Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Σπύρος Ευαγγελάτος, ένας από τους σημαντικότερους Έλληνες σκηνοθέτες

Στις 24 Ιανουαρίου 2017, σε ηλικία 77 ετών, έφυγε από τη ζωή ο ακαδημαϊκός Σπύρος Ευαγγελάτος, ένας από τους σημαντικότερους Έλληνες σκηνοθέτες.

Ο Σπύρος Ευαγγελάτος είναι ο σκηνοθέτης άνω των 220 έργων στα ελληνικά κρατικά θέατρα, στα Φεστιβάλ Αθηνών, Επιδαύρου, και σε όλα τα γνωστά ελληνικά φεστιβάλ, σε ιδιωτικούς αθηναϊκούς θιάσους και στο εξωτερικό (Bιέννη, Zυρίχη, Σάλτσμπουργκ, Kάσελ, Λουκέρνη, Πρίνστον – HΠA, Mαδρίτη κ.α.), μέσα στην 55χρονη και πλέον πορεία του στο χώρο του θεάτρου. Ο σκηνοθέτης που περισσότερες φορές από κάθε άλλον συνάδελφό του έχει μετάσχει στα «Επιδαύρια».

Ο Σπύρος Ευαγγελάτος, που, ως γνωστόν, προερχόταν από μουσική οικογένεια (ο πατέρας του ήταν ο μουσουργός και αρχιμουσικός Αντίοχος Ευαγγελάτος , η μητέρα του αρπίστρια και η αδελφή του Δάφνη είναι μεσόφωνος), κινούνταν με την ίδια μαεστρία σκηνοθετώντας τόσο όπερα και τραγωδία, αλλά και έργα από το κλασικό παγκόσμιο ρεπερτόριο.

Ο Σπύρος Α. Ευαγγελάτος γεννήθηκε στην Αθήνα το 1940. Ήταν πτυχιούχος της Δραματικής Σχολής του Εθνικού Θεάτρου και της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, της οποίας είναι και αριστούχος διδάκτωρ. Σπούδασε Θεατρολογία στο Πανεπιστήμιο της Βιέννης. Για πρώτη φορά σκηνοθέτησε επαγγελματικά σε ηλικία 21 ετών και συνέχισε με περισσότερες από 200 σκηνοθεσίες στα ελληνικά κρατικά θέατρα, στα Φεστιβάλ Αθηνών, Επιδαύρου και στο εξωτερικό (Βιέννη, Ζυρίχη, Ζάλτσμπουργκ, Κάσσελ, Λουκέρνη, Πρίνστον ΗΠΑ, Μαδρίτη κ.α.).

Ο Σπύρος Ευαγγελάτος , φοιτητής ακόμη της Φιλοσοφικής και ενώ είχε τελειώσει τη Σχολή του Εθνικού Θεάτρου, εργάστηκε ως ηθοποιός σε τέσσερις παραστάσεις, ενώ είχε οργανώσει τη θεατρική ομάδα «Νεοελληνική Σκηνή» και το 1961 έκανε την πρώτη του σκηνοθεσία με το άπαικτο τότε έργο «Φορτουνάτος» του Μάρκου Αντωνίου Φώσκολου, έργο με το οποίο, σε άλλη βέβαια σκηνοθετική εκδοχή, εγκαινίασε το «Αμφι-Θέατρο», στην Πλάκα. Για να σπουδάσει ηθοποιός, τον επηρέασε ο Σωκράτης Καραντινός, για να επιμείνει στη σκηνοθεσία τον στήριξε ο πατέρας του. Συνέχισε τις σπουδές του στη Βιέννη, ενώ το 1972 τον καλεί το Εθνικό να σκηνοθετήσει την «Ηλέκτρα» στην Επίδαυρο. Είχε, βέβαια, προηγηθεί η επιτυχία της παράστασης «Ονειρο καλοκαιρινής νύχτας», που σκηνοθέτησε στο ΚΘΒΕ και με την οποία πήρε το χρίσμα του πολλά υποσχόμενου σκηνοθέτη στην Αθήνα.

Το 1975 ίδρυσε το Αμφι-Θέατρο, που λειτούργησε αδιάλειπτα μέχρι το 2011, παρουσιάζοντας την εργασία του (από αρχαίους τραγικούς μέχρι σύγχρονους συγγραφείς) σε Αθήνα, Επίδαυρο και πολλές ελληνικές περιοχές, καθώς και σε τριάντα Διεθνή Φεστιβάλ των πέντε ηπείρων. Είχε σκηνοθετήσει έργα από όλο το φάσμα της παγκόσμιας δραματουργίας, καθώς και πολλές όπερες. Έχει μεταφράσει, επίσης, θεατρικά κείμενα κλασικών και νεωτέρων. Είχε γράψει πολλά επιστημονικά μελετήματα, κυρίως σε θέματα του κρητικού και του επτανησιακού θεάτρου. Διετέλεσε γενικός διευθυντής του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος και της Εθνικής Λυρικής Σκηνής, καθώς και πρόεδρός της. Το 1989 εξελέγη καθηγητής στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, ενώ το 1991 εκλέγεται καθηγητής του Τμήματος Θεατρικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αθηνών, του οποίου διετέλεσε συχνά πρόεδρος. Του απονεμήθηκαν πολλά βραβεία. Το 2005 εξελέγη τακτικό μέλος της Ακαδημίας Αθηνών.