Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

ΕΟΝ: ο «Δούρειος ίππος» του μεταξικού καθεστώτος

Γρά­φει η Έφη Παυ­λί­δου //
Ιστο­ρι­κός-Διδά­κτωρ ΠΤΔΕ ΑΠΘ

«Γονείς, εμπι­στευ­θή­τε τα παι­διά σας εις την ΕΟΝ. Τα κάμη υγειά το σώμα, το φρό­νη­μα, την ψυχήν. Αυτήν την σύστα­σιν θέλο­μεν να την επα­να­λά­βω­μεν από των στη­λών μας» (Εφ. Καθη­με­ρι­νή, 27-08-1940).

Από δημο­σί­ευ­μα σχε­τι­κό με τα στρα­τό­πε­δα της ΕΟΝ (Εφ. Καθη­με­ρι­νή, 07-09-1940): «-Ελά­τε μαζί μου. Ελά­τε, θα σας οδη­γή­σω στον παρά­δει­σο! Απευ­θύ­νο­μαι σε σας γονείς και σε σας μεγα­λύ­τε­ρα αδέρ­φια των παι­διών που ανή­κουν στην Εθνι­κή Οργά­νω­ση Νεο­λαί­ας […]. Θάλασ­σα και πεύ­κα. Το πάφλα­σμα των κυμά­των […] και το θρόι­σμα των δέντρων, τρα­γου­δούν πάντα νύχτα και ημέ­ρα το τρα­γού­δι της χαράς […]. Ό, τι γίνε­ται στο στρα­τό­πε­δο είναι ευχά­ρι­στο. Ενθου­σιά­ζει. […] Είναι μια ατμό­σφαι­ρα χαράς».[1]

Τα παρα­πά­νω απο­σπά­σμα­τα, που θυμί­ζουν περισ­σό­τε­ρο δια­φή­μι­ση ή ταξι­διω­τι­κό οδη­γό, απο­τε­λού­σαν μέρος της προ­πα­γαν­δι­στι­κής εκστρα­τεί­ας της μετα­ξι­κής δικτα­το­ρί­ας, προ­κει­μέ­νου να καμ­φθούν οι αντι­δρά­σεις των γονιών σε ό, τι αφο­ρού­σε στη συμ­με­το­χή των παι­διών τους στην Εθνι­κή Οργά­νω­ση Νέων (ΕΟΝ). Την ίδια περί­ο­δο το καθε­στώς καυ­χιό­ταν ότι η Οργά­νω­ση περι­λάμ­βα­νε 1.000.067 μέλη, αριθ­μός που αυξα­νό­ταν συνε­χώς.[2]

Ανε­ξάρ­τη­τα από την εγκυ­ρό­τη­τα ή μη των επί­ση­μων στα­τι­στι­κών στοι­χεί­ων, γεγο­νός είναι ότι η ΕΟΝ προ­ο­ρι­ζό­ταν να δια­δρα­μα­τί­σει καθο­ρι­στι­κό ρόλο στην ενί­σχυ­ση και δια­τή­ρη­ση του καθε­στώ­τος. Μέσω αυτής και της οργα­νι­κής της σύν­δε­σης με τον εκπαι­δευ­τι­κό μηχα­νι­σμό ο δικτά­το­ρας επι­δί­ω­ξε να επι­τύ­χει την κοι­νω­νι­κή συναί­νε­ση και να απο­κτή­σει το πολυ­πό­θη­το μαζι­κό λαϊ­κό έρει­σμα. Επι­πλέ­ον, μακρο­πρό­θε­σμα, μέσα από την Οργά­νω­ση θα επι­λέ­γο­νταν τα στε­λέ­χη που θα επάν­δρω­ναν τον κρα­τι­κό μηχα­νι­σμό, στε­λέ­χη γαλου­χη­μέ­να και αφο­σιω­μέ­να στις αρχές της 4ης Αυγούστου.

Παρό­λο που ο Μετα­ξάς δια­κή­ρυτ­τε ότι η ΕΟΝ προ­έ­κυ­ψε «εκ των κάτω μόνη της, δηλα­δή από τα παι­διά τα ίδια», ότι η συμ­με­το­χή ήταν εθε­λού­σια και ότι επρό­κει­το για έναν ελλη­νι­κό θεσμό, που δεν μιμού­νταν αντί­στοι­χους ξένους, [3] στην πραγ­μα­τι­κό­τη­τα ίσχυε το αντίθετο.

Η ΕΟΝ ιδρύ­θη­κε στις 10-11-1936, με τον Α.Ν. 334/1936[4] και σκο­ποί της ήταν «η επω­φε­λής διά­θε­σις του ελευ­θέ­ρου χρό­νου των νέων, προς προ­α­γω­γήν της σωμα­τι­κής και πνευ­μα­τι­κής κατα­στά­σε­ως αυτών, ανά­πτυ­ξη εθνι­κού φρο­νή­μα­τος και της πίστε­ως προς την Θρη­σκεία, δημιουρ­γία πνεύ­μα­τος συνερ­γα­σί­ας και κοι­νω­νι­κής αλλη­λεγ­γύ­ης και έγκαι­ρον επαγ­γελ­μα­τι­κόν προ­σα­να­το­λι­σμόν εκά­στου, ανα­λό­γως προς τας φυσι­κάς ιδιό­τη­τας αυτού». Επρό­κει­το για μία κρα­τι­κή οργά­νω­ση νεο­λαί­ας, προ­σω­πι­κό «στοί­χη­μα» του ίδιου του δικτά­το­ρα, με στρα­το­κρα­τι­κά χαρα­κτη­ρι­στι­κά, παρό­μοια με εκεί­να της φασι­στι­κής νεο­λαί­ας του Μου­σο­λί­νι και της ναζι­στι­κής του Χίτλερ.

Χαρα­κτη­ρι­στι­κή είναι η δήλω­ση του δικτά­το­ρα, όταν ανέ­λα­βε το Υπουρ­γείο Παι­δεί­ας, στις 29-11-1938: «[…]Οφεί­λε­τε να γνω­ρί­ζε­τε ότι η Εθνι­κή Οργά­νω­σις της Νεο­λαί­ας είναι θεσμός κρα­τι­κός, έργον μου, επί του οποί­ου στη­ρί­ζω τας μεγί­στας ελπί­δας. Προ­σε­πα­θή­σα­μεν τελευ­ταί­ως να τον προ­σαρ­μό­σω­μεν και με το σχο­λεί­ον ούτως ώστε να αλλη­λο­συ­μπλη­ρού­νται. Επί του ζητή­μα­τος αυτού, Κύριοι, είμαι απο­φα­σι­σμέ­νος, εάν παρου­σια­σθεί οια­δή­πο­τε αντί­δρα­σις, να την θραύ­σω κατά τρό­πον αμεί­λι­κτον. Θα σας παρα­κα­λέ­σω επο­μέ­νως επί του ζητή­μα­τος αυτού να μη μου παρου­σια­σθή ποτέ από κανέ­ναν εκπαι­δευ­τι­κόν αντί­δρα­σις, όχι φανε­ρά βέβαια που δεν θα το κάμη, αλλ’ ούτε υπό­κω­φος. Είναι θέλη­σίς μου, και θέλη­σίς μου ή οποία απο­σκο­πεί γενι­κώ­τε­ρα συμφέ­ροντα της εκπαι­δεύ­σε­ως, της μορ­φώ­σε­ως της νεο­λαί­ας και του Κρά­τους εν γένει.[…]».[5]

Στα μέλη της συγκα­τα­λέ­γο­νταν, ανα­γκα­στι­κά, οι μαθη­τές, εφό­σον η ΕΟΝ άλω­σε στην ουσία τον εκπαι­δευ­τι­κό μηχα­νι­σμό. Σύμ­φω­να με τον Μετα­ξά,  δύο ήταν, κυρί­ως, οι λόγοι για τους οποί­ους η ΕΟΝ έπρε­πε να συμπλη­ρώ­σει το σχο­λείο: αφε­νός, για να παρα­κο­λου­θούν τους μαθη­τές και στον ελεύ­θε­ρο χρό­νο τους και να μην κατα­φεύ­γουν εκεί­νοι «[…] στα καφε­νεία, στα κατα­γώ­για των πόλε­ων, σε συντρο­φιές άθλιες» και παρα­δί­νο­νται «στην προ­πα­γάν­δα του κομ­μου­νι­σμού» και αφε­τέ­ρου, για να συμπε­ρι­λη­φθούν και οι νέοι που δεν συνέ­χι­σαν το σχο­λείο μετά το δημο­τι­κό, αλλά ανέ­λα­βαν εργα­σία στα χωρά­φια, στα εργο­στά­σια κτλ.[6]

Για τους μαθη­τές καθιε­ρώ­θη­καν τα απο­γεύ­μα­τα της Τετάρ­της για τις προ­γραμ­μα­τι­σμέ­νες συγκε­ντρώ­σεις στην Οργά­νω­ση και οι Κυρια­κές για την πραγ­μα­το­ποί­η­ση του εκκλη­σια­σμού, εκδρο­μών, επι­σκέ­ψε­ων σε μου­σεία κτλ. Τα δε Σάβ­βα­τα διορ­γα­νώ­νο­νταν δια­λέ­ξεις και ομι­λί­ες από τους βαθ­μο­φό­ρους της ΕΟΝ.

Η εκπαί­δευ­ση στο πλαί­σιο της Οργά­νω­σης ήταν έτσι δια­μορ­φω­μέ­νη ώστε να προ­πα­γαν­δί­ζο­νται οι αρχές του καθε­στώ­τος της 4ης Αυγού­στου: « […] με την εκπαί­δευ­σίν της η ΕΟΝ επι­διώ­κει την δημιουρ­γί­αν ανδρών και γυναι­κών που να είναι πραγ­μα­τι­κοί Έλλη­νες, πάνο­πλοι δια τον αγώ­να της ζωής και τον πάσης μορ­φής ανα­λό­γως των εθνι­κών ανα­γκών αγώ­να της Ελλά­δος, όπως τον συνέ­λα­βεν η επα­νά­στα­σις της 4ης Αυγού­στου και τον εννό­η­σε ο Ελλη­νι­κός Φαλαγ­γι­τι­σμός».[7]

eon metaxas

Η συγκε­κρι­μέ­νη σκο­πο­θε­σία απο­τυ­πω­νό­ταν εξ αρχής στον όρκο που κάθε μέλος έπρε­πε να δώσει:

      «Εν ονό­μα­τι της Αγί­ας, ομο­ου­σί­ου και αδιαι­ρέ­του Τριά­δος, ορκί­ζο­μαι ότι θα δια­φυ­λάτ­τω πίστιν εις τον Θεόν, εις τον Βασι­λέα και εις την Πατρί­δα, ότι θα δια­φυ­λάτ­τω πίστιν εις τον Αρχη­γόν Α.Β.Υ. Διά­δο­χον του Θρό­νου και Εθνι­κόν Κυβερ­νή­την και Γενι­κόν Επι­θε­ω­ρη­τήν, θα πει­θαρ­χώ απο­λύ­τως εις πάσαν αυτού δια­τα­γήν, ότι θα αγω­νι­στώ παντού και πάντο­τε διά πασών των δυνά­με­ών μου υπέρ των Εθνι­κών Ιδα­νι­κών, υπέρ των ιδε­ο­λο­γι­κών, πολι­τι­κών, κοι­νω­νι­κών και ηθι­κών αρχών της 4ης Αυγού­στου. Να υπε­ρα­σπί­ζο­μαι τας Σημαί­ας και να υπα­κούω εις πάντα ανώ­τε­ρόν μου, εις τους Νόμους και Δια­τά­ξεις του Κρά­τους και της Οργα­νώ­σε­ως, και ότι τον όρκον μου αυτόν θα τηρή­σω επί θυσία και της ζωής μου ακό­μη». [8]

Ο βασι­κός κανό­νας που έπρε­πε να τηρη­θεί από τα μέλη ήταν η αυστη­ρή πει­θαρ­χία, δηλα­δή «[…] η απε­ριό­ρι­στη υπο­τα­γή του κατω­τέ­ρου προς πάντα ανώ­τε­ρον εις ό, τι αφο­ρά την εκπλή­ρω­σιν των καθη­κό­ντων του []».[9] 

Το μεγά­λο πλε­ο­νέ­κτη­μα της Οργά­νω­σης για τα νεα­ρά της μέλη ήταν η δημιουρ­γία μιας αίσθη­σης απε­λευ­θέ­ρω­σης από την αυστη­ρό­τη­τα της οικο­γέ­νειας και του σχο­λεί­ου και, επι­πλέ­ον, τα πολ­λά και ελκυ­στι­κά προ­νό­μια που τους παρεί­χε: δωρε­άν εισι­τή­ρια για τον κινη­μα­το­γρά­φο και το γήπε­δοž στο­λέςž δωρε­άν μετα­κι­νή­σειςž εκδρο­μέςž κατα­σκη­νώ­σειςž δωρε­άν εγγρα­φή στα σχο­λεία μέσης εκπαί­δευ­σηςž προ­τί­μη­ση των φαλαγ­γι­τών στην εισα­γω­γή στις στρα­τιω­τι­κές σχο­λές και στα άλλα ανώ­τε­ρα κρα­τι­κά ιδρύ­μα­τα, αν είχαν πιστο­ποι­η­τι­κό της ΕΟΝ με δια­γω­γή «άμεμ­πτον»ž  προ­τί­μη­ση των εργα­ζό­με­νων φαλαγ­γι­τών κατά την πρό­σλη­ψη εργα­τών σε διά­φο­ρα εργο­στά­σια κ.ά.[10]

Έτσι, δελέ­α­ζαν τους νέους: «[…] είχαν κάτι από τη μαγεία του κινη­μα­το­γρά­φου. Τρι­ζά­τοι, κολα­ρι­στοί. Ξέρεις τι είναι να περ­πα­τά­ει ο άλλος με καλο­γυαλισμένα παπού­τσια όταν εσύ δεν είχες παπού­τσι να φορέ­σεις, να περ­πα­τά­ει με το κολα­ρι­στό του που­κά­μι­σο ανά­με­σα στις κα­λύβες, για­τί καλύ­βες ήτα­νε, του χωριού; Τους έβλε­πες και τους ζήλευες…»

«[…] Το να φορού­σες τη στο­λή ήταν… πώς να σου πω… σα να φοράς σήμε­ρα γού­να ή δερ­μά­τι­νο… Στα παι­διά της ηλι­κί­ας μου μας άρε­σε για­τί υπήρ­χε πνεύ­μα αδελ­φο­σύ­νης. Έλε­γα πότε πάμε εκδρο­μή να φύγω από το σπί­τι να μην έχω τη θεία να γκρι­νιά­ζει. Νιώ­θα­με ν’ απε­λευ­θε­ρω­νό­μα­στε από την οικο­γέ­νεια. Πηγαί­να­με τζά­μπα σινε­μά… είχα­με την ευκαι­ρία να συνα­ντη­θού­με με κορί­τσια. Ήταν μια ευκαι­ρία να δημιουρ­γή­σου­με «σχέ­σεις» όχι ανα­γκα­στι­κά σε ερω­τι­κό επίπεδο».

«[] Ξεκί­νη­σα να γρα­φτώ στους προ­σκό­πους και δεν βρή­κα κα­νένα στα γρα­φεία. Με είχε πάει ένας φίλος μεγα­λύ­τε­ρος. Την ίδια εκεί­νη μέρα είχαν καταρ­γη­θεί. Γρα­φτή­κα­με έτσι υπο­χρε­ω­τι­κά στη Νεο­λαία. Το στοι­χείο, πού αργό­τε­ρα κατά­λα­βα ότι ήταν το μυ­στικό της εξα­πά­τη­σης, ήταν το φιλο­λαϊ­κό. […]». [11]

«[…] Όταν ήμουν στην τετάρ­τη γυμνα­σί­ου ήμα­στε υπο­χρε­ω­μέ­νες να γρα­φτού­με στην ΕΟΝ. […] Δεν θέλα­με. Είμα­στε αντί­θε­τοι με τη δικτα­το­ρία […] Πολ­λά παι­διά είχαν πάει και γρά­φτη­καν στους προ­σκό­πους. […] Κατάρ­γη­σαν όμως και τους προ­σκό­πους και έτσι ό­λα τα παι­διά πήγαν υπο­χρε­ω­τι­κά στην ΕΟΝ. […] Κάθε Τετάρ­τη ήταν αφιε­ρω­μέ­νη στην ΕΟΝ και μαζευό­μα­στε πολ­λά σχο­λεία μαζί και μας κάναν διά­φο­ρα ανό­η­τα πράγ­μα­τα. Μας λέγαν πώς πρέ­πει να είναι η καθα­ριό­τη­τα σ’ ένα χωριό, να γίνο­νται τουα­λέ­τες — μες στην Κυψέ­λη τώρα αυτά».

«[…] Είχαν φτιά­ξει γρα­φεία στις γει­το­νιές, όπου μοί­ρα­ζαν εισι­τή­ρια για τον κινη­μα­το­γρά­φο. […] τα εισι­τή­ρια ήταν κρα­χτι­λί­κι, εμάς όμως δε μας δίναν για­τί δεν ήμα­σταν τακτι­κές. Θυμά­μαι  λοι­πόν ότι μια δυο φορές με δύο άλλες σπά­σα­με την κλει­δα­ριά των γρα­φεί­ων και πήρα­με εισι­τή­ρια. Πάντως δεν εξα­γο­ρα­στή­κα­με ούτε παρα­κα­λέ­σα­με».[12]

eon4

Θεω­ρη­τι­κά, η προ­σέ­λευ­ση των νέων στην ΕΟΝ ήταν εθε­λο­ντι­κή. Στην πραγ­μα­τι­κό­τη­τα, όμως, κατέ­στη υπο­χρε­ω­τι­κή, γεγο­νός που εύκο­λα κατα­δει­κνύ­ε­ται, αν εξε­τά­σει κανείς τα μέτρα και την τακτι­κή που ακο­λού­θη­σε το καθε­στώς για την εξά­πλω­ση της Οργά­νω­σης, καθώς και τις συνέ­πειες που επέ­φε­ρε στον «αντιρ­ρη­σία» η μη συμ­με­το­χή του σ’ αυτήν. Έτσι, αν κάποιος μαθη­τής ή μαθή­τρια απου­σί­α­ζε είκο­σι φορές από τις υπο­χρε­ω­τι­κές συνα­ντή­σεις της ΕΟΝ κάθε Τετάρ­τη και Κυρια­κή, έπαιρ­νε απο­βο­λή από το σχο­λείο.[13] Μάλι­στα, ο ίδιος ο Μετα­ξάς ομο­λο­γού­σε με κυνι­σμό: «Μη νομί­σε­τε ότι είναι δυνα­τόν Διευ­θυ­ντής Σχο­λεί­ου να απαλ­λά­ξη τους απου­σιά­ζο­ντας από την ΕΟΝ. Και Διευ­θυ­ντής ιδιω­τι­κού σχο­λεί­ου νομί­ζε­τε ότι μπο­ρεί να το κάμη; Θα πάη εις την Επι­τρο­πήν του εκτο­πι­σμού. Είναι να λέγω­νται αυτά τα πράγ­μα­τα;».[14]

Επί­σης, με τον Α.Ν. 1798/1939 καταρ­γή­θη­καν όλες οι άλλες οργα­νώ­σεις νεο­λαί­ας, μετα­ξύ των οποί­ων και η οργά­νω­ση των Προ­σκό­πων, και συγ­χω­νεύ­τη­καν στην ΕΟΝ.[15] Επι­πλέ­ον, η μη συμ­με­το­χή σε αυτήν μπο­ρού­σε να οδη­γή­σει στον απο­κλει­σμό του ατό­μου μελ­λο­ντι­κά απ’ όλες τις θέσεις εργα­σί­ας του δημό­σιου τομέα, εφό­σον δεν διέ­θε­τε το πιστο­ποι­η­τι­κό της ΕΟΝ. Μάλι­στα, με εγκύ­κλιο που έστει­λε ο Μετα­ξάς σε όλα τα υπουρ­γεία, τον Οκτώ­βριο του 1939, ζητού­σε, στην περί­πτω­ση που είχαν υπο­βά­λει αίτη­ση για κάποια θέση εργα­σί­ας περισ­σό­τε­ροι από ένας υπο­ψή­φιοι, να προ­τι­μά­ται αυτός που ήταν μέλος της ΕΟΝ.[16] Σύμ­φω­να με την άπο­ψη του κυβερ­νη­τι­κού επί­τρο­που Αλ. Κανελ­λό­που­λου, δεν επι­τρε­πό­ταν «[] να γίνε­ται καμία πίε­σις και κανείς εξα­να­γκα­σμός, […] αλλά το ελά­χι­στον το οποί­ον έχει να κάμη το Κρά­τος, όχι από εκδί­κη­σιν, αλλά υπο­χρέ­ω­σιν εκτε­λέ­σε­ως του καθή­κο­ντος, ένα­ντι του Έθνους, είναι να είπη ότι: Κύριε, εν τοιαύ­τη περι­πτώ­σει [της μη, δηλα­δή, συμ­με­το­χής στην Οργά­νω­ση] δεν ημπο­ρείς να υπο­λο­γί­ζεις εις εμέ».[17] Επι­πλέ­ον,  οι οδη­γί­ες, γενι­κό­τε­ρα, που έδι­νε η διοί­κη­ση της ΕΟΝ προς τα μέλη της προ­έ­τρε­παν ώστε «η εξά­πλω­σις της Οργα­νώ­σε­ως δέον να επι­διω­χθή μετά πάσης εντά­σε­ως, χρη­σι­μο­ποιου­μέ­νων πάντων των ενδει­κνυό­με­νων μέσων».[18] Τέλος, αξί­ζει να επι­ση­μαν­θεί και η ενερ­γός επέμ­βα­ση των Σωμά­των Ασφα­λεί­ας στη στρα­το­λό­γη­ση νέων στην Οργά­νω­ση. Σε δια­τα­γές του Υφυ­πουρ­γού Δημό­σιας Ασφά­λειας Κ. Μανια­δά­κη προς τις αστυ­νο­μι­κές αρχές εξαί­ρε­ται η συν­δρο­μή και η ενί­σχυ­ση που «παρέ­χουν εις τας τοπι­κάς οργα­νώ­σεις της ΕΟΝ όργα­να της Δημο­σί­ας Ασφα­λεί­ας συντε­λού­ντα ούτω εις την πρό­ο­δον των οργα­νώ­σε­ων και εις την επι­τυ­χί­αν του σκο­πού των».[19]

Μολα­ταύ­τα, η ΕΟΝ άρχι­σε να ανα­πτύσ­σε­ται σημα­ντι­κά μόλις το 1939, παρό­λο που είχε ιδρυ­θεί ήδη από το 1936. Ούτε ο βασι­λιάς ούτε ο διά­δο­χος αντι­με­τώ­πι­σαν θετι­κά τη δημιουρ­γία της ούτε ακό­μα ο Υπουρ­γός Παι­δεί­ας (μέχρι το 1938) Κ. Γεωρ­γα­κό­που­λος. Δια­φω­τι­στι­κό ως προς αυτό είναι το «Ημε­ρο­λό­γιο» του δικτάτορα:

«9 Απρι­λί­ου (1938), Σάββατον

Εν τω μετα­ξύ ραδιουρ­γί­αι κατά της Εθνι­κής Νεο­λαί­ας ή μάλ­λον κατά εμού. Αλλά δεν τολ­μούν να φανούν ανοι­κτά. Και εις αυτό τους έβα­λα σε τάξι. Έπει­τα μικρο­ρα­διουρ­γί­αι αυλι­καί, που και ένας Υπουρ­γός είναι μαζί…

16 Απρι­λί­ου (1938), Σάββατον

Ανα­κα­τώ­μα­τα με Οργά­νω­σιν Νεο­λαί­ας. Διά­δο­χος προς Κανελ­λό­που­λον την καθυβρίζει. 

31 Δεκεμ­βρί­ου (1938), Σάββατον

  Έπει­τα ΕΟΝ. Εκεί σπί­τι μου, σπί­τι μου. Ενθου­σια­σμός παι­διών μου. Μα μέσα μου φαρ­μά­κι… Και επι­πλέ­ον ο Βασι­λεύς ερώ­τη­σε τον Παπά­γο εάν είναι αλή­θεια ότι τα παι­διά της ΕΟΝ κατα­σκο­πεύ­ουν τους γονείς των! … Έτσι κλεί­νει ο παλιός χρό­νος. Μέσα σε συνω­μο­σί­ες κομ­μα­τι­κές και Παλα­τια­νές».[20]

Ζητού­με­νο, επί­σης, παρέ­με­νε η ποιο­τι­κή αφο­μοί­ω­ση των νέων στην Οργά­νω­ση. Το πρό­βλη­μα αυτό δια­πι­στω­νό­ταν και σε εσω­τε­ρι­κά υπη­ρε­σια­κά έγγρα­φα του καθε­στώ­τος,[21]όπου συχνά γινό­ταν λόγος για τυπι­κή εγγρα­φή μελών, για «καριε­ρί­στι­κη» στά­ση δια­φό­ρων στε­λε­χών της Οργά­νω­σης, για σεξουα­λι­κή εκμε­τάλ­λευ­ση των κορι­τσιών από τα στε­λέ­χη, για στρο­φή του ενδια­φέ­ρο­ντος στην εξω­τε­ρι­κή εικό­να που θα παρου­σί­α­ζε η ΕΟΝ, ιδί­ως στις επί­ση­μες τελε­τές, στοι­χεία που συνη­γο­ρούν, μετα­ξύ άλλων, ότι η ΕΟΝ ήταν, ως επί το πλεί­στον, μία Οργά­νω­ση στα χαρ­τιά. Ιδιαί­τε­ρα εμφα­νής ήταν η αδυ­να­μία του καθε­στώ­τος να προ­σελ­κύ­σει την εξω­σχο­λι­κή νεο­λαία, αφού δεν υπήρ­χε ούτε κάποιος συγκε­κρι­μέ­νος χώρος συγκέ­ντρω­σής της, όπου το μετα­ξι­κό κρά­τος θα μπο­ρού­σε να εφαρ­μό­σει μία αντί­στοι­χη της «σχο­λι­κής» μέθο­δο ομα­δι­κής εγγρα­φής μελών ούτε βεβαί­ως ομοιο­γέ­νεια συνη­θειών, επαγ­γελ­μα­τι­κών δρα­στη­ριο­τή­των και νοο­τρο­πιών. Η εν λόγω κατά­στα­ση απο­τυ­πω­νό­ταν και στα λόγια ανώ­τε­ρων στε­λε­χών της Οργά­νω­σης: «Υπάρ­χουν όμως λόγοι να πιστεύ­ω­μεν ότι δεν θα γίνη το ίδιον [συμ­με­το­χή στην ΕΟΝ] δια τας εκτός των Σχο­λεί­ων χιλιά­δας Νέων, μετα­ξύ των οποί­ων παρε­τη­ρή­θη μεν μία αυθόρ­μη­τος προ­σέ­λευ­σις εις την Οργά­νω­σιν της ΕΟΝ, αλλά ταυ­το­χρό­νως και μία διά­θε­σις απο­χής και κάποια κρυ­φή αντί­δρα­σις κατά της προ­σχω­ρή­σε­ως».[22]

Το πρό­βλη­μα γινό­ταν οξύ­τε­ρο στην περί­πτω­ση των νέων εργα­τών και εργα­τριών και για τον πρό­σθε­το λόγο ότι στον εργα­τι­κό χώρο η ΟΚΝΕ και το ΚΚΕ είχαν μια σοβα­ρή παρου­σία. Η κατά­στα­ση εδώ ήταν τόσο άσχη­μη που η παρα­δο­χή της ήταν δημό­σια: «ΝΕΟΙ ΕΡΓΑΤΕΣ ΚΑΙ ΕΡΓΑΤΡΙΕΣ: Η ΕΟΝ με μεγά­λη της λύπη παρε­τή­ρη­σε πως η ανα­λο­γία των εργα­τών και εργα­τριών, που προ­σχώ­ρη­σαν στην οργά­νω­σί της δεν απο­τε­λεί την πλειο­ψη­φία σας».[23] Η απο­τυ­χία κατα­δει­κνύ­ε­ται και από τις επί­μο­νες προ­σπά­θειες του καθε­στώ­τος να προ­σελ­κύ­σει τη νεο­λαία της εργα­τι­κής τάξης, μέσα από σει­ρά εγκυ­κλί­ων του Υφυ­πουρ­γεί­ου Εργα­σί­ας προς τα εργα­τι­κά κέντρα και σωμα­τεία που προ­έ­τρε­παν σε ε­ντατικοποίηση της δου­λειάς στο ζήτη­μα της προ­σέλ­κυ­σης εργα­τών, μέσα από ειδι­κό προ­πα­γαν­δι­στι­κό υλι­κό για τους ερ­γάτες, από ειση­γή­σεις που έκα­ναν λόγο για νέα μέτρα σχε­τι­κά με την εργα­τι­κή προπαγάνδα.

Πέρα από τα παρα­πά­νω, οι χιλιά­δες δια­λέ­ξεις, ηθι­κο­πλα­στι­κού και ιδε­ο­λο­γι­κο­πο­λι­τι­κού περιε­χο­μέ­νου, που ήταν υπο­χρε­ω­μέ­νοι να παρα­κο­λου­θούν οι νέοι, απο­τε­λού­σαν βάσα­νο. Στο ήδη φορ­τω­μέ­νο σχο­λι­κό πρό­γραμ­μα, προ­στέ­θη­κε και η ανα­γκα­στι­κή ενα­σχό­λη­ση με την ΕΟΝ, με απο­τέ­λε­σμα: «Τα παι­διά παρα­κο­λου­θού­σαν μισο­ναρ­κω­μέ­να».[24]

Επί­σης, μία μερί­δα νέων δυσα­ρε­στή­θη­κε με την κατάρ­γη­ση των προ­σκό­πων. Όσοι είχαν πολυ­ε­τή ενα­σχό­λη­ση με τους προ­σκό­πους και είχαν απο­κτή­σει κάποιο βαθ­μό δυσα­να­σχέ­τη­σαν ιδιαί­τε­ρα από την αυθαί­ρε­τη και ανα­γκα­στι­κή μετά­τα­ξή τους στην ΕΟΝ, που σήμαι­νε ταυ­τό­χρο­να και στέ­ρη­ση του βαθ­μού τους.[25]

Τέλος, η όποια θετι­κή αντι­με­τώ­πι­ση της ΕΟΝ από τους νέους αφο­ρού­σε στην αξιο­ποί­η­ση από μέρους τους των δια­φό­ρων παρο­χών και απεί­χε μακράν από τη συνει­δη­τή απο­δο­χή των ιδε­ο­λο­γι­κών και πολι­τι­κών σκο­πών της Οργά­νω­σης. Το ερώ­τη­μα αν και κατά πόσο θα μπο­ρού­σε η ΕΟΝ στο μέλ­λον και στην περί­πτω­ση που δεν μεσο­λα­βού­σε ο πόλε­μος να αυξή­σει ποσο­τι­κά και ποιο­τι­κά την επιρ­ροή της στη νεο­λαία, ανή­κει στη σφαί­ρα της φαντασίας.

Αυτό πάντως που προ­κύ­πτει από την ιστο­ρι­κή έρευ­να είναι ότι η ΕΟΝ δεν άντε­ξε στο χρό­νο, αλλά δια­λύ­θη­κε με την έναρ­ξη του πολέ­μου, γεγο­νός που ενι­σχύ­ει την άπο­ψη για την απο­τυ­χία αυτής και του μετα­ξι­κού καθε­στώ­τος να δια­πλά­σουν τους νέους σύμ­φω­να με τα ιδε­ο­λο­γι­κο­πο­λι­τι­κά τους πρότυπα.

 

[1] Βαγ­γέ­λης Αγγε­λής, «Για­τί χαί­ρε­ται ο κόσμος και χαμο­γε­λά­ει, πατέ­ρα…», Βιβλιό­ρα­μα, Αθή­να 2006, σ. 124–125.

[2] Τέσ­σε­ρα χρό­νια δια­κυ­βερ­νή­σε­ως Ι. Μετα­ξά, τ. Β΄, Υφυ­πουρ­γείο Τύπου και Του­ρι­σμού, Αθή­να 1940, σ. 178.

[3] Ι. Μετα­ξάς, Λόγοι και Σκέ­ψεις, 19-10-1939 και 25-10-1939, στο:

https://drive.google.com/file/d/0B4ja4zDdc5CfMDYwOWIwM2ItYjgzMC00ZThkLTlkOWYtN2E4YzE1YjljZmE1/view?hl=en,

[4] ΦΕΚ 499/10–11-1936, Α.Ν. 334,  Περί συστά­σε­ως Εθνι­κής Οργα­νώ­σε­ως της Νεο­λαί­ας, 07-11-1936.

[5] Ι. Μετα­ξάς, Λόγοι…, ό.π., 29-11-1938.

[6] Ι. Μετα­ξάς, Λόγοι…, ό.π., 05-01-1939.

[7] ΓΑΚ, Αρχείο ΕΟΝ, φακ. 27, α.ε. 072, Γενι­κός Κανο­νι­σμός Εκπαι­δεύ­σε­ως και Απα­σχο­λή­σε­ως, άρθρο 4, σ.2.

[8] ΕΟΝ Η φασι­στι­κή νεο­λαία Μετα­ξά, (επιμ.) Παύ­λος Πετρί­δης, University Studio Press, Θεσ­σα­λο­νί­κη 2000, σ. 34.

[9] Ό.π, σ. 181.

[10]ΓΑΚ, Αρχείο ΕΟΝ,  φακ. 13, Περί της αγω­γής της Νεο­λαί­ας και της συστη­μα­τι­κω­τέ­ρας αυτής οργα­νώ­σε­ως, σ. 20–21.

[11] Ελέ­νη Μαχαί­ρα, Η Νεο­λαία της 4ης Αυγού­στου: φωτο­γρα­φί­ες, Αθή­να 1987,  σ. 110–111.

[12] Οντέτ Βαρών-Βασάρ, «Από την ΕΟΝ στην ΕΠΟΝ, 1936–1946 –Μνή­μες και βιώ­μα­τα από δύο νεα­νι­κές οργα­νώ­σεις», στο Χάγκεν Φλάι­σερ, Η Ελλά­δα ’36 – ’49: Από τη Δικτα­το­ρία στον Εμφύ­λιο, Τομές και συνέ­χειες, Καστα­νιώ­της, Αθή­να 2003, σ. 157–158.

[13] Μαρί­να Πετρά­κη, Ο μύθος του Μετα­ξά: Δικτα­το­ρία και προ­πα­γάν­δα στην Ελλά­δα, Ωκε­α­νί­δα, Αθή­να 2006, σ. 46.

[14] Πρα­κτι­κά Β΄ Διά­σκε­ψης Περι­φε­ρεια­κών Διοι­κη­τών και Διοι­κη­τριών ΕΟΝ, τ. Α΄, Αθή­να 1940, σ. 398.

[15] ΕΟΝ… , ό.π., σ. 271.

[16] Μαρί­να Πετρά­κη, ό.π., σ. 46.

[17]Σπύ­ρος Λιναρ­δά­τος, 4η Αυγού­στου, Θεμέ­λιο, Αθή­να, 1988,σ. 165.

[18] Μαρί­να Πετρά­κη, ό.π., σ. 45.

[19] Σπύ­ρος Λιναρ­δά­τος, ό.π., σ. 163.

[20]Ι. Μετα­ξάς, Το προ­σω­πι­κό του ημε­ρο­λό­γιο, τ. Ζ΄, Γκο­βό­στης, Αθή­να 1976, σ. 290, 293, 300, 303, 322.

[21] Βαγ­γέ­λης  Αγγε­λής, ό.π., σ. 274–284 και Σπύ­ρος Λιναρ­δά­τος, ό.π., σ. 154–169 και 183–189.

[22] Βαγ­γέ­λης Αγγε­λής, ό.π., σ. 281.

[23] ΓΑΚ, Αρχείο ΕΟΝ, φάκ. 13, α.ε. 059, σ. 2.

[24] Έλλη Αλε­ξί­ου,  Έλλη Αλε­ξί­ου, Βασι­λι­κή Δρυς: το χρο­νι­κό της εκπαί­δευ­σης, 16α, Αθή­να 1983, σ. 52.

[25] Βαγ­γέ­λης Αγγε­λής, ό.π., σ. 296.

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο