Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Τα τραγούδια της Παρισινής Κομμούνας

Στο σύντομο χρονικό διάστημα των 72 ημερών ύπαρξης της Κομμούνας, οι κομμουνάροι συνειδητοποίησαν ακόμα και σ’ αυτά τα πρώτα βήματα ότι δεν μπορεί να έρθει το καινούριο, χωρίς οι Επιστήμες, οι Τέχνες και η Λογοτεχνία να συνδεθούν με το λαό, εκφράζοντάς τον, χωρίς να εξυπηρετούν τις ιστορικές και κοινωνικές του ανάγκες, τους πραγματικούς στόχους του. Κατανοούσαν την επίδραση που έχει το πολιτιστικό εποικοδόμημα στη συνείδηση του ανθρώπου, αλλά και τις δυνατότητες που ανοίγονται με τη λειτουργία αυτού του εποικοδομήματος προς όφελος των λαϊκών συμφερόντων.Κομμούνα Παρισιού Ζήτω η Κομμούνα

Μπορεί το διάστημα της ζωής της Κομμούνας να μην ήταν αρκετό για να εκφραστεί ολόκληρος ο Πολιτισμός της, καθώς και τα περιθώρια να δοθεί ένα αποφασιστικό χτύπημα σε παραδοσιακές ξεπερασμένες αντιλήψεις για το ρόλο της Τέχνης στην κοινωνία, ωστόσο ακόμα και σε αυτό το σύντομο διάστημα μπόρεσε ν’ αρχίσει να αναδύεται η νέα αντίληψη για την Τέχνη.

Αυτό εκφράστηκε και πρακτικά, με ειδικά άρθρα του Διατάγματος, με τη δημιουργία θεσμών και τη λήψη πρωτοβουλιών. Για παράδειγμα, η Κομμούνα:

  • Παρέδωσε στην Ένωση Ζωγράφων, Γλυπτών, Αρχιτεκτόνων και άλλων εικαστικών καλλιτεχνών τον τεράστιο πλούτο των μουσείων και των γκαλερί του Παρισιού. Στη διοίκηση της Ένωσης εκλέχτηκαν 47 άτομα, μεταξύ των οποίων οι μεγαλύτεροι καλλιτέχνες της Γαλλίας, όπως ο Κουρμπέ, που ήταν και ο αντιπρόσωπός της, οι Κιρό, Ντομιέ, Μανέ, Μιλέ, Νταλ, Μπαλί (γιος), ο Ευγένιος Ποτιέ και άλλοι.
  • Κατάργησε την ανισοτιμία των κρατικών επιχορηγήσεων στα θέατρα και την εκμετάλλευση μέχρι εξευτελισμού των ηθοποιών από τους ιδιοκτήτες και τους διευθυντές, επιβάλλοντας διά νόμου το σύστημα των «ίσων δυνατοτήτων» για όλους, με λαϊκό έλεγχο.
  • Απελευθέρωσε από την οικονομική και κυβερνητική επιβολή του γούστου και των ενδιαφερόντων των κυρίαρχων τάξεων τους μουσικούς και τα τραγούδια τους, με αποτέλεσμα αυτοί να ξεχυθούν στους δρόμους, στις πλατείες, στις λέσχες και στα οδοφράγματα, ακόμα και σε κάποιες εκκλησίες, βάζοντας ωράριο εναλλακτικής λειτουργίας τους.
  • Ταυτόχρονα ίδρυσε δεκάδες επαναστατικές λέσχες, σαν Λαϊκά Πανεπιστήμια, σ’ όλο το Παρίσι, ακόμα και μέσα στις εκκλησίες. Το περιβάλλον τους διαμορφώνεται λαμπρό, διακοσμητικό, κόντρα στο καταθλιπτικό και αυστηρό κλίμα των κρατικών ιδρυμάτων. Το κόκκινο χρώμα επικρατεί παντού, αντιπροσωπεύοντας την αισθητική έννοια της ομορφιάς της Κομμούνας.

Τα επιτεύγματα που κατορθώθηκαν στις 72 ημέρες ζωής της Κομμούνας άφησαν κληρονομιά κάτω από ποιες συνθήκες μπορεί η Τέχνη να αποδοθεί εξ ολοκλήρου στον αληθινό δημιουργό της, το λαό, σπάζοντας όλα τα φράγματα που την κρατάνε μακριά του, ενώ ταυτόχρονα αποτέλεσαν έμπνευση για ανθρώπους της Τέχνης.

Ένα μικρό δείγμα αποτελούν τα τραγούδια που γράφτηκαν κατά τη διάρκεια ή και μετά την Κομμούνα.

Η «Διεθνής»

Ποίημα του Ευγένιου Ποτιέ για τη Γαλλική Κομμούνα. Μελοποιήθηκε το 1888 από τον Πιερ Ντεζεϊτέρ.
Αρχικά σκόπευαν να το κάνουν «Μασσαλιώτιδα της Κομμούνας», δηλαδή να το τραγουδάνε με τη μουσική του Εθνικού Ύμνου της Γαλλίας.

Ο Ευγένιος Ποτιέ ήταν μέλος της Α’ Διεθνούς και από τους οργανωτές της Κομμούνας, εκλεγμένο μέλος της. Μετά τη «Ματωμένη Εβδομάδα» και την ήττα της Κομμούνας, ο Ευγένιος Ποτιέ μετουσιώνει σε ποίημα την εργατική εξέγερση και την Κομμούνα και γράφει τους στίχους της «Διεθνούς», που έμελλε να γίνει ο ύμνος της παγκόσμιας εργατικής τάξης.

«Η Κομμούνα καταπνίγηκε… αλλά η “Διεθνής” του Ποτιέ διακήρυξε τις ιδέες της σ’ όλο τον κόσμο κι αυτή ζει τώρα όσο ποτέ άλλοτε», είχε γράψει ο Λένιν στην «Πράβντα» για τα 25 χρόνια από τον θάνατο του Ποτιέ.

Η «Μασσαλιώτιδα της Κομμούνας»

Πρόκειται για παραλλαγή του Εθνικού Ύμνου της Γαλλίας.
Οι στίχοι ζητάνε από τους Γάλλους να μην ακολουθούν πια βασιλιάδες και στέμματα, γιατί στα χέρια τους κυλάει το αίμα των μέχρι τότε πολέμων, αλλά να ενωθούν κάτω από τη σημαία της επανάστασης, να βαδίσουν στρατιωτικά χωρίς ηγεμόνα, όπως λέει το ρεφρέν. Μόνο έτσι μπορούν να υπερασπιστούν την πόλη τους, την ελευθερία τους, να έχουν ψωμί.

Είναι χαρακτηριστικό από τις τελευταίες στροφές ότι η πάλη έχει στο επίκεντρο τον εργάτη: «Μη φωνάξετε νέους νόμους, ο λαός είναι κουφός σε αυτά που λέτε! Αρκετά με τις επίσημες φράσεις, αρκετά με τα λόγια χωρίς σημασία! Γάλλοι, η πιο όμορφη νίκη είναι η κατάκτηση των δικαιωμάτων σου! Αυτά είναι τα μεγαλύτερα επιτεύγματα που μπορεί να καταγράψει η ιστορία! Λαέ! Ας είναι η τιμή ο οδηγός σου και η δικαιοσύνη οι νόμοι σου. Ο εργάτης να μην πεινά πια για να σκεπάζει ο βασιλιάς τους ώμους του με μανδύες! Από το βάθος της σκοτεινής νύχτας που μας αλυσόδενε η μοναρχία, υψώνεται η δάδα της ελευθερίας και λάμπει στον κόσμο!».

«Sous le drapeau rouge»

Ο τίτλος του τραγουδιού μεταφράζεται «Κάτω από την κόκκινη σημαία». Οι στίχοι είναι του Πολ Μπρους και εδώ ερμηνεύεται από την Φραντζέσκα Σόλβιλ από το δίσκο «Τραγουδώντας την Κομμούνα». Είναι τραγούδι που γράφτηκε μετά την Κομμούνα, στοιχείο που αποδεικνύει ότι η Κομμούνα αποτελούσε έμπνευση για πολλούς καλλιτέχνες, ακόμα και χρόνια μετά την ήττα της.

Η κόκκινη σημαία παραπέμπει κατευθείαν στην κόκκινη αιματοβαμμένη σημαία της Κομμούνας. Σε αυτό το τραγούδι, η κόκκινη σημαία ανάγεται σε σύμβολο των επαναστατών του Φλεβάρη του 1848 και των κομμουνάρων.

«La semaine sanglante»

Ο τίτλος του τραγουδιού μεταφράζεται «Η ματωμένη βδομάδα». Οι στίχοι είναι του Ζαν Μπατίστ Κλεμάντ.

Ματωμένη βδομάδα ήταν η τελευταία βδομάδα ζωής της Παρισινής Κομμούνας (22-28 Μάη). Αυτή τη βδομάδα, ο στρατός των Βερσαλλιών, με επικεφαλής τον Αδόλφο Θιέρσο, επιτέθηκε στο εξεγερμένο Παρίσι και κατέστειλε στο αίμα τη Γαλλική Κομμούνα. Είναι η μάχη με τους περισσότερους νεκρούς στην ιστορία των Παρισίων, καθώς ξεπέρασε σε αριθμό νεκρών και τη νύχτα του Αγίου Βαρθολομαίου. Οι στίχοι περιγράφουν τους δρόμους των Παρισίων μετά την ήττα των κομμουνάρων. Από τη μία αστυνομικοί, άνθρωποι με ξίφη και σπιούνοι των αυτοκρατόρων και των βουλευτών και από την άλλη μητέρες, ορφανά και πτώματα των κομμουνάρων. Οι καλοντυμένοι κύριοι και κυρίες με τα κολιέ τους στα χρώματα της γαλλικής σημαίας και οι παπάδες βλέπουν τους δήμιους να εκτελούν τυχαία όποιον βρίσκουν στο δρόμο.

Όμως το τραγούδι δεν χάνει την επαναστατική του αισιοδοξία: «Ο λαός θα είναι πάντα καρφωμένος στη δυστυχία; Έως πότε οι άνθρωποι του πολέμου θα έχουν το πάνω χέρι; Ως πότε η άγια κλίκα θα μας θεωρεί ταπεινά βοοειδή; Πότε επιτέλους θα έρθει η δημοκρατία της δικαιοσύνης και της εργασίας; Ναι, αλλά! Ως εδώ! Οι κακές μέρες θα τελειώσουν! Όταν όλοι οι φτωχοί ριχτούν στην υπόθεση της εκδίκησης! Όταν όλοι οι φτωχοί ριχτούν στην υπόθεση της εκδίκησης!».

«La danse des bombes»

Ο τίτλος του τραγουδιού μεταφράζεται «Ο χορός των βομβών». Οι αρχικοί στίχοι γράφτηκαν από την Λουίζ Μισέλ.

Γράφτηκε τον Απρίλη του 1871. Η αρχική έκδοση δεν έχει ηχογραφηθεί ποτέ και η μουσική του τραγουδιού δεν είναι γνωστή. Το τραγούδι που ακούγεται είναι από το δίσκο «Καντάδα για την Λουίζ Μισέλ» του 2004 της Μισέλ Μπερνάρντ, η οποία και τραγουδά, και οι στίχοι είναι αρκετά αλλαγμένοι. Στην αρχική έκδοση περιγράφεται η διάθεση της εργατικής τάξης σε επαναστατικές συνθήκες να βαδίσει ως το θάνατο. Οι κομμουνάροι βαδίζουν άφοβοι, σχεδόν διασκεδάζουν μπροστά στη μάχη. Είναι χαρακτηριστικό ότι η στιχουργός περιγράφει τη μάχη όπως θα περιέγραφε μια ηλιόλουστη μέρα, ενώ ταυτόχρονα δείχνει παραστατικά την οργή των επαναστατών. «Φίλοι μου βρέχει θραύσματα. Εμπρός όλοι! Πετάμε, πετάμε!!! Η βροντή της μάχης βρυχάται σε εμάς φίλοι μου!!! Τραγουδάμε!!! Βερσαλλίες, Μονμάρτη χαίρετε!!! Στα όπλα!!! Έρχονται τα λιοντάρια!!! Η θάλασσα των επαναστάσεων θα σας παρασύρει στην πλημμύρα της!!!».

Οι στίχοι του ρεφρέν είναι χαρακτηριστικοί:

«Εμπρός, εμπρός κάτω από τις κόκκινες σημαίες
Ζωή ή τάφος
Οι ορίζοντες σήμερα είναι όμορφοι».

Και όταν αναφέρει «όμορφους ορίζοντες» αναφέρεται σε ορίζοντες που κρύβονται από τις μπάλες των κανονιών και τις σφαίρες των όπλων κατά τη διάρκεια της μάχης.

«Le capitaine “au mur”»

Ο τίτλος του τραγουδιού μεταφράζεται «Στον τοίχο, είπε ο λοχαγός». Οι στίχοι είναι γραμμένοι από τον Ζαν Μπατίστ Κλεμάντ. Έχει θεατρική δομή και διαδραματίζεται μπροστά από τον «Τοίχο των Ομόσπονδων» στο νεκροταφείο Περ Λασαίζ, την τελευταία μέρα της Κομμούνας. Ο αστικός στρατός έχει επικρατήσει στην τελευταία μάχη και οι κομμουνάροι στήνονται στο εκτελεστικό απόσπασμα μπροστά στον «Τοίχο των Ομόσπονδων».

Στο τραγούδι, ο λοχαγός του αστικού στρατού ρωτά κάθε άνθρωπο που έχει συλληφθεί τι έκανε ώστε να βρίσκεται εδώ πέρα. Ο στιχουργός μέσα από τους στίχους θέλει να δείξει δυο πράγματα: Πρώτον, αλλά όχι κύριο, ότι οι συλλήψεις γίνονταν τόσο τυφλά που βρέθηκαν κατηγορούμενοι ακόμα και εχθροί των κομμουνάρων και υπηρέτες των αστών που έμειναν στο Παρίσι καθ’ όλη τη διάρκεια της Κομμούνας. Κατά δεύτερο και πιο κύριο, ο Κλεμάντ αντιπαραβάλλει τον ηρωισμό και την ηθική των επαναστατών στη σαπίλα και τον ηθικό εκφυλισμό των υπηρετών της αστικής τάξης. Οι απαντήσεις που παίρνει ο λοχαγός από τους υπηρέτες των αστών δείχνουν τον διακαή πόθο να σώσουν το τομάρι τους. Ένας από αυτούς διατίθεται να δώσει ονόματα όλων των γυναικών και παιδιών των Κομμουνάρων και ζητά να τους εκτελέσουν μπροστά του. Μια γυναίκα παλιού αξιωματικού κυκλοφορεί με περιβραχιόνιο στα χρώματα της γαλλικής σημαίας, ενώ ένας ιερωμένος κλαίγεται ότι έμεινε όλο αυτόν τον καιρό κρυμμένος σε ένα ντουλάπι για να γλιτώσει από τους Κομμουνάρους.

Οι απαντήσεις που παίρνει ο λοχαγός από τους επαναστάτες είναι παράδειγμα επαναστατικού ήθους. Όλοι τους ζητάνε να τους εκτελέσουν. Ένας ηλικιωμένος ζητά να εκτελεστεί γιατί το έγκλημά του ήταν ότι ήταν φτωχός και έκανε παιδιά! Πιο συγκινητικός είναι ένας Κομμουνάρος που όταν τον ρωτάει ο λοχαγός απαντάει κατά λέξη:

«Σιχαμερό γουρούνι τρύπα γρήγορα το δέρμα μου!!
Γιατί εγώ έχω κάνει την αποστολή μου με το ντουφέκι μου!!
Κι ένα, βλέπεις τη λάμψη μου
Και δυο, ζήτω η Κομμούνα».

Πηγή 902.grΚομμούνα ΠαρισιούΚομμούνα Παρισιού