Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Η αναθεώρηση της ιστορίας και η «κανονικοποίηση» του παρελθόντος

Γρά­φει ο Θανά­σης Αλε­ξί­ου* // 

Αυτό που τίθε­ται ως ιδε­ο­λο­γι­κή και πολι­τι­κή προ­τε­ραιό­τη­τα και «άλλα­ξαν» οπτι­κή (Παρά­δειγ­μα) πολ­λοί ιστο­ρι­κοί εντός και εκτός Ελλά­δος, είναι ότι στο «τέλος της ιστο­ρί­ας» ο καπι­τα­λι­σμός θα πρέ­πει να εμφα­νι­στεί ως η μονα­δι­κή και τελευ­ταία αφή­γη­ση. Ωστό­σο ο καπι­τα­λι­σμός χωρίς τον ιμπε­ρια­λι­σμό (και τις ενδοϊ­μπε­ρια­λι­στι­κές αντι­θέ­σεις) θα ήταν «μια παι­δι­κή χαρά», όπως περί­που προ­βάλ­λε­ται σήμε­ρα η Ευρω­παϊ­κή Ένω­ση από τους θια­σώ­τες της  «Ευρώ­πης των λαών». Από την άλλη η ίδια η Γερ­μα­νία πρέ­πει να εμφα­νι­στεί στην Ευρώ­πη αλλά και παγκο­σμί­ως ως ηγε­μο­νι­κή δύνα­μη  με «καθα­ρό» παρελ­θόν ώστε να επεμ­βαί­νει με ιμπε­ρια­λι­στι­κή «άνε­ση», όπως οι ΗΠΑ, η Γαλ­λία και η Μ. Βρε­τα­νία στην Γιου­γκο­σλα­βία, στην Ουκρα­νία, στο Αφγα­νι­στάν, στη Συρία κ.α. Εδώ όμως υπάρ­χει το πρό­βλη­μα του γερ­μα­νι­κού παρελ­θό­ντος. Επο­μέ­νως αυτό θα πρέ­πει κατά κάποιο τρό­πο να ομα­λο­ποι­η­θεί για να απο­κα­τα­στα­θεί και το προ­φίλ της Γερ­μα­νί­ας. Κάτι τέτοιο δεν μπο­ρεί να συμ­βεί αν οι λαοί της Ευρώ­πης υπεν­θυ­μί­ζουν συνε­χώς στην αστι­κή τάξη της Γερ­μα­νί­ας τις σφα­γές, τις εκτε­λέ­σεις, τους απαγ­χο­νι­σμούς και τα άλλα δει­νά που υπέ­στη­σαν στη διάρ­κεια της Κατο­χής. Αυτή η απο­κα­τά­στα­ση νομι­μο­ποιεί­ται επι­στη­μο­νι­κά από την  μεθο­δο­λο­γι­κή στρο­φή στην Ιστο­ρία προς τoν απο­δο­μι­σμό, τις πολ­λές πραγ­μα­τι­κό­τη­τες και τις πολ­λές ανα­γνώ­σεις της Ιστο­ρί­ας. Επο­μέ­νως μπο­ρεί να ξεκι­νή­σει και η απο­δό­μη­ση (απο­νο­μι­μο­ποί­η­ση) της Αντί­στα­σης  και του αντι­φα­σι­στι­κού αγώ­να. Τι το προ­σφο­ρό­τε­ρο από την ταύ­τι­ση του Φασι­σμού με τον Κομ­μου­νι­σμό (ψήφι­σμα Ευρω­παϊ­κού Κοι­νο­βου­λί­ου, Μαύ­ρη Βίβλος του Κομ­μου­νι­σμού, «ο Εμφύ­λιος αρχί­ζει το 1943 στη χώρα μας»κ.ο.κ.);

Η ανα­θε­ώ­ρη­ση της ιστο­ρί­ας ξεκι­νά στη Γερ­μα­νία την δεκα­ε­τία του ’80  (Historikerdebatte), μπαί­νει όμως στην απο­φα­σι­στι­κή της φάση στη δεκα­ε­τία του ΄90 (προ­σάρ­τη­ση Λαϊ­κής Δημο­κρα­τί­ας της Γερ­μα­νί­ας, κατάρ­ρευ­ση της Σοβιε­τι­κής Ένω­σης κ.λπ.), γεγο­νός που επι­τρέ­πει στη Γερ­μα­νία να ανα­λά­βει πρω­τα­γω­νι­στι­κό ρόλο στα Βαλ­κά­νια (ανα­γνω­ρί­σεις Κρο­α­τί­ας, Σλο­βε­νί­ας, Βοσ­νί­ας, διά­λυ­ση της Γιου­γκο­σλα­βί­ας, βομ­βαρ­δι­σμός της Σερ­βί­ας κ.λπ.). Το στρα­τη­γι­κό εγχεί­ρη­μα –«κανο­νι­κο­ποί­η­σης» του γερ­μα­νι­κού παρελ­θό­ντος (Normalisierung) ξεκι­νά με τον σημα­ντι­κό Γερ­μα­νό ιστο­ρι­κό E. Nolte, από τη δεκα­ε­τία του ’60, ο οποί­ος ισχυ­ρί­ζο­νταν πως ο Εθνι­κο­σoσια­λι­σμός ήταν η απά­ντη­ση στον Μπολ­σε­βι­κι­σμό. Επο­μέ­νως, κατά κάποιο τρό­πο, ο δεύ­τε­ρος φταί­ει για την εμφά­νι­ση του πρώ­του. Καμιά κου­βέ­ντα για τις κοι­νω­νι­κές συν­θή­κες στη Γερ­μα­νία: όξυν­ση της ταξι­κής σύγρου­σης,  επι­κρά­τη­ση του μονο­πω­λια­κού κεφα­λαί­ου (IG Farbe, Deutsche Bank, Siemens κ.ά.) αλλά και την εργώ­δη προ­ε­τοι­μα­σία για την επί­θε­ση  κατά της Σοβιε­τι­κής Ένω­σης (προ­σάρ­τη­ση του «ζωτι­κού χώρου»). Το 1932 το μονο­πω­λια­κό κεφά­λαιο (συγ­χώ­νευ­ση βιο­μη­χα­νι­κού κεφα­λαί­ου με το χρη­μα­τι­στι­κό) ήλεγ­χε στη Γερ­μα­νία τα δύο τρί­τα του μετο­χι­κού κεφα­λαί­ου των βιο­μη­χα­νι­κών επι­χει­ρή­σε­ων. Εφό­σον λοι­πόν σε μια πρώ­τη φάση ο Φασι­σμός ταυ­τι­στεί με τον Κομ­μου­νι­σμό και απο­σιω­πη­θεί η αντί­στα­ση των Γερ­μα­νών κομ­μου­νι­στών στον Ναζι­σμό, ‑για­τί υπήρ­χε και αυτή, όπως και το πέρα­σμα Γερ­μα­νών αντι­φα­σι­στών στον ΕΛΑΣ‑,η γερ­μα­νι­κή αστι­κή τάξη μπο­ρεί να απο­σεί­σει από πάνω της την «συλ­λο­γι­κή ευθύ­νη» (Κollektischuld). Παρό­λο που κανείς δεν έθε­τε το ζήτη­μα κατ’ αυτόν τον τρό­πο, ‑ήταν όμως η Γερ­μα­νι­κή αστι­κή τάξη και κυρί­ως το μονο­πω­λια­κό κεφά­λαιο που ενθάρ­ρυ­νε και υπο­στή­ρι­ξε παντοιο­τρό­πως τον Εθνι­κο­σια­λι­σμό (εξάλ­λου γι’ αυτό μέλη της δικά­στη­καν στη δίκη της Νυρεμ­βέρ­γης)-, η επί­ση­μη Γερ­μα­νία για να απο­φύ­γει ενο­χλη­τι­κά ερω­τή­μα­τα, που αφο­ρού­σαν το ζήτη­μα της απο­να­ζι­στι­κο­ποί­η­σης του κρά­τους και της κοι­νω­νί­ας στη μετα­πο­λε­μι­κή Γερ­μα­νία, εγκα­λού­σε τους ερω­τώ­ντες, υπεν­θυ­μί­ζο­ντας  ότι η από­δο­ση συλ­λο­γι­κής ευθύ­νης συνι­στά έγκλη­μα πολέ­μου. Εφό­σον λοι­πόν ο Φασι­σμός ταυ­τι­στεί με τον Κομ­μου­νι­σμό μπο­ρού­με στη συνέ­χεια να περά­σου­με σε μια δεύ­τε­ρη φάση που είναι η δυσφή­μη­ση της αντί­στα­σης στο Γερ­μα­νό κατα­κτη­τή: «Περ­πά­τη­σα» ανα­φέ­ρει ο Γερ­μα­νός ιστο­ρι­κός ΗeinzRichter «από την Έδεσ­σα στα Ιωάν­νι­να από μονο­πά­τια. Γνώ­ρι­σα ανθρώ­πους που μου μιλού­σαν για την κατο­χή και τον Εμφύ­λιο. Είδα ερεί­πια χωριών που είχαν κατα­στρα­φεί από τους Ιτα­λούς, τους Γερ­μα­νούς, τους εθνι­κι­στές και τους κομ­μου­νι­στές» (Καθη­με­ρι­νή, 5 Δεκεμ­βρί­ου 2015). Απλά πράγ­μα­τα. Οι κατα­κτη­τές και οι συνερ­γά­τες τους (δωσί­λο­γοι, γερ­μα­νο­τσο­λιά­δες κ.ά.) στο ίδιο τσου­βά­λι με αυτούς που αντι­στά­θη­καν στο φασι­σμό, τους κομ­μου­νι­στές και τον ΕΛΑΣ.

Σε μια τρί­τη φάση επι­χει­ρεί­ται να κατα­δει­χτεί ότι η Βέρ­μαχτ (Γερ­μα­νι­κός Στρα­τός) σέβο­νταν το δίκαιο του Πολέ­μου και δεν εκτε­λού­σε αιχ­μα­λώ­τους, αμά­χους κ.ο.κ. Σε αυτό «βοη­θού­σε» λίγο και η «κοι­νω­νι­κή» σύν­θε­ση του Γερ­μα­νι­κού Στρα­τού και της Luftwaffe (Πολε­μι­κής Αερο­πο­ρί­ας), καθώς το επι­τε­λι­κό σώμα στε­λε­χώ­νο­νταν πρω­τί­στως από ευγε­νείς (Junkers) που εμπνέ­ο­νταν από τον πρω­σι­κό μιλι­τα­ρι­σμό. Επο­μέ­νως η Γερ­μα­νία μπο­ρού­σε να ισχυ­ρί­ζε­ται πως  άλλο πράγ­μα η Βέρ­μαχτ που επι­χει­ρού­σε σύμ­φω­να με  το Δίκαιο του Πολέ­μου, και άλλο τα Waffen SS (παρα­στρα­τιω­τι­κή οργά­νω­ση του Ναζι­στι­κού Κόμ­μα­τος). Όπως όμως έχει κατα­δει­χτεί σε πλη­θώ­ρα περι­πτώ­σε­ων η Βέρ­μαχτ συμ­με­τεί­χε και μάλι­στα με υπερ­βάλ­λο­ντα ζήλο στις εκτε­λέ­σεις αμά­χων, στο κάψι­μο χωριών, στην κατα­στρο­φή υπο­δο­μών κ.λπ. (Δίστο­μο, Λυγκιά­δες, Κάν­δα­μος, Καλά­βρυ­τα κ.α.) και φυσι­κά στη μετα­φο­ρά των εβραί­ων της Θεσ­σα­λο­νί­κης στα στρα­τό­πε­δα συγκέ­ντρω­σης (περί­πτω­ση Waldheim). Ήταν η 117η μεραρ­χία κατα­δρο­μών της Βέρ­μαχτ που «καθά­ρι­σε» στα Καλά­βρυ­τα ενώ η μεραρ­χία Έντελ­βαϊς της Βέρ­μαχτ «καθά­ρι­ζε» στις Λυγκιά­δες, στο Κομ­μέ­νο και κατέ­σφα­ζε τους αιχ­μα­λώ­τους της ιτα­λι­κής μεραρ­χί­ας Agui στην Κεφα­λο­νιά κ.α. Ενδε­χο­μέ­νως η Βέρ­μαχτ να «σεβά­στη­κε», όπως  ισχυ­ρί­ζε­ται ο H. Richter, μέχρι την από­βα­ση στην Κρή­τη (επι­χεί­ρη­ση Ερμής), δυτι­κούς αιχ­μα­λώ­τους. Ωστό­σο στο ναζι­στι­κό φυλε­τι­κό δόγ­μα οι ανα­το­λι­κοί λαοί εθε­ω­ρού­ντο «υπάν­θρω­ποι» (Untermenschen). Το ίδιο και οι Εβραί­οι, οι Ρόμα κ.ά. εθε­ω­ρού­ντο υπο­δε­έ­στε­ρες μορ­φές ζωής, «παρά­σι­τα» (Parasiten) που μπο­ρού­σε κανείς να εξο­ντώ­σει χωρία κανέ­να λόγο, χωρίς κανέ­να ενδοια­σμό και χωρίς τιμω­ρία (άθυ­τη ζωή). Τα εγκλή­μα­τα πολέ­μου της Βέρ­μαχτ, κυρί­ως στο ανα­το­λι­κό Μέτω­πο, ανα­δει­κνύ­ο­νται με εμπε­ρι­στα­τω­μέ­νο τρό­πο στις εκδό­σεις του Ινστι­τού­το Κοι­νω­νι­κών  Ερευ­νών του Αμβούργου.

Μέρος αυτού του ανα­θε­ω­ρη­τι­κού εγχει­ρή­μα­τος είναι και η εξί­σω­ση της αντί­στα­σης του κρη­τι­κού λαού (που αμύ­νο­νταν κυριο­λε­κτι­κά του Πατρί­ου εδά­φους) με την εξό­ντω­ση ολό­κλη­ρων χωριών από την 1η Μεραρ­χία αλε­ξι­πτω­τι­στών της Βέρ­μαχτ (Κοντο­μα­ρί, Κάν­δα­μος κ.ά.). Παρε­μπι­πτό­ντως οι Γερ­μα­νοί είναι ο εισβο­λέ­ας ενώ οι σφα­γές των αμά­χων δεν γίνο­νται στη μάχη (που πολ­λές φορές, ειδι­κά στην Κρή­τη, γίνε­ται­σώ­μα με σώμα με τους Γερ­μα­νούς αλε­ξι­πτω­τι­στές) αλλά μετά τη μάχη. «Ήταν όταν ξεκί­νη­σαν αυτές οι επι­θέ­σεις και τα αντί­ποι­να» ανα­φέ­ρει ο H. Richter«που ο πόλε­μος έγι­νε “βρώ­μι­κος”» (Καθη­με­ρι­νή, 5 Δεκεμ­βρί­ου 2015). Το να ισχυ­ρί­ζε­ται κανείς ότι ως τότε ο πόλε­μος ήταν «καθα­ρός» και ότι ο λαός της Κρή­της προ­κά­λε­σε με τις «επι­θέ­σεις» του, δηλα­δή με την αντί­στα­σή του στον κατα­κτη­τή, τα αντί­ποι­να των Γερ­μα­νών, μετα­τρέ­πο­ντας τον πόλε­μο σε «βρώ­μι­κο», αυτό ξεφεύ­γει της ιστο­ρι­κής ανά­λυ­σης υπο­σκά­πτο­ντας κάθε αίσθη­ση αντι­κει­με­νι­κής προ­σέγ­γι­σης («αξιο­λο­γι­κή  ουδε­τε­ρό­τη­τα»). Ασφα­λώς και η δια­μόρ­φω­ση μιας ιστο­ρι­κής συνεί­δη­σης δεν είναι ζήτη­μα των δικα­στη­ρί­ων. Ωστό­σο αν η ιστο­ρι­κή ή, η κοι­νω­νι­κή ανά­λυ­ση δεν μπο­ρεί να δια­κρί­νει μετα­ξύ εισβο­λέα και αμυ­νό­με­νου, μετα­ξύ θύτη και θύμα­τος, όταν μάλι­στα το εθνι­κο­σο­σια­λι­στι­κό δόγ­μα, όπως παρα­πά­νω ανα­φέ­ρα­με,  ταξι­νο­μού­σε με ακρί­βεια ποια ζωή ήταν «γυμνή ζωή» (Homo Sacer) και μπο­ρού­σε να θανα­τω­θεί (άθυ­τη ζωή), αδυ­να­τεί να δια­κρί­νει και το δίκαιο από το άδι­κο, διά­κρι­ση που συγκρο­τεί όμως τις ανθρώ­πι­νες κοι­νω­νί­ες ως τέτοιες. Αν μη τι άλλο αυτή η διά­κρι­ση ανά­με­σα στο δίκαιο και το άδι­κο οφεί­λει να δια­περ­νά του­λά­χι­στον τις επι­στη­μο­νι­κές πρα­κτι­κές. Τονα­ζι­στι­κό φυλε­τι­κό αξί­ω­μα ότι οι ανα­το­λι­κοί λαοί, όπως και οι εβραί­οι, οι Ρόμα κ.ά. είναι  «υπάν­θρω­ποι» (Untermenschen) και παρά­σι­τα (Parasiten) έδι­νε το δικαί­ω­μα σε οποιον­δή­πο­τε Γερ­μα­νό στρα­τιώ­τη να αφαι­ρέ­σει, όπως θα δού­με στις μαρ­τυ­ρί­ες που παρα­θέ­του­με παρα­κά­τω, χωρίς τιμω­ρία τη ζωή ενός ανθρώ­που που ανή­κε σε αυτή την ομά­δα λαών (άθυ­τη ζωή). Υπ’ αυτό το πρί­σμα λίγη σημα­σία έχει, όσον αφο­ρά στα αντί­ποι­να,  αν ο κρη­τι­κός λαός πρό­βα­λε ή όχι αντί­στα­ση. Το πραγ­μα­τι­κό σχέ­διο των κατα­κτη­τών ήταν «να ολο­κλη­ρώ­σουν ένα καθε­στώς τρό­μου, να δημιουρ­γή­σουν για τον πλη­θυ­σμό τέτοιες συν­θή­κες, όπου κάθε αίσθη­μα ασφά­λειας θα εξα­φα­νι­ζό­τα­νε και τη θέση του θάπαιρ­νε ένα άπαυ­τος, εξαι­ρε­τι­κά οδυ­νη­ρός αγχώ­δης φόβος (…) Όλοι είχαν την αίσθη­ση ενός ατέ­λειω­του κιν­δύ­νου, οι υπεύ­θυ­νοι ενερ­γη­τι­κής αντί­στα­σης, όσο και οι παθη­τι­κοί και τρο­μο­κρα­τη­μέ­νοι θεα­τές, γέροι, γυναί­κες, παι­διά, άρρω­στοι, όλοι ήξε­ραν πως καμ­μιά από τις ιδιό­τη­τες αυτές δεν μπο­ρού­σε να τους σώσει»» (Σκού­ρας, Χατζη­δή­μος, Καλού­τσης, Παπα­δη­μη­τρί­ου 1946, 1991, σελ. 117, σελ. 126).

Για του λόγου το αλη­θές μπο­ρεί να ανα­τρέ­ξει κανείς στις μαρ­τυ­ρί­ες, οι περισ­σό­τε­ρες των οποί­ων υπάρ­χουν στο Office National Helleniquedes Criminelsde Guerre: Lesatrocitésdes Quatres envahisseurs dela Grèce, Athénes 1946 και παρου­σιά­ζο­νται στο βιβλίο: Φ. Σκού­ρας, Α. Χατζη­δή­μος, Α. Καλού­τσης, Γ. Παπα­δη­μη­τρί­ου, Συμ­βο­λή στη μελέ­τη της ψυχο­πα­θο­λο­γί­ας, της πεί­νας, του φόβου και του άγχους. Από το ιατρι­κό χρο­νι­κό της Κατο­χής, Αθή­να 1947 (2η έκδο­ση Αθή­να 1991, Οδυσσέας/ΤΡΙΑΨΙΣ ΛΟΓΟΣ). Αυτό που καθι­στά επί­σης ενδια­φέ­ρον αυτό το βιβλίο και ανα­δει­κνύ­ε­ται με πρω­τό­τυ­πο τρό­πο στις σελί­δες του είναι ο «επι­στη­μο­νι­κός» τρό­πος με τον οποίο οι κατα­κτη­τές χρη­σι­μο­ποι­ή­σαν  την πεί­να, την τρο­μο­κρα­τία με τα συνα­κό­λου­θα φαι­νό­με­να (μπλό­κα, δοσι­λο­γι­σμός, μαυ­ρα­γο­ρι­τι­σμός, βασα­νι­στή­ρια, εκτε­λέ­σεις, απαγ­χο­νι­σμοί κ.λπ.) για να εξο­ντώ­σουν φυσι­κά και ψυχι­κά τον ελλη­νι­κό λαό. Στις επό­με­νες μαρ­τυ­ρί­ες (δύο περι­γρα­φές) κατα­δει­κνύ­ε­ται με σαφή­νεια πως η ζωή των ανθρώ­πων στην κατε­χό­με­νη Ελλά­δα μπο­ρού­σε ανά πάσα στιγ­μή να θανα­τω­θεί, από τον Γερ­μα­νό κατα­κτη­τή, χωρίς κανέ­να πρόσχημα:

  • «Στις 15 Ιου­λί­ου, στη Λεω­φό­ρο 3ης Σεπτεμ­βρί­ου, μια Γερ­μα­νι­κή μοτο­συ­κλέ­τα ανα­πο­δο­γυ­ρί­ζει ένα παι­δί 10 χρο­νών. Ένα γερ­μα­νι­κό φορ­τη­γό, που ακο­λου­θού­σε σε από­στα­ση 60 μέτρων, αντί να στα­μα­τή­σει και να βοη­θή­σει το παι­δί, περ­νά από πάνω του και το απο­τε­λειώ­νει» (σ. 127).
  • «Ο κ. Λ. μας διη­γεί­ται το ακό­λου­θο περι­στα­τι­κό που το είδε με τα μάτια του τους πρώ­τους μήνες της κατο­χής. Ένας γερ­μα­νός ανα­πο­δο­γυ­ρί­ζει με το αυτο­κί­νη­τό του­έ­να δια­βά­τη. Ο πλη­γω­μέ­νος φωνά­ζει ζητώ­ντας βοή­θεια. Ο γερ­μα­νός κατε­βαί­νει από το αμά­ξι του, βγά­ζει το περί­στρο­φό του, τον εκτε­λεί, ανε­βαί­νει πάλι στο αυτο­κί­νη­το και φεύ­γει» (σελ. 127).
  • «…Δεν ήταν σπά­νιο, όταν η φρου­ρά μιας ομά­δας από φυλα­κι­σμέ­νους, αντι­λαμ­βά­νο­νταν, πως περ­νώ­ντας την πόλη μερι­κοί από τους κρα­τού­με­νους είχαν δια­φύ­γει, να συλ­λαμ­βά­νει τους πρώ­τους που έβρι­σκε, για να συμπλη­ρώ­σει τον αριθ­μό, που τους έλει­πε» (σελ. 127).
  • «Έτσι ο στρα­τιώ­της Joch. Zaben του 862ου τάγ­μα­τος σκό­τω­σε χωρίς κανέ­να λόγο στο Βάρ­βα­κι της Κρή­της τους Ε.Κ. και Γ.Β. (17 Σεπτεμ­βρί­ου 1941. Κατη­γο­ρη­τή­ριο αριθ.9). Ο στρα­τιώ­της RudiSchultzμε­θυ­σμέ­νος μπαί­νει στο σπί­τι του Δ.Γ. στο χωριό Μήχος και σκο­τώ­νει χωρίς καμιά αιτία τον Ε.Π., που βρι­σκό­ταν κατά τύχη εκεί (8 Απρι­λί­ου 1943, Κατη­γο­ρη­τή­ριο αριθ. 1) (…) Μπο­ρεί να ανα­φέ­ρει κανείς πλή­θος περι­στα­τι­κά, που δεί­χνουν πόση αξία είχε η ζωή μας»(σελ.129).
  • Περι­γρα­φή: «Στην περιο­χή Νιγρί­τας, τον Οκτώ­βριο του 1941, στο χωριό Άνω Κορ­δύλ­λιο, ένας Γερ­μα­νός θέλη­σε να βιά­σει μια γυναί­κα. Οι κάτοι­κοι τον μπο­δί­σα­νε και δια­μαρ­τυ­ρη­θή­κα­νε (…)Παίρ­νο­ντας αφορ­μή από αυτό το γεγο­νός, που το χαρα­κτή­ρι­σαν επα­να­στα­τι­κή δρά­ση, και με το πρό­σχη­μα, ότι οι κάτοι­κοι των διπλα­νών χωριών (Μεσό­βου­νο και Στρυ­μο­νι­κό) δεν είχαν δήθεν δώσει όλα τα όπλα τους, η γερ­μα­νι­κή διοί­κη­ση έστει­λε απο­σπά­σμα­τα, που στις 17 του Οκτώ­βρη 1941 περι­κύ­κλω­σαν το χωριό Α. Κορ­δύλ­λιο, μάζε­ψαν όλους τους άνδρες (138) από 16–80 χρο­νών και τους θέρι­σαν με τα αυτό­μα­τα μπρο­στά στις οικο­γέ­νειές τους (…).Το από­γευ­μα στο χωριό Κάτω Κορ­δύλ­λιο, εφάρ­μο­σαν τα ίδια μέτρα (εκτε­λέ­στη­καν 84 άνδρες). Στις 20 Οκτω­βρί­ου πέρα­σαν από το Καλό­κα­στρο, όπου κρέ­μα­σαν 12 άνδρες. Στις 23 από το Μεσό­βου­νο, όπου του­φέ­κι­σαν 138 άνδρες, και τέλος στις 25 από το Αμπε­λό­φυ­το, όπου του­φέ­κι­σαν 18 (Κατη­γο­ρη­τή­ριο αριθ­μός 486/45) (σελ.130).

 

* Καθη­γη­τής Κοινωνιολογίας/Πανεπιστήμιο Αιγαίου

 

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο