Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Άρτος και θεάματα

Γρά­φει ο Cogito ergo sum //

Επί τέλους, ηρε­μή­σα­με! Ο ανα­πλη­ρω­τής υπουρ­γός οικο­νο­μι­κών Τρύ­φων Αλε­ξιά­δης κατέ­θε­σε τρο­πο­λο­γία «για την παρά­τα­ση κατά ένα έτος της δυνα­τό­τη­τας του Δημο­σί­ου να διε­νερ­γή­σει φορο­λο­γι­κό έλεγ­χο σε όσες υπο­θέ­σεις έχουν ήδη εκδο­θεί εντο­λές ελέγ­χου ή εισαγ­γε­λι­κές παραγ­γε­λί­ες ή θα εκδο­θούν εντο­λές ελέγ­χου ή εισαγ­γε­λι­κές παραγ­γε­λί­ες μέχρι τις 31 Δεκεμ­βρί­ου 2015». Με απλά λόγια και σε ελεύ­θε­ρη μετά­φρα­ση: παίρ­νει παρά­τα­ση για έναν χρό­νο η παρα­γρα­φή των υπο­θέ­σε­ων μ’ εκεί­να τα φυντά­νια που περι­λαμ­βά­νο­νται στην περί­φη­μη «λίστα Λαγκάρντ».

Βέβαια, η παρά­τα­ση θα ισχύ­σει μόνο για όσες υπο­θέ­σεις έχουν εκδο­θεί ή θα εκδο­θούν εντο­λές ελέγ­χου ή εισαγ­γε­λι­κές παραγ­γε­λί­ες μέχρι τις 31 Δεκεμ­βρί­ου 2015 αλλά εμείς ευελ­πι­στού­με ότι θα εκδο­θούν για όλους. Ευελ­πι­στού­με, δηλα­δή, ότι η δικαιο­σύ­νη θα κάνει σε 2,5 μήνες όσα δεν έκα­νε σε 5 χρό­νια. Αν μη τι άλλο, σ’ αυτόν τον τόπο η ελπί­δα πεθαί­νει τελευταία.

Για να πω την αλή­θεια, αυτή την παρά­τα­ση της παρα­γρα­φής την περί­με­να. Καθ’ όσον η αρι­στε­ρή μας κυβέρ­νη­ση έχει παντιέ­ρα της την δια­φά­νεια, την κοι­νω­νι­κή δικαιο­σύ­νη και την πάτα­ξη της φορο­δια­φυ­γής ενώ, παράλ­λη­λα, κάνει ό,τι μπο­ρεί ώστε να πλη­ρώ­σουν πια κι εκεί­νοι που τόσα χρό­νια δεν πλή­ρω­ναν. Κι αφού το λέει η κυβέρ­νη­ση, ποιος είμαι εγώ που θα αμφι­σβη­τή­σω τις προ­θέ­σεις της;

sum19a

Να σοβα­ρευ­τού­με λιγά­κι. Όλο τού­το το σκη­νι­κό τής «κάθαρ­σης» και της «δια­φά­νειας», το οποίο έχει στη­θεί εδώ και κάμπο­σα χρό­νια, μου θυμί­ζει ρωμαϊ­κή αρέ­να. Γύρω-τρι­γύ­ρω βρί­σκο­νται όλοι οι «ανα­μάρ­τη­τοι», έτοι­μοι να «βάλουν τον λίθον» στο δοξα­πα­τρί τού αμαρ­τω­λού. Στην μέση τής αρέ­νας, άθυρ­μα στις ορέ­ξεις των «αδιά­φθο­ρων», εκεί­νος του οποί­ου κάθε φορά το αίμα κοστί­ζει φτη­νό­τε­ρα. Στις εξέ­δρες, το μαι­νό­με­νο για θεά­μα­τα (αν και δεν έχει άρτο) πλή­θος, περι­μέ­νει να κορέ­σει την πεί­να του μ’ αυτό το αίμα, μιας και δεν μπο­ρεί να χορ­τά­σει με φαΐ. Στο γενι­κό πρό­σταγ­μα ο κάθε φορά «μέγας μεταρ­ρυθ­μι­στής» τής χώρας: πότε κάποιος σεμνός και ταπει­νός, πότε κάποιος λαο­πρό­βλη­τος που ανα­κα­λύ­πτει λεφτά εκεί που δεν υπάρ­χουν, πότε κάποιος που ονει­ρεύ­ε­ται να φέρει μια πολι­τι­κή άνοι­ξη σε μια νέα Ελλά­δα, πότε κάποιος που βγαί­νει πρώ­τη (και δεύ­τε­ρη μη σου πω) φορά από αρι­στε­ρά… Στην ορχή­στρα τα λογής-λογής μου­μου­έ­δια βαστά­νε τον ρυθ­μό. Και η παρά­στα­ση αρχίζει:

Ντέ­φια, ντα­ού­λια, κρό­τα­λα αχο­λο­γούν στο βάθος.
Ανη­φο­ρί­ζου­νε πομπές και μπαί­νει ο μέγας τράγος, 
ο πρω­τα­γω­νι­στής, μ’ ένα πριόνι.
Φορά­ει τενε­κε­δέ­νιο στέμ­μα κι ένα ζευ­γά­ρι παρωπίδες.
Ραντί­ζει μ’ αίμα τις πέτρι­νες κερκίδες,
κάνο­ντας το τοπίο να μεγαλώνει.…
(Διο­νύ­σης Σαβ­βό­που­λος, «Μπάλ­λος»)

Μόνο που κάτι δεν πάει καλά. Η παρά­στα­ση είναι χιλιο­παιγ­μέ­νη και απο­δε­δειγ­μέ­να δεν έχει απο­τέ­λε­σμα. Θυμη­θεί­τε πόσο αίμα έχει χυθεί με τέτοιες παρα­στά­σεις σε τού­το τον τόπο. Μόνο τα τελευ­ταία χρό­νια μού ‘ρχο­νται, έτσι πρό­χει­ρα, στο μυα­λό ο Ζαχό­που­λος, ο Ρου­σό­που­λος, ο Βουλ­γα­ρά­κης, ο Πάχτας, ο Μαντέ­λης, ο Τσο­χα­τζό­που­λος, ο Παπα­κων­στα­ντί­νου, ο Τσου­κά­τος… Όλοι θυσία στον βωμό τής κάθαρ­σης, όλοι θέα­μα προ­ο­ρι­σμέ­νο να κρύ­ψει την έλλει­ψη άρτου. Μα τού­τη η ρημά­δα η κάθαρ­ση φαί­νε­ται πως δεν χορ­ταί­νει όσοι κι αν θυσια­στούν για χατή­ρι της.

Και να πεις πως τού­τες οι θυσί­ες πιά­νουν τόπο; Το «βρό­μι­κο ’89», για παρά­δειγ­μα, θυσιά­στη­καν οι διοι­κη­τές των ΔΕΚΟ (Τόμπρας, Βουρ­νάς κλπ) για­τί έσπρω­ξαν στην Τρά­πε­ζα Κρή­της του Κοσκω­τά τα δια­θέ­σι­μα των οργα­νι­σμών που διοι­κού­σαν. Όμως, δέκα χρό­νια αργό­τε­ρα, οι διά­δο­χοί τους έκα­ναν τα ίδια και χει­ρό­τε­ρα, σπρώ­χνο­ντας τα δια­θέ­σι­μά τους στο φου­σκω­μέ­νο χρη­μα­τι­στή­ριο του Γιάν­νου και του κινέ­ζου λογι­στή με τις ελιές. Άλλη μια δεκα­ε­τία πιο μετά, όσα δια­θέ­σι­μα είχαν μεί­νει, εξα­χνώ­θη­καν με το δια­βό­η­το «κού­ρε­μα» του Βενι­ζέ­λου. Ύστε­ρα από πέντε χρό­νια, ήρθε η αρι­στε­ρή κυβέρ­νη­ση να μαζέ­ψει «εθε­λο­ντι­κά» τα τελευ­ταία ψίχου­λα. Και τώρα ετοι­μά­ζε­ται νόμος που θα απα­γο­ρεύ­ει στους οργα­νι­σμούς του δημο­σί­ου να έχουν δια­θέ­σι­μα. Οι επο­χές αλλά­ζουν αλλά το απο­τέ­λε­σμα μένει ίδιο. Τα μόνα που αλλά­ζουν είναι ότι αφ’ ενός μεν το σύστη­μα εκσυγ­χρο­νί­ζε­ται (τότε τα φρά­γκα δια­κι­νού­νταν με κου­τιά Πάμπερς, σήμε­ρα δια­κι­νού­νται μέσω οφσόρ) αφ’ ετέ­ρου δε γίνε­ται νόμι­μο ό,τι έστει­λε κάπο­τε εκεί­νους τους διοι­κη­τές στην φυλακή.

Απ’ την άλλη, θα μου πεί­τε ότι όλοι οι επί­ορ­κοι, οι κλέ­φτες, οι προ­δό­τες κλπ. πρέ­πει να τιμω­ρού­νται. Δεκτόν. Επι­τρέψ­τε μου, όμως, να επι­μεί­νω ότι τέτοιου είδους παρα­στά­σεις δεν συνι­στούν τιμω­ρία. Θα ήταν τιμω­ρία αν παράλ­λη­λα θεσμο­θε­τού­νταν οι απα­ραί­τη­τες δικλεί­δες ασφα­λεί­ας που θα απέ­τρε­παν την επα­νεμ­φά­νι­ση τέτοιων φαι­νο­μέ­νων. Όσο το σύστη­μα επι­τρέ­πει (για να μη πω ότι ενθα­ρύν­νει) την δρά­ση όλων αυτών, οι λεγό­με­νες «καθάρ­σεις» δεν συνι­στούν τιμω­ρία των ενό­χων αλλά θυσία τους στα πλαί­σια μιας παρά­στα­σης για το πόπολο.

Να κάνω έναν παραλ­λη­λι­σμό; Πριν 2–3 χρό­νια, σε δημό­σιο χώρο, λογο­μά­χη­σα με κάποιον ηλι­κιω­μέ­νο, ο οποί­ος τα είχε βάλει με θεούς και δαί­μο­νες για τα απα­νω­τά χαρά­τσια που έπρε­πε να πλη­ρω­σει. Αφορ­μή για την έκρη­ξή μου ήταν η ‑γνω­στή και μη εξαι­ρε­τέα- απο­στρο­φή τού ηλι­κιω­μέ­νου «θέλουν κρέ­μα­σμα και οι τρια­κό­σιοι». «Και τί θα αλλά­ξει αν τους κρε­μά­σου­με;», πετά­χτη­κα, σχε­τι­κά ήρε­μα. «Θα ξεβρο­μί­σει ο τόπος», απά­ντη­σε κατη­γο­ρη­μα­τι­κά ο ηλι­κιω­μέ­νος. «Σκα­τά θα ξεβρο­μί­σει», αντι­γύ­ρι­σα οργι­σμέ­νος, «αφού αυτούς που θες να κρε­μά­σεις, εσύ τους ψήφι­σες αλλά κι αφού τους κρε­μά­σεις, πάλι τους ίδιους θα ψηφί­σεις. Με το να κρε­μάς τον Λάκη και να ψηφί­ζεις τον Σάκη, πώς θα ξεβρο­μί­σει ο τόπος; Μια ζωή στα σκα­τά είσαι, άσπρι­σαν τα μαλ­λιά σου και μυα­λό δεν έβα­λες». «Καλά τώρα…», μονο­λό­γη­σε ο ηλι­κιω­μέ­νος και συνέ­χι­σε τον δρό­μο του.

Ας κλεί­σω, βάζο­ντας το ίδιο ερώ­τη­μα προς όσους θα ικα­νο­ποι­η­θούν αν δουν κρε­μα­σμέ­νους στο Σύνταγ­μα όσους περι­λαμ­βά­νο­νται στην λίστα Λαγκάρντ: και τί θα αλλά­ξει αν τους κρε­μά­σου­με; Δεν λέω, από θέα­μα θα χορ­τά­σου­με, όπως χορ­τά­σα­με με το ντι­βι­ντί τού Θέμου και την βου­τιά τού Ζαχό­που­λου, όπως χορ­τά­σα­με με τον Εφραίμ και τον Θόδω­ρο, όπως χορ­ταί­νου­με χρό­νια τώρα με τον Άκη και την Βίκυ. Όμως, από άρτο τί θα κάνου­με; Όσο καρ­πώ­νο­νται άλλοι τον πλού­το που παρά­γου­με, πάντα θα υπάρ­χουν κάποιοι που θα βρί­σκο­νται σε τέτοιες λίστες.

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο