Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Βιγκανισμός: Κίνημα, ιδεολογία, ταυτότητα στο μεταμοντέρνο καπιταλισμό

Γράφει η Βασιλική Παπαγεωργίου //
Εθνολόγος-Κοινωνική Ανθρωπολόγος, Δρ
Εργασιακή Σύμβουλος Ανέργων, ΟΑΕΔ

Οι μέρες του Πάσχα είναι ιδανική χρονική συγκυρία για την ανάδειξη του βιγκανικού προτάγματος, με αιχμή του δόρατος την ηθική μεταχείριση των ζώων.[1] Χωρίς αμφιβολία, επώνυμοι της ελίτ ή νέες προσωπικότητες που αναδεικνύονται ως influencers μέσα από τον κόσμο των κοινωνικών δικτύων, δίνουν το στίγμα ενός κινήματος που παρότι έχει αναφορές στην αριστερή ιδεολογία και στην “από τα κάτω” οργάνωση, ωστόσο δεν μπορεί να ξεφύγει από τα όρια μιας μεταμοντέρνας ιδεολογίας της προτεραιότητας στα ατομικά αιτήματα, στις προσωπικές επιλογές και προτιμήσεις, στο lifestyle.

Παρότι μακράν απέχει της σκοποθεσίας του παρόντος μια εκτενής αναφορά στις απαρχές και στις καταβολές της κοσμοθεωρίας του βιγκανισμού, ωστόσο, θα πρέπει μάλλον να συνδεθεί η σύγχρονη ακτιβιστική του μορφή, με την ανάπτυξη της οικολογικής συνείδησης και των “πράσινων” πολιτικών από τη δεκαετία του 70 και ύστερα. Αλλά, πιο συγκροτημένα, ο βιγκανισμός, ως κίνημα που συνδέει την αειφορία και τη βιώσιμη ανάπτυξη με την ενσωμάτωση της ιδέας για μια ηθική μεταχείριση των ζώων, φαίνεται να εμφανίζεται αρκετά πιο πρόσφατα.

Η παραγωγή τροφής αποτελεί θεμελιώδη αρχή συγκρότησης των ανθρώπινων κοινωνιών και των πολιτισμικών κόσμων που μοιραζόμαστε. Ανθρωπολογικά είναι γνωστό ότι η τροφή δεν είναι απλά ένα μέσο επιβίωσης, αλλά και ένα με το οποίο παράγουμε συμβολική σκέψη, ταξινομήσεις και νοηματοδοτούμε τον κόσμο, όπως έδειξε στο κορυφαίο έργο του ο μεγάλος εθνολόγος Claude Lévi–Strauss.

Η τροφή είναι κατηγορία υλικής και επομένως συμβολικής/ πολιτισμικής τάξης και συνδέεται άρρηκτα με τα ζώα που επίσης νοηματοδοτούνται σε σχέση με αυτήν.[2] Κάποιες αρχές συμβολικής ταξινόμησης περιλαμβάνουν, για παράδειγμα, ορισμούς σχετικά με το ποια είδη είναι βρώσιμα και ποια όχι, ποια κατάλληλα για συντροφιά, τι ειδών παράγωγα προϊόντα μπορούμε να πάρουμε από το κάθε είδος, απαγορεύσεις και ιερά ζώα κ.α. Εκτενώς, επίσης, η εθνογραφική έρευνα από τις απαρχές της ανθρωπολογικής επιστήμης έχει αναδείξει την κεντρική θέση των ζώων στις αγροτοκτηνοτροφικές κοινωνίες και στις παραδόσεις τους.

Οι πληθυσμοί, εξάλλου, που στο επίκεντρο της οικονομίας τους βρίσκεται η κτηνοτροφία, είναι πιο εξοικειωμένοι με τη θανάτωση ζώων και λιγότερο προσανατολισμένοι στο να θεωρούν τη συμπεριφορά αυτή ως κακομεταχείριση ή εκμετάλλευση, σημασίες που αποδίδονται σε πιο σύγχρονα πλαίσια, όπως αυτό του βίγκαν κινήματος. Γενικότερα, ενώ η τροφή και τα ζώα σε σχέση με τον άνθρωπο έχουν τύχει μεγάλης προσοχής πάντοτε υπό το πρίσμα της ανάδειξης της ανθρώπινης δράσης και πολιτισμού, αποτελώντας κεντρικά ανθρωπολογικά ζητήματα, απουσιάζει εξειδικευμένα η μελέτη διατροφικών απαγορεύσεων και ταμπού σε σχέση με το κρέας ως τροφή, στο πλαίσιο ενός σύγχρονου λόγου για την οικολογία, την υγεία και το σώμα, ή για την ηθική αντιμετώπιση των υπόλοιπων (εκτός του ανθρώπου) ζώων. [3]

Η προβληματική της κακής μεταχείρισης/ του βασανισμού των ζώων από τον άνθρωπο, εισέρχεται σταδιακά στη συζήτηση σχετικά με τη λεγόμενη “ηθική κατανάλωση”, που λαμβάνει υπόψιν της τις συνθήκες διαβίωσης και θανάτου των ζώων που χρησιμοποιούνται για κρέας ή για την παραγωγή άλλων π.χ. γαλακτοκομικών προϊόντων, είτε ως πειραματόζωα, είτε για το δέρμα τους κ.λπ. Ο προβληματισμός αυτός επικεντρώνεται κατά βάση στο αίτημα να μην υποφέρουν τα ζώα, και στην ηθική αξίωση να απολαμβάνουν κάποια δικαιώματα που ως τώρα θεωρούνταν συμβατά μόνο με την ανθρώπινη ζωή. Ο λόγος περί “ηθικής κατανάλωσης” που αφορά γενικότερα στις διαδικασίες με τις οποίες υλοποιείται η παραγωγή που φέρνει το προϊόν προς κατανάλωση, αποτελεί συχνά μια κριτική στον χυδαίο καπιταλισμό των εταιρειών που αναπτύσσονται με γνώμονα την κεφαλαιακή υπερσυσσώρευση και κανέναν ηθικό ενδοιασμό (π.χ. παιδική εργασία), κάτι που φυσικά αγγίζει και τη μεταχείριση των ζώων.

Το βίγκαν κίνημα, ωστόσο, απομακρύνεται από μια τέτοια ριζοσπαστική αντικαπιταλιστική θεώρηση, η οποία εντάσσει πρώτα απ’ όλα τις συνθήκες των εργαζόμενων στην αλυσίδα της διατροφικής παραγωγής. Το αντίθετο, μάλιστα, ευρισκόμενο πλησιέστερα σε εκδοχές μεταμοντέρνας νεοφιλελεύθερης λατρείας γύρω από τους ξεχωριστούς τρόπους ζωής, την ατομική επιλογή και ευθύνη, τον ελιτισμό της ιδιαίτερης, εξευγενισμένης κατανάλωσης, ενσωματώνεται ιδανικά στην καπιταλιστική ιδεολογία. Απορρίπτοντας κάθε εκδοχή τροφής ζωικής προελεύσεως, υιοθετεί έναν λόγο επιχειρημάτων ηθικής βάσης, που δημιουργούν την απατηλή εντύπωση μιας οντολογικής βεβαιότητας γύρω από χρηστούς τρόπους διαβίωσης με σωτήρια επενέργεια στο μέλλον του πλανήτη μας.

Ο τρόπος διατροφής βίγκαν ανάγεται σε ατομικό γούστο, σε καλαισθητική κρίση που συνδέεται με το πολιτισμικό και κοινωνικό κεφάλαιο, και άρα με την ταξική θέση, όπως αναλύει η κοινωνιολογική θεωρία του Bourdieu. H ικανότητα να δείχνεις αποστροφή απέναντι στο κρέας και στη σφαγή ζώων, ή, συναφώς, να ενδιαφέρεσαι για ζητήματα σωματικής ευεξίας και ποιότητας ζωής, υπονοείται ότι είναι ένα προνόμιο, ένα ιδιαίτερο βιοτικό ύφος, που μπορούν να μοιραστούν μόνο όσοι έχουν απαλλαχτεί από το βάρβαρο, χοντροκομμένο, λαϊκό γούστο, που συνδέεται απευθείας με την εικόνα ενός “σφαγέα ζώου”, π.χ. του χασάπη στην αγορά. Χαρακτηριστική της έκφρασης μιας τέτοιας, ταξικής αίσθησης ανωτερότητας, η ακτιβιστική δράση βίγκαν ομάδων στη Βαρβάκειο αγορά με την επικοινωνιακή χρήση εικόνων/σλόγκαν που σοκάρουν.[4] Η βίγκαν ιδεολογία, εξισώνει, παράλληλα, με μια ασαφή, υπαινικτική επιχειρηματολογία, τον ζωικό με τον ανθρώπινο βίο, επιχειρώντας να οικειοποιηθεί τη ρητορική της εκμετάλλευσης και της κυριαρχίας, που έχουν αναπτυχθεί και ιστορικά εδραιωθεί στη μελέτη των ανθρώπινων κοινωνικών και πολιτισμικών σχέσεων. Εισάγοντας ένα νέο λεξιλόγιο προκαλεί μια σύγχυση σχετικά με την ιδεολογική βάση του βιγκανισμού, καθώς, για παράδειγμα, όροι όπως “ανθρωποκεντρισμός” (ο άνθρωπος στο επίκεντρο σε μια εξουσιαστική σχέση με τα υπόλοιπα ζώα), ή “σπισισμός”/ “ειδισμός” ( διάκριση μεταξύ των διαφορετικών ζωικών ειδών, η οποία επιφέρει υποτίθεται την εκμετάλλευση του ενός είδους από το άλλο), χρησιμοποιούνται ως να είναι της ίδιας τάξης ή να έχουν την ίδια βαρύτητα π.χ. με τον εθνοκεντρισμό ή το ρατσισμό.

Η βιομηχανία της βίγκαν κατανάλωσης αυξάνεται ραγδαία σε όλο το δυτικό κόσμο. Μια νέα κερδοφόρα αγορά χρειάζεται την κουλτούρα του βίγκαν λαϊφστάιλ για τα προϊόντα της. Παράλληλα, οι νέες μορφές παραγωγής στον αγροτοκτηνοτροφικό τομέα, που φαίνεται ότι μετασχηματίζεται κάτω από την πίεση των παγκόσμιων διατροφικών εταιρειών-κολοσσών, είναι συμβατές προς την κουλτούρα του βιγκανισμού. Χαρακτηριστικά παραδείγματα αποτελούν το συνθετικό, εργαστηριακό κρέας, οι καλλιέργειες όπως της σόγιας, που παίρνουν τη θέση παραδοσιακών καλλιεργειών, οι μεταλλαγμένοι σπόροι κλπ.

Έτσι, αναπόφευκτα, τα βίγκαν κινήματα σχετίζονται άμεσα με την έκρηξη του λόγου (discourse) περί “κλιματικής κρίσης” και βιωσιμότητας. Οι ρητορικές – που είναι σύμφυτες σ’ αυτόν τον λόγο–, της “πράσινης ανάπτυξης”/ “πράσινης οικονομίας”, αποτελούν ιδεολογικές μεταμφιέσεις νέων αναπτυξιακών μοντέλων, στα οποία η “πράσινη επιχειρηματικότητα” αναμένεται να βρεθεί στο επίκεντρο. Η “πράσινη” όμως κερδοφορία, μέσω των πολιτικών της ΕΕ [5] και των ισχυρών lobby των παγκόσμιων διατροφικών κολοσσών, οδηγεί –όπως σκιαγραφείται από τις διαφαινόμενες προθέσεις και πολιτικές– στην εκμετάλλευση των τοπικών πλουτοπαραγωγικών πηγών, πλήττοντας την ντόπια παραγωγή (ελαιόλαδο, μέλι, πρόβειο γάλα, σταφύλια κ.λπ.), στοχοποιώντας παραδοσιακές αγροτοκτηνοτροφικές χρήσεις γης και ενθαρρύνοντας “εναλλακτικά πρωτεϊνικά προϊόντα” (π.χ. plant/ lab-based meat, δηλαδή εργαστηριακά κατασκευασμένο κρέας). [6]

Μέρος των κινημάτων σύγχρονου οικολογικού ακτιβισμού, το βίγκαν κίνημα, εμπνέεται από την αισθητική και το lifestyle, και την ηθική ως αισθητική, που εκτοπίζει και περιορίζει την κινηματική δράση στο πεδίο της κατανάλωσης. [7] Προϊόν μιας μεταμοντέρνας κατάστασης, της εποχής της αποβιομηχανοποίησης και του καπιταλισμού της “ευέλικτης συσσώρευσης” – που κατά τον μαρξιστή θεωρητικό David Harvey αναζητά νέα προϊόντα και αγορές και χτίζει νέες ατομικές ταυτότητες και γούστα –, η έμφαση στην ικανοποίηση νέων αναγκών και επιθυμιών, αναπαράγει την εξατομίκευση και τις ελλιπείς κατανοήσεις του κοινωνικού κόσμου. Αδιάφοροι για την πολιτική οικονομία της διατροφικής παραγωγής και κατανάλωσης, οι καταναλωτές “πράσινης” ταυτότητας, συγκινούνται από το μάρκετινγκ που ανοίγει βίγκαν εστιατόρια σε εξευγενισμένες αστικές γειτονιές, και από τις πράσινες πολιτικές των εταιριών που μετασχηματίζουν το προφίλ τους σε πιο “οικολογικά φιλικό” και ιδιοποιούνται καταχρηστικά το ρόλο του “αναρχικού εξεγερμένου” ενάντια στην κατεστημένη εξουσία της απομύζησης των πλανητικών πόρων.

________________________________________________________

Σημειώσεις

[1]Βιγκανισμός, (veganism), https://el.wikipedia.org/wiki/Αυστηρή_χορτοφαγία
[2] Για μια περιεκτική επισκόπηση σχετικών μελετών, βλ. το κείμενο του ανθρωπολόγου David Sutton, «Τροφή και αισθήσεις», σε μετάφραση Α. Βρεττού, στο συλλογικό τόμο που επιμελείται η Ελ. Γιαλούρη, Υλικός πολιτισμός, Η ανθρωπολογία στη χώρα των πραγμάτων, Αλεξάνδρεια, 2012.
[3] Για τη διερεύνηση νέων ερευνητικών τάσεων στο πεδίο της σχέσης ανθρώπου-ζώων από τη σκοπιά της ανθρωπολογίας, βλ. αφιέρωμα του Journal of the Royal Anthropological Institute and Anthropology Today με ανοιχτή online πρόσβαση: Human-Animal: Journal of the Royal Anthropological Institute (wiley.com)
[4] https://www.tanea.gr/2018/12/01/greece/astynomika/efodos-ton-vegan-sti-varvakeio-eikones/
[5] Ευρωπαϊκή Επιτροπή, κείμενο στρατηγικής «Από το αγρόκτημα στο πιάτο», https://eur-lex.europa.eu/legal-content/EL/TXT/HTML/?uri=CELEX:52020DC0381&from=EN
[6] Βλ. ενδεικτικά από πρόσφατη αρθρογραφία στον τύπο «Πώς να βγάλετε λεφτά σώζοντας τον πλανήτη. Τα «πράσινα» ομόλογα και οι μετοχές – Οι επενδύσεις στην υγεία, στις κοινότητες, στην ενέργεια, στη γη και στο νερό», Τάσος Μαντικίδης, «Το Νutri-score και ο… πόλεμος των τροφίμων στην Ευρώπη. Πώς πολυεθνικές βγάζοντας εκτός ανταγωνισμού τη μεσογειακή διατροφή επιχειρούν την εκτόπιση από τα ράφια των παραδοσιακών ελληνικών προϊόντων», Κολλάτος Γιάννης, 21/08/2021, «Η διατροφική κρίση εκτροχιάζει την “πράσινη συμφωνία” στη γεωργία», άρθρο του Γιάννη Κολλάτου εφημ. Το Βήμα, 3/4/2022, αναδημοσίευση ηλεκτρονικά στο: https://www.ilidakampos.gr/index.php/agrotika/38936-i-diatrofiki-krisi-ektroxiazei-tin-prasini-symfonia-sti-georgia-pame-gia-katargisi-ton-ameson-epidotiseon-xorigisi-daneion-anti-ton-enisxyseon, «Ευρωκοινοβουλευτική ομάδα του ΚΚΕ, ΚΑΠ 2021-2027: νέο βαρύ χτύπημα στους βιοπαλαιστές αγρότες», ρεπορτάζ στο: https://www.902.gr/eidisi/eyrovoyli/240876/kap-2021-2027-neo-vary-htypima-stoys-viopalaistes-agrotes
[7] Για μια ενδιαφέρουσα θεώρηση του βιγκανισμού σε μια κριτική προοπτική βλ. το κείμενο της Marieke Thun, «Veganism in a Post Modern Society»: https://www.researchgate.net/publication/332797955_Veganism_in_a_Post_Modern_Society