Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Όλο το χρόνο «αποκριές»

Γράφει ο Χρήστος Α. Τούμπουρος //

Από «το μαλλί πώς είναι» της Σοφίας μέχρι τα γεμιστά της Θεανούς δεν είναι και πολύ μεγάλη η απόσταση. Πολιτική παρήγαγαν κατά το πώς λέμε, και οι αμούρες, τα γκόρτσα, τα απίδια και τα βλίτα ανήκουν στο φυτικό βασίλειο. Τενεκέδες και γκαζοτενεκέδες, γκτσούπια και φωστήρες, τρομπούκια και αετοκαβαλλάρηδες σωρηδόν και μπουλοκηδόν δρώντες περιχαρακώθηκαν στο «έργο» τους, που φέρει τον τίτλο – λέμε τώρα- «πολιτική». Επομένως από το κουλοκούρ’σμα μέχρι το μαγείρεμα το έργο το έκαναν ένα, αληθινά μοναδικό που ακούει στο όνομα « Πολιτική».

Μαθαίναμε και πώς δεν μαθαίναμε, εκεί που μαθαίναμε πως ο Πολιτικός Λόγος χαρακτηρίζεται από λογική επιχειρηματολογία και χρησιμοποιεί ως μέσα πειθούς την επίκληση στη λογική και την αυθεντία. Ενίοτε διακρίνεται και από συναισθηματική φόρτιση. Πόσους, μα πόσους δεν είδαμε να δακρύζουν και να ρακομανούν. Αυτά και τόσα άλλα. Τίγκα σε υποσχέσεις, παραπειστικές, -όχι πάντως εκβιαστικές μέθοδοι- λεκτικοί πλεονασμοί, έως και λεκτικός πληθωρισμός και πάει λέγοντας. Πολλές φορές ο πολιτικός λόγος εμπεριέχει μια ακατάπαυστη φλυαρία που σούρχεται «να πάρεις τα πλάια». Να προλάβεις όμως να τους ψηφίσεις και μετά πάρε όχι μόνο τα πλάια, αλλά και τα καταράχια και γκιλίσου μαζί με τα ασβούδια. Είπαμε. Την ψήφο θέλουμε. Πολιτική κάνουμε…

Πολιτική κάνουν και οι κωλοτουμπίζοντες και οσφυοκάμπτες. Πολιτική έκανε και ό Εμμανουήλ Ροΐδης, όταν έγραφε: «Έκαστος τόπος έχει την πληγή του η Αγγλία την ομίχλη, η Αίγυπτος τας οφθαλμίας, η Βλαχία τας ακρίδας και η Ελλάς τον πατριωτισμόν». Απαξάπαντες ομνύουν στο όνομα της πολιτικής. Μόνο που ο Ροΐδης ξέχασε να προσθέσει και τους κολαούζους, τους χειροκροτητές και τους «ακολουθούντας», αυτούς δηλαδή που κάνουν εξέδρα, έπονται και χάφτουν τις αλογόμυγες που μοιράζουν ένθεν κακείθεν οι τρυποτούφοι της δήθεν πολιτικής σκέψης, έκφρασης και πρακτικής. Μετά χαιρετιούνται στα κοινωνικά δίκτυα μοστράροντας και την αφεντομουτσουνάρα τους. Κάτι παρόμοιο με τις σχολικές εκδρομές. «Τα περάσαμε όμορφα, όμορφα, όμορφα…». Κι από κει και πέρα «να καεί ο φούρνος του γείτονα», «να ψοφήσει η κατσίκα του», «σκρούμπ’ κι αγριορίγαν’», «φολτάκιασμα και ξεροπριτσιάλισμα», εμείς να ‘μαστε καλά, απολαμβάνομεν τις όποιες «αντιστασιακές δραστηριότητες των συγγενών μας», καθόσον -δημοκρατικά βεβαίως, βεβαίως- δικαιούμαστε κάτι τέτοιο και με το παραπάνω. Μιλάω στο γενικό ξεκούδουνο.

Δεν ξέρω γιατί αλλά μού ‘ρθε ξαφνικά στο μυαλό εκείνο το δημοτικό τραγούδι που λέει: «Καμάρι που ‘χουν τα πρόβατα και λεβεντιά τα γίδια/καμάρι που ‘χει ένας γαμπρός, που ‘χει δυο – τρεις κουνιάδες./ Η μια του δένει το άλογο, η άλλη το ξεσελώνει/κι η Τρίτη η μικρότερη, κρυφά τον κουβεντιάζει:/-γαμπρέ μ’ γιατί μας άργησες να ‘ρθεις στα πεθερ’κά σου;/ -ν- είχα γεννό στα πρόβατα και ξεγεννό στα γίδια».

Κι όπου υπάρχει γέννα, εκεί ακολουθούμε. (Αντί για γέννα βάλτε πολιτική εξουσία. Όποιος την αδράξ’). Ποιος νιώθει από ιδεολογία και ποιον κατέλαβε η αγωνία για ένα αύριο καλύτερο; Και με τη γυναίκα και με την αδελφή και με τη νύφ’ αλλά και με την πεθερά. Εμείς καλά να περνάμε… και είπαμε: «να ψοφήσει η κατσίκα του γείτονα…». Ποιος και γιατί να καταλάβει πως : « Πιο πέρα είναι ένα σπίτι που καίγεται κι ύστερα ένα άλλο, και ύστερα το δικό σου». (Γιάννης Ρίτσος)

Άλλαξαν όμως τα πράγματα. Οι πολιτικοί και οι πολιτευόμενοι δεν μιλούν. Φωτογραφίζονται. Βάλε από δω φλας, βγάλε άλλη μία να την ανεβάσουμε, και μερικές άλλες να τις σχολιάσουν αυτοί που θα τις σχολιάσουν, ντόρος να γίνεται και σιαλακάς να ακούγεται. Να μας δούνε, όχι να μας ακούσουν, γιατί ενίοτε απολάμε κάτι στοκιές άλλο πράμα που κοντεύουν να βουλώσουν τα αυτιά τους, όσοι βέβαια είχαν την υπομονή να τους ακούσουν. Άλλαξαν οι νόμοι. Δεν μιλάμε για πολιτικό λόγο, αλλά για το γεγονός ότι η πολιτική γίνεται δια της φωτογραφήσεως και μόνον. Μόστρα, επιφάνεια. Όλες τις ημέρες του χρόνου έχουμε αποκριές!

_______________________________________________________________________

toumpourosΟ Χρήστος Α.Τούμπουρος γεννήθηκε στην Άγναντα Άρτας (Τζουμέρκα). Εκεί τελείωσε το Γυμνάσιο και ακολούθως σπούδασε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Έγραψε τέσσερα βιβλία: «Αγναντίτικα Λιχνίσματα», «Το Γυμνάσιο Αγνάντων ο Πνευματικός Φάρος των Τζουμέρκων», «Με την Ηπειρώτικη λαλιά» και «Τραγουδώντας την ξενιτιά», καθώς και εννέα θεατρικά έργα με περιεχόμενο που αφορά τη ζωή στην Ήπειρο.