Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Κατώτατος μισθός: Και η κυβέρνηση Μητσοτάκη φροντίζει βιομήχανοι και επιχειρηματίες να έχουν φθηνούς εργάτες

Πενήντα δύο λεπτά αύξηση την ημέρα (δηλαδή 13 ευρώ προ φόρων το μήνα) ανακοίνωσε με τυμπανοκρουσίες ο κ. Μητσοτάκης τη στιγμή που οι εργαζόμενοι και τα λαϊκά στρώματα δυστυχούν και υποφέρουν τα τελευταία χρόνια από τις συνεχείς μειώσεις μισθών και το κεφάλαιο ενισχύεται με ζεστό χρήμα. Η αύξηση της παρωδία της κυβέρνησης από τα 650 στα 663 ευρώ (μεικτά) θα ισχύσει από 1η Ιανουαρίου 2022.

Είναι τόσο προφανής ο εμπαιγμός και οι αναντιστοιχία με τις ανάγκες των εργαζομένων για μια αξιοπρεπή ζωή που ακόμα και ο Κ. Μητσοτάκης ομολόγησε ότι «η αύξηση την οποία αποφασίζουμε σήμερα προφανώς και δεν καλύπτει τις ανάγκες των εργαζομένων» και επανέλαβε τα περί «γιγαντιαίου προγράμματος στήριξης» που ξεπέρασε τα 40 δισ. ευρώ επί 18 μήνες. Μόνο που η μερίδα του λέοντος αυτών των δισ. κατευθύνθηκε στην ενίσχυση και διάσωση επιχειρήσεων, βιομηχανιών, μεγαλεμπόρων και μεγαλοϊδιοκτητών ακινήτων.  Ψίχουλα για τους εργαζόμενους.

Και με αυτή την αύξηση – παρωδία ο κ. Μητσοτάκης φροντίζει οι μεγαλοβιομήχανοι (που έχουν μεγάλο αριθμό χαμηλόμισθων) να έχουν εργάτες όσο πιο φθηνούς γίνεται.

Το σχόλιο του ΚΚΕ

Σε σχόλιό του, για την αύξηση-παρωδία του κατώτατου μισθού που ανακοίνωσε η κυβέρνηση, το Γραφείο Τύπου της ΚΕ του ΚΚΕ αναφέρει τα εξής:

«Η αύξηση-παρωδία του κατώτατου μισθού αποτελεί “πάγωμα” -για έναν ακόμη χρόνο- στα άθλια επίπεδα, που τον κατέβασαν με κυβερνητική απόφαση εδώ και μία δεκαετία, καταργώντας την Εθνική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας. Η ανακοίνωση της κυβέρνησης συνιστά πρόκληση προς τους εργαζόμενους, αφού και αυτά τα ψίχουλα έχουν εξανεμιστεί και με το παραπάνω από την ακρίβεια και τις ανατιμήσεις σε είδη λαϊκής κατανάλωσης, αλλά και από τον πρόσφατο αντεργατικό νόμο της κυβέρνησης, που κάνει τους εργαζόμενους ακόμα πιο “φτηνούς” και “ευέλικτους”.

Με ευθύνη των κυβερνήσεων της ΝΔ, του ΠΑΣΟΚ και του ΣΥΡΙΖΑ ο κατώτατος μισθός δεν καθορίζεται από τις συλλογικές διαπραγματεύσεις των εργαζομένων, αλλά από τον εκάστοτε υπουργό Εργασίας, με βάση τις λεγόμενες αντοχές της οικονομίας, δηλαδή την ανταγωνιστικότητα και την κερδοφορία του κεφαλαίου και με στημένους “κοινωνικούς διαλόγους”.

Εδώ και τώρα να επαναφέρουν τον κατώτερο μισθό στο ύψος από το οποίο τον “κούρεψαν”, στα 751 ευρώ ως βάση για αυξήσεις. Να καταργήσουν τον νόμο Βρούτση – Αχτσιόγλου, τον οποίο ψήφισαν και εφάρμοσαν από κοινού ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ και καταργεί τις συλλογικές διαπραγματεύσεις για τον βασικό μισθό και τις Κλαδικές Συμβάσεις Εργασίας».

«Ο Χικμέτ στην Ελλάδα», του Ηρακλή Κακαβάνη