Γράφει ο Λ.Σ. //
Οι σοσιαλδημοκράτες είναι πολιτικά πιο επικίνδυνοι και επιζήμιοι για το εργατικό κίνημα σε σχέση με τους νεοφιλελεύθερους και τους φασίστες. Τους πρώτους, ένα μεγάλο μέρος της εργατικής τάξης τους έχει κατατάξει στην κατηγορία «δεξιοί» που κεντρίζει ένα εξαρτημένο αντανακλαστικό τους, αυτό του αντι-δεξιού, του αντι-φιλελεύθερου, του αφηρημένου αντισυντηρητισμού. Η επίκτητη για ένα τμήμα της τάξης μας «αντιδεξιά αλλεργία», είναι αποτέλεσμα αρκετών παραγόντων. Δεν είναι μόνο ότι η σοσιαλδημοκρατία διεξάγει αποτελεσματική προπαγάνδα. Είναι ότι αυτή η προπαγάνδα έρχεται να φωλιάσει σε ένα έδαφος που έχει καλλιεργηθεί πρώτα και κύρια από τις ίδιες τις υλικές συνθήκες ζωής της εργατικής τάξης. Οι όροι δουλειάς, η φτώχεια, η μιζέρια, το άγχος επιβίωσης, οι αντιλαϊκές επιθέσεις που δέχεται ο προλετάριος από όλες τις αστικές κυβερνήσεις, τον κάνουν να ρίχνει τις απαιτήσεις του, απογοητευμένο και καθισμένο. Τσουβαλιάζει όλα τα κόμματα με τον αφορισμό «όλοι ίδιοι είναι» και συνεχίζει να βουλιάζει στον βάλτο που του προσφέρει απλόχερα ο καπιταλισμός.
Όταν οι σοσιαλδημοκράτες έρχονται με τον μανδύα του «αριστερού», του δήθεν προοδευτικού, ριζοσπαστικού, κλπ, τότε ο προλετάριος στιγμιαία ξυπνάει από τον λήθαργο, και μια ελπίδα μέσα του που δεν έχει σβήσει, ξανανάβει. Είναι η αυταπάτη της καλύτερης διαχείρισης του συστήματος. Η ψευδαίσθηση πως κάποιος μεσσίας έρχεται για αυτόν, χωρίς αυτόν και πως το μόνο που απαιτεί από τον καθισμένο εργάτη είναι η ψήφος του, η ανάθεση, άρα η τέλεια νομιμοποιητική βάση. Η αστική δημοκρατία άλλωστε είναι ένα εξαιρετικό εργαλείο για την απόσπαση κοινωνικής συναίνεσης. Η τυπική ισότητα των πολιτών, ανεξάρτητα από την ταξική τους θέση, δίνει την διαστρεβλωμένη εικόνα ότι ο καθένας με την ψήφο του αποφασίζει για το μέλλον της κοινωνίας του. Η καλύτερη διαχείριση του συστήματος, αποτελεί το μεγαλύτερο και βασικότερο ιδεολογικό όπλο της σοσιαλδημοκρατίας διαχρονικά. Σε όλες τις ιστορικές εκδοχές του, από την εποχή του Μπερνστάιν και του Κάουτσκι, μέχρι την εποχή του Τσίπρα και των άλλων βαστάζων της αστικής τάξης, ο βασικός άξονας της επιχειρηματολογίας των ρεφορμιστών είναι η δυνατότητα στο έδαφος του καπιταλισμού να γίνουν φιλολαϊκές μεταρρυθμίσεις, να αναδιανεμηθεί ο πλούτος, να δοθεί βάρος στην κοινωνική πολιτική, να εκδημοκρατιστεί το κράτος, να φύγει το «κράτος της δεξιάς» κλπ. Ιδεολογήματα και αφηγήματα που επικαιροποιούνται ανάλογα με τις συγκυρίες, μα που κρύβουν σε όλες τις περιπτώσεις την ίδια αντιδραστική ουσία. Ο προλετάριος όμως που δεν έχει κεκτημένη την ταξική του συνείδηση, μπορεί εύκολα να πέσει στην παγίδα. Η ταξική φύση του κράτους καμουφλάρεται πίσω από αφηρημένες έννοιες όπως κράτος δικαίου, δημοκρατία, κλπ, με αποτέλεσμα να εμφανίζεται σαν αταξικό ή υπερταξικό, ουδέτερο από συμφέροντα. Αυτό, συνδυαστικά με το φιλολαϊκό προσωπείο της σοσιαλδημοκρατίας, μπορούν να εγκλωβίσουν ιδεολογικά τους εργάτες. Μπορούν και το κάνουν.
Όμως ο σοσιαλδημοκράτης είναι ύπουλος. Ο,τι δεν μπορεί να κάνει η δεξιά, το κάνει η αριστερά, είχε πει πολύ ειλικρινά και εύστοχα ο Ανιέλι. Με το πρόσημο του αριστερού και προοδευτικού, γίνονται οι μεγαλύτερες σφαγές της εργατικής τάξης. Στην Ελλάδα έχουμε μεγάλη πείρα, τόσο από την εποχή ΠΑΣΟΚ, όσο κι από την εποχή ΣΥΡΙΖΑ. Είτε ως κυβερνήσεις, είτε ως αντιπολίτευση, οι σοσιαλδημοκράτες είναι κι αυτοί όπως και τα άλλα αστικά κόμματα, πολιτικοί επίτροποι της κυρίαρχης τάξης, του μεγάλου κεφαλαίου, υλοποιούν τις κατευθύνσεις του ΝΑΤΟ και της ΕΕ.
Πάλι ιστορικά να τους αποτιμήσουμε. Τα Freikorps κατοχυρώθηκαν από την επίσημη ιστοριογρφία σαν δημιούργημα των Γερμανών ναζί. Όμως η αλήθεια είναι άλλη. Το 1918 ήταν το SPD που τα συγκρότησε για να καταπνίξουν τη γερμανική προλεταριακή επανάσταση. Στην Ιταλία την περίοδο της κόκκινης διετίας ήταν το PSI, ‑που είχε πάρει από τα χρόνια του Α’ Παγκόσμιου ιμπεριαλιστικού πολέμου προδοτική στροφή- το οποίο έθαψε το κύμα απεργιών και καταλήψεων που έθετε σε αμφισβήτηση την αστική εξουσία. Στην Αυστρία, οι σοσιαλδημοκράτες έβαλαν την ταφόπλακα στην επανάσταση του 1918. Στη Φινλανδία, όταν οι εργάτες είχαν τα όπλα, η σοσιαλδημοκρατική ηγεσία επέμενε στον κοινοβουλευτικό, ειρηνικό δρόμο άσκησης της πολιτικής. Είναι αποδεδειγμένο ότι με τον ταξικό του εχθρό, το προλεταριάτο δεν μπορεί να κάτσει στο ίδιο τραπέζι και να κάνει συμβιβασμούς για να ωφεληθεί. Οι συμβιβασμοί γίνονται σε βάρος του. Το απέδειξαν οι κυβερνήσεις των λαϊκών μετώπων, και αργότερα, μεταπολεμικά, οι κυβερνήσεις εθνικής ενότητας. Όπου τα ΚΚ συμμάχησαν με σοσιαλιστικά ή και καθαρά αστικά κόμματα, έκαναν εγκληματικές εκπτώσεις υπέρ των αφεντικών και σε βάρος των εργατών. Για αυτό τα ΚΚ αυτά μεταλλάχθηκαν σε ευρωκομμουνιστικά και αργότερα σοσιαλδημοκρατικά. Αυτό έγινε σε χώρες όπως η Γαλλία, η Ιταλία, η Ισπανία, και αλλού.
Η σοσιαλδημοκρατική αντίληψη και γραμμή, είναι σαν ένας καρκίνος που κάνει μεταστάσεις και χτυπάει παντού. Στους χώρους δουλειάς, τα πανεπιστήμια, τα συνδικάτα. Κι αν δεν υπάρχουν δυνάμεις της σοσιαλδημοκρατίας που να παρεμβαίνουν άμεσα, η γενική σοσιαλδημοκρατική αντίληψη υπάρχει με τη μορφή των μειωμένων απαιτήσεων, τη λογική του μικρότερου κακού, κλπ. Ο κομμουνιστής διεξάγει σκληρό ιδεολογικό αγώνα ενάντια στις αριστερές δυνάμεις. Κι επειδή αυτές, υποστηρίζονται σε πολλές περιπτώσεις από τον αριστερό οπορτουνισμό όπως και από κάποιες αναρχικές συλλογικότητες, το ΚΚ πρέπει να κάνει πολυμέτωπο αγώνα ενάντια σε όλες αυτές τις δυνάμεις.
Οι σοσιαλδημοκράτες είναι πολιτικοί διάβολοι. Αμοραλιστές και αριβίστες. Ο φασίστας είναι ξεκάθαρος στη μορφή και το περιεχόμενο της σκέψης και δράσης του. Εθνικιστής, ρατσιστής, βιολογιστής, ελιτιστής, αντικομμουνιστής, μαντρόσκυλο των αφεντικών, συνολικά αντικοινωνικό στοιχείο, που αρνείται τον άνθρωπο. Ο δεξιός πάλι, φέρει μια σειρά από συγκείμενες συνδηλώσεις. Του συντηρητικού, πουριτανού, νεοφιλελεύθερου, φίλου των πλουσίων, κλπ. Είναι ορατός αντίπαλος σε κάθε περίπτωση. Ο σοσιαλδημοκράτης όμως είναι καλυμμένος εχθρός. Στις κρίσιμες στιγμές για το σύστημα, όταν τίθεται εν αμφιβόλω η σταθερότητά του, δεν θα διστάσει να συμμαχήσει ακόμα και με την ακροδεξιά για να διαφυλάξει την ακεραιότητα του κεφαλαίου. Στην Ελλάδα έχουμε τέτοια παραδείγματα και από τον ΣΥΡΙΖΑ. Η έννοια του σοσιαλφασισμού δεν πέθανε με την Γ’ Διεθνή.
Σοσιαλδημοκράτες και φασίστες είναι δίδυμα αδέλφια, όπως είναι αδέλφια και με όλα τα κόμματα που ανεξάρτητα από τις επιμέρους διαφορές τους, υπερασπίζονται τα συμφέροντα της άρχουσας τάξης. Λίγες μέρες πριν τις βουλευτικές εκλογές της 21ης Μάη, οι συριζαιοι έκαναν κεκαλυμμένο άνοιγμα στους κομματικά ανέστιους χρυσαυγίτες. Αμέσως πήγαν να το διαψεύσουν ώστε να μην εισπράξουν τη λαϊκή κατακραυγή, αλλά δεν τα κατάφεραν. Γιατί οι ίδιοι οι ακροδεξιοί πάτρονες, όπως η περίπτωση του Μπαρμπαρούση, ομολόγησαν πώς η ψήφος στον ΣΥΡΙΖΑ είναι η καλύτερη τιμωρία της ΝΔ, δίνοντας έτσι γραμμή στους ομοϊδεάτες τους.
Ακόμα, δηλώσεις στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ περί δήθεν παραπλανημένων ψηφοφόρων της ΧΑ δεν έπεισαν κανένα. Τα θολά νερά της ακροδεξιάς φαίνεται είναι γεμάτα ψάρια. Στην περιφερειακή πολιτική, στην αυτοδιοίκηση δηλαδή, αλλά και στο συνδικαλιστικό κίνημα, εκεί η σύμπλευση σοσιαλδημοκρατών και φασιστών είναι πιο ξεκάθαρη αλλά ταυτόχρονα λιγότερο προβεβλημένη κι από τα αστικά ΜΜΕ. Τρανταχτό παράδειγμα το εργατικό κέντρο Πύργου, όπου συνδικαλιστές της ΝΔ, του ΣΥΡΙΖΑ και της χρυσής Αυγής συνασπίστηκαν ενάντια στην παράταξη του ΠΆΜΕ. Αντίστοιχα περιστατικά έχουν σημειωθεί και σε άλλες περιοχές της χώρας. Τι προοδευτικό μέτωπο είναι αυτό; Ή μήπως ήταν προοδευτικό το μέτωπο ΣΥΡΙΖΑ ΑΝΕΛ το 2015; Ή ακροδεξιά στελέχη όπως η Κατερίνα Παπακώστα που μυρίστηκαν κυβερνητικούς θώκους και έγιναν εν μια νυκτί δημοκρατικά και προοδευτικά άτομα; Ή μήπως ο αντικομμουνιστής αστός ιστορικός Μαραντζίδης είναι έτοιμος να σηκώσει το λάβαρο του προοδευτισμού; Δεν χρειάζεται να γράψουμε άλλα για το θέμα αυτό. Η συσχέτιση των δύο γίνεται προφανής και καθαρή σαν κρύσταλλο όταν παρατίθενται αυτά και ανάλογα παραδείγματα. Όπως καθαρή σαν κρύσταλλο πρέπει να γίνει και η θέση των εργαζομένων απέναντί τους. Οι εργάτες και τα σύμμαχα στρώματα δεν έχουν κανένα όφελος από τη στήριξη της σοσιαλδημοκρατίας. Όπως δεν έχουν ασφαλώς κανένα όφελος από τη στήριξη οποιουδήποτε αστικού κόμματος. Έχουν αποκλειστικό συμφέρον στο να συσπειρωθούν γύρω από το δικό τους κόμμα.
Στις 25 Ιούνη, ψηφίζουμε ΚΚΕ. Για να ενισχυθεί η φωνή της εργατικής τάξης και του λαού και μέσα στη Βουλή!