Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Τα στερνά τιμούν τα πρώτα;

Γρά­φει ο Ηρα­κλής Κακα­βά­νης //

Tα στερ­νά τιμούν τα πρώ­τα λέει ο θυμό­σο­φος λαός θέλο­ντας να δεί­ξει την αξία της συνέ­πειας λόγου και έργου κατά τη διάρ­κεια του βίου κάποιου. Και έγι­νε η λαϊ­κή ρήση κρι­τή­ριο όσων  συμ­με­τεί­χαν στους κοι­νω­νι­κούς αγώ­νες αυτού του τόπου, και κάποια στιγ­μή άλλα­ξαν περπατησιά

Ναι, τα στερ­νά τιμούν τα πρώ­τα, όμως δεν τα ακυ­ρώ­νουν, δεν τα σβή­νουν, δεν τα απαξιώνουν.

***

Σε κάποια συνά­ντη­σή μας ο παλαί­μα­χος κομ­μου­νι­στής Γιώρ­γος Φαρ­σα­κί­δης, παρό­ντος του συνα­δέλ­φου Γιώρ­γου Μου­σγά, μας διά­βα­σε από υπό έκδο­ση βιβλίο του ένα κομ­μά­τι που αφο­ρού­σε τον Μήτσο Παρ­τσα­λί­δη. Αφού του είπα­με την άπο­ψή μας, μας εκμυ­στη­ρεύ­τη­κε ότι για το θέμα ζήτη­σε την άπο­ψη του Χαρί­λα­ου Φλωράκη.

Ο Χαρί­λα­ος του είπε: « Δεν θα πρέ­πει να παρα­λεί­ψεις ούτε κόκ­κο από την προ­σφο­ρά του στο κίνη­μα», όχι μόνο για τον Παρ­τσα­λί­δη αλλά και για όποιον άλλο θα αναφερόταν.

***

Στα τέλη Ιού­λη του 1980 πέθα­νε ο Μήτσος Παρ­τσα­λί­δης. Ο «Ριζο­σπά­στης» είχε το ακό­λου­θο πρω­το­σέ­λι­δο αναγ­γελ­τι­κό του θανά­του του:

Πέθα­νε ο Μ. Παρτσαλίδης

Πέθα­νε την Κυρια­κή το πρωί από καρ­δια­κή προ­σβο­λή ο Μήτσος Παρ­τσα­λί­δης, σε ηλι­κία 77 ετών.

Ο Μήτσος Παρ­τσα­λί­δης έλα­βε μέρος από νωρίς στο κομ­μου­νι­στι­κό κίνη­μα. Δια­τέ­λε­σε επί σει­ρά ετών μέλος της ΚΕ του ΠΓ του ΚΚΕ και εκλέ­χτη­κε βου­λευ­τής το ’32 και το ’36. Από τη θέση του αυτή αγω­νί­στη­κε για τα συμ­φέ­ρο­ντα της εργα­τι­κής τάξης και όλου του λαού. Για τη δρά­ση του φυλα­κί­στη­κε και εξο­ρί­στη­κε επα­νει­λημ­μέ­να. Στην τελευ­ταία περί­ο­δο του αγώ­να της Εθνι­κής Αντί­στα­σης, από τον Αϋγου­στο του 1944, έγι­νε γραμ­μα­τέ­ας του ΕΑΜ.

Το 1968 δια­φώ­νη­σε με τις απο­φά­σεις της 12ης ολο­μέ­λειας της ΚΕ του ΚΚΕ και ηγή­θηε της ομά­δας αυτών που απο­σπά­στη­καν από το κόμ­μα και συγκρό­τη­τη­σαν το λεγό­με­νο «ΚΚΕ εσωτερικού

***

Δεν είναι λίγοι οι λογο­τέ­χνες που ανα­δεί­χτη­καν ή συμπο­ρεύ­τη­καν στους αγώ­νες του λαού. Λογο­τέ­χνες που το έργο τους ταυ­τί­στη­κε με την πορεία και τους αγώ­νες του Κομ­μου­νι­στι­κού Κόμ­μα­τος. Ιδιαί­τε­ρα κατά την περί­ο­δο της Κατο­χής και όσα ακο­λού­θη­σαν μετά (1940 – 1949). Επο­ποι­ία της Αντί­στα­σης, Δημο­κρα­τι­κός Στρα­τός, τόποι εξο­ρί­ας γέν­νη­σαν λογο­τε­χνι­κές φωνές, και άλλες τις καθόρισαν.

Κάποιοι από αυτούς αργό­τε­ρα έκα­ναν άλλες πολι­τι­κές επι­λο­γές, κυρί­ως με τη διά­σπα­ση του ΚΚΕ το 1968. Παρά τις όποιες ιδε­ο­λο­γι­κές και πολι­τι­κές ενστά­σεις για πλευ­ρές του έργου τους ή για τις μετα­γε­νέ­στε­ρες πολι­τι­κές επι­λο­γές τους κανείς δεν μπο­ρεί να παρα­γνω­ρί­σει την αξία και τη σημα­σία του έργου τους (π.χ. Δημή­τρης Χατζής, Στρα­τής Τσίρ­κας, Μανώ­λης Ανα­γνω­στά­κης κλπ)

***

Το 1932 έγι­νε το φιλο­λο­γι­κό μνη­μό­συ­νο του Ψυχά­ρη (βαθιά αντι­δρα­στι­κός και αντι­κομ­μου­νι­στής όσοι λίγοι). Μίλη­σε ο Βάρ­να­λης. Είπε τα εξής:

Θα επα­να­λά­βω κι εγώ για τον Ψυχά­ρη τα όσα είχε πει για τον Γκαί­τε, όταν γιορ­τά­σα­νε πέρ­σι σ’ όλο τον κόσμο τα εκα­τό­χρο­νά του, ο Λαου­τσάρ­σκι: «Δεχό­μα­στε από τον Γκαί­τε ό,τι καλό είπε για το Λαό, για Δικαιο­σύ­νη και για Λευ­τε­ριά, τον άλλον, τον κακό Γκαί­τε, που τονε χάλα­σε η άρχου­σα τάξη, της τον χαρί­ζου­με». Ετσι κι εμείς, η εργα­τι­κή τάξη της Ελλά­δας, ένα μέρος της αυρια­νής ανθρω­πό­τη­τας, δεχό­μα­στε από τον Ψυχά­ρη όσα καλά έκα­με για το λαό, τον αντι­δρα­στι­κό Ψυχά­ρη τονε χαρί­ζου­με στην αστι­κή ολι­γαρ­χία και τους πνευ­μα­τι­κούς υπηρέτες

***

Προ­σεγ­γί­ζο­ντας το έργο ενός δημιουρ­γού δεν ξεκι­νά­με από το αξί­ω­μα «ό,τι είναι ο άνθρω­πος είναι και το έργο του», πολ­λές φορές το έργο του, παρά­γω­γο μιας συγκε­κρι­μέ­νης ιστο­ρι­κής επο­χής, τον ξεπερνά.

Αφε­τη­ρία μας τα ερωτήματα:

Είναι χρή­σι­μο και επω­φε­λές για το λαό;

Πηγά­ζει από τους αγώ­νες και τις αγω­νί­ες του λαού;

Δρο­σί­ζει την ψυχή του λαού και του δίνει ώθη­ση να πάει μπροστά;

Βοη­θά να βαθαί­νει και να πλα­ταί­νει η σκέ­ψη μας, να οξύ­νε­ται η ευαι­σθη­σία μας, να δια­μορ­φώ­νε­ται το αισθη­τι­κό μας κριτήριο;

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο