Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Οκτώ χρόνια από το δημοψήφισμα του 2015: Υπήρχε άλλος δρόμος;

Με τις διεργασίες στη σοσιαλδημοκρατία να εντείνονται μετά την εκλογική καθίζηση του ΣΥΡΙΖΑ, εργαζόμενοι, νέοι, άνθρωποι των λαϊκών δυνάμεων, αρκετοί από όσους δοκίμασαν απογοητεύσεις και διαψεύσεις τα τελευταία χρόνια, μπορούν σήμερα από καλύτερες θέσεις να αντιμετωπίσουν τις νέες προσπάθειες καλλιέργειας ψευδαισθήσεων και αυταπατών που θα συνοδεύουν τη βασανιστική αναστήλωση του συγκεκριμένου χώρου.

Δεν είναι άλλωστε πρώτη φορά που η σοσιαλδημοκρατία προσπαθεί να «αναταχθεί», πλασάροντας τα ίδια πάνω – κάτω «σταυροδρόμια» για το ποια κατεύθυνση θα την οδηγήσει ξανά σε ρότα κυβερνητικής εναλλαγής. Το διακύβευμα με το οποίο θα επιχειρηθεί ξανά να εγκλωβιστούν δυνάμεις οι οποίες έχουν κάθε λόγο να πάρουν οριστικό διαζύγιο από τη σοσιαλδημοκρατία είναι το αν ο ΣΥΡΙΖΑ θα «γυρίσει στις ρίζες του» ή αν θα συνεχίσει τα «ανοίγματα» προς το «κέντρο», ώστε να πάρει «πίσω» τον χώρο που του απέσπασε η ΝΔ.

Απολογισμοί, συμπεράσματα και «μεταλλάξεις»…

Με αφορμή την επέτειο από το δημοψήφισμα της 5ης Ιούλη του 2015, επανέρχονται στο προσκήνιο οι «απολογισμοί», πιάνοντας μάλιστα το νήμα από το 2012.

Είναι συζήτηση που μπορεί να τροφοδοτήσει με στέρεα συμπεράσματα ειδικά όσους έχουν αναφορές στο εργατικό – λαϊκό κίνημα, στις ιστορικές παραδόσεις του, αυτοπροσδιορίζονται ως αριστεροί και προβληματίζονται για το «αν θα μπορούσε να αποφευχθεί αυτός ο δρόμος» ή για το «πού στράβωσε η πορεία του ΣΥΡΙΖΑ», «πώς μεταλλάχθηκε και κατέληξε τελικά στο 3ο μνημόνιο» κ.λπ.

Αντικειμενικά, τέτοιοι προβληματισμοί συνδέονται με προσδοκίες που επιβιώνουν και σήμερα, ότι μια «επαναφορά» στον ΣΥΡΙΖΑ του 2012 μπορεί να δώσει διέξοδο για τους εργαζόμενους σε φιλολαϊκή κατεύθυνση.

Μια προσεκτική ματιά της διαδρομής του ΣΥΡΙΖΑ αποδεικνύει ότι αυτή δεν ήρθε ως αποτέλεσμα κάποιων «λαθών» και χειρισμών μιας κάποιας ηγεσίας, αλλά ως αποτέλεσμα της ουσίας της πολιτικής του, της στρατηγικής του. Βεβαίως, ως κόμμα σε αναμονή να αναλάβει τη διακυβέρνηση, είχε την ικανότητα να κουκουλώνει, να καλύπτει επισταμένα την ουσία της σοσιαλδημοκρατικής πολιτικής του με ριζοσπαστικές διακηρύξεις και συνθήματα. Αυτήν την πολιτική είχε υπηρετήσει ο ΣΥΡΙΖΑ και ως ΣΥΝ παλιότερα, όταν ήταν ένα μικρο κόμμα, μια πολιτική που στα κρίσιμα ζητήματα λειτουργούσε ως «αριστερή απολογητική» στρατηγικών επιλογών των επιχειρηματικών ομίλων της αστικής τάξης της χώρας (ΕΕ, ευρώ, «αναδιαρθρώσεις» κ.λπ.).

Η μετάλλαξή του, λοιπόν, αφορά την πλήρη σοσιαλδημοκρατικοποίηση, στην οποία βεβαίως οδηγήθηκε με την ανάδειξή του σε δύναμη της αστικής κυβερνητικής εναλλαγής. Στο πλαίσιο αυτό, το παιχνίδι για τον λαό ήταν χαμένο «από τα αποδυτήρια», από την ίδια την υπόσχεση ότι ο σχηματισμός μιας κυβέρνησης στο πλαίσιο της αστικής εξουσίας και του ίδιου του καπιταλιστικού συστήματος, μπορεί να δώσει διέξοδο στην οικονομική κρίση από τη σκοπιά των λαϊκών συμφερόντων.

Η πρώτη μεγάλη συμβολή του ΣΥΡΙΖΑ στο σύστημα, την περίοδο 2012 – 2015, ήταν ακριβώς η παγίδευση της λαϊκής διαμαρτυρίας και δυσαρέσκειας, των αγώνων και των κινητοποιήσεων ενάντια στα μνημόνια, στην κατεύθυνση του κυβερνητισμού. Μια αναμονή κυβερνητικής διεξόδου που οδήγησε σταδιακά στην εκτόνωση των κινητοποιήσεων και του όποιου ριζοσπαστισμού.

Ηταν η περίοδος που ο ΣΥΡΙΖΑ απέσπασε τη στήριξη τμημάτων του κεφαλαίου, διαμόρφωσε σχέσεις εμπιστοσύνης με ισχυρά ιμπεριαλιστικά κέντρα (ΗΠΑ – ΝΑΤΟ – ΕΕ), διεκδίκησε και πήρε το «χρίσμα» ως δύναμη κυβερνητικής εναλλαγής. Υπενθυμίζεται ότι το 2013 ο Αλ. Τσίπρας είχε ταξιδέψει στο Τέξας των ΗΠΑ για να συναντηθεί με ισχυρά τμήματα του κεφαλαίου, συνοδευόμενος από τον Γ. Βαρουφάκη. Αμέσως μετά πέρασε μια βόλτα από το Ινστιτούτο Levy και στη συνέχεια βρέθηκε στην «ευρωπαϊκή» λέσχη Μπίλντερμπεργκ, στη λίμνη Κόμο. Ενώ, όπως αποκαλύφθηκε το 2019, από το 2012 – 2013 είχε ανοιχτό δίαυλο επικοινωνίας με την κυβέρνηση Μέρκελ στη Γερμανία, δίνοντας διαπιστευτήρια.

Βεβαίως θα πει κανείς: Τότε πώς εξηγείται η επίθεση απέναντι στον ΣΥΡΙΖΑ από ένα σημαντικό τμήμα της αστικής τάξης και των ΜΜΕ εκείνη την εποχή; Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι εκείνη την περίοδο στους κόλπους της ελληνικής αστικής τάξης υπήρξε διαπάλη για το πώς θα αντιμετωπιστεί η οικονομική κρίση, ποιος θα βγει χαμένος και ποιος κερδισμένος. Σημαντικά τμήματα των επιχειρηματικών ομίλων συγκεκριμένων κλάδων εξέφραζαν τη δυσαρέσκειά τους, τη δυσφορία τους για την πολιτική της δημοσιονομικής αυστηρότητας και των μνημονίων, ζητούσαν κρατικό χρήμα για να ορθοποδήσουν (χαρακτηριστικά παραδείγματα: Εφοπλιστές, φαρμακοβιομήχανοι κ.λπ.). Σε αυτούς τους επιχειρηματικούς κύκλους είχε ανοίξει συζήτηση ακόμα και για τη σκοπιμότητα παραμονής της χώρας στο ευρώ. Ταυτόχρονα, στις εξελίξεις στην ΕΕ (που – θυμίζουμε – δεν ήταν μόνο η Ελλάδα σε κρίση αλλά μια σειρά χώρες, π.χ. Ιταλία κ.ά.) παρενέβαιναν οι ΗΠΑ από τη σκοπιά των δικών τους οικονομικών και γεωστρατηγικών συμφερόντων.

Οι διακηρύξεις περί του «τέλους της λιτότητας» αφορούσαν πρωτίστως την πολιτική κρατικής στήριξης των επιχειρηματικών ομίλων, η δε όποια προοπτική να ανασάνουν τα εργατικά – λαϊκά στρώματα συνδεόταν με την πορεία των κερδών, της προσέλκυσης επενδύσεων κ.λπ. Αυτό ήταν το περιεχόμενο της περίφημης «παραγωγικής ανασυγκρότησης»…

Από την παράταση του μνημονίου στην κλιμάκωση των εκβιασμών και στο νέο μνημόνιο

Από τον Φλεβάρη του 2015, πριν ακόμα ολοκληρωθεί ένας μήνας διακυβέρνησης, είχε αρχίσει να φαίνεται ότι η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ ετοιμάζει το έδαφος για νέα συμφωνία με αντιλαϊκές μεταρρυθμίσεις, με τον Γ. Βαρουφάκη να δηλώνει πανέτοιμος για υπογραφή «παράτασης της δανειακής σύμβασης», κάτι που έγινε στα τέλη Φλεβάρη, με υπογραφή 4μηνης παράτασης. Τότε μάλιστα ο ΣΥΡΙΖΑ έλεγε ότι ο λαός τού έδωσε «εντολή για συμφωνία και όχι για ρήξη με την ΕΕ», κάτι που επαναλήφθηκε μετά το δημοψήφισμα του Ιούλη, ως δικαιολογία για την υπογραφή του 3ου μνημονίου.Χαρακτηριστικά είναι και τα όσα έλεγε ο ΣΕΒ, χαιρετίζοντας τη «μεταρρυθμιστική ατζέντα» της κυβέρνησης και τη συμφωνία παράτασης του μνημονίου.

Μάλιστα ο ΣΥΡΙΖΑ, αυτήν τη φορά ως κυβέρνηση, ξαναπερνάει από τη λίμνη Κόμο και την «ευρωπαϊκή Μπίλντερμπεργκ», από όπου δηλώνει ότι «αναστέλλονται οι εξαγγελίες» προς τον λαό, στήνοντας σκηνικό προετοιμασίας για «ακραία φτώχεια».

Φτάνοντας πια τέλη Μάρτη, η κυβέρνηση επιβεβαιώνει ότι συζητάει για άγρια αντιλαϊκά μέτρα. Κάπου εκεί αρχίζουν να εμφανίζονται και επίσημα πια οι ΗΠΑ ως «διαμεσολαβητής» για να επιτευχθεί η αντιλαϊκή συμφωνία. Καταγράφονται βήματα «προόδου» στις διαπραγματεύσεις κυβέρνησης και ΕΕ, με τους Τσίπρα – Γιούνκερ να ξεκαθαρίζουν ότι έρχεται βαρύ πακέτο, με Εργασιακά, συνταξιοδοτικό, «κόκκινα» δάνεια, πρωτογενή πλεονάσματα κ.ο.κ.

Περισσότερο από έναν μήνα πριν το δημοψήφισμα της 5ης Ιούλη, μέρα με τη μέρα κλιμακώνεται ο εκβιασμός προς τον λαό προκειμένου να αποδεχθεί ως «θείο δώρο» την πρόταση που έχει καταθέσει στους δανειστές, με τις ευλογίες των ΗΠΑ, και που πλέον ομολογείται ότι πρόκειται για ένα ακόμα μνημόνιο με σκληρά αντιλαϊκά μέτρα. Ο εκβιασμός κορυφώνεται με την πρόταση για το δημοψήφισμα, αφού η κυβέρνηση καλεί τον λαό με το ΟΧΙ να στηρίξει τη δική της πρόταση, που αποτελεί την άλλη όψη της πρότασης Γιούνκερ. Στην ουσία ο λαός εξαπατήθηκε, αφού ουσιαστικά κλήθηκε να διαλέξει ανάμεσα σε δύο μνημόνια την ώρα που πίστευε ότι ψηφίζει ΟΧΙ στα μνημόνια.

Τα υπόλοιπα είναι λίγο – πολύ γνωστά, τόσο με το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος όσο και με τη διαχείρισή του από την κυβέρνηση, με την τελική υπογραφή του τρίτου μνημονίου, την ψήφισή του από ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ, ΝΔ, ΠΑΣΟΚ, Ποτάμι, και την προσφυγή σε νέες κάλπες, αφού πρώτα είχε δέσει τον λαό χειροπόδαρα.

Η «βρώμικη δουλειά» που δεν θα μπορούσε να βγάλει ένας «δεξιός πρωθυπουργός»

Αρκετά διαφωτιστικά για το πώς ο ΣΥΡΙΖΑ όλο εκείνο το διάστημα κατάφερε να βγάλει τη «βρώμικη δουλειά» για το κεφάλαιο και τα ιμπεριαλιστικά επιτελεία ήταν όσα αποκάλυψε την περασμένη βδομάδα ο Πάνος Καμμένος, κυβερνητικός εταίρος του Τσίπρα το 2015 – 2019. Οπως είπε λοιπόν, το 2015 η Ελλάδα υπό την πίεση της Γερμανίας «άλλαξε γεωπολιτικά και έκανε συμφωνία με τις ΗΠΑ», ώστε «να μετατραπεί σε κύριο σύμμαχό τους στη Μεσόγειο». Η αντιπαράθεση δηλαδή της κυβέρνησης με τους δανειστές (κατά βάση με τη Γερμανία), η συζήτηση γύρω από το ευρώ και το Grexit ήταν η κορυφή ενός παγόβουνου που από κάτω έκρυβε σφοδρούς γεωπολιτικούς ανταγωνισμούς ανάμεσα σε πανίσχυρα ιμπεριαλιστικά κέντρα, με θύμα τον ελληνικό λαό. Ο Π. Καμμένος αποκάλυψε ότι τότε οριστικοποιήθηκε η «Αμυντική» Συμφωνία με τις ΗΠΑ, η επέκταση της βάσης της Σούδας, η δημιουργία βάσης στο Στεφανοβίκειο κ.λπ., ενώ υπήρξε και επικοινωνία του Τσίπρα με τον Ομπάμα, οπότε επισημοποιήθηκε ότι με τη μεσολάβηση και της γαλλικής κυβέρνησης θα δρομολογούνταν το 3ο μνημόνιο, όπως και έγινε.

Η χρησιμότητα της σοσιαλδημοκρατίας και η τεράστια προσφορά του ΣΥΡΙΖΑ στο ξέπλυμα του ΝΑΤΟ και των ΗΠΑ αναδεικνύονται γλαφυρά και από την εξής εκτίμηση που κάνει σήμερα ο Π. Καμμένος: «Δεν θα μπορούσε δεξιός πρωθυπουργός, έχοντας απέναντί του την αριστερά, να υπέγραφε τις στρατηγικές και στρατιωτικές συμφωνίες με τις ΗΠΑ… Ενας αριστερός πρωθυπουργός (…) μπορούσε να περάσει τη Συμφωνία με τις ΗΠΑ χωρίς να υπάρξει αντίδραση από τον κόσμο της αριστεράς! Δεν θα ξηλωνόντουσαν τα πεζοδρόμια… Και αυτό είναι το σημαντικό…».

Αλλος δρόμος υπήρχε και υπάρχει!

Αν κάτι επιβεβαιώνεται από όλη αυτήν την πορεία, είναι ότι έχει χρεοκοπήσει οριστικά η ίδια η πολιτική που υπερασπίζεται η σοσιαλδημοκρατία σε όλες τις εκδοχές της, και στην πιο «διαχειριστική» και σ’ αυτή που ντύνεται με «ριζοσπαστικά» ενδύματα και αναφέρεται σε «μεταβατικούς στόχους» που δήθεν θα ανοίξουν τον δρόμο για τον σοσιαλισμό, ενώ πάντα οδηγούν στην καπιταλιστική διαχείριση. Η αντίληψη δηλαδή που πλασάρει ότι υπάρχει και «φιλολαϊκή» καπιταλιστική ανάπτυξη, ότι μπορεί το σημερινό σάπιο σύστημα να λειτουργήσει και υπέρ των εργαζομένων και όχι μόνο υπέρ των επιχειρηματικών ομίλων. Η αντίληψη που θέλει το κράτος «ουδέτερο» μηχανισμό, που μπορεί να μετατοπιστεί φιλολαϊκά, που θέλει «ουδέτερη» την καπιταλιστική ανάπτυξη, από την οποία μπορούν με ορισμένες μεταρρυθμίσεις να ωφεληθούν οι εργαζόμενοι και να πραγματοποιείται «αναδιανομή υπέρ των πολλών», που θεωρεί ότι η συμμετοχή στην ΕΕ και στο ΝΑΤΟ με μια «αριστερή κυβέρνηση» μπορεί να αξιοποιηθεί προς όφελος του λαού.

Αλλωστε η πείρα του ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι και μοναδική στα παγκόσμια δεδομένα. Γεμάτη είναι η πρόσφατη αλλά και παλιότερη Ιστορία από «αριστερές κυβερνήσεις» που θα έφερναν την ελπίδα και τελικά έφεραν την απογοήτευση, τον συμβιβασμό και την ήττα στον λαό.

Αλλος δρόμος υπάρχει και υπήρχε και τα χρόνια 2012 – 2015.

Ο δρόμος για να ζήσει ο λαός με βάση τις σύγχρονες ανάγκες του περνάει μέσα από τη σύγκρουση, τη ρήξη με την εξουσία του κεφαλαίου, την ΕΕ και το ΝΑΤΟ. Περνάει μέσα από την πάλη για την αλλαγή του συσχετισμού δυνάμεων, αμφισβητώντας την εξουσία του κεφαλαίου, των στρατηγικών επιλογών του, μέσα από τον δρόμο της αντικαπιταλιστικής πάλης που ανοίγει την προοπτική για να έρθει η ίδια η εργατική τάξη, ο λαός στην εξουσία. Αυτή είναι η πολιτική του ΚΚΕ, το Πρόγραμμά του.

Εκεί βρίσκεται η διέξοδος. Στον δρόμο της ταξικής πάλης, των συντονισμένων εργατικών – λαϊκών αγώνων, στον δρόμο της ανατροπής του σάπιου εκμεταλλευτικού συστήματος. Μια μάχη που δίνεται μέσα από τους καθημερινούς αγώνες, εκεί είναι που γεννιέται και δυναμώνει η ελπίδα, που παίρνει κουράγιο ο λαός ότι μπορεί να μαζέψει τις δυνάμεις του για να αντεπιτεθεί.

Ριζοσπάστης του Σαββατοκύριακου.

«Ναι, αλλά ο Στάλιν…», του Νίκου Μόττα