Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Νίκος Μπελογιάννης: Μ’ ένα γαρύφαλλο ξεκλείδωσε όλη την αθανασία

Γρά­φει ο Νίκος Μότ­τας* //

«Ο Μπε­λο­γιάν­νης μας έμα­θε άλλη μια φορά πώς να ζού­με και πώς να πεθαίνουμε./ Μ’ ένα γαρύ­φαλ­λο ξεκλεί­δω­σε όλη την αθανασία/ Μ’ ένα χαμό­γε­λο έλαμ­ψε τον κόσμο
για να μη νυχτώ­σει (…)»
.

Γιάν­νης Ρίτσος

Ήταν χαρά­μα­τα Κυρια­κής, 30 Μαρ­τί­ου 1952, όταν στα­μά­τη­σε να χτυ­πά­ει η καρ­διά ενός σπου­δαί­ου ήρωα. Του Κομ­μου­νι­στή Νίκου Μπε­λο­γιάν­νη. Λει­τουρ­γώ­ντας με λογι­κή κοι­νού δολο­φό­νου, η κυβέρ­νη­ση Πλα­στή­ρα, το κρά­τος των γερ­μα­νο­τσο­λιά­δων που είχαν μέσα σε λίγα μόλις χρό­νια μετε­ξε­λι­χθεί σε αμε­ρι­κα­νο­τσο­λιά­δες, και οι υπε­ρα­τλα­ντι­κοί πάτρο­νες του, οδή­γη­σε στο εκτε­λε­στι­κό από­σπα­σμα το Μπε­λο­γιάν­νη και τρεις συντρό­φους του – τους Μπά­τση, Αργυ­ριά­δη και Καλού­με­νο. Υπό το φως των προ­βο­λέ­ων των στρα­τιω­τι­κών οχη­μά­των, οι σφαί­ρες του μετεμ­φυ­λια­κού αστι­κού κρά­τους θα έφερ­ναν το βιο­λο­γι­κό τέλος του Ν.Μπελογιάννη. Δεν κατά­φε­ραν όμως να «ξεμπερ­δέ­ψουν» με τις ιδέ­ες και τα ιδα­νι­κά για τα οποία ο ίδιος αγω­νί­στη­κε και πάλε­ψε μέχρι τέλους.

Ο Μπε­λο­γιάν­νης, παρά το θάνα­το του, είχε κερ­δί­σει τους δολο­φό­νους του. Είχε στα­θεί αγέ­ρω­χος και μαχη­τής μέχρι τέλους, νικώ­ντας σε όλες τις φάσεις της μάχης που έδω­σε απέ­να­ντι στους δήμιους του. Από την σύλ­λη­ψη του μέχρι τις ανα­κρί­σεις στην ασφά­λεια και απ’ τα στρα­το­δι­κεία έως την εκτέ­λε­ση του, ο «άνθρω­πος με το γαρύ­φαλ­λο» παρέ­μει­νε, όπως θα έγρα­φε αργό­τε­ρα ο Νίκος Ζαχα­ριά­δης, «αλύ­γι­στος, ολο­κλη­ρω­τι­κά δοσμέ­νος και προ­ση­λω­μέ­νος στην υπό­θε­ση του λαού» [1].

belogianis2Ο Μπε­λο­γιάν­νης έζη­σε και πάλαι­ψε σαν ένας σεμνός, δημιουρ­γι­κός, αφα­νής αγω­νι­στής, που πάντα όλα όσα είχε τάδι­νε, δίχως καμιά επι­φύ­λα­ξη, χωρίς καμιά επί­δει­ξη, για το λαό, στο κίνη­μα. Γιο­μά­τος φλό­γα, όπως ήταν, κάη­κε, ανα­λώ­θη­κε ολό­κλη­ρος, ως την τελευ­ταία έκλαμ­ψή του στον αγώ­να, για τον αγώ­να. Αν θέλου­με με δυο λόγια να δόσου­με αυτό που ήταν ο Μπε­λο­γιάν­νης μπο­ρού­με να πού­με: Στά­θη­κε σ’ όλη την αγω­νι­στι­κή του ζωή άξιος κου­κου­ές, αητός, πραγ­μα­τι­κός μπολ­σε­βί­κος, οδη­γη­τής και μπροστάρης […]

Πάντα σεμνός και μετρη­μέ­νος, ο Μπε­λο­γιάν­νης δεν ήξε­ρε τι πάει να πει επί­δει­ξη, φού­σκω­μα, αυτοϊ­κα­νο­ποί­η­ση, κομπα­σμός. Τον χαρα­χτή­ρι­ζε αυτό που λέμε καλή κομ­μα­τι­κή μετριο­φρο­σύ­νη. Ηταν απαι­τη­τι­κός και προς τον εαυ­τό του πρώ­τα, μα και προς τους άλλους. Ο Μπε­λο­γιάν­νης ήταν από­λυ­τα ξένος προς κάθε συγκα­τα­βα­τι­κό­τη­τα και υπο­χω­ρη­τι­κό­τη­τα δίχως αρχές, είτε κολα­κεία προς τα πάνω, όπως δεν ανε­χό­ταν και κανε­νός είδους ξεσκο­νί­σμα­τα. Και όπως βαθιά, αυτο­κρι­τι­κά, εξέ­τα­ζε και μελε­τού­σε κάθε δική του πρά­ξη και ενέρ­γεια, έτσι και αυστη­ρά κρι­τι­κά έλε­γε καθα­ρά και λέφτε­ρα τη γνώ­μη του και προς τα κάτω και προς τα πάνω. 

Νίκος Ζαχα­ριά­δης, 1952.

Σήμε­ρα, 64 χρό­νια μετά τη δολο­φο­νία του, ο Νίκος Μπε­λο­γιάν­νης και ο ηρω­ϊ­κός του αγώ­νας δεν προ­σφέ­ρο­νται για πολι­τι­κά μνη­μό­συ­να. Προ­σφέ­ρο­νται όμως για χρή­σι­μα συμπε­ρά­σμα­τα, πολυ­τι­μα για τη νέα γενιά κομ­μου­νι­στών, των οποί­ων ο Μπε­λο­γιάν­νης δε μπο­ρεί παρά να απο­τε­λεί φάρο αυτο­θυ­σί­ας, ανι­διο­τέ­λειας και αγω­νι­στι­κής προ­σή­λω­σης. Ποιά είναι αυτά τα διδάγ­μα­τα; Παρα­πέ­μπου­με σε τρία σημεία της από­φα­σης του ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ στις 5 Μάη 1952 [2]:

Πρώ­το: Ο Μπε­λο­γιάν­νης νίκη­σε για­τί από την πρώ­τη στιγ­μή της σύλ­λη­ψης του δε θεώ­ρη­σε τον εαυ­τό του έναν εκτός μάχης αφο­πλι­σμέ­νο αιχ­μά­λω­το, αλλά ένα μαχη­τή, που με τη σύλ­λη­ψη του περ­νά­ει σε άλλο χαρά­κω­μα του αγώ­να και συνε­χί­ζει απο κει τη μάχη για το λαό. Το να νιώ­θει ο αγω­νι­στής τον εαυ­τό του μαχό­με­νο στρα­τιώ­τη του λαού, παντού και πάντο­τε, απο­τε­λεί τον πρώ­το όρο της νίκης.

Δεύ­τε­ρο: Ο Μπε­λο­γιάν­νης νίκη­σε για­τί δε θεώ­ρη­σε, ούτε για μια στιγ­μή τον εαυ­τό του κατη­γο­ρού­με­νο, αλλά κατή­γο­ρο της αμε­ρι­κα­νι­κής κατο­χής και του μοναρ­χο­φα­σι­σμού που την υπη­ρε­τού­σε και έδρα­σε σαν κατή­γο­ρος. Ο κομ­μου­νι­στής θεω­ρεί υπέρ­τα­το και μονα­δι­κό κρι­τή του το κόμ­μα του και το λαό και μόνο στο κόμ­μα και το λαό λογο­δο­τεί για τις πρά­ξεις του.

belogianis3Στρέ­φο­ντας το κατη­γο­ρη­τή­ριο ενά­ντια στους δικα­στές του, ο Μπε­λο­γιάν­νης σημεί­ω­νε στην απο­λο­γία του: «Τα δικα­στή­ριά σας είναι δικα­στή­ρια σκο­πι­μό­τη­τας. Γι’ αυτό δε ζητώ την επιεί­κειά σας. Αντι­κρί­ζω την κατα­δι­κα­στι­κή σας από­φα­ση με περη­φά­νια και ηρε­μία. Με το κεφά­λι ψηλά θα στα­θώ μπρο­στά στο εκτε­λε­στι­κό σας από­σπα­σμα. Αλλά είμαι σίγου­ρος πως θα ‘ρθει η μέρα, που οι ίδιοι δικα­στές που τώρα με δικά­ζουν, θα ζητή­σουν χάρη απ’ τον ελλη­νι­κό λαό. Δεν έχω άλλο τίπο­τε να πω».

Όπως επί­σης και σε άλλο σημείο της απολογίας:

«Θα έλε­γα ότι «δε μιλά­νε για σχοι­νί στο σπί­τι του κρε­μα­σμέ­νου», για­τί ο κόσμος το ‘χει τού­μπα­νο τι ρόλο παί­ζουν οι Αμε­ρι­κα­νοί στην Ελλά­δα. Και εδώ μέσα απο­δεί­χτη­κε ο ρόλος τους, ακό­μη και στις ανα­κρί­σεις της Ασφά­λειας. Οι κομ­μου­νι­στές δεν είναι όργα­να των ξένων. Ο κομ­μου­νι­σμός είναι παναν­θρώ­πι­νο ιδα­νι­κό και παγκό­σμιο κίνη­μα (…). Μπο­ρεί ποτέ όργα­να των ξένων να δημιουρ­γή­σουν ένα τέτοιο μεγα­λειώ­δες κίνη­μα; Ποιος ξένος πρά­κτο­ρας δίνει με τέτοια απλο­χε­ριά τη ζωή του, όπως τη δίνουν χιλιά­δες κομ­μου­νι­στές;»

Τρί­το: Ο Μπε­λο­γιάν­νης νίκη­σε για­τί στη­ρι­ζό­ταν γερά και με τα δύο πόδια στη γραμ­μή του κόμ­μα­τος, στη γραμ­μή του λαού. Και την υπε­ρα­σπί­στη­κε θαρ­ρα­λέα και με συνέ­πεια μέχρι το τέλος.

Σημειώ­νου­με και πάλι από την πρώ­τη απο­λο­γία του στο στρα­το­δι­κείο: «Είμαι μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ και ακρι­βώς για την ιδιό­τη­τά μου αυτή δικά­ζο­μαι, για­τί το κόμ­μα μου παλεύ­ει και χαρά­ζει το δρό­μο της Ειρή­νης, της Ανε­ξαρ­τη­σί­ας και της Ελευ­θε­ρί­ας. Στο πρό­σω­πό μου δικά­ζε­ται η πολι­τι­κή του ΚΚΕ».

Ο Μπε­λο­γιάν­νης δεν έπα­ψε να παλεύ­ει με συνέ­πεια για να εφαρ­μό­σει την οργα­νω­τι­κή πολι­τι­κή του ΚΚΕ. Ως απλό μέλος, ως καθο­δη­γη­τής, ως μέλος της ΚΕ, με οποια­δή­πο­τε ιδιό­τη­τα είχε μέσα στο κόμ­μα, όποιο κι’ αν ήταν το καθή­κον του. Τρία χρό­νια πριν τη δολο­φο­νία του, πριν ακό­μη έρθει στην Ελλά­δα, έγρα­φε στο προ­σω­πι­κό του ημε­ρο­λό­γιο: «Από τότε που έγι­να μέλος του Κόμ­μα­τος, όσο θυμά­μαι, κάθε και­νούρ­για δου­λειά που μου ανα­θέ­τουν είναι ή εξαι­ρε­τι­κά δύσκο­λη ή μια οργά­νω­ση, ή τμή­μα που δεν βρί­σκε­ται σε καλή κατά­στα­ση ή μου ανα­θέ­τουν τη δημιουρ­γία μιας και­νούρ­γιας. Αυτή είναι η “μοί­ρα” της κομ­μα­τι­κής μου ζωής μέχρι σήμε­ρα, κι όταν κάθε φορά το ανα­λο­γί­ζο­μαι νιώ­θω μέσα μου ξεχω­ρι­στή περη­φά­νια…» [3].

Η μοί­ρα του Μπε­λο­γιάν­νη ήταν συνυ­φα­σμέ­νη με αυτήν του κόμ­μα­τος στο οποίο ανδρώ­θη­κε και γαλου­χή­θη­κε. «Η κατά­στα­ση που παρα­κο­λου­θώ στην Ελλά­δα, μου γεν­νά­ει μια ανυ­πο­μο­νη­σία πότε να βρε­θώ κάτω, αδια­φο­ρώ­ντας για τις συν­θή­κες και τις δυσκο­λί­ες που θα συνα­ντή­σω. Δεν είμα­στε πλα­σμέ­νοι εμείς σήμε­ρα για “ειρη­νι­κή” ζωή…» [4] έγρα­φε το Νοέμ­βρη του 1949, επτά μήνες πρω­τού έρθει στην Ελλά­δα. Το ΚΚΕ γέν­νη­σε το Μπε­λο­γιάν­νη και ανθρώ­πους σαν το Μπε­λο­γιάν­νη, έτοι­μους να ριχτούν με αυτα­πάρ­νη­ση στο πεδίο της ταξι­κής πάλης, για το ψωμί και τη λευ­τε­ριά της πατρί­δας και του λαού της.

«Ο Νίκος Μπε­λο­γιάν­νης», σημεί­ω­νε άρθρο που δημο­σιεύ­θη­κε στον Ριζο­σπά­στη τον Απρί­λη του 1998, «υπήρ­ξε γνή­σιο παι­δί του ΚΚΕ. Στις γραμ­μές του δια­παι­δα­γω­γή­θη­κε και ανα­πτύ­χθη­κε, μέσα στις φυλα­κές, στην ΕΑΜι­κή Αντί­στα­ση, στο Δημο­κρα­τι­κό Στρα­τό, στην παρα­νο­μία. Ουσια­στι­κά ο Μπε­λο­γιάν­νης, όντας στο ΚΚΕ από τα πρώ­τα εφη­βι­κά χρό­νια μέχρι το τέλος του, δεν γνώ­ρι­σε άλλη ζωή πέραν αυτής στο ΚΚΕ. Εκεί δια­μόρ­φω­σε την προ­σω­πι­κό­τη­τά του. Δίχως το ΚΚΕ δεν θα υπήρ­χε Μπε­λο­γιάν­νης. Οπως δεν θα υπήρ­χαν και οι χιλιά­δες επώ­νυ­μοι και μη επώ­νυ­μοι Μπε­λο­γιάν­νη­δες που γέν­νη­σε τού­το το Κόμ­μα» [5].

belogianis4

Γίνε­ται σαφές ότι η ζωή και η δρά­ση του Μπε­λο­γιάν­νη δε μπο­ρεί να εξη­γη­θεί και να ερμη­νευ­τεί αόρι­στα, βγά­ζο­ντας το ΚΚΕ «απ’ έξω». Ο Μπε­λο­γιάν­νης – ο κομ­μου­νι­στής Νίκος Μπε­λο­γιάν­νης, ο μαχη­τής του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ και του Δημο­κρα­τι­κού Στρα­τού, ο άξιος Κου­κου­ές- δεν ανή­κει σε καμιά «ευρύ­τε­ρη αρι­στε­ρά» όπως κατά και­ρούς υπο­στη­ρί­ζουν διά­φο­ροι. Ανή­κει στην ιστο­ρία του ΚΚΕ, ιδε­ο­λο­γι­κο­πο­λι­τι­κό γέν­νη­μα-θρέμ­μα του οποί­ου υπήρ­ξε. Έδρα­σε πατώ­ντας στις στα­θε­ρές αξί­ες του μαρ­ξι­σμού-λενι­νι­σμού, του επι­στη­μο­νι­κού σοσια­λι­σμού τον οποίο μελε­τού­σε σε βάθος, χωρίς παρεκ­κλί­σεις και ταλαντεύσεις.

«Εάν έκα­να δήλω­ση απο­κή­ρυ­ξης θα αθω­ω­νό­μου­να κατά πάσα πιθα­νό­τη­τα μετά μεγά­λων τιμών… Αλλά η ζωή μου συν­δέ­ε­ται με την ιστο­ρία του ΚΚΕ και τη δρά­ση του… Δεκά­δες φορές μπή­κε μπρο­στά μου το δίλημ­μα: να ζω προ­δί­δο­ντας τις πεποι­θή­σεις μου, την ιδε­ο­λο­γία μου, είτε να πεθά­νω, παρα­μέ­νο­ντας πιστός σ’ αυτές. Πάντο­τε προ­τί­μη­σα το δεύ­τε­ρο δρό­μο και σήμε­ρα τον ξανα­δια­λέ­γω» δήλω­νε περή­φα­νος ο Ν.Μπελογιάννης ενώ­πιον των δήμιων του.

«Αγα­πά­με την Ελλά­δα και το λαό της περισ­σό­τε­ρο από τους κατη­γό­ρους μας… Ακρι­βώς αγω­νι­ζό­μα­στε για να ξημε­ρώ­σουν στη χώρα μας καλύ­τε­ρες μέρες, χωρίς πεί­να και πόλε­μο… και, όταν χρεια­στεί, θυσιά­ζου­με και τη ζωή μας…Ετσι αγα­πά­με εμείς την Ελλά­δα, με την καρ­διά μας και με το αίμα μας».

Από­σπα­σμα από την απο­λο­γία στη δεύ­τε­ρη δίκη, Φλε­βά­ρης 1952.

Έτσι τίμη­σε ο Μπε­λο­γιάν­νης τα πιστεύω του, τους αγώ­νες τους δικούς του και των συντρό­φων του, έτσι απέ­δει­ξε πως αγα­πά την Ελλά­δα και το λαό της: Με την καρ­διά και το αίμα του. Ο Μπε­λο­γιάν­νης υπήρ­ξε, παρα­μέ­νει και θα παρα­μεί­νει για πάντα παρά­δειγ­μα προς μίμη­ση. Να, λοι­πόν, το κύριο δίδαγ­μα – και συνά­μα στοί­χη­μα ζωής — για τις νέες γενιές κομ­μου­νι­στών: Να αντέ­ξουν στο δύσκο­λο δρό­μο του αγώ­να, χωρίς να υπο­λο­γί­ζουν συνέ­πειες και διλήμ­μα­τα, σε κάθε βήμα, σε κάθε δύσκο­λη στιγ­μή. Να κάνουν το καθή­κον τους, με αυτα­πάρ­νη­ση και θάρ­ρος, μέχρι το τέλος. Όπως ο ήρω­ας, ο κομ­μου­νι­στής, ο σύντρο­φος Νίκος Μπελογιάννης.

  1. Ν.Ζαχαριάδης, “Σε Επο­νί­τες και Επο­νο­πού­λες, Ριζο­σπά­στης, 9 Απρί­λη 1952. http://www.rizospastis.gr/story.do?id=4500547
  2. Το ΚΚΕ: Επί­ση­μα Κεί­με­να, τομ. 7ος, Σύγ­χρο­νη Επο­χή, Αθή­να, 1995.
  3. Περιο­δι­κό “Νέος Κόσμος”, Μάρ­της 1954, σελ.49.
  4. ο.π.
  5. Μ.Μαϊλης, “Το ΚΚΕ γεν­νά Μπε­λο­γιάν­νη­δες”, Ριζο­σπά­στης, 26 Απρί­λη 1998.

____________________________________________________________________________

Νίκος Μόττας Γεννήθηκε το 1984 στη Θεσσαλονίκη. Είναι υποψήφιος διδάκτορας (Phd) Πολιτικής Επιστήμης, Διεθνών Σχέσεων και Ιστορίας. Σπούδασε Πολιτικές Επιστήμες στο Πανεπιστήμιο Westminster του Λονδίνου και είναι κάτοχος δύο μεταπτυχιακών τίτλων (Master of Arts) στις διπλωματικές σπουδές (Παρίσι) και στις διεθνείς διπλωματικές σχέσεις (Πανεπιστήμιο Τελ Αβίβ). Άρθρα του έχουν δημοσιευθεί σε ελληνόφωνα και ξενόγλωσσα μέσα.

mpelogiannis

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο