές βάσεις. Η Ρωσία, πριν χάσει την επιχειρησιακή της ικανότητα,  απαντά με πυραύλους από αυτοκινούμενα μέσα και υποβρύχια. Εκτιμώμενες απώλειες σε 45 λεπτά: 3.4 εκ. θύματα. Με σκοπό την αποτροπή της ανάκαμψης της αντίπαλης πλευράς, ΝΑΤΟ και Ρωσία εξαπολύουν πυρηνικά πλήγματα σε 30 από τα μεγαλύτερα αστικά κέντρα εκατέρωθεν. Εκτιμώμενες απώλειες σε 45 λεπτά:   85.3 εκ. θύματα

Με ένα διαδραστικό πρόγραμμα που βρίσκεται στην ιστοσελίδα NUKEMAP δίνεται η ευκαιρία, στη βάση ρεαλιστικών δεδομένων και εκτιμήσεων,  να διαπιστωθούν οι συνέπειες από τη χρήση  πυρηνικών οπλικών συστημάτων πάνω σε διάφορες πόλεις και περιοχές του πλανήτη. Mπορούμε, λόγου χάρη,  να πάρουμε μια ιδέα σχετικά με το εύρος των καταστροφών και τις άμεσες ανθρώπινες απώλειες από την έκρηξη μιας τακτικής πυρηνικής βόμβας, με ισχύ ίση με το 5% της βόμβας που έπληξε τη Χιροσίμα, ας πούμε ενός κιλοτόνου, εάν αυτή πλήξει μια περιοχή της χώρας μας όπου βρίσκεται μια νατοϊκή βάση.    

Ο Τρούμαν στο ραδιοφωνικό διάγγελμα προς τον Αμερικανικό λαό, μετά τη  δεύτερη αμερικανική ατομική βόμβα στις 9 Αυγούστου 1945 στο Ναγκασάκι, ευχαριστούσε τον Θεό που έδωσε τη βόμβα στις ΗΠΑ και όχι στους εχθρούς της. Κι επειδή, ως είθισται,  οι πρόεδροι των ΗΠΑ  επιδεικνύουν την πίστη τους και την προνομιακή σχέση που έχουν με τον θεό και τις βουλήσεις του,  ο Τρούμαν συνέχισε έτσι: 

«Και προσευχόμαστε ώστε Αυτός να μας καθοδηγήσει πώς να τη χρησιμοποιήσουμε στο δρόμο Του και για τους σκοπούς του». 

Ο Πιερ Κιουρί, στη διάλεξη του για την απονομή του βραβείου Νόμπελ φυσικής για το έτος 1903 – βραβείο που μοιράστηκε  με τη Μαρί Σκοντόβσκα Κιουρί και τον Αντουάν Ανρί Μπεκερέλ για την έρευνα των φαινομένων της ραδιενέργειας – αναφερόμενος στις νέες ανακαλύψεις, είχε προειδοποιήσει: 

«Μπορεί ακόμη να σκεφτεί κανείς  ότι το ράδιο θα μπορούσε να γίνει πολύ επικίνδυνο σε εγκληματικά χέρια, κι εδώ τίθεται το ερώτημα εάν το ανθρώπινο είδος ευεργετείται από τη γνώση των μυστικών της φύσης […].»  

Ο Πιερ Κιουρί έπεσε διάνα, σαράντα χρόνια πριν τη Χιροσίμα και το Ναγκασάκι,  για την επικινδυνότητα της ραδιενέργειας αν βρεθεί σε εγκληματικά χέρια. 

Όσο για το ερώτημά που έθεσε ο Κιουρί, η απάντηση που ο ίδιος έδωσε στη διάλεξη του ήταν αισιόδοξη,  δηλαδή  ότι από τη νέα τότε ανακάλυψη της ραδιενέργειας η ανθρωπότητα θα απολάμβανε μεγαλύτερα καλά από κακά. Περιττό να προσθέσουμε ότι το ερώτημα παραμένει ακόμη ανοικτό.       

  Σημειώσεις

– Η Pugwash (για την ακρίβεια Pugwash Conferences on Science and World Affairs) γεννήθηκε ως συνέχεια του μανιφέστου Ράσελ-Αϊνστάιν (1955). Το μανιφέστο αυτό συντάχτηκε και υπογράφτηκε  από τον μαθηματικό και φιλόσοφο Μπέρναρντ Ράσελ  και δέκα επιστήμονες, οκτώ από τους οποίους είχαν βραβευτεί ή θα βραβεύονταν κατόπιν με Νόμπελ.   Το ντοκουμέντο, προειδοποιούσε ότι σε περίπτωση νέας παγκόσμιας σύρραξης αυτή θα πάρει τη μορφή ενός πυρηνικού πολέμου και δεν θα είναι μόνο πόλεις ή χώρες που  θα υποστούν  τις καταστροφικές συνέπειες, αλλά θα σβηστεί το ίδιο  το μέλλον της ανθρωπότητας και της ζωής στον πλανήτη.

Η οργάνωση Pugwash  προσφέρεται ως πλατφόρμα  για τον διάλογο μεταξύ  επιστημόνων που προέρχονται από χώρες που διαθέτουν πυρηνικό οπλοστάσιο, για τη διαμεσολάβηση σε διαπραγματεύσεις, ενώ  απώτερη αποστολή της  είναι ο πυρηνικός αφοπλισμός και η απαγόρευση των όπλων μαζικής καταστροφής.    

Ο Γιούζεφ Ρότμπλατ (Józef Rotblat, 1908-2005), Πολωνο-εβραίος φυσικός που μετανάστευσε στη Μ. Βρετανία το 1939,   ήταν ένας από τους συνυπογράφοντες το μανιφέστο Ράσελ-Αϊνστάιν και ιδρυτής της Pugwash (βραβείο Νόμπελ για την Ειρήνη 1995). Ήταν μέλος του βρετανικού προγράμματος για την ατομική βόμβα και στις αρχές του 1944  μετέβη στο Λος Άλαμος για να δουλέψει στο Σχέδιο Μανχάταν.  Ήταν  ο μοναδικός επιστήμονας του σχεδίου Μανχάταν που παραιτήθηκε από τα καθήκοντά του για λόγους συνείδησης. Αυτό συνέβη  στα τέλη του 1944, όταν έγινε γνωστό  ότι η ναζιστική Γερμανία σε καμιά περίπτωση δεν ήταν σε θέση να απειλήσει με πυρηνική επίθεση. 

– Το συνολικό κόστος του Σχεδίου Μανχάταν ανήλθε σε 2 δισ. δολάρια της εποχής,  ποσό που  αντιστοιχεί  σε 35 δισ. δολάρια περίπου  σε τρέχουσες τιμές. Για να έχουμε ένα μέτρο σύγκρισης, οι συνολικές δαπάνες των ΗΠΑ στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο άγγιξαν τα 300 δισ. δολάρια σε τιμές του 1945. Στα πλαίσια του Σχεδίου Μανχάταν απασχολήθηκαν 150 χιλιάδες προσωπικό: επιστήμονες, μηχανικοί, τεχνικοί, και εργαζόμενοι που στη συντριπτική τους πλειοψηφία αγνοούσαν τον σκοπό των εργασιών στις οποίες έπαιρναν μέρος. Επίσης,  εντάχτηκαν σε αυτό δεκάδες πανεπιστήμια και ιδιωτικές εταιρείες, μεταξύ των οποίων κολοσσοί όπως η DuPont, και κατασκευάστηκαν -σε χρόνο ρεκόρ μέσα στο 1943 και στις αρχές του 1944- εργοστάσια γιγαντιαίων διαστάσεων για τον διαχωρισμό και την παραγωγή των ποσοτήτων ουρανίου (του ισοτόπου U-235)  και πλουτωνίου που απαιτούνταν ως σχάσιμο υλικό στις ατομικές βόμβες.

– Αντί για εναλλακτικές προσεγγίσεις, λύσεις και επιλογές για την παράδοση της Ιαπωνίας, όπως ήταν  για παράδειγμα  οι προβληματισμοί και οι προτάσεις  από μερίδα επιστημόνων του Σχεδίου Μανχάταν που ετοίμασαν την Έκθεση Φρανκ (Franck Report) και το κείμενο για συλλογή υπογραφών από τον Λέο Σίλαρντ (Szilard petition), με σκοπό να αποφευχθούν τα πυρηνικά πλήγματα σε κατοικημένες περιοχές,  η ηγεσία των ΗΠΑ έκρινε ότι τα δύο μαζικά εγκλήματα πολέμου, τα οποία προξένησαν σύμφωνα με τις πιο συντηρητικές εκτιμήσεις  200 χιλιάδες νεκρούς και τραυματίες στη Χιροσίμα και το Ναγκασάκι,  θα μπορούσαν να δικαιολογηθούν  στην αμερικάνικη και την παγκόσμια κοινή γνώμη καθώς και στην ιστορική μνήμη με τη διάδοση  έωλων και εν πολλοίς κατασκευασμένων εκ των  υστέρων εικασιών σχετικά με το αντιστάθμισμα των ζωών Αμερικανών στρατιωτών από το θάνατο αμάχων Ιαπώνων πολιτών (αλλά και αιχμαλώτων πολέμου και χιλιάδων Κορεατών εργατών που βρίσκονταν σε καθεστώς καταναγκαστικής εργασίας στις δύο πληγείσες Ιαπωνικές πόλεις).

Βάσιμο συμπέρασμα της ιστορικής έρευνας είναι ότι η πυρηνική επίθεση ενάντια στην  Ιαπωνία  δεν αποσκοπούσε στην τελευταία στρατιωτική ενέργεια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, αλλά στην πρώτη  πολιτική πράξη του Ψυχρού Πολέμου.    

Π.Δ.