Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Βασίλης Αυλωνίτης ο μέγας

Επιμέλεια: Οικοδόμος //

Ανάμεσα στις γενιές αξιόλογων ηθοποιών που γέννησε αυτός ο τόπος κάποιοι ξεχώρισαν. Ο Βασίλης Αυλωνίτης είναι αναμφισβήτητα ένας από αυτούς. Χαρισματική προσωπικότητα, πηγαίο ταλέντο και φυσιογνωμία που τον «κατέτασσε» θέλοντας και μη στους κωμικούς ηθοποιούς, ο Αυλωνίτης άφησε το όνομά του ανεξίτηλα χαραγμένο στο μεγάλο βιβλίο της τέχνης και το ταλέντο του στις ασπρόμαυρες εικόνες του παλιού καλού ελληνικού κινηματογράφου· να συναρπάζει και να συγκινεί μέχρι τις μέρες μας με την ερμηνεία του και να κερδίζει την εκτίμηση και την αγάπη των θεατών κάθε ηλικίας.

Γεννήθηκε το 1904 και μεγάλωσε στην Αθήνα. Στο θέατρο πρωτοεμφανίστηκε το 1924 και στη συνέχεια συνεργάστηκε με διάφορους θιάσους σε οπερέτες και κωμωδίες, μέχρι το 1928, οπότε και στράφηκε προς την επιθεώρηση, είδος στο οποίο διέπρεψε. Υπήρξε για πολλά χρόνια βασικό στέλεχος επιθεωρησιακών θιάσων. Ο τελευταίος του θίασος συγκροτήθηκε με τον Κώστα Χατζηχρήστο το 1967-68. Μαζί περιόδευσαν σε πολλές επαρχιακές πόλεις, αλλά λόγοι υγείας τον ανάγκασαν να διακόψει την περιοδεία.

Υπηρέτησε με συνέπεια και αφοσίωση όλα τα είδη του θεάτρου. Ξεχωριστή ήταν η παρουσία του και στον κινηματογράφο. Πρωτοεμφανίστηκε το 1929 στην ταινία του Αχιλλέα Μαδρά «Μαρία Πενταγιώτισσα» και μέχρι το τέλος της ζωής του πρωταγωνίστησε ή εμφανίστηκε σε μικρότερους ρόλους σε 75 ταινίες. Πέθανε από ανακοπή καρδιάς στις 10 Μάρτη του 1970.

Ο Β. Αυλωνίτης ήταν αληθινά μεγάλος. Ο κόσμος εισέπραττε το μεγαλείο του και ανταπέδιδε με την αναγνώριση και την αγάπη του και στο πέρασμα του χρόνου τον κατέταξε στους «μύθους» των ανθρώπων της τέχνης.

Η καταξίωση όμως αποχτά ακόμα μεγαλύτερες διαστάσεις όταν προέρχεται από το σινάφι σου. Από τους συναδέλφους σου. Και είναι πραγματικά τιμητικό, και αποχτά πραγματικά ιδιαίτερη αξία όταν ένα άλλος «μύθος» του θεάτρου και του κινηματογράφου, ο Κώστας Χατζηχρήστος, σε αποκαλεί «μέγα».

Παραθέτουμε δυο περιστατικά ενδεικτικά της εκτίμησης και του σεβασμού του Κ. Χατζηχρήστου προς τον Β. Αυλωνίτη, από τη συνεργασία τους στο θέατρο, όπως τα διηγείται ο πρώτος και καταγράφονται στη βιογραφία του (Πέτρος Γεωργιόπουλος, «Ο Χατζηχρήστος τα λέει… Όλα!», εκδ. Σμπίλιας, 1991).

HATZIHRISTOS2

Αφηγείται ο Κώστας Χατζηχρήστος:

«Με το φίλο μου τον (Ντίνο) ΚΑΤΣΟΥΡΙΔΗ έκανα κι άλλη μια μεγάλη επιτυχία: το «ΜΠΑΚΑΛΟΓΑΤΟ», που έγινε και θεατρική επιτυχία και που παιζόταν δύο ολόκληρα χρόνια στο θέατρο ΧΑΤΖΗΧΡΗΣΤΟΥ. Με το μεγάλο ΒΑΣΙΛΗ ΑΥΛΩΝΙΤΗ, την ΕΛΣΑ ΡΙΖΟΥ, εμένα και άλλους άξιους ηθοποιούς.

Λοιπόν θυμάμαι, ένα περιστατικό στο θέατρο. Εγώ έπαιζα ένα βοηθό μπακάλη (μπακαλόγατος) κι είχα για αφεντικό τον ΒΑΣΙΛΗ ΑΥΛΩΝΙΤΗ. Το σκηνικό φυσικά ήταν ένα μπακάλικο. Λοιπόν αρχίζει η παράσταση. Κόσμος φουλ κι όπως έλεγε το έργο, μπαίνει μέσα μια πελάτισσα (ΕΛΣΑ ΡΙΖΟΥ) να ψωνίσει φακές.

«Παρακαλώ μια οκά φακές, μου βάζετε;», λέει η Έλσα. «Βάλε ρε φακές στη μαντάμ», λέει ο Αυλωνίτης, ενώ ζαχαρώνει με την Έλσα. Κάνω εγώ να βάλω φακές, που… οι φακές; Δεν υπήρχαν στη θέση τους (αργότερα μάθαμε ότι ο φροντιστής είχε ξεχάσει να βάλει το σακί με τις φακές στο σκηνικό). Αμάν, λέω, καήκαμε. Βλέπεις ήταν αναπάντεχο και ψιλοξαφνιάστηκα.

Άντε ρε, βάλε φακές στη μαντάμ, μου λέει ο Αυλωνίτης και με κοιτάει παράξενα που καθυστερούσα. Τότε για να μην κάνει «κοιλιά» το έργο, πάω στη Ρίζου και της λέω, προς κατάπληξη του Αυλωνίτη και της Έλσας.

Ξέρετε μαντάμ, φακές δεν έχουμε. Δεν έχετε, ρωτάει σαν χαμένη η Ρίζου. Γιατί;

Γιατί τί να σου κάνουν οι φακές μαντάμ; Τα μαμούνια φταίνε. Μπήκαν στο σακί, πήραν από μια φακή στον ώμο και φύγαν στον κατήφορο, άντε τώρα να πιάσεις εσύ τα μαμούνια!.

Για μια στιγμή έγινε σιωπή. Μετά ο κόσμος άρχισε να γελάει σαν τρελός και να χειροκροτάει, ενώ ο Αυλωνίτης και η Έλσα άρχισαν να γελούν κι αυτοί, γιατί κατάλαβαν ότι κάτι συμβαίνει με τις φακές. Τελικά η πελάτισσα πήρε ροβίθια! Έτσι αναγκάστηκα να πω ό,τι μου κατέβηκε να σώσω την παράσταση. Και από μια αμέλεια του φροντιστή μας γεννήθηκε μια νέα «ατάκα» στην παράσταση που όποτε την έλεγα «χαλούσε κόσμο» και στο θέατρο και στον κινηματογράφο. Πρέπει να σας πω ότι στον κινηματογράφο μπακάλης και αφεντικό μου δεν ήταν ο Αυλωνίτης, αλλά ο ΚΩΣΤΑΣ ο ΔΟΥΚΑΣ.

Ένα άλλο θεατρικό περιστατικό από το «ΜΠΑΚΑΛΟΓΑΤΟ» ήταν όταν ο μέγας Αυλωνίτης ακόνιζε ένα μαχαίρι κοιτώντας άγρια εμένα. Έρχεται λοιπόν η Έλσα Ρίζου, που έπαιζε την πελάτισσα κι αυτή την φορά ζητάει πάλι φακές. Βλέπει όμως τον Αυλωνίτη με το μαχαίρι και τρομοκρατείται. Καλέ τι το θες το τραπεζομάχαιρο; του λέει. Κουβέντα ο Αυλωνίτης, μόνο το ακονίζει κοιτώντας εμένα άγρια. Καλέ τι το θες αυτό; Κουβέντα ο Αυλωνίτης! Οπότε τρομοκρατημένη η Έλσα Ρίζου, λέει στον Αυλωνίτη: Καλέ εγώ φακές ήρθα να πάρω, αλλά άμα δεν έχετε δεν πειράζει. Θα πάρω πάλι ροβίθια»!!

(Η φωτογραφία είναι από την ταινία «Ο θησαυρός του μακαρίτη» και προέρχεται από την ιστοσελίδα της Φίνος Φιλμς)