Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Θανάσης Κοτιάλης – Ένα ποίημα για τα 100χρονα του ΚΚΕ: Ιτζεδίν

ΙΤΖΕΔΙΝ
 
Στερνά σε φίλησα,
με την σκουριά των κελιών,
κι ας ξέχασα πως,
με την αλμύρα του Ιτζεδιν
στα χείλη
και την υγρασία των τοίχων του
στα μάτια.
 
Σφίγγοντας τα κάγκελα του κελιού,
κι οι γροθιές μας σίδερο γίναν,
αλύγιστα τα δάκτυλα, τεντωμένα,
ντυμένα τα ξεραμένο αίμα,
δεν υπέγραψα, 
δεν λύγισα
ούτε σαν με τράβαγαν οι φρουροί
που δεν σ’ αφήνα με τα μάτια μου
να ξεμακρύνεις
τώρα πω ‘χεις 
το σημείωμα στα χείλη σου
σφίχτα
μέχρι τη Λευτεριά
κι όταν έρθει για μας
κείνη μέρα
άφησε το σα χιόνι
να σκεπάσει την πόλη
τους στρατώνες
τους δρόμους
τις σκοπιές
το Σκοπευτήριο
τα Γιούρα
να δω απ΄το κελλί μου  στο Ιτζεδίν
να χιονίζει
κι εσύ Καισαριανή νυφάδα κόκκινη
σε Ματωμένο Γάμο
και τους χαμένους συντρόφους καλεσμένους
σαν σε προσκλητήριο έναν έναν να επιστρέφουν.
 
Ο χειμώνας πρώτα στο Ιζεδίν έρχεται
και μας φέρνει τα νέα απ΄το Στάλιγκραντ
ανάμεσα από
κραυγές, βουρδουλιές στον αέρα,
συρματόσχοινα,
σειρήνες συναγερμών…
” Αλτ….Αλτ…” 
προβολείς καμιονιών΄
πρησμένα χέρια σε καλώδια δεμένα,
σφιχτά, σφιχτά με τον καιρό.
 
Την προκήρυξη μου φερες,
ραμμένη σε μια φόδρα σκισμένη,
το χέρι μου σφίξε
να νιώσω πως τηλεγράφησες τη Νίκη
πριν αυτοκτονήσεις στην κρύπτη σου,
τώρα τα χωνιά αντηχούν : 
Ιτζεδίν….Ιτζεδίν…
πολύ σε φυλάκισα μέσα μου 
“…Αλτ…Αλτ…” 
οπλίσατε….σκοπεύσατε…
κι αν σαν ερπύστριες 
πέρασαν τα χρόνια από πάνω μας,
όλορθοι σηκωθήκαμε
μπρος στ’ αποσπάσματα
με τα μάτια λυτά
κοιτάξαμε μεσ’ από τις κάννες
πέρα μακριά 
τον ήλιο που ανέτελλε…
 
Ιτζεδίν,
πάνε εκατό χρόνια τώρα
που άκουσα φορά πρώτη,
την βαριά πόρτα 
σαν τουφεκιά
να κλείνει πίσω μου
ισοβίτης 
των αγώνων μας.
 
Πάνε εκατό χρόνια τώρα,
που ‘χα στο κελλί μου
ένα κόκκινο γαρούφαλλο,
σαν εκείνο 
που μου βάλες στο χέρι
μια Κυριακή ξημέρωμα.
 
Είχα ένα 
κόκκινο γαρούφαλλο
του ήλιο αντρειωμένο
κόκκινο 
σαν νιότης χείλη
κόκκινο
σαν αίμα 
που ‘χε του Βίτσι τη δροσιά
κι από το Γράμμο χρώμα,
κατόφυλλο γαρούφαλλο
δεν λύγισες ακόμα ;