Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Το μάθημα της Βενεζουέλας

Γρά­φει ο Νίκος Μότ­τας* //

Η πρό­σφα­τη νίκη της αντι­δρα­στι­κής-συντη­ρη­τι­κής αντι­πο­λί­τευ­σης στις βου­λευ­τι­κές εκλο­γές της Βενε­ζου­έ­λας σημα­το­δο­τεί μια ιστο­ρι­κή καμπή στην πολι­τι­κή ιστο­ρία της χώρας: μετά από 16 χρό­νια το- ιδρυ­θέν από τον Ούγκο Τσά­βες- Ενω­μέ­νο Σοσια­λι­στι­κό Κόμ­μα (PSUV) χάνει την πλειο­ψη­φία στο κοι­νο­βού­λιο. Με 99 έδρες ο συντη­ρη­τι­κός συνα­σπι­σμός «Τρα­πέ­ζι τη Δημο­κρα­τι­κής Ενό­τη­τας» (MUD) απο­τε­λεί πλέ­ον την πλειο­ψη­φού­σα δύνα­μη στην Εθνι­κή Συνέ­λευ­ση, ένα­ντι 46 εδρών του κόμ­μα­τος του προ­έ­δρου Νικο­λάς Μαδούρο.

Το εκλο­γι­κό από­τε­λε­σμα στη Βενε­ζου­έ­λα χαρα­κτη­ρί­ζε­ται ήδη από πλη­θώ­ρα του ντό­πιου και ξένου Τύπου, ως η αρχή του τέλους του «Τσα­βι­σμού»- της λεγό­με­νης Μπο­λι­βα­ρια­νής Επα­νά­στα­σης που ξεκί­νη­σε με την άνο­δο του Ούγκο Τσά­βες στην εξου­σία το 1999. Οι λόγοι της ήττας του PSUV μπο­ρούν να εντο­πι­στούν σε μια σει­ρά παρά­γο­ντες όπως, μετα­ξύ άλλων: Στην οικο­νο­μι­κή κρί­ση που προ­κλή­θη­κε από την πτώ­ση της τιμής του αργού πετρε­λαί­ου, στην ισχυ­ρή-στη­ρι­ζό­με­νη από ντό­πια και αμε­ρι­κα­νι­κά κεφά­λαια- προ­ε­κλο­γι­κή καμπά­νια της δεξιάς αντι­πο­λί­τευ­σης, αλλά και στην αυξα­νό­με­νη δια­φθο­ρά στους κόλ­πους του κυβερ­νώ­ντος κόμ­μα­τος. Επι­πλέ­ον, η νίκη των αντι­δρα­στι­κών-συντη­ρη­τι­κών δυνά­με­ων στις εκλο­γές έρχε­ται ως επι­στέ­γα­σμα της συνε­χούς προ­σπά­θειας ιμπε­ρια­λι­στι­κών κέντρων (προ­ερ­χό­με­νων, κατά κύριο λόγο από τις ΗΠΑ) να υπο­νο­μεύ­σουν και να πλή­ξουν το κοι­νω­νι­κό εγχεί­ρη­μα της μπο­λι­βα­ρια­νής επα­νά­στα­σης που ξεκί­νη­σε πριν από 16 χρό­νια. Οι παρα­πά­νω λόγοι, ωστό­σο, δεν αρκούν για να εξη­γή­σουν την πολι­τι­κή κάμ­ψη του «Τσα­βι­σμού» και την εκλο­γι­κή νεκρα­νά­στα­ση της αμε­ρι­κα­νό­φι­λης αντιπολίτευσης.

Η μπο­λι­βα­ρια­νή επα­νά­στα­ση στη Βενε­ζου­έ­λα υπήρ­ξε- και συνε­χί­ζει να είναι- ένα αναμ­φι­σβή­τη­τα φιλο­λαϊ­κό εγχεί­ρη­μα, το οποίο κατά­φε­ρε να δώσει φωνή και ψωμί σε εκα­τομ­μύ­ρια μη προ­νο­μιού­χων βενε­ζου­ε­λά­νων. Πρό­κει­ται για μια δια­δι­κα­σία που επι­χεί­ρη­σε, μέσα από ένα ανορ­θό­δο­ξο μείγ­μα πατριω­τι­κής μπο­λι­βα­ρια­νής κλη­ρο­νο­μιάς και λατι­νο­α­με­ρι­κά­νι­κης θεώ­ρη­σης του μαρ­ξι­σμού, να προ­σεγ­γί­σει τον σοσια­λι­σμό. Όχι όμως τον σοσια­λι­σμό με την αυθε­ντι­κή μαρ­ξι­στι­κή-λενι­νι­στι­κή έννοια, αλλά ένα είδος σοσια­λι­σμού της αγο­ράς, που έγι­νε γνω­στός ως «σοσια­λι­σμός του 21ου αιώ­να».

Η Βενε­ζου­έ­λα του Τσά­βες μπο­ρεί να άλλα­ξε σε σημα­ντι­κό βαθ­μό τους κοι­νω­νι­κούς συσχε­τι­σμούς, να προ­χώ­ρη­σε σε ανα­δια­νο­μή πλού­του υπέρ των φτω­χών, να εθνι­κο­ποί­η­σε μια σει­ρά μεγά­λων επι­χει­ρή­σε­ων, χωρίς ωστό­σο να αγγί­ξει τον πυρή­να του ζητή­μα­τος: την κοι­νω­νι­κο­ποί­η­ση των μέσων παρα­γω­γής και του παρα­γό­με­νου πλού­του. Έτσι, ενώ ένα σημα­ντι­κό μέρος της οικο­νο­μί­ας πέρα­σε κάτω από κρα­τι­κό έλεγ­χο, ένα άλλο μέρος, εξί­σου σημα­ντι­κό παρέ­μει­νε στα χέρια ντό­πιων και ξένων μονο­πω­λια­κών ομί­λων. Έγρα­φε σχε­τι­κά το 2012 ο αμε­ρι­κα­νός καθη­γη­τής James Petras: «Η Βενε­ζου­έ­λα σήμε­ρα είναι μια μει­κτή οικο­νο­μία, με τον ιδιω­τι­κό τομέα να κυριαρ­χεί. Η κρα­τι­κή ιδιο­κτη­σία έχει επε­κτα­θεί και εθνι­κές κοι­νω­νι­κές προ­τε­ραιό­τη­τες έχουν υπα­γο­ρεύ­σει την ιδιο­ποί­η­ση των πετρε­λαϊ­κών πόρων. Το κρά­τος κατέ­χει τον πιο προ­σο­δο­φό­ρο τομέα των εξα­γω­γών και καρ­πώ­νε­ται το μεγα­λύ­τε­ρο μέρος του ξένου συναλ­λάγ­μα­τος. Ενώ η κυβέρ­νη­ση έχει αυξή­σει κατά πολύ τις κοι­νω­νι­κές δαπά­νες, δεν έχει μειώ­σει τη μεγά­λη συγκέ­ντρω­ση πλού­του και εισο­δή­μα­τος στις ανώ­τε­ρες τάξεις».

Παρά την προ­φα­νή λαϊ­κή απο­δο­χή της, η μπο­λι­βα­ρια­νή επα­νά­στα­ση, ακο­λου­θώ­ντας μια σοσιαλ­δη­μο­κρα­τι­κού τύπου δια­χεί­ρη­ση, απέ­τυ­χε να δημιουρ­γή­σει τους ανα­γκαί­ους ταξι­κούς συσχε­τι­σμούς που θα της επέ­τρε­παν να  εμβα­θύ­νει στην επα­να­στα­τι­κή δια­δι­κα­σία. Όπως σημειώ­νε­ται σε από­φα­ση του 14ου Συνε­δρί­ου του Κομ­μου­νι­στι­κού Κόμ­μα­τος Βενε­ζου­έ­λας (PCV) το 2011: «…από τη μια πλευ­ρά, το κοι­νω­νι­κό υπο­κεί­με­νο που έχει ηγη­θεί μέχρι στιγ­μής της δια­δι­κα­σί­ας αντι­στοι­χεί σε ένα ταξι­κό προ­φίλ μεσαί­ων και μικρο­α­στι­κών στρω­μά­των, όχι στην εργα­τι­κή τάξη, που είναι το πραγ­μα­τι­κό κοι­νω­νι­κό υπο­κεί­με­νο που καλεί­ται ιστο­ρι­κά να οικο­δο­μή­σει το σοσια­λι­σμό. Από την άλλη πλευ­ρά, η ίδια η εργα­τι­κή τάξη και ο εργα­ζό­με­νος λαός στην πόλη και στην ύπαι­θρο γενι­κά, δεν έχουν κατα­φέ­ρει ακό­μα στη χώρα μας να φτά­σουν στο απα­ραί­τη­το επί­πε­δο συνεί­δη­σης, οργά­νω­σης, προ­γραμ­μα­τι­κής σαφή­νειας και κινη­το­ποί­η­σης που θα τους επέ­τρε­πε να επι­βά­λουν την ηγε­μο­νία της τάξης τους και να οδη­γή­σουν την πορεία των γεγο­νό­των στη σωστή κατεύ­θυν­ση» («Η πάλη του ΚΚ Βενε­ζου­έ­λας ενά­ντια στον οπορ­του­νι­σμό», Διε­θνής Κομ­μου­νι­στι­κή Επι­θε­ώ­ρη­ση», 2014).
Η πρό­σφα­τη νίκη της συντη­ρη­τι­κής αντι­πο­λί­τευ­σης στις βου­λευ­τι­κές εκλο­γές απο­δει­κνύ­ει ότι οι αστι­κές δυνά­μεις της Βενε­ζου­έ­λας, έχο­ντας την πολυ­πλό­κα­μη υπο­στή­ρι­ξη του αμε­ρι­κα­νι­κού ιμπε­ρια­λι­σμού, καρα­δο­κού­σαν για να δώσουν ένα ισχυ­ρό χτύ­πη­μα στον «Τσα­βι­σμό». Το αν αυτή η εκλο­γι­κή τους νίκη θα σημά­νει την αρχή του τέλους της μπο­λι­βα­ρια­νής επα­νά­στα­σης στη χώρα είναι κάτι που θα το καθο­ρί­σουν οι εξε­λί­ξεις. Το «μάθη­μα» που, ωστό­σο, βγαί­νει από την περί­πτω­ση της Βενε­ζου­έ­λας έρχε­ται να προ­στε­θεί στην εμπει­ρία της Χιλής του Σαλ­βα­δόρ Αλιέ­ντε. Για να επι­βε­βαιώ­σει τη μαρ­ξι­στι­κή θέση πως το αστι­κό κρά­τος και οι μηχα­νι­σμοί του δεν δια­χει­ρί­ζο­νται, αλλά τσα­κί­ζο­νται με την επα­νά­στα­ση και πως καμία αντι­μο­νο­πω­λια­κή-αντι­ι­μπε­ρια­λι­στι­κή κυβέρ­νη­ση (όσο καλές προ­θέ­σεις κι’ αν έχει) δεν μπο­ρεί να συγκρου­στεί με το κεφά­λαιο και την εξου­σία του, ούτε μπο­ρεί να εκφρά­σει τα συμ­φέ­ρο­ντα της εργα­τι­κής τάξης και να ανοί­ξει το δρό­μο για τη λαϊ­κή εξου­σία και το σοσιαλισμό.

 

* υπο­ψήφ. Διδά­κτωρ Πολι­τι­κών Επι­στη­μών και Ιστορίας.

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο