Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

7 σημεία για τον αθλητισμό με αφορμή τις επιτυχίες Τεντόγλου – Ντρισμπιώτη

Γράφει ο Ειρηναίος Μαράκης //

Με αφορμή τις πρόσφατες επιτυχίες των αθλητών μας στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα του Μονάχου, του Μιλτιάδη Τεντόγλου που με άλμα στα 8,52μ. ανέβηκε ξανά στην πρώτη θέση του βάθρου στο αγώνισμα του μήκους και της Αντιγόνης Ντρισμπιώτη που κατέκτησε το χρυσό μετάλλιο στα 35 χιλιόμετρα του βάδην καθώς και άλλων, παραθέτω κάποια σημεία και σκέψεις ως συμβολή στη συζήτηση για τον αθλητισμό σήμερα αλλά και για παράλληλα ζητήματα.

1. Πόσοι νέοι αθλητές δεν κατάφεραν να συνεχίσουν στον αθλητισμό λόγω της υποβάθμισης/ εργαλειοποίησης του από την κρατική εξουσία και τις κυβερνήσεις; Πόσα νέα παιδιά με όραμα και αγάπη για τον αθλητισμό δεν κατάφεραν να προχωρήσουν παραπέρα λόγω της εμπορευματοποίησης του και των ανύπαρκτων υποδομών; Πόσοι ασχολούνται με αυτά τα ζητήματα σήμερα και πόσοι, αποκλειστικά και μόνο, με τις επιτυχίες των αθλητών μας;

2. Οι ατομικές επιτυχίες ή/ και οι επιτυχίες των συλλόγων στα αθλήματα, είτε με τα οπαδικά είτε με τα εθνικά χρώματα, όσο και αν μας χαροποιούν – όλοι ή έστω αρκετοί από εμάς έχουμε τις προτιμήσεις μας σε ομάδες και αθλητές – δεν παύουν να είναι οι επιτυχίες κάποιων άλλων. Όχι δικές μας.

3. Οι επιτυχίες των αθλητών σε διάφορα ατομικά αγωνίσματα είναι όπως ανάφερα δικό τους έργο. Το συγκεκριμένο έργο υλοποιήθηκε κάτω από αντίξοες συνθήκες και σε χώρους με άθλιες έως ανύπαρκτες υποδομές. Από αυτή την άποψη, οι επιτυχίες τους αποκτούν μεγαλύτερη βαρύτητα και δίκαια γίνονται πρώτη είδηση και πρώτο θέμα συζήτησης ανάμεσα στους απλούς ανθρώπους. Σε αντίθεση με τα κυρίαρχα ΜΜΕ που εξυμνούν την ατομική προσπάθεια παραβλέποντας τις άσχημες συνθήκες καθώς δεν θέλουν να αναδειχθούν οι κυβερνητικές ευθύνες πίσω από αυτή την πολιτική.

4. Αθλητές, όπως ο Τεντόγλου, δίκαια γίνονται αγαπητοί στο κοινό. Όχι τόσο για τις επιτυχίες τους, όσο για το ήθος τους. Βέβαια, σε αυτό το σημείο χρειάζεται λίγη προσοχή καθώς σε αρκετές περιπτώσεις το ήθος ορισμένων αθλητών μας αντιμετωπίζεται ως ένα σπάνιο φαινόμενο μέσα στην κοινωνία. Κι αυτό δεν ισχύει, φυσικά. Το ήθος των αθλητών μας είναι, θα έλεγα, ο καθρέφτης του μεγαλύτερου μέρους της κοινωνίας μας που καθημερινά και με τον οποιονδήποτε τρόπο δίνει τον καλό αγώνα ενάντια στη μαυρίλα και την μισανθρωπία.

5. Προσοχή στην αγιοποίηση και στην εξιδανίκευση προσώπων και καταστάσεων. Δεν ισχύει μόνο για τον αθλητισμό αυτό. Όμως η περίπτωση Κεντέρη-Θάνου και της Εθνικής Ομάδας Άρσης Βαρών είναι ένα αρνητικό παράδειγμα που καλό είναι να μην το αγνοήσουμε. (Προς αποφυγή παρεξηγήσεων από διάφορους… καλοπροαίρετους: το σχόλιο δεν αναφέρεται σε κανένα ενεργό αθλητή ή αθλήτρια. Απλά υπενθυμίζει κάποιες καταστάσεις).

6. Οι πανηγυρισμοί, από τους απλούς πολίτες που χρησιμοποιούν τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης για την έκφραση τους μέχρι τα τηλεοπτικά και ιντερνετικά ΜΜΕ, εστίασαν κυρίως στην επιτυχία του Τεντόγλου και λιγότερο στην Ντρισμπιώτη. Γιατί άραγε; Μήπως επειδή η Ντρισμπιώτη είναι γυναίκα; Ίσως γιατί το βάδην αντιμετωπίζεται ως δεύτερης και τρίτης κατηγορίας άθλημα; Ίσως και για τα δύο, τελικά. Και η Κατερίνα Στεφανίδη έτυχε μιας ανάλογης αντιμετώπισης, ίσως γιατί κατέκτησε το αργυρό μετάλλιο αντί το χρυσό στο αγώνισμα της. Αντίστοιχα, οι μικρότερες επιτυχίες δεν έτυχαν της προβολής που τους άξιζε.

7. Με την ευκαιρία νομίζω ότι κάποτε πρέπει να ανοίξει η συζήτηση για τον αθλητισμό που έχουμε ανάγκη ως εργαζόμενοι/ες και όχι ως καταναλωτές. Από το συνοικιακό γήπεδο μπάσκετ, με υποδομές εικοσαετίας, μέχρι το πιο σύγχρονο γήπεδο και από την ερασιτεχνική ομάδα που φυτοζωεί και έχει γίνει εργαλείο ανάδειξης τοπικών παραγόντων έως τις μεγάλες ΠΑΕ που πουλάνε, όχι χωρίς οικονομικό αντίκρισμα, οπαδικό (και εθνικό) πατριωτισμό. Από τα σχολεία και τις γειτονιές μέχρι τα εργασιακά πρωταθλήματα, η εργατική τάξη έχει να διεκδικήσει έναν αθλητισμό για όλους και όχι για τους κερδοσκόπους. Η κατάργηση του επαγγελματικού αθλητισμού είναι μόνο το πρώτο αλλά καθοριστικό βήμα στην σχετική διαδικασία. Ώστε να αναδειχθούν ακόμα περισσότεροι Τεντόγλου και Ντρισμπιώτη.

Ειρηναίος Μαράκης: «Όλα είναι όπλα»