Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Ο Θανάσης Βέγγος ενάντια στη σκόνη του κόσμου

Γράφει ο Ειρηναίος Μαράκης //

Στη μνήμη του Θανάση Βέγγου
που έφυγε από κοντά μας στις 3.5.2011

Η σπονδυλωτή ταινία «Όλα είναι ο δρόμος» (1998) σε σκηνοθεσία του Παντελή Βούλγαρη και σε σενάριο του ίδιου και του συγγραφέα Γιώργου Σκαμπαρδώνη πραγματεύεται τον ανθρώπινο πόνο, τον ηθικό και υλικό θάνατο καθώς και τις επιπτώσεις τους σε όσους μένουν πίσω. Με φόντο την μεταπολιτευτική Ελλάδα που λίγα χρόνια πριν την αλλαγή της χιλιετίας έρχεται αντιμέτωπη με τις κρίσιμες αλλαγές που συντελούνται σε κάθε επίπεδο της κοινωνικής ζωής.

Αποτελείται από τρία επεισόδια με κοινό στοιχείο τους την ύπαρξη μιας πατρικής φιγούρας που μέσα στη ρουτίνα της καθημερινότητας καλείται να αντιμετωπίσει κάποιες έκτακτες καταστάσεις. Στο πρώτο με τον τίτλο «Στ’ Χαρώνειο νόμισμα» θα συναντήσουμε έναν αρχαιολόγο (Δημήτρης Καταλειφός) που ο φαντάρος γιος του αυτοκτόνησε στη σκοπιά και στην ευαίσθητη ηλικία των είκοσι ετών. Στο δεύτερο επεισόδιο θα γνωρίσουμε ένα ηλικιωμένο θηροφύλακα (Θανάσης Βέγγος) που ζει μοναχικά στα ελληνοτουρκικά σύνορα στον Έβρο ανάμεσα σε ελάχιστους ανθρώπους και στη φύση ενώ στο τρίτο επεισόδιο με το χαρακτηριστικό τίτλο «Βιετνάμ» θα παρακολουθήσουμε την ιστορία ενός επιπλοποιού (Γιώργος Αρμένης) του οποίου η γυναίκα φεύγει από το σπίτι μαζί με τα παιδιά τους με κατάληξη εκείνος να τα σπάσει σ’ ένα σκυλάδικο, σε μια απέλπιδα προσπάθεια να ξορκίσει τον πόνο του.

Η τελευταία νανόχηνα

Στο δεύτερο επεισόδιο που τιτλοφορείται ως «Η τελευταία νανόχηνα» ο Βέγγος (κυρ Αντώνης) υποδύεται τον θηροφύλακα που ζει στο Δέλτα του Έβρου με αρνητική εμπειρία στο κυνήγι από τα χρόνια της νεότητας του. Μόνος, με μοναδική συντροφιά του ελάχιστους ανθρώπους και τη φύση την οποία προστατεύει σαν πατέρας το παιδί του. Γνωρίζει τα ζώα της περιοχής με το όνομα τους κι έχει προειδοποιήσει, σε άγνωστο στους θεατές χρόνο, τους λαθροκυνηγούς ότι θα έχουν πρόβλημα σε επόμενη προσπάθεια τους να πλήξουν την πανίδα της περιοχής.

Στη συνέχεια του επεισοδίου συνοδεύει, αφού έχει υποδεχτεί φιλόξενα, μια ομάδα ορνιθολόγων στην εξόρμηση της. Η ομάδα αναζητεί και καταγράφει τα ίχνη της τελευταίας νανόχηνας, ενός πουλιού που κινδυνεύει με εξαφάνιση. Μετά από ένα σύντομο ταξίδι η νανόχηνα θα εντοπιστεί αλλά την κρίσιμη στιγμή θα τη σκοτώσει ένας από τους λαθροκυνηγούς που λυμαίνονται την περιοχή. Εκεί, ο κυρ Αντώνης, αποφασισμένος από πριν, θα πυροβολήσει εν ψυχρώ το δολοφόνο της.

Κομβική στιγμή

Είναι εκείνη η κομβική στιγμή που ο καλός μας άνθρωπος, για πρώτη και τελευταία φορά στη δημιουργική πορεία του, σκοτώνει. Αλλά σκοτώνει από αγάπη. Έξυπνα ο Βούλγαρης χρησιμοποιεί ένα έμμεσο τρόπο για να μας δείξει τον Βέγγο να χτυπάει τον συνάνθρωπο του. Υποθέτω ότι αυτό συμβαίνει γιατί δεν θέλει να σκοτώσει και τον μύθο του καλού μας ανθρώπου. Το τέλος του επεισοδίου μένει ανοιχτό σε διάφορες ερμηνείες ενώ παράλληλα αναδεικνύει το μεγαλείο της σκηνοθεσίας και του σεναρίου. Και πάλι όμως η σκηνή συγκλονίζει. Είναι δυνατόν ο Θου-Βου να πάρει μια ανθρώπινη ζωή; Μπορεί ένας άνθρωπος να σκοτώσει άνθρωπο; Ναι, είναι, μας λέει με τον τρόπο του ο σκηνοθέτης. Υπάρχουν στιγμές που το γέλιο, το πικρό χιούμορ, η σάτιρα, η παρωδία, το γκροτέσκο και ο σουρεαλισμός -συστατικά στοιχεία της βέγγικης ηθογραφίας, ούτε καν ο θλιμμένος θρακιώτικος χορός του πρωταγωνιστή στην αρχή του επεισοδίου, δεν αρκούν για να καθαρίσουν τη σκόνη του κόσμου.