Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Τζορτζ Κ. Μάρσαλ, ευεργέτης της αστικής τάξης, δυνάστης του λαού μας

Ο Τ. Κ. Μάρσαλ (γεν. 31 Δεκεμβρίου 1880) υπήρξε πολιτικός, αλλά και στρατιωτικός (στρατηγός 5 αστέρων) των ΗΠΑ. Απόφοιτος της στρατιωτικής σχολής της Βιργινίας, ο Μάρσαλ αναδείχτηκε για πρώτη φορά στο μέτωπο των δυνάμεων των ΗΠΑ στην Ευρώπη στη διάρκεια του Α Παγκοσμίου Πολέμου, για τις πολύ καλές επιθετικές του μελέτες. Τότε πήρε το βαθμό του αντισυνταγματάρχη. Σε συνέχεια, η ανάδειξή του υπήρξε αδιάκοπη. Το 1924-’27, υπηρέτησε στη στρατιωτική αποστολή των ΗΠΑ στην Κίνα. Το 1936 πήρε το βαθμό του ταξιάρχου, το 1938 τη θέση του υπαρχηγού του Γενικού Επιτελείου και το 1939 το βαθμό του στρατηγού και τη θέση του αρχηγού του Γενικού Επιτελείου.

Οπαδός της άποψης ότι η εμπλοκή των ΗΠΑ στον πόλεμο, που έχει στο μεταξύ αρχίσει στην Ευρώπη, είναι αναπόφευκτη, ο στρατηγός Μάρσαλ εργάζεται πυρετωδώς για τη στρατιωτική ενίσχυση της χώρας. Με την είσοδο των ΗΠΑ στον πόλεμο (7.12.1941), ο στρατηγός Μάρσαλ αναλαμβάνει την ουσιαστική αρχιστρατηγία στα μέτωπα Ευρώπης και Ειρηνικού. Παίρνει μέρος στις συναντήσεις της Τεχεράνης, της Γιάλτας, του Πότσνταμ κ.α. Με το τέλος του πολέμου, παραιτείται από τα στρατιωτικά του αξιώματα και αποχωρεί από το στρατό. Στη διάρκεια της αρχιστρατηγίας του, οι Ενοπλες Δυνάμεις των ΗΠΑ πέρασαν από τις 195.000 στα 8.000.000 άνδρες (και μερικές γυναίκες).

Μετά την αποχώρησή του από τον στρατό, ο Τ. Κ. Μάρσαλ διαπρέπει ως πολιτικό εκπρόσωπος του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού. Επιστρέφει για λίγο στην Κίνα σαν προσωπικός απεσταλμένος του Προέδρου Τρούμαν και, μετά την επιστροφή του στις ΗΠΑ, γίνεται, το Γενάρη του 1947, υπουργός Εξωτερικών. Από τη θέση αυτή, ο Μάρσαλ υπήρξε ο εισηγητής δυο σχεδίων με τα οποία οι ΗΠΑ κατάφεραν να εδραιώσουν την πρωτοκαθεδρία τους μέσα στο ιμπεριαλιστικό σύστημα, να εδραιώσουν το ίδιο το σύστημα αυτό, να εμποδίσουν το ξέσπασμα επαναστατικών κρίσεων στην Ευρώπη και να μπλοκάρουν την επικράτηση του σοσιαλισμού.Ειδικά δε για την Ελλάδα, σήμαναναν την ενεργό ανάμειξή τους στον εμφύλιο και την ενίσχυση της ελληνικής αστικής τάξης της οποίας είναι ευεργέτης.

Το πρώτο (12.3.1947) ήταν τοδόγμα Τρούμαν, όπως ονομάστηκε η απόφαση άμεσης ανάμειξης των ΗΠΑ στις εξελίξεις στην Ελλάδα και στην Τουρκία.

Το δεύτερο, το οποίο παρουσίασε ο ίδιος, σε ομιλία του στο Πανεπιστήμιο Χάρβαρντ στις 5 Ιούνη 1947, ήταν το σχέδιο οικονομικής βοήθειας στην Ευρώπη, που πήρε και το όνομά του. Βασικός στόχος του Σχεδίου Μάρσαλ υπήρξε η καπιταλιστική ανασυγκρότηση και θωράκιση των χωρών της Ευρώπης απέναντι στα ντόπια εργατικά – κομμουνιστικά κινήματα και τη Σοβιετική Ενωση.

Η Ελλάδα συμπεριλαμβάνεται στις ιδιαίτερα «ευνοημένες» από το «Σχέδιο Μάρσαλ » χώρες, κυρίως λόγω της γεωστρατηγικής της θέσης και των ιδιαίτερων πολιτικών συνθηκών που επικρατούσαν στη χώρα εκείνη την εποχή, δηλαδή της ένοπλης πάλης του λαού. Στόχος των ΗΠΑ, που διαδέχτηκαν τους Αγγλους ιμπεριαλιστές συμμάχους των Ελλήνων καπιταλιστών όταν εκείνοι αδυνατούσαν πλέον να στηρίξουν την αστική κυβέρνηση, ήταν να σταθεί η αστική κυβέρνηση σε γερά ποδάρια και να χτυπηθεί η λαϊκή επαναστατική πάλη. Ας μην ξεχνάμε ότι ήταν η περίοδος του αγώνα του Δημοκρατικού Στρατού για μια Ελλάδα του λαού της. Από την αμερικάνικη βοήθεια, η αστική τάξη είχε πολλαπλά οφέλη: Γρήγορη αποκατάσταση των ζημιών, ανάκαμψη της οικονομίας, ανάπτυξη της αγροτικής και βιομηχανικής παραγωγής, στρατιωτική ανάπτυξη.

Το δρόμο είχε ήδη ανοίξει το «Δόγμα Τρούμαν». Ο κυβερνητικός στρατός εξοπλίστηκε από τις ΗΠΑ, ενώ το μέγεθος της δράσης των ΗΠΑ με την χωρίς όρους αποδοχή της από την ελληνική πλουτοκρατία φάνηκε και από την αλησμόνητη φράση του τότε υπουργού Εθνικής Αμυνας της Ελλάδας, Π. Κανελλόπουλου, προς τον στρατηγό Βαν Φλιτ, «ιδού ο στρατός σας»! Από τις 24 Φλεβάρη του 1948 που έφτασε στην Αθήνα ο Βαν Φλιτ, σχεδιάστηκε νέα εκστρατεία ενάντια στον ΔΣΕ, η οποία έληξε τον Αύγουστο του 1949 με τη στρατιωτική ήττα του ΔΣΕ.

Το 1949 Τζορτζ Κ. Μάρσαλ παραιτήθηκε για λόγους υγείας από τη θέση του υπουργού Εξωτερικών, αλλά έγινε και πάλι υπουργός (Αμύνης, αυτή τη φορά) το 1950-’51, στη διάρκεια του πολέμου της Κορέας. Το 1953, του απενεμήθη το Βραβείο Νόμπελ για την Ειρήνη, όπως σε πολλά αμερικάνικά «γεράκια».

Πέθανε στις 16 Οκτωβρίου 1959