Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Η απολογία της Σαρακοστής, κείμενο του Γιάνη Κορδάτου

Αν λογα­ριά­σου­με τις ημέ­ρες που η Εκκλη­σία απα­γό­ρευ­σε στους χρι­στια­νούς να τρώ­νε κρέ­ας, αυγά, λάδι, γάλα θα δού­με πως ξεπερ­νού­νε τις 200. Κι όμως στους πρώ­τους αιώ­νες του Χρι­στια­νι­σμού δεν είχαν καθιε­ρω­θεί οι νηστεί­ες. Το ζήτη­μα λοι­πόν αυτό, νομί­ζω, πως έχει έχει ενδια­φέ­ρον και πρέ­πει να εξε­τά­σου­με όι από τη στε­νή θρη­σκευ­τι­κή άπο­ψη αλλά με άλλα κριτήρια.

Πρώ­τα πρώ­τα πρέ­πει να θυμί­σω στους ανα­γνώ­στες μου πως στην επο­χή του Ναζω­ραί­ου και των πρώ­των Απο­στό­λων δεν είχαν καθιε­ρω­θεί κανε­νός είδους νηστεί­ες. Αντί­θε­τα ο Ναζω­ραί­ος κατη­γο­ρή­θη­κε από τους Γραμ­μα­τείς και Φαρι­σαί­ους πως δεν τηρού­σε την αρία και τη νηστεία του Σαβ­βά­του, παρά­βα­ση που τιμω­ρού­νταν με σοβα­ρές ποι­νές από το μωσαϊ­κό νόμο. Στα ευαγ­γέ­λια μάλι­στα δια­βά­ζου­με πως ο Ιησούς απα­ντώ­ντας στους κατη­γό­ρους του έλε­γε:  Δεν βλά­πτουν τα εισερ­χό­με­να αλλά τα εξερχόμενα».

Όσο λοι­πόν οι χρι­στια­νοί απο­τε­λού­σαν μικρές κοι­νό­τη­τες (Εκκλη­σί­ες) μπο­ρού­σαν να συντη­ρού­νται με τα κοι­νά δεί­πνα και συσ­σί­τια (Αγά­πες). Στην περί­ο­δο αυτή της κοι­νο­βια­κής ζωής οι νηστεί­ες ήταν άγνω­στε. Αργό­τε­ρα, από τον β’ αιώ­να και δώθε τα πράγ­μα­τα άλλα­ξαν. Οι χρι­στια­νοί πλή­θυ­ναν και οι κοι­νό­τη­τές τους (Εκκλη­σί­ες) αντί­κρι­ζαν σοβα­ρά προ­βλή­μα­τα δια­τρο­φής. Σαν πρώ­το μέτρο για να λύσουν το πρό­βλη­μα αυτό ήταν ο διο­ρι­σμός ενός επό­πτου (=επί­σκο­πος) που φρό­ντι­ζε για τη συλ­λο­γή ερά­νων και τη δια­τρο­φή των πιστών. Μα και πάλι το πρό­βλη­μα αυτό δεν λύθη­κε, για­τί οι χρι­στια­νοί πλή­θυ­ναν, οι διωγ­μοί άρχι­σαν και τα τρό­φι­μα και οι πόροι ήτα λίγα.

Εξάλ­λου τα κοι­νό­βια σιγά σιγά δια­λύ­θη­καν και παράλ­λη­λα και τα κοι­νά συσ­σί­τια (Αγά­πες). Κι ακό­μα με την προ­σχώ­ρη­ση και πλου­σί­ων στο χρι­στια­νι­σμό, στις Εκκλη­σί­ες υπήρ­χαν τώρα πλού­σιοι και φτω­χοί, χορ­τά­τοι και νηστικοί.

Ήταν φυσι­κό λοι­πόν να δημιουρ­γη­θούν πολ­λά και μεγά­λα παρά­πο­να, όπως μας πλη­ρο­φο­ρούν τα γρα­πτά των Πατέ­ρων της Εκκλη­σί­ας εκεί­νου του καιρού.

Από την αιτία αυτή οι πρε­σβύ­τε­ροι και οι επί­σκο­ποι από τη μια μεριά για να εξοι­κο­νο­μή­σουν τρό­φι­μα και από την άλλη για να στα­μα­τή­σουν τις διε­νέ­ξεις και τις αντι­θέ­σεις ανά­με­σα φτω­χών και πλου­σί­ων μέσα στις Εκκλη­σί­ες, θέσπι­σαν τις διά­φο­ρες νηστεί­ες, δηλα­δή την απο­χή από τα φαγη­τά, που έτρω­γαν οι εύπο­ροι ειδω­λο­λά­τρες. Το μέτρο αυτό από­βλε­πε σε δύο σκο­πούς. Πρώ­τον ανα­γκά­ζο­νταν οι πλού­σιοι χρι­στια­νοί ορι­σμέ­νες ημέ­ρες να μην τρώ­νε κρέ­ας, αυγά, λάδι, γάλα, ψάρια. Έτσι  εξο­μοιώ­νο­νταν με τους φτω­χούς χρι­στια­νούς. Δεύ­τε­ρον – κι αυτό ήταν το πιο σπου­δαίο – εξοι­κο­νο­μού­τα­νε πολ­λά τρό­φι­μα που οι πλού­σιοι τα προ­σφέ­ρα­νε στις Εκκλη­σί­ες και μ’ αυτά τρέ­φο­νταν τα μη νηστί­σι­μες ημέ­ρες οι φτω­χοί Χριστιανοί.

Γι’ αυτό στη Δύση προ­πα­γαν­δί­στη­κε η ιδέα πως η νηστεία είναι έργο άξιο μισθού (meritum) και συνα­κό­λου­θα εκεί­νος που νηστεύ­ει γλι­τώ­νει από τις …αμαρ­τί­ες του.

Στο­χά­ζο­μαι πως η νηστεία της Τετάρ­της και της Παρα­σκευ­ής από τι παρα­πά­νω αιτί­ες καθιερώθηκε.

* * *

Όταν όμως στις αρχές του 4ουυ αιώ­να ο Χρι­στια­νι­σμός από παρά­νο­μη οργά­νω­ση ανα­γνω­ρί­στη­κε σα νόμι­μη και η Χρι­στια­νι­κή Εκκλη­σία έγι­νε ο κυριό­τε­ρος συνερ­γά­της και στυ­λο­βά­της της Βυζα­ντι­νής Αυτο­κρα­το­ρί­ας συντρέ­χα­νε και άλλοι λόγοι να θεσπι­σθούν και επι­βλη­θούν εξόν από ημε­ρή­σιες νηστεί­ες και πολυ­ή­με­ρες. Στην περί­ο­δο αυτή που η Εκκλη­σία ήταν παντο­δύ­να­μη, η Βυζα­ντι­νή Αυτο­κρα­το­ρία περ­νού­σε μια χρο­νί­ζου­σα οικο­νο­μι­κή κρί­ση. Η φτώ­χεια ήταν απλω­μέ­νη παντού. Μόνο μέσα στην πρω­τεύ­ου­σα τον 4ο αιώ­να ο μισός πλη­θυ­σμός ήταν άστε­γοι και πει­να­λέ­οι. Η γεωρ­γία σε πολ­λές περιο­χές βρί­σκο­νταν σε πει­ρα­σμό. Η κτη­νο­τρο­φία πάλι από διά­φο­ρες αιτί­ες (επι­δη­μί­ες, πολέ­μους, θεο­μη­νί­ες, ληστεί­ες κλπ.) δεν ανα­πτύσ­σε­ται, εξάλ­λου και οι ανταλ­λα­γές δυσκο­λεύ­ο­νταν πολύ για­τί δεν υπήρ­χαν μετα­φο­ρι­κά μέσα, η αισχρο­κέρ­δεια είχε απο­χα­λι­νω­θεί και η ακρί­βεια και η εκμε­τάλ­λευ­ση απα­θλί­ω­ναν μεγά­λα στρώ­μα­τα του πληθυσμού.

Με δυο λόγια το Βυζά­ντιο αντί­κρι­ζε άλυ­τα δημο­σιο­νο­μι­κά και παρα­γω­γι­κά προ­βλή­μα­τα. Μερι­κοί αυτο­κρά­το­ρες έβγα­λαν δια­τάγ­μα­τα με τα οποία ήθε­λαν να λύσουν τα προ­βλή­μα­τα αυτά αλλά παρ’ όλες τις κατα­πιέ­σεις των οργά­νων της εξου­σί­ας, οι δια­τα­γές τους δεν εφαρ­μό­ζο­νταν, ή πιο σωστά παρερ­μη­νεύ­ο­νταν και έτσι πλού­τι­ζαν οι μαυραγορίτες.

* * *

Η κρί­ση όμως της αγρο­τι­κής οικο­νο­μί­ας  της κτη­νο­τρο­φί­ας και πτη­νο­τρο­φί­ας ενώ απα­θλί­ω­νε μεγά­λα στρώ­μα­τα του πλη­θυ­σμού. Δημιουρ­γού­σε και για την άρχου­σα τάξη κρί­ση εξαι­τί­ας της ακρί­βειας του κρέ­α­τος, του λαδιού, του κρα­σιού, του γάλα­τος, του τυριού και των που­λε­ρι­κών. Μια που ήταν μεγά­λη ζήτη­ση των ειδών αυτών και μικρή η προ­σφο­ρά τους οι τιμές ανέβαιναν.

Γι’ αυτό η άρχου­σα τάξη ανα­γκά­στη­κε να ζητή­σει την υπο­στή­ρι­ξη και συνερ­γα­σία της Εκκλη­σί­ας για να δημιουρ­γή­σει μεγά­λη προ­σφο­ρά κρε­ά­των, αυγών, γάλα­τος, τυριών και πουλερικών .

Ύστε­ρα από πολ­λές συσκέ­ψεις και από υπο­δεί­ξεις οικο­νο­μο­λό­γων και δημο­σιο­λό­γων εκεί­νου του και­ρού απο­φα­σί­στη­κε να παρ­θούν απο­φά­σεις από Οικου­με­νι­κές Συνό­δους που να επι­βά­λουν πολυ­ή­με­ρες νηστεί­ες (σαρα­κο­στές). Οι απο­φά­σεις χαρα­κτη­ρί­στη­καν σαν διδα­σκα­λία των πρώ­των Απο­στό­λων και έτσι έχουν ακα­τά­λυ­το κύρος.

Μια λοι­πόν που η Εκκλη­σία ασκού­σε μεγά­λη ηθι­κή επι­βο­λή εκεί­νο τον και­ρό και οι απο­φά­σεις των συνό­δων θεω­ρού­νταν θεό­πνευ­στες, οι νηστεί­ες επι­βλή­θη­καν χωρίς σχε­δόν σοβα­ρή αντί­δρα­ση και τηρού­ντα­νε από τα λαϊ­κά στρώματα.

Δε θέλει ρώτη­μα πώς όταν 200 μέρες το χρό­νο η μεγά­λη πλειο­ψη­φία των χρι­στια­νών δεν έτρω­γε κρέ­ας, αυγά, τυριά, γάλα, λάδι δημιουρ­γή­θη­κε μεγά­λη προ­σφο­ρά των ειδών αυτών και οι τιμές έπεσαν.

Επί­σης, και για τα ψάρια που κι αυτά μπή­καν στον κατά­λο­γο των απα­γο­ρευ­μέ­νων τρο­φών, οι ίδιοι σχε­δόν λόγοι συντρέ­χα­νε. Επει­δή στο εσω­τε­ρι­κό της Β. Αυτο­κρα­το­ρί­ας τα νωπά ψάρια δεν ήταν δυνα­τόν να μετα­φερ­θούν περιο­ρί­στη­κε η κατα­νά­λω­σή τους για να ανα­γκά­ζο­νται οι ψαρά­δες να τα παστώ­νουν. Έτσι όχι μόνο δια­τη­ρού­ντα­νε αλλά και ήταν εύκο­λη η μετα­φο­ρά τους στο εσωτερικό.

Επει­δή όμως στη Δύση οι παρα­γω­γι­κές συν­θή­κες ήταν λίγο πολύ δια­φο­ρε­τι­κές από την Ανα­το­λή, η δυτι­κή Εκκλη­σία δεν ακο­λού­θη­σε την Ανα­το­λι­κή ούτε ως προς το χρό­νο και τη διάρ­κεια των νηστειών, ούτε ως προς τα είδη των απα­γο­ρευ­μέ­νων τρο­φών. Επί­σης στην Αρμε­νία και αλλού δεν έγι­ναν από­λυ­τα απο­δε­χτά τα για της νηστεί­ας θεσπί­σμα­τα της Ανα­το­λι­κής Εκκλη­σί­ας, για­τί στις περιο­χές αυτές η κτη­νο­τρο­φία ήταν πλού­σια και δεν συνέ­τρε­χε κανέ­νας λόγος να θεσπι­σθούν μεγά­λοι περιο­ρι­σμοί στην κατα­νά­λω­ση του κρέ­α­τος και του τυριού.

Πρέ­πει να σημειώ­σου­με πως μερι­κές Εκκλη­σί­ες και πριν από τον 4ο αιώ­να και ύστε­ρα δεν παρα­δέ­χο­νταν το κύρος των τοπι­κών και Οικου­με­νι­κών Εκκλη­σια­στι­κών Συνό­δων που θέσπι­ζαν τις διά­φο­ρες νηστεί­ες. Οι κορ­πο­κρα­τι­στές λ.χ. ερμη­νεύ­α­νε δια­φο­ρε­τι­κά τις ευαγ­γε­λι­κές και απο­στο­λι­κές παρα­δό­σεις, ενώ οι Ευστα­θια­νοί αντι­τά­χθη­καν στην επί­ση­μη Εκκλη­σία ανα­φο­ρι­κά με την καθιέ­ρω­ση της νηστεί­ας και τη θέση τους απέ­να­ντι των πλουσίων.

Η Ανα­το­λι­κή Εκκλη­σία όμως όχι μόνο ανα­θε­μά­τι­σε και απε­κή­ρυ­ξε τις διδα­σκα­λί­ες και θεω­ρί­ες εκεί­νων που αντι­γνω­μού­σαν μαζί της αλλά και με την κρα­τι­κή βία κατα­δί­ω­ξε όλους αυτούς χαρα­κτη­ρί­ζο­ντας τους νεω­τε­ρι­στές, απο­στά­τες και αιρετικούς.

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ: Η Ανα­το­λι­κή Εκκλη­σία επέ­βα­λε τις μικρές στην αρχή και πολυ­ή­με­ρες αργό­τε­ρα νηστεί­ες όχι για­τί ακο­λού­θη­σε την ευαγ­γε­λι­κή παρά­δο­ση – αντί­θε­τα την παρα­ποί­η­σε – αλλά για να εξυ­πη­ρε­τή­σει την άρχου­σα τάξη.

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο