Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Με αφορμή μια συνέντευξη του Κουβανού συγγραφέα Λεονάρδο Παδούρα

Γρά­φει ο Αλέ­κος Χατζη­κώ­στας //

Από την αρχή να τονί­σω ότι τον εκτι­μώ ως συγ­γρα­φέα και έχω δια­βά­σει όλα του τα βιβλία που κυκλο­φό­ρη­σαν στη χώρα μας. Έχει πολ­λούς πιστούς ανα­γνώ­στες στη χώρα μας, ενώ και τ’ αστι­κά μας ΜΜΕ τον προ­βάλ­λουν συχνά. Και φυσι­κά δεν είναι μόνο το λογο­τε­χνι­κό του ταλέ­ντο, αλλά κυρί­ως η κρι­τι­κή στά­ση- μέχρι σημεί­ου μηδε­νι­σμού- που κρα­τά απέ­να­ντι στη νησί της επα­νά­στα­σης την Κού­βα. Αυτό το εκφρά­ζει τόσο στα βιβλία του, όσο κυρί­ως και με τις δηλώ­σεις του στα διά­φο­ρα ΜΜΕ μέσω συνε­ντεύ­ξε­ων που δίνει.

Ο συγ­γρα­φέ­ας- που σπού­δα­σε φιλο­λο­γία και  δού­λε­ψε ως δημο­σιο­γρά­φος ερευ­νη­τής- ανή­κει στην πρώ­τη γενιά που ανδρώ­θη­κε μετά την Κου­βα­νι­κή Επα­νά­στα­ση, η οποία όμως επα­νά­στα­ση του δίνει τη δυνα­τό­τη­τα να ζει και να δημιουρ­γεί στην Κού­βα και πάρα την κρι­τι­κή που τις ασκεί, δεν τον διώ­κει όπως ίσως ορι­σμέ­νοι πιστεύουν.

Σίγου­ρα η κατά­στα­ση σήμε­ρα στη Κού­βα, ιδιαί­τε­ρα μετά τις ανα­τρο­πές του σοσια­λι­σμού, δεν είναι ιδε­α­τή. Υπάρ­χουν όμως αιτί­ες που ο συγ­γρα­φέ­ας επι­με­λώς απο­φεύ­γει ν’ ανα­φέ­ρει και κυρί­ως ότι γίνε­ται καθη­με­ρι­νά τιτά­νιος αγώ­νας- με την πλα­τιά λαϊ­κή συμ­με­το­χή- για το ξεπέ­ρα­σμά τους

Και φυσι­κά δεν βρί­σκει λέξη θετι­κή για τις δεκα­ε­τί­ες που προη­γή­θη­καν για τις μεγά­λες κατα­κτή­σεις που ακό­μη και σήμε­ρα απο­τε­λούν φωτει­νό φάρο για τους λαούς της περιο­χής και ευρύ­τε­ρα. Για τον συγ­γρα­φέα φαί­νε­ται πως είναι άγνω­στη λέξη ο ασφυ­κτι­κός- εγκλη­μα­τι­κός απο­κλει­σμός των ΗΠΑ και τ’ απο­τε­λέ­σμα­τα που έχει στην οικο­νο­μι­κή-κοι­νω­νι­κή ζωή του νησιού.

Σε συνέ­ντευ­ξη του, λοι­πόν στα ΝΕΑ (19–20/8) ανα­φέ­ρει με αφορ­μή το βιβλίο του «Έντι­μοι άνθρωποι»/Καστανιώτης:

«…Στην Κού­βα σήμε­ρα να φαντα­στεί­τε υπάρ­χουν ελλεί­ψεις πρα­κτι­κά στα πάντα και στα βασι­κά προ­ϊ­ό­ντα (φάρ­μα­κα, τρό­φι­μα κλπ). Μα πάνω απ’ όλα λεί­πει η ελπί­δα πώς τα πράγ­μα­τα θα βελ­τιω­θούν…». Φυσι­κά εδώ «ξεχνά» την αιτία που είναι το εμπάρ­γκο των ΗΠΑ, ενώ μιας και μιλά για φάρ­μα­κα, «ξεχνά» ακό­μη πώς παρά το εμπάρ­γκο και τις ελλεί­ψεις η Κού­βα αντι­με­τώ­πι­σε με επι­τυ­χία τον κορω­νοϊο (και με δικά της μάλι­στα εμβό­λια) ενώ βοή­θη­σε και πλή­θος χωρών. Ενώ υπο­τι­μά τον ίδιο το λαό  που παρά τις δυσκο­λί­ες δεν το «βάζει κάτω», αντι­πα­λεύ­ει την κατά­στα­ση, κατα­λα­βαί­νο­ντας αλλά και ελπί­ζο­ντας ότι ο αγώ­νας αυτός είναι μονό­δρο­μος για να πάει η χώρα μπρο­στά και όχι να ξανα­γυ­ρί­σει στην επο­χή πριν την επανάσταση.

Σε άλλο σημείο της συνέ­ντευ­ξής ανα­φέ­ρει: «…Το να είσαι έντι­μος άνθρω­πος στην Κού­βα σήμε­ρα είναι μία περί­πλο­κη άσκηση…Πολλές φορές στην Κού­βα ανα­γκά­ζε­σαι να χρη­σι­μο­ποιείς παρά­νο­μες τακτι­κές για να μπο­ρείς να επι­βιώ­νεις , όμως σε αυτό δεν σε μετα­τρέ­πει σε έναν ανέ­ντι­μο άνθρω­πο. Για­τί υπάρ­χει ένας θεμε­λιώ­δης νόμος που είναι η επι­βί­ω­ση και έρχε­ται πάντα πρώ­τος…». Δεν θα αρνη­θώ την ύπαρ­ξη φαι­νο­μέ­νων «εγκλη­μα­τι­κό­τη­τας» στην Κού­βα. Η ίδια η πολι­τι­κή και κομ­μα­τι­κή ηγε­σία το παρα­δέ­χε­ται πρώ­τι­στα ως αντα­νά­κλα­ση των οικο­νο­μι­κών προ­βλη­μά­των στις κοι­νω­νι­κές σχέ­σεις, την επί­δρα­ση του του­ρι­σμού, αλλά και τις «υπο­χω­ρή­σεις» στην ειδι­κή κατά­στα­ση που βιώ­νει μετά το 1990 η χώρα και παρ’ όλα αυτά αντέ­χει! Όμως δεν είναι γενι­κευ­μέ­να φαι­νό­με­να. Οι πολ­λοί πιστεύ­ουν στη επα­νά­στα­ση, γνω­ρί­ζουν-κατα­νο­ούν ταυ­τό­χρο­να τις δυσκο­λί­ες του δρό­μου που χάρα­ξαν, γι’αυτό και τη στη­ρί­ζουν έντι­μα και περή­φα­να χωρίς να κατα­φεύ­γουν «σε ατο­μι­κές λύσεις επιβίωσης».

Χρέ­ος του συγ­γρα­φέα είναι η από­δο­ση της αλή­θειας με λογο­τε­χνι­κό τρό­πο, όμως η ιστο­ρι­κή μνή­μη του συγ­γρα­φέα συχνά «σκο­τει­νιά­ζει και κονταί­νει» προ­κει­μέ­νου να εξυ­πη­ρε­τη­θεί η γενι­κό­τε­ρη πολι­τι­κή του αντί­λη­ψη. Η Κού­βα δεν είναι μόνο της «ιστο­ρι­κής κόπω­σης», της «κατα­χνιάς και της μιζέ­ριας», «της τρα­γι­κής γενιάς»,  αλλά και του χαμό­γε­λου, του χορού και των ανθρώ­πων που είναι απο­φα­σι­σμέ­νοι να προ­χω­ρή­σουν στα βήμα­τα του Φιντέλ και της Επανάστασης!

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο