Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Τι μου έμεινε από το Φεστιβάλ

Γράφει ο Σφυροδρέπανος //

Σαν το θέμα της Έκθεσης, που θα θέλαμε να γράψουμε αυτή τη βδομάδα, αν ήμασταν μαθητές και μας το ζητούσε η δασκάλα μας. Έχουμε και λέμε.

Ο χορός του Κουτσούμπα, που είναι λαϊκός ΓΓ, παντός καιρού.
Αν ήταν στη θέση του ο Τσίπρας, θα έλεγε κάνα πετυχημένο για το ρυθμό που θα κρατάμε στους δανειστές, «με ζουρνά-α-δες, με ζουρνά-α-δες, και με νταούλια. Η Ζωή τραβάει την κατηφόρα».
Αν πάλι ήταν ο Βαγγέλας, θα ήταν γνήσιο κι αυθεντικό, αλλά θα είχε πενήντα κάμερες, για να καταγράψουν την… αυθόρμητη στιγμή.
Αν ήταν ο ΓΑΠ, θα συνδυαζόταν με κάποια ιμπεριαλιστική κολεγιά.
Αλλά είναι ο ΓΓ του ΚΚΕ. Και είναι καλά. Και καλός χορευταράς.

Η λαοθάλασσα. Στο Μάγγα και το Μαργαρίτη έγινε λαϊκό προσκύνημα. Στους Εν Καρδία και τους Ιμάμ Μπαϊλντί πήγαν οι πιο εναλλακτικοί (σχηματικά μιλώντας). Στο Ζαραλίκο, όσοι αγαπάν τη σάτιρα και το αγνό, παρθένο τρολάρισμα. Και στον Παπακωνσταντίνου αι γεναιαί πάσαι. Ενώ η ομιλία του Κουτσούμπα είχε κόσμο ως τη λίμνη κάτω, και μάλιστα όρθιους, για να χωρέσουν περισσότεροι.
Όπως είπε κι ο Μουζουράκης: είστε πάρα πολλοί, για να είστε τόσο λίγοι. Μήπως να πάμε του χρόνου σε κάποια άλλη περιοχή, ακόμα μεγαλύτερη;

Τα «ραντεβού της παρανομίας», κάτω από (το ταμπλό με) τον Μπελογιάννη, κάτω από το Λένιν, δίπλα στη λίμνη, μέσα στη λίμνη, όπως τον καιρό που δεν υπήρχαν κινητά. Βασικά, η επόμενη εταιρία κινητής τηλεφωνίας που θα περηφανευτεί πως έχει «σήμα-καμπάνα», πρέπει πρώτα να περάσει από το κρας-τεστ του Φεστιβάλ.

Οι καλλιτέχνες. Ιδίως όσοι ήρθαν αφιλοκερδώς κι όσοι έβγαλαν πραγματικό συναίσθημα επί σκηνής, για να το εισπράξουν πίσω στο πολλαπλάσιο, από τον κόσμο κάτω, που ξέρει να εκτιμά το γνήσιο. Όπως ξέρει να αγνοεί τις παραφωνίες, σαν αυτή της Βιτάλη. Δεν αρκεί να έχεις σπουδαία φωνή εξάλλου, για να σε αποτρέψει από τα πολιτικά φάλτσα.

Η κνίτικη κουζίνα. Με τη σταθερή αξία των σουβλακιών, που δεν έχουν λίπος (παρά τα όσα διαδίδει η αστική προπαγάνδα), τα κεμπάπ που κέρδισαν τις εντυπώσεις αλλά τελείωναν νωρίς, τους ταξικούς λουκουμάδες, που ήταν περισσότεροι και καλύτεροι από πέρσι. Και τη φετινή καινοτομία των μικρών καπ-κέικ. Μέχρι το 50ό Φεστιβάλ πρέπει να βάλουμε και βρώμικο (που θα συνδυάζεται με την ανάγνωση του τρίτου τόμου του δοκιμίου ιστορίας και τα συμπεράσματα από την κριτική εξέταση της ιστορίας, αντί της εύπεπτης λαθολογίας).

Η Διεθνούπολη. Οι ισπανικές αποστολές, η συζήτηση για την Καταλονία, τα υλικά για τον Τσε και την επέτειο απ’ την εκτέλεσή του, τα Παλαιστινιακά, οι κονκάρδες, τα στρατιωτικά δίκοχα που φορούσαν ένας Ρώσος και ένας Γιουγκοσλάβος σύντροφος, το εξώφυλλο της Ουμανιτέ για τη νίκη του Σύριζα, στο τραπεζάκι των Γάλλων (καλά εσύ ρεφόρμισες νωρίς). Και οι περιζήτητοι σύντροφοι από την Τουρκία και τη Συρία, για να συζητήσουν, σε όποια γλώσσα γίνεται, τις τρέχουσες εξελίξεις και τη σοβαρότητα της κατάστασης.

Η κάλυψη του 902, που σου έδινε γεύση απ’ ό,τι είχες χάσει, αλλά απέφευγε τα πικάντικα μπαχαρικά και τις σάλτσες –που νοστιμίζουν ενίοτε τη ζωή. Και το αεροπλανάκι (drone), που πετούσε χαμηλά, πάνω από τα κεφάλια μας, σαν κακός οιωνός πως θα βρέξει (τελικά ο ουρανός μας λυπήθηκε. Εμπρός αδέλφια εμπρός, κι είναι μαζί μας ο καιρός).

Η έκθεση για τους αλύγιστους της ταξικής πάλης και του κομμουνιστικού κινήματος, που είναι η ψυχή του λαού μας, γιατί έδωσαν το αίμα τους και τη ζωή τους στον αγώνα του για μια Ελλάδα λεύτερη, σοσιαλιστική. Και δεν υπέγραψαν, δε λύγισαν, δε μετάνιωσαν, για να παραδώσουν στο χάρο έναν αγωνιστή και όχι ένα πτώμα χωρίς ιδανικά. Και δεν ήταν ένας, μα χιλιάδες.

Τα βιβλία της Σύγχρονης Εποχής, οι σπάνιες εκδόσεις των Θεμάτων Παιδείας, η τελευταία Διεθνής Κομεπ για τον ιμπεριαλισμό, οι νέες κυκλοφορίες, τα παλιά διαμάντια στον πάγκο με τις προσφορές, τα παιδικά βιβλία και η γωνιά με τα άλμπουμ του Αρκά. Οι «κρυμμένες γνώσεις» σε κάθε σελίδα που ξεφυλλίζεις. Ήξερες πχ πως σε κάποιο τόπο εξορίας οι αρχές είχαν απαγορέψει τη Γραμματική του Τριανταφυλλίδη (αν το συγκράτησα σωστά) γιατί τον θεώρησαν ύποπτο, επαναστατικό στοιχείο, λόγω Ποντιακής καταγωγής, αλλά περνούσαν όλα τα βιβλία του Σεγκάλ, γιατί πού να φανταστούν, με τέτοιο όνομα, ότι είναι Σοβιετικός…

Και τέλος, ότι μεγαλώσαμε άλλον ένα χρόνο. Και το επόμενο Φεστιβάλ αργεί πολύ. 340 και σήμερα…