Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Τάσος Λειβαδίτης, στηρίζει τα βήματά μας στα δυσκολοδιάβατα μονοπάτια των σύγχρονων καιρών

Σαν σήμερα, στις 30 Οκτωβρίου του 1988, έφυγε από τη ζωή, στα 66 του μόλις χρόνια, ο μεγάλος μας ποιητής Τάσος Λειβαδίτης.

Οι λαογέννητοι ποιητές δε φεύγουν. Αγκαλιάζουν με τα πελώρια απλωμένα χέρια των στίχων τους τα σκιρτήματα της ψυχής και των ονείρων μας. Στηρίζουν τα βήματά μας στα δυσκολοδιάβατα μονοπάτια των σύγχρονων καιρών και κρατάνε ανοιχτή την πόρτα της αδικαίωτης ελπίδας, μέχρι «ν’ ανθίσει μες στην καρβουνόσκονη, σαν έν’ άσπρο τριαντάφυλλο».

Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1922. Μεγάλωσε στην καρδιά της πολιτείας, στο Μεταξουργείο. Από πολύ νεαρή ηλικία, από το Γυμνάσιο της οδού Αγησιλάου κιόλας, είναι και δηλώνει ποιητής. Η νύχτα της Κατοχής τον βρίσκει στο Πανεπιστήμιο Αθήνας. Στη Νομική Σχολή, που δεν την τέλειωσε. Μαζί με άλλους της γενιάς του, άφησε τα πρώτα του γραπτά ίχνη, πάνω στους τοίχους της αδούλωτης πολιτείας, γράφοντας συνθήματα, παλεύοντας μέσα από τις γραμμές της ΕΑΜικής Εθνικής Αντίστασης. Την τετραετία 1948-1952, εξορίστηκε για τις πολιτικές του ιδέες στον Μούδρο, στον Αϊ – Στράτη και τη Μακρόνησο.

«Αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος δεν θα πάψεις ούτε στιγμή ν΄αγωνίζεσαι για την ειρήνη και για το δίκαιο. Θα βγεις στους δρόμους, θα φωνάξεις, τα χείλια σου θα ματώσουν απ΄τις φωνές το πρόσωπό σου θα ματώσει από τις σφαίρες – μα ούτε βήμα πίσω…»
(Από το ποίημα του Τ. Λειβαδίτη «Αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος»)

Ενα ποίημα του Τάσου Λειβαδίτη για τον Στάλιν

Για αυτό το έργο του ο Τ. Λειβαδίτης δικάστηκε στα 1955