Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Ριζοσπάστης Σ/Κ 3-4 Σεπτέμβρη: Ένα χρόνος χωρίς το Μίκη

Συγκινητικά ντοκουμέντα στο ιστορικό κελί του Μίκη στον Ωρωπό

Με ντοκουμέντα του αντιδικτατορικού αγώνα από το Αρχείο του ΚΚΕ είναι πλέον «στολισμένο» το ιστορικό κελί του Μίκη Θεοδωράκη στις πρώην φυλακές του Ωρωπού, εκεί όπου κρατήθηκε από τον Οκτώβρη του 1969 μέχρι τον Απρίλη του 1970.

Τα ντοκουμέντα περιλαμβάνουν ανατυπώσεις από επιστολές κρατουμένων, αφίσες και τρικάκια του ΚΚΕ και της ΚΝΕ από την περίοδο της δικτατορίας, φωτογραφίες και ντοκουμέντα που συνδέονται με την εξέγερση του Πολυτεχνείου κ.ά. Οι ανατυπώσεις αυτές δωρίστηκαν από το Κόμμα στον δήμο Ωρωπού, για να παραμείνουν και να αξιοποιηθούν στον χώρο με τον οποίο συνδέονται ιστορικά, προσβάσιμες στο κοινό.

Επιστολές του Μίκη από τον Ωρωπό

Ανάμεσα στις ανατυπώσεις ξεχώρισε ένα χειρόγραφο μήνυμα του ίδιου του Μίκη Θεοδωράκη, που το έγραψε τον Δεκέμβρη του 1969 από τον Ωρωπό και στο οποίο κάνει έκκληση για την απελευθέρωση των πολιτικών κρατούμενων. Αφού πρώτα μιλάει για τα Χριστούγεννα που έρχονται και για τα παιδιά που χαρούμενα θα μαζεύονται κάτω από τα στολίδια των χριστουγεννιάτικων δέντρων, θυμίζει ότι κάποια παιδιά, τα παιδιά των πολιτικών κρατουμένων, θα μείνουν για άλλη μια χρονιά μακριά από τους γονείς τους. Και συνεχίζει χαρακτηριστικά:

«Ομως σε τούτο τον τόπο ποτέ δεν κόπηκε στη μέση το τραγούδι. Η τυραννία δεν τρόμαξε ποτέ τον λαό μας. Ούτε στιγμή δεν κλονίστηκε η πίστη μας σ’ Αυτόν, που είμαστε ένα κομμάτι απ’ τη σάρκα του. Ετσι και τώρα πιστεύουμε ότι η λευτεριά μας βρίσκεται στα χέρια του, και είμαστε βέβαιοι πως με τον αγώνα του θα μας αποσπάσει για μια ακόμα φορά απ’ τα νύχια του τυράννου και θα κάνει να ξανακουστεί θριαμβικά πάνω απ’ τη χώρα το τραγούδι της λευτεριάς. Με τούτη την πίστη και την καρδιά ζεστή απ’ το όραμα μιας Ελλάδας λεύτερης και δημοκρατικής, απευθύνουμε τις ευχές μας για την ευτυχία που αξίζει και καλούμε όλους τους Ελληνες και Ελληνίδες, όλους τους τίμιους και ελεύθερους ανθρώπους της Γης να αξιώσουν την κατάλυση της τυραννίας, την αποκατάσταση της λευτεριάς και δημοκρατίας στη χώρα μας. Να απαιτήσουν αποφασιστικά την απελευθέρωσή μας».

Η κινητοποίηση που υπήρχε στο εσωτερικό της χώρας αλλά και διεθνώς για την απελευθέρωση των πολιτικών κρατουμένων της χούντας ήταν μεγάλη. Είναι χαρακτηριστικά γι’ αυτό το τρικάκι του ΚΚΕ για «Λευτεριά στους πολιτικούς κρατούμενους» και η αφίσα της ΚΝΕ του 1969 με το αίτημα για «Γενική πολιτική αμνηστία στην Ελλάδα», γραμμένο σε τέσσερις γλώσσες, που επίσης εκτέθηκαν στις ανατυπώσεις, μαζί και με άλλα τρικάκια με αιτήματα και καλέσματα του αντιδικτατορικού αγώνα.

Ο Δ. Κουτσούμπας στο κελί που ήταν κρατούμενος ο Μίκης Θεοδωράκης

Η διεθνής απήχηση που είχε αυτό το αίτημα αντανακλάται έντονα στις πρωτοβουλίες και στις δράσεις αλληλεγγύης που οργανώνονται ειδικά για τον Μίκη Θεοδωράκη, ο οποίος ήταν ήδη διεθνώς καταξιωμένος δημιουργός. Ετσι, κατά τη διάρκεια της κράτησης – φυλάκισής του, στο εξωτερικό αναπτύσσεται ένα κίνημα αλληλεγγύης για την απελευθέρωσή του, με εκατοντάδες μεγάλες προσωπικότητες των Γραμμάτων και των Τεχνών σε ΗΠΑ και Ευρώπη να συστήνουν επιτροπές, να μαζεύουν υπογραφές και να εκδίδουν ψηφίσματα. Στη Σοβιετική Ενωση το κάλεσμα για τη δημιουργία μιας διεθνούς καλλιτεχνικής επιτροπής απελευθέρωσης του Μίκη Θεοδωράκη φέρει την υπογραφή των συνθετών Ντμίτρι Σοστακόβιτς και Αράμ Χατσατουριάν. Σε αυτούς ο Μίκης απάντησε με ευχαριστήρια επιστολή μέσα από το κελί του στον Ωρωπό, και η επιστολή αυτή ήταν επίσης ανάμεσα στα ντοκουμέντα που εκτέθηκαν από το Αρχείο του ΚΚΕ. Τους έγραφε ο Μίκης:

«Ακριβοί, πολυσέβαστοι φίλοι

Από το σκοτεινό κελί της φυλακής σάς στέλνω τη θερμή και μεγάλη ευγνωμοσύνη. Επιτρέψτε μου να θεωρήσω την ευγενική πρωτοβουλία σας σαν σημαντική και πολύτιμη υποστήριξη όλων των πολιτικών δεσμωτών της χούντας, όλου του καταπιεζόμενου ελληνικού λαού.
Εγώ είμαι δυο φορές χαρούμενος και περήφανος που στη σκληρή μας πάλη για την ελευθερία και τη δημοκρατία βρίσκονται μαζί μας τέτοιοι μεγάλοι καλλιτέχνες σαν και σας, τους οποίους θαυμάζω, και τέτοιος μεγάλος λαός σαν τον σοβιετικό λαό, τον ακούραστο υπερασπιστή της ειρήνης σ’ όλο τον κόσμο και της ελευθερίας των λαών.
Με την πιο θερμή ευγνωμοσύνη και την εγκάρδια αναγνώριση

Μ. Θεοδωράκης».

Άλλες επιστολές και ντοκουμέντα

Παράλληλα εκτέθηκαν ντοκουμέντα που είναι ενδεικτικά για το κλίμα της εποχής, τις συνθήκες στις φυλακές, αλλά και το μαχητικό αγωνιστικό πνεύμα των κρατουμένων.

Χαρακτηριστική είναι η αναφορά που εκτέθηκε από τον Χαρίλαο Φλωράκη, ο οποίος ήταν επίσης κρατούμενος στον Ωρωπό και απευθυνόταν προς τη διεύθυνση του στρατοπέδου στις 25 Μάρτη 1971, με αφορμή την επέτειο της Ελληνικής Επανάστασης, όπου μεταξύ άλλων σημείωνε:

«Εμείς οι κρατούμενοι στο στρατόπεδο Ωρωπού, που αγωνιστήκαμε για την ανεξαρτησία της πατρίδας μας, για τη δημοκρατία, την ειρήνη και την πρόοδο της χώρας, θεωρούμε χρέος μας να τιμήσουμε τη σημερινή 150ή επέτειο του ’21 με την έκφραση της αντίθεσής μας προς τη σημερινή στρατιωτική, δικτατορική κυβέρνηση και την πολιτική της, με την προβολή της αξίωσης μας:

Να αποκατασταθούν στη χώρα μας οι δημοκρατικές ελευθερίες και τα ανθρώπινα δικαιώματα.

Να εξασφαλισθεί στον ελληνικό λαό το δικαίωμα να εκφράσει ελεύθερα την κυριαρχική του θέληση.

Να απολυθούν όλοι οι πολιτικοί κρατούμενοι, εξόριστοι και φυλακισμένοι.

Εις ένδειξιν διαμαρτυρίας κατέρχομαι σήμερον εγώ και οι άλλοι συγκρατούμενοί μου του στρατοπέδου εις 24ωρον απεργίαν πείνης.

Χαρ. Φλωράκης»

Αντίστοιχα, εκτέθηκε επιστολή 50 ασθενών, πολιτικών κρατουμένων, που μεταφέρθηκαν στον Ωρωπό από το Λακκί της Λέρου και τον Μάη του 1970 απηύθυναν έκκληση προς «την Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ, τον ΔΕΣ και την Παγκόσμια Κοινή Γνώμη». Σε αυτήν επισημαίνουν ότι η υγεία τους είναι σε άθλια κατάσταση και ο γιατρός στο Λακκί τους είχε συμπεριλάβει στον κατάλογο που είχε υποβληθεί στη δικαστική επιτροπή για κατά προτεραιότητα απόλυσή τους. «Αντί όμως απολύσεως, προτιμήθηκε η αλλαγή του στρατοπέδου και η συνέχιση της κράτησής μας. Αυτό όμως δεν είναι τίποτα άλλο παρά η μεταφορά του ασθενούς στον προθάλαμο του Νοσοκομείου για να πεθάνη. Φυσικά αυτή είναι και η επιδίωξη της χούντας, η βέβαια εξόντωσή μας», δηλώνουν, και ζητούν την παρέμβαση του ΟΗΕ για τη σωτηρία τους.

Ανάμεσα στα ντοκουμέντα της εποχής που εκτέθηκαν ήταν επίσης η ανακοίνωση του ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ στις 18 Νοέμβρη 1973 για τον λαϊκό ξεσηκωμό του Πολυτεχνείου, καθώς και το εξώφυλλο του «Οδηγητή», της εφημερίδας της ΚΝΕ, έναν χρόνο μετά, τον Νοέμβρη του 1974, αφιερωμένο κι αυτό στον ξεσηκωμό που έγινε η αρχή του τέλους για τη χούντα.

Συγκινητική ήταν, τέλος, η φωτογραφία που εκτέθηκε με τον Μίκη Θεοδωράκη και τον Γιάννη Ρίτσο από το 4ο Φεστιβάλ ΚΝΕ – «Οδηγητή», το 1978 στο Περιστέρι.

Η μορφή του κοσμεί τον χώρο

Με πρωτοβουλία του ΚΚΕ και σε συνεργασία με τον δήμο Ωρωπού, στο πλαίσιο αναβάθμισης και ανάδειξης του χώρου των πρώην φυλακών Ωρωπού και με αφορμή τη συμπλήρωση ενός χρόνου από τον θάνατο του Μίκη Θεοδωράκη, πραγματοποιήθηκε μια ξεχωριστή εικαστική παρέμβαση: Ο εικαστικός Γιώργος Σκουρλής (atek), με τη συμβολή του φοιτητή της ΑΣΚΤ Βασίλη Βλάχου, σχεδίασε μια προσεγμένη τοιχογραφία αφιερωμένη στον μεγάλο δημιουργό, στο πλαίσιο της αφιερωματικής εκδήλωσης που διοργάνωσε η ΚΟ Αττικής του ΚΚΕ, και θα μείνει πλέον η μορφή του Μίκη να κοσμεί τον ιστορικό αυτό χώρο.

Στην τοιχογραφία βλέπουμε τον Μίκη όπως τον θυμόμαστε από τις συναυλίες της περιόδου αμέσως μετά τη χούντα, με τα χαρακτηριστικά ανοιχτά χέρια σαν φτερά να διευθύνει, ενώ στο φόντο διακρίνονται αποδομημένα στοιχεία αστικού τοπίου, ένα εργοστάσιο, αλλά και ανθρώπινες φιγούρες που βαθμιαία φαίνεται να συγκροτούν μια διαδήλωση, μπλέκονται με τη γραφή μιας πένας. Σε άλλο σημείο του φόντου υποδηλώνονται επίσης κυματισμοί, που συνδέουν την τοιχογραφία με το τοπίο της θάλασσας που αντικρίζει κανείς από τον χώρο των φυλακών. Η τοιχογραφία συμπληρώνεται με τη μορφή του Μίκη σε μεγαλύτερη ηλικία, που φαίνεται να ατενίζει όλη την προηγούμενη σύνθεση που περιγράψαμε. Οπως μας είπε ο Γ. Σκουρλής, «δεν ήθελα να κάνω απλώς ένα πορτραίτο, από την άλλη όμως έπρεπε λόγω του χώρου που βρίσκεται, να είναι μια εικόνα που να μπορεί να καταλαβαίνει όλος ο κόσμος».

«Τους εχθρούς του πάλι
ο λαός, θα σαρώσει
σαν άγριος ποταμός»

Ο αγώνας και το έργο του έγιναν σύμβολα της αντιδικτατορικής πάλης

Το απέραντο έργο του Μίκη Θεοδωράκη αντηχεί όλη τη μεγάλη πορεία και τις περιπέτειες του λαϊκού κινήματος του 20ού αιώνα. Ηταν και αυτός μέλος της γενιάς που ανδρώθηκε στην Αντίσταση, που πάλεψε για να έρθουν καλύτερες μέρες στον τόπο μας και γι’ αυτή του την απόφαση διώχτηκε, φυλακίστηκε, εξορίστηκε, συνέχισε να παλεύει και να δημιουργεί. Ενα μεγάλο μέρος του ογκώδους έργου του, αλλά και της πλούσιας αγωνιστικής του δράσης, συνέδεσε με τον αντιδικτατορικό αγώνα. Το να τραγουδάς Θεοδωράκη στα χρόνια της χούντας ήταν συνώνυμο μιας πράξης αντίστασης, ενώ εκείνος έβαλε σε όλα τα στόματα τον Ωρωπό, τη Λέρο, την ταράτσα της Μπουμπουλίνας κ.ά. αφήνοντας τραγούδια που λειτουργούν ως ιστορικά ντοκουμέντα και τραγουδιούνται έως τις μέρες μας από τη νέα γενιά.

Με τα παιδιά του στη Ζάτουνα

Το στρατιωτικό πραξικόπημα στις 21 Απρίλη του 1967 βρίσκει τον Θεοδωράκη, πέρα από διεθνώς καταξιωμένο συνθέτη, στο αξίωμα του βουλευτή της ΕΔΑ και στη θέση του προέδρου της Δημοκρατικής Νεολαίας Λαμπράκη. Λίγους μήνες πριν, την προηγούμενη χρονιά είχε βγάλει κάποιους από τους πιο εμβληματικούς δίσκους του, όπως τη «Ρωμιοσύνη», το «Μαουτχάουζεν» και το «Ενας όμηρος», είχε οργανώσει μεγάλη περιοδεία με συναυλίες στη Σοβιετική Ενωση, προσφέροντας τη μουσική του σαν θείο δώρο στους πολιτικούς πρόσφυγες, είχε παραστεί ως μάρτυρας κατηγορίας στη δίκη για τη δολοφονία του Γρηγόρη Λαμπράκη καταγγέλλοντας ότι ήταν πολιτικό έγκλημα…

Στην παρανομία

Όταν τα τανκς βγήκαν στους δρόμους, για τον Μίκη ήταν αυτονόητο ότι βγαίνει στην παρανομία.

Από τα σπίτια όπου κρύβεται, από τις πρώτες ώρες, τις πρώτες μέρες, κάνει αλλεπάλληλες εκκλήσεις στον λαό για αντίσταση: «Οργανωθείτε, παλαίψτε και αντισταθείτε στη δικτατορική χολέρα. Λαέ της Αθήνας! Εβγα στους δρόμους»… «Ο ελληνικός λαός τους έχει καταδικάσει. Το τέλος τους, που δε θ’ αργήσει, θα είναι το τέλος που επιφυλάσσουν οι ελεύθεροι λαοί στους τυράννους τους»… Ενώ μαζί με άλλους Λαμπράκηδες που διέφυγαν τη σύλληψη συγκροτεί το «Πατριωτικό Αντιδικτατορικό Μέτωπο» (ΠΑΜ).

Τον Ιούνη του ’67 με ειδική διαταγή του αρχηγού του Γενικού Επιτελείου Στρατού απαγορεύονται όλες οι ραδιοφωνικές μεταδόσεις των τραγουδιών του Θεοδωράκη, η κυκλοφορία των δίσκων του, κάθε είδους εκτέλεση, ακόμα και ακρόαση:

«1) Απεφασίσαμεν και διατάσσομεν τα ακόλουθα, ισχύοντα δια ολόκληρον την επικράτειαν: Απαγορεύεται: α) η ανατύπωσις ή η εκτέλεσις της μουσικής και των ασμάτων του κομμουνιστού συνθέτου Μίκη Θεοδωράκη, τέως αρχηγού της νυν διαλυθείσης κομμουνιστικής οργανώσεως “Νεολαία Λαμπράκη”, δεδομένου ότι η εν λόγω μουσική εξυπηρετεί τον κομμουνισμόν β) το άδειν άπαντα τα άσματα, τα χρησιμοποιούμενα υπό της κινήσεως της κομμουνιστικής νεολαίας, διαλυθείσης δυνάμει της παραγράφου 8 του διατάγματος της 6ης Μαΐου 1967, δοθέντος ότι τα εν λόγω άσματα υποκινούν πάθη και διενέξεις εις τους κόλπους του πληθυσμού. 2) Οι παραβαίνοντες την ως άνω διαταγήν πολίται θα πρέπει να παραπέμπονται αμέσως ενώπιον στρατοδικείων και θα δικάζωνται συμφώνως προς τας διατάξεις της εκτάκτου νομοθεσίας».

Σύλληψη και φυλάκιση

Τελικά, συλλαμβάνεται στις 21 Αυγούστου του 1967. Πρώτος σταθμός το γνωστό από το τραγούδι του, «Σφαγείο», κτίριο της Ασφάλειας στην οδό Μπουμπουλίνας. «Με την πλάτη κολλημένη στον τοίχο, περιμένοντας από στιγμή σε στιγμή να με πάρουν για το μαρτύριο ή για την εκτέλεση. Ολη μου η ύπαρξη σημαδεύτηκε από την αναμονή του βέβαιου θανάτου», περιγράφει ο ίδιος. Εκεί, ανάμεσα σε συνθήκες απόλυτης απομόνωσης και τρομερών βασανιστηρίων συνθέτει το σπουδαίο έργο: «Ο Ηλιος και ο Χρόνος», που παρουσιάστηκε και ηχογραφήθηκε αργότερα (1971) στο Παρίσι. Το συνέθεσε σε ένα κομμάτι χαρτί που του φέρανε μετά από πολλές μέρες απομόνωσης στο κελί του.

Τον Οκτώβρη κάνει απεργία πείνας πιέζοντας για καλύτερες συνθήκες κράτησης και μεταφέρεται, τελικά, στις φυλακές Αβέρωφ, στη λεωφόρο Αλεξάνδρας. Εκεί γράφει «Το Μυθιστόρημα» και τα «Επιφάνεια-Αβέρωφ» σε ποίηση του Γιώργου Σεφέρη. Τον Γενάρη του 1968 αφήνεται ελεύθερος, όμως ομάδες αστυνομικών δεν τον αφήνουν λεπτό από τα μάτια τους, παρακολουθούν κάθε του κίνηση.

Την άνοιξη του 1968 τίθεται σε κατ’ οίκον περιορισμό στο σπίτι του στο Βραχάτι. «Το χαρακτηριστικό είναι ότι παρ’ ότι υπήρχε παρακολούθηση, πάρα πολλοί νέοι έρχονταν κρυφά μέσα στο κτήμα κι άκουγαν τα τραγούδια, τα έπαιρναν και σε μαγνητόφωνο και στη συνέχεια έφευγαν. Αλλά πολλούς από αυτούς τους έπιαναν. Αλλά πάντως έρχονταν κάθε τόσο», διηγείται. Την περίοδο αυτή συνθέτει πολλά αγαπημένα και πολυτραγουδισμένα έργα του, όπως τα «Τραγούδια του Ανδρέα», τη «Νύχτα Θανάτου» και τα «Λαϊκά» σε στίχους του Μάνου Ελευθερίου, ενώ συνθέτει και την πολύ σπουδαία «Κατάσταση Πολιορκίας» σε ποίηση της Ρένας Χατζηδάκη. Ωσπου τον Αύγουστο του περιορίζουν το δικαίωμα να βγει από το σπίτι του και να δεχτεί επισκέψεις.

Στη Ζάτουνα και στον Ωρωπό

Οι χουντικοί φοβούνται μήπως αποδράσει ο Μίκης και έτσι αποφασίζουν να εξοριστεί σε πιο «ασφαλές» μέρος, την απομακρυσμένη Ζάτουνα Αρκαδίας. Τη φύλαξή του αναλαμβάνει μια διμοιρία χωροφυλάκων. Του επιτρέπουν να βγει μόνο για 4 ώρες τη μέρα, πάντα, φυσικά, με συνοδεία της αστυνομίας. Δεν επιτρέπεται να επικοινωνεί με τον κόσμο, να διατηρεί αλληλογραφία, να διαβάζει βιβλία και περιοδικά. Ομως και σε αυτές τις συνθήκες δημιουργεί. Με αυτόν τον τρόπο δείχνει ότι δεν έχει σταματήσει να ζει, να ονειρεύεται, να παλεύει. Σε αυτό το χωριό συνέθεσε 11 κύκλους τραγουδιών με τον τίτλο «Αρκαδίες», τη μουσική της ταινίας «Ζ» του Κώστα Γαβρά, το «Πνευματικό Εμβατήριο», το τραγούδι «Όταν χτυπήσεις δυο φορές» για τον Αλέκο Παναγούλη κ.ά. Οι αστυνομικοί γίνονται το… κοινό που ακούει για πρώτη φορά αυτές τις μελωδίες του Μίκη. Και βέβαια, παρά τις απαγορεύσεις, με διάφορους τρόπους καταφέρνει να στέλνει μαγνητοταινίες με τα καινούργια έργα του στο εξωτερικό. Εκεί όπου είχαν καταφέρει λίγους μήνες μετά το πραξικόπημα να βγουν η Μαρία Φαραντούρη και ο Αντώνης Καλογιάννης με τη λαϊκή Ορχήστρα του, υπό τη διεύθυνση του Γιάννη Διδίλη και έστησαν το «γκρουπ» του Θεοδωράκη και με αυτό γυρίσανε την Ευρώπη δίνοντας συναυλίες και κινητοποιώντας τη διεθνή κοινή γνώμη κατά της χούντας και υπέρ της απελευθέρωσης του συνθέτη. Τα έργα του, λοιπόν, και τα νέα που γράφει, μεταδίδονται από ξένους σταθμούς και ακούγονται στην Ελλάδα.

Σε μήνυμά του από τη Ζάτουνα, που μεταδόθηκε από τον ραδιοφωνικό σταθμό της Μόσχας και σώζεται στο Αρχείο του ΚΚΕ, διαβάζουμε: «Σαν πνευματικός δημιουργός επιτελώντας το λαϊκό λειτούργημά μου συνέθεσα και εδώ στη Ζάτουνα έξι κύκλους τραγουδιών, που τους ονομάζω “Αρκαδίες”. Αυτά τα τραγούδια που γράφω τώρα όπως εκείνα που θα γράψω και αύριο είναι αφιερωμένα σε σας, δηλαδή σε όλους τους ανθρώπους που πιστεύουν στον άνθρωπο, που πιστεύουν στη ζωή, στο δίκιο, στη δημοκρατία και την ελευθερία και που έχουν τάξει σκοπό της ζωής τους τον αγώνα για την υπεράσπισή τους. Αφιερώνονται ιδιαίτερα στους Ελληνες αγωνιστές της ελευθερίας και τους ξένους φίλους του λαού μας που μας συμπαραστέκονται στον δύσκολο αγώνα μας». Και ολοκληρώνει τον χαιρετισμό του λέγοντας: «Δεν υπάρχει άλλος δρόμος από τον ανελέητο αγώνα έως την τελική νίκη. Κι ας μην ξεχνάμε ποτέ ότι η λευτεριά δε χαρίζεται, η λευτεριά κερδίζεται. Γεια χαρά».

Τον Οκτώβρη του 1969 μεταφέρεται από τη Ζάτουνα και φυλακίζεται στο στρατόπεδο Ωρωπού. Γράφει και εκεί. Είναι γνωστή η ιστορία για το τραγούδι «Διότι δεν συνεμορφώθην», που ο Θεοδωράκης είπε στον διοικητή ότι μπορεί να πάρει τα πνευματικά δικαιώματα, γιατί ο πρώτος στίχος ήταν δικός του… Τα τραγούδια του, μουσική βιωματική, φέρνουν στα χείλη των ανθρώπων την ασίγαστη πάλη που δίνουν αγωνιστές, κομμουνιστές στις εξορίες, στις φυλακές, στα κρατητήρια, απέναντι στα βασανιστήρια και τις στερήσεις. Και δίνουν ελπίδα… «Τα καλύτερά μας χρόνια – θάλασσα πλατιά, μες στο σύρμα τα περνάμε – μάνα μου γλυκιά, για ένα όνειρο, μια ιδέα, χίλιες μέρες, χίλιες νύχτες, χίλιους αναστεναγμούς. Τους εχθρούς του πάλι ο λαός, θα σαρώσει σαν άγριος ποταμός», γράφει τον Φλεβάρη του 1970…

Την ίδια περίοδο καλλιτέχνες από όλο τον κόσμο, όπως ο Ντμίτρι Σοστακόβιτς, ο Αράμ Χατσατουριάν, ο Λέοναρντ Μπερνστάιν, ο Αρθουρ Μίλερ, ο Εντουαρτ Αλμπι κ.ά. ζητούν την απελευθέρωσή του.

Συναυλία στο Royal Albert Hall του Λονδίνου (Δεκέμβρης 1972) με το «Πνευματικό Εμβατήριο»

Στο Παρίσι και σε όλο τον κόσμο

Όπως διηγείται ο ίδιος, «την άνοιξη του 1970 παρουσίασα ανησυχητικά συμπτώματα στην υγεία μου, γεγονός που έβαλε σε σκέψεις τους δεσμοφύλακές μου και τη Χούντα». Αποτέλεσμα ήταν η μεταφορά του στο νοσοκομείο «Σωτηρία». Από εκεί στις 13 Απρίλη, φυγαδεύεται και μεταφέρεται από τον Γάλλο πολιτικό Jean Jacques Servan-Schreiber με ιδιωτικό αεροπλάνο στο αεροδρόμιο Bourget του Παρισιού. Ο Σερβάν Σρεμπέρ είχε έρθει στην Ελλάδα με στόχο να αποτρέψει τη θανατική καταδίκη του Σάκη Καράγιωργα που δικαζόταν στο στρατοδικείο και αν είναι δυνατόν να τον πάρει έξω. Ομως οι στρατοδίκες καταδίκασαν τον Καράγιωργα σε ισόβια, οπότε άλλαξε το σχέδιό του και φυγάδευσε τον Θεοδωράκη, αφού κατάφερε να πείσει τους χουντικούς.

Από το Παρίσι, ο Θεοδωράκης συνεχίζει στο εξωτερικό τον μεγάλο αγώνα κατά της χούντας. Στις 29 Απρίλη δίνει συνέντευξη Τύπου στο Quai d’ Orsais στο Παρίσι, όπου συμμετείχαν 700 δημοσιογράφοι απ’ όλα τα μέρη του κόσμου και καλεί σε «ανάπτυξη της αντιστασιακής πάλης με όλα τα πρόσφορα σε κάθε στάδιο μέσα ως τη συντριβή της χούντας».

Παρουσιάζει τα έργα που είχε συνθέσει κατά το διάστημα της παρανομίας, της φυλακής και της εξορίας σε αμέτρητες συναυλίες σε όλο τον κόσμο, αφιερωμένες στον αντιδικτατορικό αγώνα. Συνθέτει επίσης μουσική για τον κινηματογράφο και το θέατρο.

Το καλοκαίρι του ’70 του απονέμεται το παράσημο Λένιν της Κομσομόλ, ενώ λίγο αργότερα, το 1971 συνθέτει και το μεγαλειώδες «Κάντο Χενεράλ» σε ποίηση Πάμπλο Νερούδα.

Οι συναυλίες του στην Ευρώπη, στην Αυστραλία, στη Βόρεια και Νότια Αμερική, σε πολλές δεκάδες χώρες, γίνονται βήμα διαμαρτυρίας και διεκδίκησης και για άλλους λαούς που υποφέρουν από παρόμοια προβλήματα και αγωνίζονται, όπως Ισπανούς, Πορτογάλους, Τούρκους, Χιλιανούς, Παλαιστίνιους…

Στις 24 Ιούλη του 1974 ο Μίκης Θεοδωράκης επιστρέφει στην Ελλάδα. Ο λαός τού επιφυλάσσει θριαμβευτική υποδοχή στην Αθήνα, με μαζική λαϊκή συγκέντρωση στο αεροδρόμιο του Ελληνικού.