Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Γκολ αυτοί, σέντρα εμείς

Γράφει ο Βασίλης Κρίτσας //

Τσάμπιονς Λιγκ. Το πάλαι ποτέ Κύπελλο Πρωταθλητριών. Και για τους φίλους Τσου-Λου. Οι νότες από το βιολί στο στο ξεκίνημά του ύμνου του ξεσηκώνουν τα πλήθη, όπως κανείς εθνικός ύμνος δε θα μπορούσε να κάνει (ούτε καν της Διεθνούς, αν και θα έπρεπε).

Η διοργάνωση των αστέρων ανοίγει την αυλαία της και κουνάει σήμερα το σεντόνι της στη σέντρα, θυμίζοντας τις νοικοκυρές των παλιών χρόνων, που άπλωναν τα σεντόνια τους τη δεύτερη μέρα του γάμου, για να δείξουν πως η πρώτη νύχτα κύλησε όπως πρέπει και να αποδείξουν την αγνότητα του πρότερου έντιμου βίου τους.

Το σεντόνι της UEFA δεν έχει τέτοιου είδους κηλίδες γιατί είναι όλο βουτηγμένο στο βούρκο, αφού το ποδόσφαιρο είχε χάσει εδώ και καιρό την παρθενιά του, από τότε που εισέβαλε ο επαγγελματισμός στους κόλπους του (και στον κόλπο του), άλλο αν προσπαθεί να την επανορθώσει σφιχτά με ράμματα, για να κρατήσει καλή έξωθεν μαρτυρία. Το ζήτημα όμως είναι τι γίνεται κάτω από το σεντόνι και ποια συμφέροντα κρύβονται πίσω από τις ομάδες και το αγνό συναίσθημα των φιλάθλων. Οι οποίοι δεν είναι όμως άμοιροι ευθυνών.

Άλλο να σε τυφλώνει η καψούρα σου για την ομάδα και να βλέπεις με οπαδικά γυαλιά μια φάση, κι άλλο να κάνεις σαν μωρή παρθένα που δε βλέπει τι γίνεται στο χώρο. Άλλο να αγαπάς και να μαλώνεις για μια φανέλα κι άλλο για τον καπιταλιστή που αγόρασε την ΠΑΕ και να ανεβάζεις πανό “κάτω τα χέρια από την ομαδάρα”, γιατί χτυπάνε τον πρόεδρα-επιχειρηματία. Χτες ήταν οι οργανωμένοι οπαδοί του Ολυμπιακού και ο Μαρινάκης, αλλά το παράδειγμα είναι τυχαίο κι άσχετο από χρώματα και φανέλες.

Η φετινή διοργάνωση του Τσου-Λου ξεκινάει χωρίς ελληνική συμμετοχή (μετά από αρκετά χρόνια) και έτσι οι φίλαθλοι μπορούν να την απολαύσουν με τη χαρά του ουδέτερου, χωρίς να αγχώνονται για την ομάδα τους ή να εύχονται να ψοφήσει η κατσίκα του γείτονα, για να πάρουν κι αυτοί μια χαρά. Εξάλλου η πρεμιέρα της Σούπερ Λιγκ, με τους εκθαμβωτικούς θριάμβους των μεγάλων φαβορί, επισκιάζει τη λάμψη και την πρεμιέρα του Τσάμπιονς Λιγκ. Ποιο Τσου-Λου και ποια Στικούδη; Έλα μωρέ τώρα…

Μια διοργάνωση που ακολουθεί μια περίεργη διαλεκτική. Κι όσο αυξάνουν οι ομάδες που συμμετέχουν, τόσο εξελίσσεται σε κλειστό κλαμπ, για λίγους κι εκλεκτούς. Το 92′ η πρώτη δοκιμαστική μορφή της διοργάνωσης είχε οκτώ ομάδες, που μες στη δεκαετία τετραπλασιάστηκαν (χώρια όσοι συμμετέχουν στους προκριματικούς γύρους). Κι αντί για “λίγκα των πρωταθλητών” (όπως μεταφράζεται στα ελληνικά το όνομά της) βλέπουμε πιο πολλές ομάδες (δευτεραθλητές και τριταθλητές) από τα μεγάλα ευρωπαϊκά πρωταθλήματα. Ενώ η ΟΥΕΦΑ υποχωρεί στις πιέσεις των ισχυρών και τους δίνει ακόμα περισσότερες θέσεις, ακόμα και με wild card -εφόσον δεν εξασφάλισαν κάποιο εισιτήριο από τα εθνικά τους πρωταθλήματα- μη τυχόν και λείψει κάποιο μεγάλο εμπορικό όνομα από το ραντεβού (όπως φέτος η Μίλαν, η Λίβερπουλ, ο Άγιαξ, και η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, για να μείνουμε μόνο σε μερικές παλιές πρωταθλήτριες). Η ειρωνεία είναι πως οι διοργανωτές προσπαθούν να αποτρέψουν με αυτό τον τρόπο το ενδεχόμενο μιας αυτόνομης διοργάνωσης και μιας κλειστής Λίγκας των ισχυρών, που δε θα διέφερε δραματικά πάντως από τη σημερινή μορφή του Τσάμπιονς Λιγκ.

Βροχή τα γκολ και τα εκατομμύρια, όπως έλεγε ένα παλιό σύνθημα του ΟΠΑΠ (για το Προπο-γκολ). Μόνο που στην καθημερινή ζωή, ο απλός φίλαθλος δεν έχει ομπρέλα, ούτε είναι στα VIP με τη σκεπαστή, για να προφυλαχθεί από την καταιγίδα, και ξεχνιέται με έναν αγώνα (αλλά όχι στο δρόμο), ένα Άρλεκιν, ένα κουπόνι του ΠΑΜΕ ΣΤΟΙΧΗΜΑ. Και όσο δεν αντιδράμε και μένουμε απαθείς, σαν τον τερματοφύλακα που βλέπει ακίνητος την μπάλα να καταλήγει στο γάμα, τότε…. γ… τα με κεφαλαία γράμματα. Θα μετράμε απλώς πόσα τρώμε και η ζωή θα κυλάει δύσκολα, κατά τη γνωστή ποδοσφαιρική φράση:

Γκολ αυτοί, σέντρα εμείς…