Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Γαλλία: Απεβίωσε σε ηλικία 100 ετών η ηθοποιός Ντανιέλ Νταριέ

Η θρυ­λι­κή ηθο­ποιός του γαλ­λι­κού κινη­μα­το­γρά­φου Ντα­νιέλ Ντα­ριέ, απε­βί­ω­σε την Τρί­τη (προ­χθές) σε ηλι­κία 100 ετών στο σπί­τι της στη βορειο­δυ­τι­κή Γαλ­λία, δήλω­σε στο Γαλ­λι­κό Πρα­κτο­ρείο ο σύντρο­φός της.

Η κατά­στα­ση της υγεί­ας της «είχε λίγο επι­δει­νω­θεί πρό­σφα­τα έπει­τα από μια μικρή πτώ­ση», δήλω­σε στο AFP ο Ζακ Ζαν­βρέν. Η ηθο­ποιός, που είχε γυρί­σει πάνω από 100 ται­νί­ες, είχε γιορ­τά­σει τα 100 χρό­νια της τον περα­σμέ­νο Μάιο.

«Στα εκα­τό χρό­νια της ήταν λίγο κατα­πο­νη­μέ­νη, αλλά, παρά το ότι είχε χάσει την όρα­σή της, αγα­πού­σε πολύ τη ζωή. Είχε δεχτεί μια επί­σκε­ψη στις 4 Οκτω­βρί­ου, ήταν πολύ καλά», είπε.

Αρχέ­τυ­πο της γυναι­κεί­ας ομορ­φιάς για τις προ­πο­λε­μι­κές γενιές, υπήρ­ξε η αλη­σμό­νη­τη παρ­τε­νέρ του Ζαν Γκα­μπέν στο “La Vérité sur Bébé Donge” (1953) και του Ζεράρ Φιλίπ στο «Κόκ­κι­νο και το Μαύ­ρο» (1954).

Γεν­νη­μέ­νη την 1η Μαΐ­ου 1917 στο Μπορ­ντό, έπαι­ξε για πρώ­τη φορά στον κινη­μα­το­γρά­φο σε ηλι­κία 14 ετών, στον «Χορό». Γοη­τευ­τι­κή ξαν­θιά, με μια κατερ­γά­ρι­κη φρε­σκά­δα, παί­ζει σε κωμω­δί­ες προ­τού προ­σεγ­γί­σει πιο δρα­μα­τι­κούς λόγους και θριαμ­βεύ­σει στο «Δρά­μα του Μάγιερ­λινγκ» στο πλευ­ρό του Σαρλ Μπουα­γιέ (1935).
Παράλ­λη­λα από το 1932 πραγ­μα­το­ποιεί διε­θνή καριέ­ρα η οποία θα την οδη­γή­σει στο Χόλι­γουντ και στο Μπρόντγουεϊ.

Ηγε­ρία του Ανρί Ντε­κουάν, η DD (Ντε-Ντε), όπως την φώνα­ζαν, θα γυρί­σει περί­που έξι ται­νί­ες με αυτόν σκηνοθέτη.

Περι­θω­ριο­ποι­η­μέ­νη αμέ­σως μετά την Απε­λευ­θέ­ρω­ση (στη διάρ­κεια της Κατο­χής εργά­στη­κε γα την Continental, υπό γερ­μα­νι­κή διεύ­θυν­ση), θα επα­νέλ­θει στη στα­διο­δρο­μία της και θα κάνει επι­τυ­χί­ες, μετα­ξύ των οποί­ων η“La Ronde” και “Madame de…” του Μαξ Όφιλς, «Υπό­θε­ση Κικέ­ρων» (“Five Fingers”) του Τζό­ζεφ Μάν­κιε­βιτς ή “Marie-Octobre” του Ζιλιέν Ντουβιβιέ.

Δίνο­ντάς της έναν ρόλο στα «Κορί­τσια του Ροσφόρ» (1967) ο Ζακ Ντε­μί ξανα­φέρ­νει στη σκη­νή την ηθο­ποιό, η οποία, στα 50 της, εξα­κο­λου­θεί να ενσαρ­κώ­νει κομ­ψές και αλλό­κο­τες γυναι­κεί­ες προ­σω­πι­κό­τη­τες. Κάτω από τη σκη­νο­θε­τι­κή μπα­γκέ­τα του Πολ Βετσια­λί (“En Haut des marches” -“At the Top of the Stars”, 1983) ή του Αντρέ Τεσι­νέ («Ο τόπος του εγκλή­μα­τος», 1986), η ηθο­ποιός θα δεί­ξει ότι δεν έχα­σε τίπο­τα από τη ζωντά­νια της. Το 2002 ο Φραν­σουά Οζόν θα την επι­λέ­ξει για τον ρόλο μίας από τις «Οκτώ γυναίκες».

Από το 1969, η Ντα­νιέλ Ντα­ριέ αρχί­ζει να εργά­ζε­ται για το θέα­τρο ερμη­νεύ­ο­ντας ρόλους σε έργα των Φεϊ­ντώ, Γκι­τρύ ή Αιμέ.

Το 2003, μόνη της στη σκη­νή ερμη­νεύ­ει το «Αγα­πη­τέ Θεέ» (“Oscar et la dame rose”) του Ερίκ-Εμα­νου­έλ Σμιτ για το οποίο θα λάβει το θεα­τρι­κό βρα­βείο Μολιέ­ρος. Το 2010 εξα­κο­λου­θού­σε να εργά­ζε­ται για τον κινη­μα­το­γρά­φο και την τηλεόραση.

Η Ντα­νιέλ Ντα­ριέ είχε παντρευ­τεί τρεις φορές, με τον Ανρί Ντε­κουάν, τον βαθύ­πλου­το πλέι­μποϊ Πορ­φί­ριο Ρου­μπι­ρό­σα και τον σενα­ριο­γρά­φο Ζορζ Μιτσιν­κι­ντές, ο οποί­ος απε­βί­ω­σε στις αρχές της δεκα­ε­τί­ας του ’90. Με τον τρί­το σύζυ­γό της είχαν υιο­θε­τή­σει έναν γιο, ο οποί­ος πέθα­νε λίγο μετά τον σύζυ­γό της.

 

Πηγή: thepressroom.gr

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο