Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Ευτυχία Κατελανάκη: Τίποτα δεν κρατά για πάντα

Προσπάθειες ύπνωσης

Δεν αρρώστησες ούτε σήμερα.
Το αύριο επίφοβο.
Είσαι έτοιμη.

Ο κόσμος πηγαινοέρχεται.
Οι διάλογοι ξεκουφαίνουν τους δρόμους συναναστροφής.
Οι σιωπές ξήλωσαν τις γειτονιές.
Στη σκέψη ένα πέπλο εφήμερης ηδονής.

Θ’ αντέξεις συγκάτοικος με τη συνείδηση;

Τα παρακάλια στον ύπνο θα σ’ εξαντλήσουν.
Τα όνειρα σε φοβούνται και κρύβονται
σε σκέψεις της αφάνειας.
Μετράς ένα ένα τ’ αστέρια σαν αντικρύσεις ουρανό
και αποκοιμιέσαι.

Ολοκλήρωση

δομημένοι προσεκτικά

ολοκληρωμένοι

συνειδητοποιημένοι

παγιωμένοι

άνθρωποι

στίχοι

μετρημένοι

ωραιοποιημένοι

ή ασχημοποιημένοι

γραμμένοι σωστά.

Προχωρώ μπροστά

με σπίτια γκρίζα, ροζ, κίτρινα, τιρκουάζ,

με αυλές γεμάτες πράγματα και όμορφα κάγκελα,

με δέντρα που ξεχάσαν ν’ αναπνεύσουν,

με ανθρώπους που προχωρούν μπροστά,

με σκυλιά που έχουν τρόπους,

με γατιά που δεν πηδούν από μπαλκόνι σε μπαλκόνι,

με γιορτές για την ανθρωπιά και τη φύση

στο κτήριο Κήπος της λεωφόρου,

με τραγούδια πόνου και πάθους εξευγενισμένα,

με άγριες κραυγές μαρμαρωμένες στο γλυπτό της κεντρικής πλατείας.

Προχωρώ πάντα μπροστά

φουσκώνω περηφάνια

οδεύω στην ολοκλήρωση

στη συνειδητοποίηση

στη μέτρηση

στην ωραιοποίηση

ή στην ασχημοποίηση

στην ποίηση

γραμμένη σωστά

δομημένη προσεκτικά

ολοταχώς στην τρέλα

παγιώθηκα.

Τίποτα δεν κρατά για πάντα (στον Μοχάμμαντ)

Όλα συνεχίζουν. Τίποτα δεν κρατά για πάντα. Όλα περαστικά είναι.
Όλα αρχειοθετημένα στην ψόφια μας πνοή.
Ένα τσουβάλι ζωής κατρακυλά ερμητικά κλειστό σε σκόνη ενοχής.
Πάει, έφυγε κι αυτό.

Τα μάτια σου γελούν ακόμη υψωμένα παντού.
Καταραμένα για πάντα σε μια εφήμερη πόλη, σε μια χαμένη χώρα, στο νεκροταφείο της ματαιότητας.
Μόνος ζωντανός χαμογελάς.
Βαρύ φορτίο να σώζεις τον κόσμο που παριστάνει πως σε σώζει.
Διάβασε. Η αλήθεια είναι τόσο πολύ κρυμμένη!
Μίλα σωστά! Για την επίτευξη μιας ουσιαστικής επικοινωνίας.
Φέρσου ευπρεπώς! Ή μήπως είσαι αγροίκος;
Πάρε. Πάρε σαπουνάκια, πάρε κονσέρβες, πάρε παιχνίδια.
Πάρε εφήμερο σπίτι. Στέγασε προσωρινά τα σκοτωμένα όνειρά σου.
Πάρε πληρωμένους επώνυμους βοηθούς χωρίς όνομα.
Πάρε και σώπαινε.

Όλα συνεχίζουν. Τίποτα δεν κρατά για πάντα. Όλα περαστικά είναι.

Χέρι χέρι να διώξουμε τα σαπουνάκια, τις κονσέρβες, τα παιχνίδια.
Χέρι χέρι να σπάσουμε τις φυλακές, να πάψουμε τα ρομπότ.

Τα μάτια σου γελούν ακόμη υψωμένα παντού.

Τώρα εμείς

Όλα αλλάξανε.
Τα παραμύθια που μας κοίμιζαν δημιούργησαν
εφιάλτες και οι νύχτες είναι ο πλέον κατάλληλος χρόνος
να είμαστε ξύπνιοι.

Ο χορός απέκτησε διαφορετικό
νόημα τα βήματα είναι σταθερότερα
λιγότερα.

Γελάμε
Για να ανατρέψουμε
τα χαμόγελα που αγκαλιάζουν τη μιζέρια.

Προχωράμε
γιατί όποιος μένει ακίνητος πηγαίνει για ψώνια
και χάνεται στην πλάνη της αντανάκλασης.

Πεθαίνουμε
για την αξιοπρέπεια
της επιλογής
μας.

Σκοτωμένη γενιά

Σταγόνα σταγόνα στερέψαν.

Συνήθισαν.

Εντάχθηκαν στην πραγματικότητα του πολιτισμού.

Μικροεπιχειρήσεις, μικροσυναλλαγές, μικροαπάτες,

μικροαυταπάτες.

Είμαστε καλά.

Τα παιδιά που παίζαν στο λιμάνι

μεγάλωσαν.

με βλέμμα χαμένο.

κάπου στο λιμάνι.

πασχίζοντας να θυμηθούν τη στιγμή του στραγγαλισμού τους.

 

Φίλοι που ξεβράστηκαν αγκαλιά                -καλή ψαριά

χωρίστηκαν στα πλέγματα της ευρώπης.

 

Πολλά φώτα στα σύνορα.

Πολύ σκοτάδι σε κάθε χώρα.

Πολλά φαντάσματα μας σπρώχνουν μαζί.

__________________________________________________________________________________________________

Η Ευτυχία Κατελανάκη γεννήθηκε το 1993 στην Αθήνα, όπου και μεγάλωσε. Είναι απόφοιτη φιλολογίας της Φιλοσοφικής σχολής Αθηνών και μεταπτυχιακή φοιτήτρια Διαπολιτισμικής Εκπαίδευσης. Τα τελευταία χρόνια ασχολείται με την εκπαίδευση προσφύγων. Η “Μηναυγή” αποτελεί την πρώτη της ποιητική συλλογή.