Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Mario Monicelli «ιερό τέρας» – Ιδεολόγος της κοινωνικής ανατροπής |Φωτο+Video|

Τη Δευτέρα 29-Νοε-2010, στις 9 μμ., ένας από τους μεγαλύτερους σκηνοθέτες του ιταλικού κινηματογράφου, ο Mario Monicelli, τέλειωνε τη ζωή του σε ηλικία 95 ετών, πηδώντας από ένα παράθυρο στα 20 μέτρα του νοσοκομείου San Giovanni στη Ρώμη.

Ποιος δε γέλασε πικρά με το «I Soliti Ignoti» (ο Κλέψας του Κλέψαντος) –που έκλεισε ήδη 62 χρόνια, όπου δεν ξέρεις ποιος από τους Βιτόριο Γκάσμαν, Τοτό, Μαρτσέλο Μαστρογιάνι κλπ δίνει το μεγαλύτερο ρεσιτάλ.
Προσωπικά μάλλον ο ασύλληπτος Τοτό –αλλά αυτά είναι υποκειμενικά …
Ο Πέπε (Βιτόριο Γκάσμαν), είναι αποτυχημένος πυγμάχος ο Τιμπέριο (Μαρτσέλο Μαστρογιάνι), καταστρώνει το σχέδιο …(συνέχεια επί της οθόνης) –poy καταλήγει στο «μεγάλο φαγοπότι» pasta e ceci (ρεβύθια με μακαρόνια)

Mario Monicelli I Soliti ignoti e la Pasta e ceci Romana

Σε αντίθεση με πολλούς από τους συναδέλφους του, ο Mario Monicelli δεν αρνήθηκε ποτέ τις αξίες τις αρχές και τις ιδέες του, εν γνώσει του πως, δεν είχε τίποτε να κερδίσει από το αστικό κατεστημένο.

Όλο το κινηματογραφικό του έργο, χωρίς ποτέ να θέλει να κάνει έναν πεζό προπαγανδιστικό κινηματογράφο (που θα σήμαινε -πιθανά, κακή προπαγάνδα και κακό κινηματογράφο) υπήρξε στρατευμένο, ασχολήθηκε με θέματα όπως η φιλία, η αλληλεγγύη προς τους κολασμένους, η μάχη στην αλαζονεία της εξουσίας ενάντια στην οποία η επανάσταση αποτελούσε καθημερινό μέλημα και είναι ηθικό καθήκον
Η ελπίδα είναι μια παγίδα που εφευρέθηκε από τα αφεντικά. Πρέπει να έχουμε το θάρρος να επαναστατήσουμε και να αναζητήσουμε τη λύτρωση που δεν υπήρξε ποτέ στην Ιταλία.
Από το I Ragazzi della via Pal (1934) στο La Grande guerra (1959), από το Un borghese piccolo piccolo (1977) στο Parenti serpenti (1993) ο Monicelli, χωρίς να αποκηρύξει τη συναίνεση με ευρύτερα κοινωνικά στρώματα, επέλεξε να καταγγέλει όλες τις πολιτικές του αστικού κράτους και του εποικοδομήματος αποδεικνύοντας, για άλλη μια φορά, την αξία και τη δύναμη της πολιτισμικής παρέμβασης.
Μιας κουλτούρας που είναι αυθεντικά λαϊκή, χωρίς ανόητους διανοουμενισμούς του σαλονιού, άτεγκτη μπροστά στη βιομηχανία του θεάματος –που μετατρέπει την τέχνη σε προϊόν για πούλημα, ενός  εργαλείου για την ανάγνωση και την ερμηνεία της πραγματικότητας και των κοινωνικών σχέσεων.
Τα τελευταία του λόγια, στο «Rai per una note»,  ξεχωρίζουν διακρίνοντας τον εαυτό του πολιτικά και ηθικά από τον χυδαία αντι-υπερ-κουλτούρα…

Τα πιστεύω και η πολιτική σκέψη τουπάνω απ’ όλα η τέχνη του, εκφράστηκε ανοιχτά και πικρόχολα βλέποντας πως δεν υπάρχει καμία πραγματική πρόταση εξέγερσης στο ισχύον καπιταλιστικό σύστημα από τον υποκειμενικό παράγονταστη -την μακρά περίοδο που το ΚΚ Ιταλίας διολισθαίνοντας συνεχώς στον ευρωκομμουνισμό έφτασε στην αυτοδιάλυση

Ιδεολόγος κομμουνιστής;

«Πώς τελειώνει αυτό το έργο; (ΣΣ |>το φιλμ η ταινία)
Δεν ξέρω. Ελπίζω με αυτό που δεν ήταν υπήρξε ποτέ στην Ιταλία: με ένα γερό χτύπημα, μια καλή επανάσταση.
Το πάλαιψαν στη Ρωσία, στη Γερμανία, στη Γαλλία στην Αγγλίαπαντού εκτός από την Ιταλία. Χρειάζεται κάτι που να εξεγείρει αυτό το λαό που υποβάλλεται στα πάντα, που γίνεται σκλάβος σε όλους για τριακόσια χρόνια.
Αν θέλει να επαναστατήσει, το τίμημα, το λύτρο δεν είναι απλό πράγμα. Είναι οδυνηρό και απαιτεί θυσίες.
Αν όχι, ας πάει στο διάολο, στην κόλαση – εκεί που πηγαίνει, για τρεις γενιές»…

Αποχαιρετισμός στο Mario Monicelli
🔻  De te fabula naratur
🔻 

Ήταν το 2006 όταν ο Mario Monicelli σε μια εφ όλης της ύλης συνομιλία με τον δημοσιογράφο Curzio Maltese (περιοδικό «τετράδια κινηματογράφου» MicroMega τ.7/2006) έλεγε:

(ΣΣ |> η λατινική φράση «de te fabula naratur» σημαίνει η Ιστορία μιλάει για σένα)
Μισός αιώνας ιστορίας της Ιταλίας μεταξύ συλλογικής προσφοράς και «συνηθισμένων τεράτων»(soliti mostri), Ιταλίας της ανοικοδόμησης και της έκρηξης, Ιταλίας των ηττημένων και των εξυπνάκηδων, Ιταλίας της αλληλεγγύης και των ξεδιάντροπων, η τερατώδης Ιταλία του Brancaleone, από τον σκηνοθέτη που έγραψε την ιστορία της commedia all’italiana (κωμωδία αλα ιταλικά) και του cinema tout court (ταινίες μικρού μήκους).
(ΣΣ |> όλη η συνέντευξη εδώ)

Ερώτηση Curzio Maltese (CM):
Να γυρίζεις ταινίες στα ενενήντα σου [ΣΣ|> αναφέρεται στην «Le rose del deserto», τα τριαντάφυλλα της ερήμου] είναι μια υπόθεση ηρωική. Πρέπει να υπήρξε κάποια ώθηση, επείγουσα ανάγκη να ανακτήσουμε ένα κομμάτι της ιστορίας μας. Πως και σου ήρθε να μιλήσεις για τον πόλεμο των Ιταλών στη Λιβύη το 1940-43;

Mario Monicelli: Οι Ιταλοί πήγαν με τα πόδια, δεν είχαν τανκς, δεν είχαν φαγητό, δεν είχαν τίποτα. Πάλευαν στην άμμο με τους αμμόλοφους. Έτρεχαν μπρος-πίσω. Ο πόλεμος συνεχίστηκε απεγνωσμένα στη μέση της άμμου της ερήμου, όπως εκείνοι οι ταλαίπωροι που βρίσκονταν στην ΕΣΣΔ και οι οποίοι, επίσης, έτρεχαν μπρος-πίσω στη μέση των βάλτων. Αυτός ήταν ο πόλεμος για τους Ιταλούς.
Μετά πήγα κι εγώ στον πόλεμο και ξέρω πώς ήταν τα πράγματα. Στρατεύτηκα το 1940. -ήμουν 24 χρονών. Με έστειλαν στην Αλβανία. Η κατάσταση ήταν ακριβώς όπως αυτή του 1915-18. Αν και αυτός ήταν ένας πόλεμος χαρακωμάτων, ήμασταν στον πάγο χωρίς ρούχα, χωρίς όπλα, πεινασμένοι. Ήμασταν χωρίς οδηγό, στο έλεος των πολιτικών της διεθνούς σκακιέρας, της καταπίεσης και των συγκρούσεων μεταξύ διαφόρων στρατηγών και πολιτικών. Η ζωή του καθενός μας ήταν στα χέρια αυτών των χαρακτήρων.

(CM): Είναι η τελική τραγωδία του καθεστώτος, πριν από τη μεγάλη μετά τον πόλεμο αφύπνιση, στην οποία ο κινηματογράφος έχει κεντρικό, μοναδικό ρόλο. Το είχατε συνειδητοποιήσει ως πρωταγωνιστές σ’ αυτό;

Monicelli: Όχι καθόλου. Περίοδος όλο εκπλήξεις. Η Ιταλία που είχε χάσει τον πόλεμο άσχημα, ξαφνικά έγινε το έθνος – πρίγκιπας του κινηματογράφου, χάρη στον νεορεαλισμό που ανέτρεψε τη δομή και τη γλώσσα του κινηματογράφου. Τη δεκαετία του 1930, ο κινηματογράφος δεν θεωρήθηκε σημαντικός. Ευτυχώς, η λογοτεχνία, η μουσική, η ζωγραφική ήταν σημαντικά. Ο κινηματογράφος θεωρήθηκε ένα δημοφιλές φαινόμενο παράγκας. Αλλά στη μεταπολεμική περίοδο, ξαφνικά, ο κινηματογράφος έγινε κάτι σαν τη μόνη πηγή πολιτισμού. Σήμερα όλα τα παιδιά θέλουν να ασχολούνται με τον κινηματογράφο. Πιστεύουν ότι μπορούν να διασκεδάσουν αφιερώνοντας χρόνο σε μια δραστηριότητα που δεν απαιτεί πολλή μελέτη και προσπάθεια -έτσι νομίζουν. Ο πολιτισμός ταυτίζεται τώρα με τον κινηματογράφο. Και αυτό είναι επαίσχυντο.

(CM): Κάποτε είπατε ότι ο κινηματογράφος έγινε από εκείνους που δεν μπορούσαν να γίνουν μυθιστοριογράφοι …

Monicelli: Επειδή εγώ ήθελα να γίνω μυθιστοριογράφος. Μου άρεσε ο Flaubert, θα ήθελα να γράφω σαν τον Ντοστογιέφσκι. Ωστόσο, κατάλαβα αρκετά γρήγορα – επειδή δεν είμαι εντελώς ηλίθιος – ότι ήταν καλύτερα να εγκαταλείψω αυτήν τη φιλοδοξία. Και επέστρεψα στον κινηματογράφο, το οποίο μου άρεσε. Με ενδιέφερε να μπω στον κόσμο που είδα σαν παιδί. Είμαι εκεί από τα 15 μου και ως εκ τούτου είδα και βουβό, εκπαιδεύτηκα με αυτόν.

(CM): Ακόμη και ο Φελίνι, όταν ρωτήθηκε για τις ταινίες που τον επηρέασαν περισσότερο, ανέφερε τον Maciste (Μασίστα). Στην πραγματικότητα, ωστόσο, ο κινηματογράφος γίνεται η κυρίαρχη τέχνη και η Ιταλία παίζει εξαιρετικό ρόλο. Αν μετρήσεις τίτλους του ιταλικού κινηματογράφου από το ’46 έως το τέλος της δεκαετίας του ’60, χάνεις το μυαλό σου. Κάθε χρόνο μια ριπή αριστουργημάτων. Υπήρξαν ταινίες, συμπεριλαμβανόμενων της δικών σας, όπου εφευρέθηκαν ακόμη και είδη που δεν υπήρχαν πριν και που -στη συνέχεια, αντιγράφηκαν σε όλο τον κόσμο. Από το soliti ignoti στο l’Armata Brancaleone, ποιος είχε σκεφτεί ποτέ να φτιάξει μια ταινία για μια ομάδα ατυχών που αναζητούσαν την τύχη τους; Η ταινία του δρόμου περνά μέσα από ένα αμερικανικό είδος, αλλά προέρχεται από το «Il sorpasso» (ΣΣ |> “το προσπέρασμα” σε μας το είπαν Ο Φανφαρόνος) του Dino Risi. Το «vitelloni» του Fellini …από τον Moretti στο Muccino παγκόσμιας εμβέλειας. Το «La dolce vita» εγκαινιάζει ένα είδος ταινίας χωρίς πλοκή, ανοίγει το δρόμο για όλους τους Altmans να ακολουθήσουν. Πώς εξηγείτε αυτή τη περίοδο δημιουργικότητας και θάρρους σε μια γενικά παραδοσιακή χώρα, που άγεται και φέρεται από ξένες μόδες και πολιτισμούς;

Monicelli: Τα πάντα προέρχονται από το νεορεαλισμό. Είναι μια πραγματική πολιτιστική επανάσταση. Με το νεορεαλισμό, η Ιταλία έχει μετατραπεί σε μια χώρα πολιτισμού αναγνωριστικού σήματος, ένα είδος terra promessa (ΣΣ|> γης της επαγγελίας).
Σκεφτείτε τον Rossellini να πάει στις Ηνωμένες Πολιτείες και να επιστρέψει παίρνοντας το αστέρι τους, Ingrid Bergman. Εμείς που εργαστήκαμε στον κινηματογράφο ενθουσιαστήκαμε από την επιτυχία που είχε η Ιταλία. Ήμασταν μια ομάδα τριάντα ή ίσως σαράντα μεταξύ συγγραφέων, σεναριογράφων και μερικών ηθοποιών. Η σημασία που δόθηκε στον κινηματογράφο μας μας εντυπωσίασε, αλλά επίσης διασκεδάσαμε, κολακευτήκαμε και είμαστε πολύ ευχαριστημένοι.

(CM): Εκτός από τον κινηματογράφο, αυτή ήταν επίσης μια εξαιρετική περίοδος ζωγραφικής, αρχιτεκτονικής και design. Η Ιταλία μετατρέπεται από ένα μουσειακό έθνους, θεματοφύλακας της αρχαίας ομορφιάς, σε ένα εργοστάσιο σύγχρονης ομορφιάς.

Monicelli: Ήταν επίσης μια γόνιμη περίοδος εκτός της τέχνης. Αλλά διήρκεσε μόνο πέντε ή έξι χρόνια. Νομίζω ότι ήταν η πιο εξαιρετική στιγμή στην πρόσφατη ιστορία μας. Και θα ήθελα να προσθέσω ότι ήταν επίσης η πιο ειλικρινής στιγμή που βίωσε η Ιταλία. Όλοι ήταν χαρούμενοι που έπρεπε να ξαναχτίσουν και να δουλέψουν για αυτό. Ζούσαμε άσχημα ή μέτρια, αλλά επικράτησε η ευτυχία και η θέληση να δημιουργήσουμε. Οι περισσότεροι Ιταλοί ζούσαν σε δύο ή τρία μέτρια επιπλωμένα δωμάτια, προσπαθώντας να την βολέψουν. Υπήρχε όμως ένα συλλογικό συναίσθημα: η Ιταλία ξαναχτίστηκε. Τότε, δεν ξέρω πώς, αυτό το πνεύμα χάθηκε. Ίσως χάθηκε με την εκβιομηχάνιση, με την έκρηξη, όταν ξεκίνησε η κατάρα της Fiat
(ΣΣ|> Κάθε Ιταλός και ένα seicento -600ράκι ή cinquecsto – τσινκουετσέντο |500ράκι)
Εκείνη την εποχή είμαστε μια αγροτική Ιταλία, αποτελούμενη από 70% αγρότες και το 25% χτιστάδες. Η μετανάστευση στο Πιεμόντε και τη Λομβαρδία ήταν τραγική. Τα πρώτα σημάδια εμφανίστηκαν με τις λέξεις: «Απαγορεύεται η ενοικίαση σε σκύλους και νότιους». Με λίγα λόγια, από αυτά τα τέσσερα ή πέντε υπέροχα χρόνια μια Ιταλία των ηττημένων ξεπήδησε για άλλη μια φορά.

(CM): Ναι, αλλά χαμένοι -όχι ποιητικά, κακοί, πανούργοι. Η εξίσωση σου μεταξύ έξυπνων και ηττημένων είναι διαφωτιστική. Στα χρόνια της έκρηξης, Ιταλός είναι ήρωας του να κάνει πράγματα, ο έξυπνος Ιταλός θα εφευρεθεί αργότερα. Είναι οι απατεώνες του «Il bidone» του Fellini, του Gassman στο «Sorpasso» που είναι άλλο από τον απόλυτα -κατά κράτος ηττημένο μεταμφιεσμένο σε νικητή. Η απώλεια της αθωότητας αναφέρεται ακριβώς στο Sorpasso, όπου ο θάνατος του J.L.Trintignant είναι το τέλος μιας συγκεκριμένης έντιμης, ακόμη και αφελούς Ιταλίας. Απομένει μόνο ο πονηρός, ο οποίος αργότερα θα γίνει ο πρωταγωνιστής ολόκληρης της commedia all’italiana.

Monicelli: Από ένα σημείο και μετά, ξεκίνησε –μέσα στον καπιταλισμό, η διαφθορά και η κατάχρηση εξουσίας. Άρχισαν να εξαπατούν σε όλα. Πρόσφατα είδαμε τι συνέβη στο ποδόσφαιρο. Αντιμετωπίζονται ως ήρωες οι απατεώνες. Παραδόξως, είναι οι ίδιοι οι φίλαθλοι που αντικατέστησαν το πακέτο των τσιγάρων τους για να πάνε στο παιχνίδι ή να παίξουν στο Totocalcio (ΣΣ|> κάτι σαν το δικό μας ΠΡΟ-ΠΟ+λόττο), ενώ οι ήρωές τους έπαιζαν το παιχνίδι τους αλλοτριώνοτας τους. Ο έξυπνος Ιταλός είναι χαρούμενος που είναι απατεώνας και υπερηφανεύεται ότι είναι τέτοιος. Κατά κάποιο τρόπο καταφέρνει επίσης να είναι μια ωραία φιγούρα, όπως και ο Sordi που μπορεί να δείχνει καλός, συμπαθητικός. Αλλά συμβαίνει μόνο στην Ιταλία, προσέξτε. Ο Sordi’s Italian έχει ανατρεπτικό υπόβαθρο. Σας κάνει να γελάτε αντιπροσωπεύοντας ένα ιταλό επαναστάτη. Δεν είναι τυχαίο ότι στο εξωτερικό δεν καταλαβαίνουν πώς ένας Sordi μπορεί να είναι ηθοποιός στον οποίο οι Ιταλοί να δίνουν τόσο μεγάλη σημασία. Αυτούς –τους ξένους δεν τους κάνει να γελούν. Είναι τρομακτικό.

(CM): Ο Alberto Sordi αποκάλυψε τον εαυτό του πλήρως στο «Un borghese piccolo piccolo», ή ακόμα και στο «Il Marchese del Grillo», σε τρομερούς χαρακτήρες, μάλλον σε αυθεντικά τέρατα. Αλλά και αυτό του «Il vedovo» (ο χήρος –The Widower), που λέει στον αγρότη: «Παρακαλώ, επιτρέψτε μου να δουλέψω μ’ αυτά τα παιδιά», πώς μπορεί να γίνει συμπαθητικός;

Monicelli: Γιατί βασικά ο σημερινός Ιταλός είναι τέρας Είναι ένας πονηρός που μπορεί ακόμη και να σκοτώσει αν κάποιος λιγάκι τον ωθήσει σε μια συγκεκριμένη στιγμή.

(CM): Πίσω από την φαινομενική καλή φύση υπάρχει σκληρότητα. Θα ήθελα να επιστρέψω στην ειλικρινή μεταπολεμική Ιταλία, πιο ευτυχισμένη και ικανή να προχωρήσει.

Monicelli: Αυτή η Ιταλία ήταν δεμένη, επιζούσα ενός χαμένου πολέμου, ο οποίος ήταν φρικτός και λάθος. Οι Ιταλοί δεν καταλάβαιναν σε ποιο βαθμό είχαν καταπιεσθεί από τον φασισμό. Χειροκροτούσαν εάν έπρεπε να χειροκροτήσουν. Από αυτά τα ερείπια, ωστόσο, γεννήθηκε η ελευθερία, την οποία δεν γνώριζαν οι Ιταλοί. Η ελευθερία τους έφερε αρχικά ευφορία, τους έκανε χαρούμενους και ευτυχείς που ήταν ζωντανοί (όσοι ήταν). Ήμασταν όλοι χαρούμενοι τότε, που ανήκα στη νεολαία που είχε απελευθερωθεί από τον φασισμό και τον πόλεμο.

(CM): Πώς βιώσατε την περίοδο των ερευνών Tangentopoli; (ΣΣ |> αφορά την πολιτική – δικαστική επιχείρηση –mani pulite –«καθαρά χέρια») Σας ρωτώ γιατί ήσασταν ένας από αυτούς που είχαν πει για τη διαφθορά στις ταινίες, ακόμη και πριν την αποκάλυψη των ερευνών των δικαστών.

Monicelli: Πολλοί έχουν μιλήσει γι αυτή την Ιταλία πριν εμφανιστεί από τις δικαστικές έρευνες: το διηγήθηκε ο Germi το έχουν πει και πολλοί άλλοι. Εκείνη την εποχή ήμουν ενθουσιασμένος -ήμουν και παρέμεινα οπαδός του δικαστή Borrelli. Στην πραγματικότητα, εύχομαι να υπήρχαν πενήντα Borrelli. Ήλπιζα να μην τελειώσει ποτέ αυτό, να εξαπλωθεί και ότι στο τέλος θα γίνει κάτι. Και αντ’ αυτού έγινε ό,τι έγινε (κουκούλωμα).

(CM): Υπάρχει ένα χαρακτηριστικό που, κατά τη γνώμη μου, αποκαλύπτει μια δυσκολία στο σύγχρονο ιταλικό κινηματογράφο. Οι πονηροί Ιταλοί σε ταινίες της εποχής ήταν πιο λαμπροί από τους πονηρούς του σήμερα, οι οποίοι είναι πολύ πεζοί. Σε αυτό το κενό υπάρχει το πέρασμα από την ιταλική κωμωδία στους Vanzinas – με όλη τη συμπάθεια γι αυτούς. Θα έχετε δει ότι όλοι μιλούν την ίδια γλώσσα, που φαίνεται να είναι η γλώσσα των Boldi και De Sica. Όλοι μιλούν πολύ χυδαία, είτε είναι ο αγνοούμενος βασιλιάς είτε ο Ricucci. Είναι η εικόνα μιας μικροαστικής τηλεοπτικής αστικής τάξης, μικρής πολιτιστικής –ίσως όχι και οικονομικής σημασίας και ως εκ τούτου δεν είναι πολύ ενδιαφέρουσα. Δεν είναι τυχαίο ότι οι νέες ιταλικές κωμωδίες είναι ακατανόητες πέρα ​​από τα σύνορα.

Monicelli: Δείχνουν μια χυδαία γλώσσα γιατί είναι το διακριτικό τους σημάδι, που τους καθιστά όλους ίσους και όλους ένοχους. Είναι η έκθεση της ατομικής ιδιοκτησίας, του «δικού μου». Είναι μέρος της ίδιας ηθικής βάσης που έδειξε ο Craxi όταν είπε ότι «όλοι έκλεψαν» (ΣΣ |> «όλοι μαζί τα φάγαμε»). Αυτή «η συμμετοχή όλων» είναι το χαμερπέστερο και πιο χυδαίο, αλλά και το πιο διεφθαρμένο, που υπάρχει.

(CM): Μια σταθερή μορφή στις ταινίες σας είναι η «l’italiota» (ΣΣ |> ο σύγχρονος Ιταλός). Κατά τη γνώμη μου, ο Luciano Moggi (ΣΣ |> πρώην ιταλός manager ποδοσφαίρου με σκάνδαλα, διώξεις για σύσταση εγκληματικής οργώνσης κλπ) είναι μια φανταστική ιταλική, άψογη φωτογραφία αυτού του ανθρώπινου τύπου. Θα μπορούσε να ήταν χαρακτήρας σε σενάριό σας. Όλοι γνώριζαν, μεταξύ άλλων, ότι έκανε αυτή τη δουλειά χωρίς να καταλαβαίνει πολλά για το ποδόσφαιρο.

Monicelli: Όλοι συμφώνησαν και ήλπιζαν να μπει τέλος σε αυτό το πύον, … το πρόβλημα είναι ότι αυτό το πύον υπάρχει παντού. Την αγανάκτηση που έχουμε για το ρόλο του ποδοσφαίρου, που είναι βασικά ένας ασήμαντος τομέας, πρέπει να την έχουμε απέναντι σε πολλά σημαντικά πράγματα. Θα σας δώσω ένα προσωπικό παράδειγμα.
Ψηφίζω την Κομμουνιστική Επανίδρυση. Λοιπόν, σε κάνουν να πιστεύεις ότι τα πράγματα ξεδιπλώνονται με έναν συγκεκριμένο τρόπο… πηγαίνετε, ακολουθείτε, ελπίζετε και πείτε στον εαυτό σας: εντάξει, ας βοηθήσουμε, ας ψηφίσουμε, χειροκροτήσουμε, μιλήσουμε, ακούσουμε, καταθέσουμε. Αλλά έτσι Κομμουνιστική Επανίδρυση δεν «επανιδρύει» τίποτα. Η Rifondazione είναι επίσης ένα κόμμα που θέλει να παρακάμψει (ΣΣ |> να «ντριπλάρει») τον απλό κόσμο. Αλλά μη όντας πολιτικός, ίσως είναι εύκολο για μένα να εξοργίζομαι.

(CM): Βασικά το έργο του πολιτικού πρέπει να είναι η βελτίωση της ζωής των ανθρώπων. Μεταξύ άλλων, είναι μια ευφορική δύναμη, γιατί μπορεί πραγματικά να βελτιώσει τη ζωή των φυσιολογικών ανθρώπων.

Monicelli: Υπάρχουν ειλικρινείς άνθρωποι -όμως, πρέπει να είστε προσεκτικοί: ακόμη και αυτοί οι ίδιοι ειλικρινείς άνθρωποι είναι δυνητικά διεφθαρμένοι. Όσο θα έχουν την ευκαιρία –από το σύστημα εξουσίας, να χρησιμοποιήσουν ανέντιμα μέσα για να βελτιώσουν την κατάστασή τους – όπου κι αν είναι, από άθλιοι έως τα υψηλότερα αξιώματα, πολύ λίγοι θα σταθούν στο ύψος τους. Οι πολλοί θα το πράξουν -αυτή είναι η αλήθεια. Λυπάμαι για αυτούς τους χαρακτήρες, με κάνουν να γελάω. Στο I soliti ignoti, στον Brancaleone θα βρείτε όλες τις ιστορίες στις οποίες η «βελτίωση» περνά μέσα από ανέντιμα μέσα. Ο ασήμαντος Brancaleone θέλει ακόμη και να κατακτήσει ένα φέουδο! Αυτό που ενώνει όλους αυτούς τους χαρακτήρες, ο μόνος τρόπος που βλέπουν είναι η επικράτηση, η εξαπάτηση, η σκοπιμότητα.

(CM): Σήμερα υπάρχει μεγάλη επιμονή στη ρητορική της «πατρίδας». Με ενοχλεί πολύ. Με το που λες μισή λέξη κριτικής, γίνεσαι αντι-ιταλός. Αλλά η κατηγορία των αντι-Ιταλών είναι μια θαυμάσια κατηγορία: από τον Dante Alighieri και μετά περιλαμβάνει όλους: Leopardi, Manzoni, d’Azeglio … Η μεγάλη μας λογοτεχνία μέχρι τον Flaiano και τον Pasolini αποτελείται από αντι-Ιταλούς. Στην πραγματικότητα, ο αντι-Ιταλός δείχνει μια αληθινή αγάπη για τη χώρα, μια οδυνηρή και κριτική αγάπη. Υπάρχουν αντι-Ιταλοί στον κινηματογράφο; Δεν βλέπω κανένα.

omaggio a mario monicelli

Monicelli: Οι Visconti(s), και De Sica(s) ήταν τόσο επιτυχημένοι στη ζωή του λαού που μπορούσαν να αντέξουν, χωρίς να λυγίσουν. Στον ιταλικό κινηματογράφο υπήρξε μια πολύ χαρούμενη στιγμή όταν οι διάφοροι Germi και Antonioni ήταν στην κορυφή του κύματος υπερασπιζόμενοι την ειλικρίνεια. Η ελευθερία τους ήταν δυνατή, ωστόσο, μόνο και μόνο επειδή ήταν εξαιρετικά επιτυχημένοι, είχαν το δικό τους κοινό. Εάν λείπει αυτή η κατάσταση, προκύπτει αμέσως η ανάγκη διαβούλευσης και «εναρμονισμού».

(CM): Ενώ πριν υπήρχε μια πολιτιστική ηγεμονία του Κομμουνιστικού Κόμματος στον κινηματογράφο, η οποία, ωστόσο, ήταν περισσότερο ηγεμονία των κινηματογραφιστών πάνω από το Κομμουνιστικό Κόμμα, σήμερα η κατάσταση έχει αλλάξει εντελώς. Μου θυμίζει την ταινία σας «I compagni» (Οι σύντροφοι). Αυτή είναι μια ταινία που αντιπροσωπεύει μια ιταλική αριστερά που στην πραγματικότητα δεν ήταν πια εκεί, απείχε.

Monicelli: Αναφερόμουν πριν στους Costa και Treves, που δεν ήταν κομμουνιστές, αλλά σοσιαλιστές. Ήμουν αρχικά σοσιαλιστής κι εγώ, αλλά τότε με τον Craxi, φυσικά τα βρόντηξα κι έφυγα. Αλλά στο τέλος του 19ου αιώνα η Ιταλία είχε σοβαρούς σοσιαλιστές, οι οποίοι ήταν η έκφραση μιας γενναιόδωρης Ιταλίας. Είναι αυτοί που έβαλαν μπροστά τις απεργίες. Αυτοί οι σοσιαλιστές ήταν συχνά μικροαστοί ή ακόμα και αστοί. Προσπάθησαν να φέρουν κοντά τους προλετάριους και τους αγρότες, να τους σπρώξουν, προκειμένου να αποκτήσουν ταξική συνοχή και να τους κάνουν αλληλέγγυους μεταξύ τους. Ήθελαν να εξαργυρώσουν την κατάστασή τους με κάποιο τρόπο, κάνοντάς τους να καταλάβουν ότι μαζί θα μπορούσαν να επιτύχουν αποτελέσματα. Είχαν σαφείς ιδέες και σταθερή ηθική: και αν κάποιος έχει ξεκάθαρες ιδέες και σταθερή ηθική, δεν μπορεί να είναι λάθος.

(CM): Εκείνη την εποχή υπήρχε η επιθυμία να γίνουν φορείς του συμφέροντος της πλειοψηφίας και όχι του ατομικού. Αυτή είναι η περίπτωση ενός άνευ προηγουμένου πνεύματος για την ιταλική πολιτική ιστορία, το οποίο κυριαρχείται κυρίως από την προσοχή στο «συγκεκριμένο». Η εργατική τάξη είχε τον αλτρουισμό να εντάξει τις δικές της απαιτήσεις, στη γενική βελτίωση της ζωής. Αλλά μετά αυτή η ιταλική πολιτική δήλωσε παραίτηση. Σε σύγκριση με το ιταλικό παράδειγμα, πώς τοποθετείτε μια μορφή όπως αυτή του Berlinguer;

Monicelli: Ο Berlinguer ήταν, λοιπόν, τρελός: πίστευε ότι οι Ιταλοί θα μπορούσαν να κληθούν να είναι ειλικρινείς, να εξοικονομήσουν χρήματα, να πληρώσουν φόρους ότι δεν θέλουν πάρα πολλά… και ευτυχώς, είναι νεκρός, αλλιώς θα τον σκότωναν! Οι μαχητές του, οι σύντροφοί του, δήλωσαν ότι έκανε λάθος γιατί, σύμφωνα με αυτούς, τέτοια πράγματα δεν μπορούσαν να ειπωθούν, επιπλέον μια στιγμή συμβιβασμού, όταν το Κομμουνιστικό Κόμμα πάλευε να κερδίσει την εκλογική μάχη ενάντια στους Χριστιανοδημοκράτες. Ο Berlinguer ήταν μια ανώμαλη πολιτική προσωπικότητα.

(CM): Πώς εξηγείτε το γεγονός ότι οι ταινίες σας είναι δημοφιλείς;

Monicelli: Είναι δημοφιλείς, κατά τη γνώμη μου, επειδή μιλάνε την ανθρώπινη κατάσταση των ηττημένων -και η Ιταλία, το ξαναείπα, αποτελείται από ηττημένους. Και τότε, αν κάποιος μιλάει για αυτούς τους χαμένους με κάποια στοργή, το αποτέλεσμα ευχαριστεί, διασκεδάζει. Στις ταινίες μου υπάρχει πάντα μια ομάδα ανθρώπων που προσπαθούν να βελτιώσουν την ζωή τους: μια ομάδα φτωχών ανθρώπων, είτε είναι αγρότες, προλετάριοι, γυναίκες ή απελπισμένοι άνθρωποι του έτους 1000. Οι χαρακτήρες μου θέλουν να βελτιώσουν την καθημερινότητά τους προσπαθώντας να σπάσουν ένα χρηματοκιβώτιο ή να κατακτήσουν ένα φέδουο ή να εργαστούν μια ώρα λιγότερο, όπως στο I compagni . Και σε αυτό αποτυγχάνουν συστηματικά, επειδή είναι ανεπαρκείς στη λογική αυτή. Η ανεπάρκεια διασκεδάζει, αλλά είναι επίσης επώδυνη και οδηγεί σε (αυτο)λύπηση. Η ανθρώπινη κατάσταση των Ιταλών είναι μόνο των χαμένων. Προσπαθούν να βελτιώσουν την κατάστασή τους γιατί αυτή -για τη συντριπτική πλειοψηφία, είναι μια κατάσταση φτώχειας.

(CM): Οι Ιταλοί έχουν επίσης τη δυνατότητα να διαιρούνται στα δευτερεύοντα. Υπάρχει ένα αστείο –σαν ανέκδοτο, από τον Brancaleone που, που κατά τη γνώμη μου, μαζεύει μέσα του ολόκληρη την ιταλική ιστορία: «Πηγαίνετε κι εσείς οι χωρίς σκοπό, αλλά όχι εδώ, κάπου αλλού». Εδώ …αυτή είναι η πραγματικότητα της εκλογικής συμμαχίας, της ελιάς και της δεξιάς: όλα πηγαίνουν ανερμάτιστα, αλλά το κύριο βολεύει τη συγκεκριμένη πλευρά -το κράτος.

Monicelli: Ο καθένας δημιουργεί το δικό του φέουδο, το κόμμα του …

(CM): Οι πιο επιτυχημένες ιταλικές ταινίες, που έχουν κερδίσει Όσκαρ, μιλούν για Ιταλούς που στην πραγματικότητα δεν υπάρχουν πλέον. Οι Tornatores, Salvatores, Benigni, όλοι αντιπροσωπεύουν τους Ιταλούς της μεταπολεμικής ή προπολεμικής περιόδου. Φαίνεται ότι οι σύγχρονοι Ιταλοί δεν είναι ενδιαφέροντες.

Monicelli: Θα ήταν επίσης ενδιαφέροντες, είναι στην πραγματικότητα οι Ιταλοί -τέρατα. Το πρόβλημα, ωστόσο, είναι ότι αν κάποιος παίζει Μπερλουσκόνι, Μπόντι, Τσιτσίττο, Αντορνάτο, ή Φίνι, φτάνει πάντα αργά. Όταν βγαίνει η ταινία στον αέρα, η πραγματικότητα έχει ξεπεράσει την παρωδία,η πραγματικότητα σήμερα ξεπερνά τη σάτιρα. Η αγανάκτηση που θέλεις να δημιουργήσεις δεν είναι ποτέ αρκετή. Τρέχουμε παλεύουμε πίσω από τα γεγονότα και τις καταστάσεις. Όταν αυτό δεν συνέβαινε, οι Ιταλοί ήταν πιο σταθεροί. Σήμερα ο κινηματογράφος δεν μπορεί να παρακολουθεί ούτε τις ειδήσεις.

(CM): Αλλά έχετε κάνει ένα χρονικό σε βάθος. Είμαι δημοσιογράφος όμως κατάλαβα την πραγματικότητα καλύτερα πηγαίνοντας σε μια ταινία παρά μέσω μιας έρευνας. Η ιταλική κωμωδία μίλησε για τη διαφθορά του Tangentopoli πολύ πριν αποκαλυφθεί το σύστημα από τους δικαστές. Δεν λέω ότι οι κινηματογραφιστές πρέπει να είναι προφήτες, αλλά η διαίσθηση ενός καλλιτέχνη είναι βαθύτερη από αυτή ενός δημοσιογράφου. Είναι μια διαίσθηση που όχι μόνο αντιλαμβάνεται ότι συμβαίνουν τα πράγματα, αλλά και εκεί που καταλήγουν.

Monicelli: Και τι μπορεί να συμβεί τώρα που είναι χειρότερο από αυτό που έχει ήδη συμβεί; Δεν ξέρω πραγματικά τι μπορούν να φανταστούν και να δημιουργήσουν πια οι φίλοι μου οι σεναριογράφοι. Εσείς που είστε δημοσιογράφος, τι μπορείτε να φανταστείτε χειρότερα από ό, τι συμβαίνει ή συνέβη μέχρι πρόσφατα, προσποιούμενος ότι σήμερα δεν συμβαίνει πια;

(CM): Τι επίδραση είχε σε σας να έχετε έναν χαρακτήρα από τις ταινίες σας ως πρωθυπουργό; Αν και ίσως λίγο υπερβολικό, ο Μπερλουσκόνι είναι βασικά ένας χαρακτήρας σε μερικές από τις ταινίες σας.

Monicelli: Ο ιταλικός κινηματογράφος έκανε πάντα μεταφορές, ίσως προβλέποντας πράγματα, αλλά ποτέ δεν αντιπροσώπευε πραγματικούς χαρακτήρες, πιστεύοντας ότι ήταν επίσης ορατοί και διασκεδαστικοί.
Ποιος παίζει Berlusconi; Ο ιταλικός κινηματογράφος δεν δημιούργησε ποτέ χρονικά, αλλά μεταφορές: ο Sordi πούλησε το ένα του μάτι για να επιβιώσει. Αυτά είναι τα τερατόμορφα δεδομένα αυτής της χώρας.

(CM): Στην πραγματικότητα, ο Sordi πουλάει τα μάτια του όπως ο Μπερλουσκόνι ιδρύει το κόμμα του σε μια απελπισμένη επιλογή. Μόνο που αργότερα κατέστη δυνατή αυτή η επιλογή που έγινε τραγική πραγματικότητα.

Monicelli: Είναι ο νόμος της αγοράς. Το πιο θανατηφόρο αδίστακτο πράγμα.

(CM): Τι έχει αλλάξει πραγματικά στη ζωή και το μυαλό των Ιταλών; Κάποια πράγματα έχουν παραμείνει, άλλα έχουν μεταμορφωθεί. Ίσως οι σχέσεις με τις γυναίκες έχουν αλλάξει από πριν. Υπάρχει όμως ένα είδος αιώνιας ανθρωπολογίας που μεταξύ άλλων αναπαράγει ένα είδος μόνιμου φασισμού. Και μετά υπάρχει κάτι που κινείται αντ’ αυτού… αλλάζει. Με ποιον τρόπο, κατά τη γνώμη σας, οι Ιταλοί είναι πολύ διαφορετικοί από αυτούς που αναφέρονται στην ιταλική κωμωδία;

Monicelli: Πιστεύω ότι σήμερα μας λείπει η συμπόνοια που υπήρχε για τον συνάνθρωπο. Κάποτε, μεταξύ των Ιταλών, υπήρχε αλληλεγγύη με εκείνους που είχαν ανάγκη. Το κάναμε χωρίς να ξοδεύουμε πάρα πολλά, θυμάμαι, αλλά υπήρχε μια στιγμή αλληλεγγύης και ο σεβασμός ήταν μέρος της κουλτούρας μας. Τώρα πιστεύω πραγματικά ότι αυτά δεν υπάρχουν. Φαίνεται ανόητο, αλλά κάποτε δεν παίζαμε με τα όπλα -όποιος τα χρησιμοποιούσε έμπαινε στο μικροσκόπιο. Αυτό δεν ισχύει πλέον. Το γεγονός ότι έχεις χειρίζεσαι όπλο είναι πλέον μαγκιά. Κάποτε όταν κάποιος έβγαινε από τη φυλακή ήταν τελειωμένος. Ήταν καλύτερα όταν υπήρχε αυτή η στάμπα…

(CM): Και γιατί αυτό;

Monicelli: Επειδή η κοινωνία θα μπορούσε να αμυνθεί. Το γεγονός ότι κάποιος άξιζε φυλάκιση σήμαινε ότι δεν ήταν καλός άνθρωπος.

(CM): Κατά τη διάρκεια της Tangentopoli οι αυτοκτονίες οφείλονταν σε ντροπή. Οι σημερινοί ύποπτοι – που βρίσκονται υπό έρευνα για σοβαρά γεγονότα, δεν πιστεύουν στο ελάχιστο πως πρέπει να ντρέπονται. Καθώς τους πιάνουν, πράγματι, αρχίζουν να ηθικολογούν στους γύρω τους, γίνονται σχεδόν γκουρού. Και οι εφημερίδες…

Monicelli: Και καλούν τους φωτογράφους να φωτογραφηθούν όταν βγαίνουν από τη φυλακή.

(CM): Η ντροπή έχει φύγει και ο ισχυρισμός εγκλήματος κάποιου δεν προκαλεί έκπληξη, είναι ο κανόνας.

Monicelli: Το να έχεις πλεονέκτημα εξαπατώντας κάποιον είναι ένας πλήρης τίτλος αξίας και τιμής. Η φιλοσοφία των Ιταλών είναι τώρα αυτή.

(CM): Οι Ιταλοί σκηνοθέτες, ακόμη και εκείνοι που είναι πιο ταλαντούχοι από τους άλλους, δεν έχουν την ίδια επιθυμία να αναζητήσουν ένα κοινό, να επικοινωνήσουν, όπως το κάνατε εσείς. Στην τρίτη ταινία αναφέρουν ήδη τον εαυτό τους. Έχουν τη δική τους θέση και συνεχίζουν να στοχεύουν μόνο αυτό.

Monicelli: Ένας δημιουργός πρέπει να δει, να κατανοήσει, να διαβάσει, να ακούσει. Εμείς από την ιταλική κωμωδία ήμασταν πολύ δημοφιλείς αμέσως μετά τον πόλεμο, αλλά οι κριτικοί μας αντιμετώπισαν σαν σκουπίδια. Συχνά δεν μας ανέφεραν καν. Ήταν και λόγω της αυστηρότητας – ξεροκεφαλιάς του Alicata, του σ.φου εκείνου του παλιού Κομμουνιστικού Κόμματος.
Αν κάποιος αντιμετώπιζε εμφανώς ένα κοινωνικό ζήτημα, έλεγε πως είναι σοβαρός, αφοσιωμένος. Δεν πίστευε καθόλου ότι κάποιος θα μπορούσε να κάνει τους ανθρώπους να χαμογελούν αντιμετωπίζοντας κοινωνικά ζητήματα, γιατί το να κάνεις τους ανθρώπους να χαμογελούν ρυπαίνει τα πάντα. Όποιος έκανε αστείες ταινίες άρχισε να αποκλείεται. Αυτό σήμαινε ότι δεν έκανε σοβαρά πράγματα. Και πράγματι ήταν έτσι, δεν κάναμε «σοβαρά» πράγματα. Θέλαμε να προσελκύσουμε το κοινό. Εάν αυτή είναι κατηγορία, ήταν αληθινή – ήμασταν χαρούμενοι όταν μας ακολουθύσε κάποιο κοινό.

(CM): Στην ιταλική κουλτούρα η υποτίμηση του κωμικού είναι μια σταθερά. Το Swift στην Ιταλία σε περιόριζε αμέσως σαν «δεύτερο» -μικρό δημιουργό. Ο Sergio Saviane, ο οποίος ήταν σπουδαίος δημοσιογράφος, είναι ήδη ξεχασμένος, και σε κάθε περίπτωση δεν θεωρήθηκε ποτέ σπουδαίος, επειδή είχε ένα τρομερό σατιρικό ταλέντο.

Monicelli: Αυτή η δυσπιστία για το είδος –για τη σάτιρα, δεν είναι μόνο ιταλική.

(CM): Αλλά στη Γαλλία ο Μολιέρος είναι Μολιέρος. Και το σκάνδαλο για το βραβείο Νόμπελ στον Ντάριο Φο ήταν μόνο στην Ιταλία.

Monicelli: Σε κριτικές, σε φεστιβάλ, υπάρχει ισχυρός αποκλεισμός παντού για τον κωμικό.
Το γεγονός ότι κάνει τους ανθρώπους να γελούν ή ότι μια ταινία μπορεί να είναι δημοφιλής, εκλαμβάνεται σαν κάτι να μην πηγαίνει καλά μ΄αυτήν.

(CM): Επιστρέφοντας στους Ιταλούς, μία από τις πιο εξαιρετικές πτυχές της ιταλικής κωμωδίας είναι να περιγράφει αυτό το τυπικό χαρακτηριστικό του φασισμού που επινοεί μια δόξα που δεν υπάρχει. Ο στρατός Brancaleone είναι ανάλογος με την ιταλική «εκδίκηση»: την ιδέα του ξαναγραψίματος της ιστορίας επινοώντας μια δόξα που δεν υπάρχει. Ακριβώς όπως ο Brancaleone επινοεί μια δόξα που δεν υπάρχει, ο Mussolini εφηύρε την αυτοκρατορία, ο Μπερλουσκόνι την ακαταμάχητη άνοδο του, ο Bossi την Padania dei celti, τη μαγική αμπούλα και τον θεό Πο. Αυτή είναι όλη η ιταλική κωμωδία, ο φτωχός που είναι δεμένος, ερωτευμένος με έναν φανταστικό ηρωισμό. Μεταξύ άλλων, εάν υπήρχε, η Padania θα ήταν σύμμαχος της κλέφτρας Ρώμης, εναντίον των Γερμανών αυτοκρατόρων.

Monicelli: Όλα προέρχονται από το γεγονός ότι στην Ιταλία δεν υπήρχε μια πραγματική –επαναστατική Μεταρρύθμιση, αλλά υπήρχε η Αντιμεταρρύθμιση χωρίς Μεταρρύθμιση. Το απίστευτο! Φανταστείτε τη νίκη της Αντεπανάστασης του 1990 ενάντια σε μια Μεταρρύθμιση που δεν έγινε ποτέ στην Ιταλία. Έχει κερδηθεί μια μάχη όπου κανείς δεν έχει πολεμήσει.

(CM): Μιλώντας για την αντι-μεταρρύθμιση, τι αποτέλεσμα έχουν αυτά τα χρόνια στα οποία οι αριστεροί πολιτικοί και δημοσιογράφοι συνέβαλαν στην κριτική του αντιφασισμού ως αξία, για να διαλύσει την Αντίσταση ως στιγμή στην ιταλική ιστορία;

Monicelli: Δεν έχουμε αντιμετωπίσει -εκτός από τον Beppe Fenoglio, ποτέ την Αντίσταση, ούτε στο θέατρο, ούτε στον κινηματογράφο, ούτε στη λογοτεχνία. Ωστόσο, είναι το μόνο πράγμα που έχουμε για το οποίο μπορούμε πραγματικά να καυχηθούμε. Όχι μόνο η Αντίσταση δεν εκτιμήθηκε, αλλά εκείνοι που μίλησαν είπαν ότι αυτοί από το Salò ήταν καλοί τύποι – Και οι νεκροί είναι όλοι ίδιοι. Αυτό δεν είναι αλήθεια: οι φασίστες και οι μαχητές της ελευθερίας διαφέρουν ακόμη και από τους νεκρούς. Αλλά έτσι έγινε, η Αντίσταση παραγκωνίστηκε, δεν γιορτάζεται πλέον. Επίσης επειδή φαινόταν ότι ήταν μια σελίδα στην ιστορία αυτής της χώρας που που είχε να κάνει με την αλληλεγγύη

(CM): Στο τέλος μιας δεκαετίας κυριαρχίας ξαναγραφής της ιστορίας στα μέσα ενημέρωσης, ωστόσο, οι πολίτες πήγαν να ψηφίσουν μαζικά για ένα «Όχι» στην αλλαγή του αντιφασιστικού Συντάγματος.

Monicelli: Αλλά ήταν επίσης ένας τρόπος να απαλλαγούμε από αυτή τη δεξιά, του Μπερλουσκόνι. Οι Ιταλοί το ψήφισαν με ένα δημοψήφισμα –που στην πραγματικότητα δεν τους άρεσε. Και τα επακόλουθα αυτής της περιπέτειας τρέχουν, ακόμη και για όσους είναι πρόθυμοι να κάνουν τα πάντα  για να είναι καβάλλα στο άρμα του νικητή.

(CM): Ένα ιταλικό πρόβλημα είναι αυτό του της ενηλικίωσης. Είναι ένα επαναλαμβανόμενο θέμα του κινηματογράφου μας, από τον Fellini του “i Vitelloni” έως τον Germi και σε εσάς στο “Amici miei”. Η δυσκολία να γίνεις ενήλικας συνδέεται βαθιά με τη δομή της ιταλικής οικογένειας;

Monicelli: Έκανα μια ταινία -μια φάρσα, το Parenti serpenti (Συγγενείς Φίδια). Η φάρσα είναι ένα υπέροχο είδος, πολύ δύσκολο γιατί πάει πολύ βαθιά.
Αν και δεν είναι ρεαλιστικό, στην ουσία υπάρχει πάντα μια αλήθεια που απλώνεται προς τα κάτω, όπως στην φάρσα των Chaplin και Buster Keaton.
Η αλήθεια αυτής της φάρσας ήταν η οικογένεια. Το σφάλμα έγκειται στις γυναίκες. Τώρα οι γυναίκες, κορίτσια, κυρίες παραπονιούνται ότι δεν μπορούν να βρουν άντρες. Όμως αυτοί οι άντρες που δεν βρίσκουν είναι αυτοί που τους έχουν κρατήσει στο σπίτι ως μητέρες, χωρίς να βγουν ποτέ έξω στη ζωή και έχουν φροντίσει να ζουν έτσι έως και 30-35 χρόνων, χωρίς να τους αφήσουν ποτέ να μεγαλώσουν.
Οι σημερινοί Ιταλοί άνδρες είναι αυτά τα παιδιά που δεν μεγάλωσαν … Αντίθετα, τα κορίτσια στην πραγματικότητα ωριμάζουν επειδή αντιμετωπίζουν τη ζωή στα ίσια, πολύ περισσότερο από τους άντρες, με περισσό θάρρος και με μεγάλη αποφασιστικότητα.

(CM): Δεν θυμάμαι κανέναν άλλο πολιτικό ηγέτη στον κόσμο που μίλησε τόσο πολύ για τη μάνα του όσο ο Μπερλουσκόνι. Η Mamma Rosetta είναι παρούσα στις πολιτικές του ομιλίες. Αλλά εν τέλει, γιατί οι ιταλικές δημόσιες φιγούρες, όλες, μόνο παραλλαγές των χαρακτήρων του Alberto Sordi – πρωταγωνιστές της κωμωδίας, επιλέγουν;

Monicelli: Η κωμωδία ενυπάρχει στη γέννησή μας. Η ιταλική γλώσσα γεννήθηκε από την Κωμωδία του Δάντη, η οποία αργότερα ονομάστηκε Θεία Κωμωδία. Και είναι τα αντίσημα του Boccaccio: γιατί «Divina», ποια είναι η σκοπιμότητα; Το έργο του Δάντη ονομάστηκε «La Commedia» και στην Κωμωδία συμβαίνουν τα πάντα. Προερχόμαστε από την κωμωδία και η πραγματική μας φύση είναι η «Κωμωδία». Αυτή που συνεχίζεται στην Mandragolaκαι εδώ αρχίζουν τα ακατανόητα. Στην ιταλική κωμωδία υπάρχουν από πάντα εξεγέρσεις. Έρχεται η commedia dell’arte, όπου οι κατώτερες τάξεις -οι υπηρέτες, προσπαθούν να υπερασπιστούν τον εαυτό τους από τον αφέντη που θέλει να τους πηδήξει και ο οποίος, με τη σειρά του, είναι κλέφτης. Δεν επινοήσαμε την ιταλική κωμωδία μετά τον πόλεμο. Μπορεί! κιόλας. Αλλά έρχεται από πολύ μακριά, από τον Δάντη.

(CM): Ίσως πρέπει να προστεθεί και ο θείος Goldoni. Ο κινηματογράφος κλέβει συνεχώς από Goldoni, χωρίς να το λέει. Αλλά υπήρχε ένα εξαιρετικό θάρρος στην «Θεία Κωμωδία». Ο Δάντης είναι αυτός που παίρνει τον Πάπα του, τον Boniface VIII, και τον ρίχνει στην κόλαση και του μιλάει ως καταραμένο. Αυτό ήταν το 1300. Τώρα θα ήθελα να καταλάβω αν ανάμεσα στους ήρωες της σύγχρονης σάτιρας, πάντα έτοιμοι να καυχηθούν, υπάρχει κάποιος ικανός να κάνει τόσα πολλά με τον Ratzinger.

Monicelli: Αργά ή γρήγορα θα έρθει, και ίσως θα αναδείξουμε για να διασκεδάσουμε μαζί του στον κινηματογράφο.


+ φωτο

info Ατέχνως

Φιλμογραφία – Σκηνοθέτης

  • 1935 I ragazzi della Via Paal
  • 1937 Pioggia d’estate
  • 1949 Totò cerca casa, συν-σκηνοθεσία (ελλ. τίτλος) Πολυτεχνίτης κι ερημοσπίτης
  • 1949 Al diavolo la celebrità, συν-σκηνοθεσία με τον Steno, (Stefano Vanzina)
  • 1950 Vita da cani, συν-σκηνοθεσία με Steno
  • 1950 È arrivato il cavaliere!, συν-σκηνοθεσία με Steno
  • 1951 Guardie e ladri, συν-σκηνοθεσία με Steno
  • 1952 Totò e i re di Roma, συν-σκηνοθεσία με Steno (ελλ. τίτλος) Ο Τοτό βασιλιάς της Ρώμης
  • 1952 Totò e le donne, συν-σκηνοθεσία με τον Steno (ελλ. τίτλος)  Ο Τοτό και οι γυναίκες
  • 1953 Le infedeli (ελλ. τίτλος) Οι άπιστες
  • 1954 Proibito
  • 1955 Un eroe dei nostri tempi (ελλ. τίτλος) Ένας ήρωας της εποχής μας
  • 1955 Totò e Carolina
  • 1956 Donatella (ελλ. τίτλος)  Ντονατέλλα
  • 1957 Il medico e lo stregone (ελλ. τίτλος) Ο τυχοδιώκτης της πεντάρας
  • 1957 Padri e figli (ελλ. τίτλος)  Πίσω από τα κλειστά παράθυρα
  • 1958 I soliti ignoti (ελλ. τίτλος) Ο Κλέψας του Κλέψαντος
  • 1959 La grande guerra (ελλ. τίτλος) Ο μεγάλος πόλεμος
  • 1960 Risate di gioia
  • 1962 Boccaccio ’70, (σπονδυλωτή) (ελλ. τίτλος) Βοκκάκιος ‘70
  • 1963 I compagni (ελλ. τίτλος) Οι σύντροφοι
  • 1964 Alta infedeltà, (σπονδυλωτή, επεισόδιο Gente moderna) ελλ. τίτλος Απιστίες
  • 1965 Casanova ’70 (ελλ. τίτλος) Καζανόβας ’70
  • 1966 Le fate, (σπονδυλωτή, επεισόδιο Fata Armenia) ελλ. τίτλος Οι βασίλισσες
  • 1966 L’armata Brancaleone (ελλ. τίτλος) Οι γενναίοι του Μπρανκαλεόνε
  • 1968 La ragazza con la pistola (ελλ. τίτλος) Το κορίτσι με το πιστόλι
  • 1968 Capriccio all’italiana, (σπονδυλωτή, επεισόδιο La bambinaia)
  • 1969 Toh, è morta la nonna!
  • 1970 Brancaleone alle Crociate (ελλ. τίτλος) Ο Μπρανκαλεόνε σταυροφόρος
  • 1971 Le coppie, (σπονδυλωτή, επεισόδιο Il frigorifero) ελλ. Τίτλος Σκάνδαλα παντρεμένων
  • 1971 La mortadella
  • 1973 Vogliamo i colonnelli (ελλ. τίτλος) Θέλουμε τους κολονέλους
  • 1974 Romanzo popolare (ελλ. τίτλος) Έλα στο σπίτι να… γνωρίσεις τη γυναίκα μου
  • 1975 Amici miei (ελλ. τίτλος) Οι Εντιμότατοι Φίλοι μου
  • 1976 Caro Michele
  • 1976 Signore e signori, buonanotte (ελλ. τίτλος) Κυρίες και κύριοι, καληνύχτα
  • 1977 Un borghese piccolo piccolo (ελλ. τίτλος) Ο Ανθρωπάκος
  • 1977 I nuovi mostri, (σπονδυλωτή, επεισόδια Autostop και First Aid) ελλ. τίτλος Μοντέρνα τέρατα
  • 1979 Viaggio con Anita (ελλ. τίτλος) Ταξίδι με την Ανίτα
  • 1979 Temporale Rosy
  • 1981 Camera d’albergo (ελλ. τίτλος) Ιστορίες της κλειδαρότρυπας
  • 1981 Il marchese del Grillo
  • 1982 Amici miei atto II (ελλ. τίτλος) Οι εντιμότατοι φίλοι No 2
  • 1984 Bertoldo, Bertoldino e Cacasenno
  • 1985 Le due vite di Mattia Pascal (ελλ. τίτλος) Μια δεύτερη ευκαιρία
  • 1986 Speriamo che sia femmina
  • 1987 I picari (ελλ. τίτλος) Κομπιναδόροι & περιπλανώμενοι
  • 1989 La moglie ingenua e il marito malato
  • 1989 12 registi per 12 città, συλλογικό ντοκιμαντέρ, επεισόδιο Βερόνα
  • 1990 Il male oscuro
  • 1991 Rossini! Rossini!
  • 1992 Parenti serpenti
  • 1994 Cari fottutissimi amici
  • 1995 Facciamo paradiso (ελλ. τίτλος) Αναζητώντας τον παράδεισο
  • 1996 Esercizi di stile, (σπονδυλωτή, επεισόδιο Idillio edile)
  • 1997 I corti italiani, (σπονδυλωτή, επεισόδιο Topi di appartamento)
  • 1999 Panni sporchi
  • 1999 Un amico magico: il maestro Nino Rota, ντοκιμαντέρ
  • 2001 Un altro mondo è possibile, συλλογικό ντοκιμαντέρ
  • 2002 La primavera del 2002, συλλογικό ντοκιμαντέρ
  • 2002 Lettere dalla Palestina, συλλογικό ντοκιμαντέρ
  • 2003 Firenze, il nostro domani, συλλογικό ντοκιμαντέρ
  • 2006 Le rose del deserto
  • 2008 Vicino al Colosseo… c’è Monti, ντοκιμαντέρ

Σεναριογράφος

  • 1935 I ragazzi della Via Paal
  • 1937 Pioggia d’estate
  • 1040 La granduchessa si diverte
  • 1941 Brivido
  • 1942 La donna è mobile
  • 1943 Cortocircuito
  • 1945 Il sole di Montecassino
  • 1946 Aquila nera (ελλ. τίτλος) Ο αετός της στέπας
  • 1947 Gioventù perduta (ελλ. τίτλος) Νιάτα στη λάσπη
  • 1947 La figlia del capitano (ελλ. τίτλος) Οι Κοζάκοι του Δον
  • 1947 Il corriere del re (ελλ. τίτλος) Ο ταχυδρόμος του βασιλέως
  • 1948 I Miserabili (ελλ. τίτλος) Οι άθλιοι
  • 1948 L’ebreo errante
  • 1948 Il cavaliere misterioso (ελλ. τίτλος) Καζανόβας
  • 1948 Accidenti alla guerra!…
  • 1949 Totò cerca casa (ελλ. τίτλος) Πολυτεχνίτης κι ερημοσπίτης
  • 1949 Il lupo della Sila (ελλ. τίτλος) Επαναστατημένοι πόθοι
  • 1949 Il conte Ugolino
  • 1949 Marechiaro
  • 1949 Al diavolo la celebrità
  • 1949 Come scopersi l’America
  • 1949 Follie per l’opera (ελλ. τίτλος) Έντιμοι απατεώνες
  • 1950 È arrivato il cavaliere
  • 1950 Il brigante Musolino (ελλ. τίτλος) Τριπλή βεντέτα
  • 1950 Botta e risposta
  • 1950 L’inafferrabile 12 (ελλ. τίτλος) Έρως τα μεσάνυχτα
  • 1950 Vita da cani
  • 1950 Soho Conspiracy
  • 1950 Quel bandito sono io
  • 1951 .. sarda
  • 1951 Totò e i re di Roma (ελλ. τίτλος) Ο Τοτό βασιλιάς της Ρώμης
  • 1951 Tizio, Caio, Sempronio
  • 1951 È l’amor che mi rovina (ελλ. τίτλος) Με τον έρωτα… παρέα!
  • 1951 Core ‘ngrato (ελλ. τίτλος) Το αμάρτημα μιας μητέρας
  • 1951 Il tradimento (ελλ. τίτλος) Διπλή τραγωδία
  • 1951 Accidenti alle tasse!!
  • 1951 Amo un assassino
  • 1951 Guardie e ladri
  • 1951 K. Nerone (ελλ. τίτλος) Τα όργια του Νέρωνος
  • 1952 Totò e le donne (ελλ. τίτλος) Ο Τοτό και οι γυναίκες
  • 1952 Totò a colori
  • 1952 5 poveri in automobile
  • 1952 Cani e gatti
  • 1953 Un turco napoletano
  • 1953 Il più comico spettacolo del mondo (ελλ. τίτλος) Ο Τοτό ακροβάτης
  • 1953 Cavalleria rusticana (ελλ. τίτλος) Καβαλερία ρουστικάνα
  • 1953 Le infedeli (ελλ. τίτλος) Οι άπιστες
  • 1953 Perdonami! (ελλ. τίτλος) Τρικυμία σε καρδιά μητέρας
  • 1953 Giuseppe Verdi (ελλ. τίτλος) Βέρντι, ο βασιλεύς της μελωδίας
  • 1954 Violenza sul lago
  • 1954 Guai ai vinti (ελλ. τίτλος) Αμαρτωλές χωρίς αμάρτημα
  • 1954 Proibito
  • 1955 Totò e Carolina
  • 1955 Un eroe dei nostri tempi (ελλ. τίτλος) Ένας ήρωας της εποχής μας
  • 1955 La donna più bella del mondo (ελλ. τίτλος) Η ωραία των ωραίων
  • 1956 Donatella (ελλ. τίτλος) Ντονατέλλα
  • 1957 Il medico e lo stregone (ελλ. τίτλος) Ο τυχοδιώκτης της πεντάρας
  • 1957 Padri e figli (ελλ. τίτλος) Πίσω από τα κλειστά παράθυρα
  • 1958 I soliti ignoti (ελλ. τίτλος) Ο κλέψας του κλέψαντος
  • 1958 Ballerina e Buon Dio (ελλ. τίτλος) Ακούστε τον πόνο μου
  • 1959 La grande guerra (ελλ. τίτλος) Ο μεγάλος πόλεμος
  • 1960 Risate di gioia
  • 1961 A cavallo della tigre
  • 1962 Boccaccio ’70, (σπονδυλωτή, επεισόδιο Ρέντσο και Λουτσιάνα) Βοκκάκιος ‘70
  • 1963 Frenesia dell’estate
  • 1963 I compagni (ελλ. τίτλος) Οι σύντροφοι
  • 1965 Casanova ’70 Καζανόβας ‘70
  • 1966 I nostri mariti, (σπονδυλωτή, επεισόδιο Ιl Marito di Olga)
  • 1966 L’armata Brancaleone (ελλ. τίτλος) Οι γενναίοι του Μπρανκαλεόνε
  • 1969 Toh, è morta la nonna!
  • 1970 Brancaleone alle crociate (ελλ. τίτλος) Ο Μπρανκαλεόνε σταυροφόρος
  • 1970 Le coppie (ελλ. τίτλος) Σκάνδαλα παντρεμένων
  • 1973 Vogliamo i colonnelli   (ελλ. τίτλος) Θέλουμε τους κολονέλους
  • 1974 Romanzo popolare (ελλ. τίτλος) Έλα στο σπίτι να… γνωρίσεις τη γυναίκα μου
  • 1977 Gran bollito
  • 1977 Un borghese piccolo piccolo (ελλ. τίτλος) Ο ανθρωπάκος
  • 1980 Temporale Rosy
  • 1981 Camera d’albergo (ελλ. τίτλος) Ιστορίες της κλειδαρότρυπας
  • 1981 Il marchese del Grillo
  • 1982 Amici miei – Atto IIº (ελλ. τίτλος) Οι εντιμότατοι φίλοι No 2
  • 1984 Bertoldo, Bertoldino e Cacasenno
  • 1985 Le due vite di Mattia Pascal (ελλ. τίτλος) Μια δεύτερη ευκαιρία
  • 1986 Speriamo che sia femmina
  • 1988 I picari (ελλ. τίτλος) Κομπιναδόροι και περιπλανώμενοι
  • 1990 Il male oscuro
  • 1991 Rossini! Rossini!
  • 1992 Parenti serpenti
  • 1994 Cari fottutissimi amici
  • 1995 Facciamo paradiso (ελλ. τίτλος) Αναζητώντας τον παράδεισο
  • 1999 Panni sporchi
  • 1999 Un amico magico: il maestro Nino Rota, ντοκιμαντέρ
  • 2006 Le rose del deserto
  • 2008 Vicino al Colosseo… c’è Monti, ντοκιμαντέρ
  • 2010 La nuova armata Brancaleone, ντοκιμαντέρ

Βραβεία

Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου Βενετίας

  • 1935 1º βραβείο, ερασιτεχνικός τομέας – I ragazzi della via Paal
  • 1959 Χρυσός λέων καλύτερης ταινίας – Ο μεγάλος πόλεμος
  • 1985 Βραβείο Pietro Bianchi
  • 1991 Χρυσός λέων για το σύνολο της καριέρας

Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου Βερολίνου

  • 1957: σκηνοθεσίας – Πίσω από τα κλειστά παράθυρα
  • 1976: σκηνοθεσίας – Caro Michele
  • 1982: σκηνοθεσίας – Il marchese del Grillo

Νταβίντ ντι Ντονατέλο

  • 1976 βραβείο σκηνοθεσίας – Εντιμότατοι φίλοι μου
  • 1977 βραβείο σκηνοθεσίας – Ο ανθρωπάκος
  • 1977 βραβείο καλύτερης ταινίας – Ο ανθρωπάκος
  • 1986 βραβείο σκηνοθεσίας – Speriamo che sia femmina
  • 1986 βραβείο καλύτερης ταινίας – Speriamo che sia femmina
  • 1986 βραβείο σεναρίου – Speriamo che sia femmina
  • 1990 βραβείο σκηνοθεσίας – Il male oscuro
  • 2005 βραβείο για το σύνολο της καριέρας

Nastro d’Argento

  • 1959 σεναρίου – ο κλέψας του κλέψαντος
  • 1977 σεναρίου – ο ανθρωπάκος
  • 1982 σεναρίου – Il marchese del Grillo
  • 1986 σκηνοθεσίας – Speriamo che sia femmina
  • 1986 σεναρίου – Speriamo che sia femmina

Όσκαρ (Υποψηφιότητα –ως γνωστό δεν δίνονται σε καλλιτέχνες σαν τον Monicelli)

  • 1958 καλύτερης ξενόγλωσσης ταινίας – ο κλέψας του κλέψαντος
  • 1959 καλύτερης ξενόγλωσσης ταινίας- Ο μεγάλος πόλεμος
  • 1965 καλύτερου πρωτότυπου σεναρίου – Οι σύντροφοι
  • 1966 καλύτερου πρωτότυπου σεναρίου – Casanova ’70
  • 1968 καλύτερης ξενόγλωσσης ταινίας – Το κορίτσι με το πιστόλι
  • 1978 καλύτερης ξενόγλωσσης ταινίας – Μοντέρνα τέρατα