Γράφει η Έφη Παυλίδου //
Ιστορικός-Διδάκτωρ ΠΤΔΕ ΑΠΘ
«Γονείς, εμπιστευθήτε τα παιδιά σας εις την ΕΟΝ. Τα κάμη υγειά το σώμα, το φρόνημα, την ψυχήν. Αυτήν την σύστασιν θέλομεν να την επαναλάβωμεν από των στηλών μας» (Εφ. Καθημερινή, 27-08-1940).
Από δημοσίευμα σχετικό με τα στρατόπεδα της ΕΟΝ (Εφ. Καθημερινή, 07-09-1940): «-Ελάτε μαζί μου. Ελάτε, θα σας οδηγήσω στον παράδεισο! Απευθύνομαι σε σας γονείς και σε σας μεγαλύτερα αδέρφια των παιδιών που ανήκουν στην Εθνική Οργάνωση Νεολαίας […]. Θάλασσα και πεύκα. Το πάφλασμα των κυμάτων […] και το θρόισμα των δέντρων, τραγουδούν πάντα νύχτα και ημέρα το τραγούδι της χαράς […]. Ό, τι γίνεται στο στρατόπεδο είναι ευχάριστο. Ενθουσιάζει. […] Είναι μια ατμόσφαιρα χαράς».[1]
Τα παραπάνω αποσπάσματα, που θυμίζουν περισσότερο διαφήμιση ή ταξιδιωτικό οδηγό, αποτελούσαν μέρος της προπαγανδιστικής εκστρατείας της μεταξικής δικτατορίας, προκειμένου να καμφθούν οι αντιδράσεις των γονιών σε ό, τι αφορούσε στη συμμετοχή των παιδιών τους στην Εθνική Οργάνωση Νέων (ΕΟΝ). Την ίδια περίοδο το καθεστώς καυχιόταν ότι η Οργάνωση περιλάμβανε 1.000.067 μέλη, αριθμός που αυξανόταν συνεχώς.[2]
Ανεξάρτητα από την εγκυρότητα ή μη των επίσημων στατιστικών στοιχείων, γεγονός είναι ότι η ΕΟΝ προοριζόταν να διαδραματίσει καθοριστικό ρόλο στην ενίσχυση και διατήρηση του καθεστώτος. Μέσω αυτής και της οργανικής της σύνδεσης με τον εκπαιδευτικό μηχανισμό ο δικτάτορας επιδίωξε να επιτύχει την κοινωνική συναίνεση και να αποκτήσει το πολυπόθητο μαζικό λαϊκό έρεισμα. Επιπλέον, μακροπρόθεσμα, μέσα από την Οργάνωση θα επιλέγονταν τα στελέχη που θα επάνδρωναν τον κρατικό μηχανισμό, στελέχη γαλουχημένα και αφοσιωμένα στις αρχές της 4ης Αυγούστου.
Παρόλο που ο Μεταξάς διακήρυττε ότι η ΕΟΝ προέκυψε «εκ των κάτω μόνη της, δηλαδή από τα παιδιά τα ίδια», ότι η συμμετοχή ήταν εθελούσια και ότι επρόκειτο για έναν ελληνικό θεσμό, που δεν μιμούνταν αντίστοιχους ξένους, [3] στην πραγματικότητα ίσχυε το αντίθετο.
Η ΕΟΝ ιδρύθηκε στις 10-11-1936, με τον Α.Ν. 334/1936[4] και σκοποί της ήταν «η επωφελής διάθεσις του ελευθέρου χρόνου των νέων, προς προαγωγήν της σωματικής και πνευματικής καταστάσεως αυτών, ανάπτυξη εθνικού φρονήματος και της πίστεως προς την Θρησκεία, δημιουργία πνεύματος συνεργασίας και κοινωνικής αλληλεγγύης και έγκαιρον επαγγελματικόν προσανατολισμόν εκάστου, αναλόγως προς τας φυσικάς ιδιότητας αυτού». Επρόκειτο για μία κρατική οργάνωση νεολαίας, προσωπικό «στοίχημα» του ίδιου του δικτάτορα, με στρατοκρατικά χαρακτηριστικά, παρόμοια με εκείνα της φασιστικής νεολαίας του Μουσολίνι και της ναζιστικής του Χίτλερ.
Χαρακτηριστική είναι η δήλωση του δικτάτορα, όταν ανέλαβε το Υπουργείο Παιδείας, στις 29-11-1938: «[…]Οφείλετε να γνωρίζετε ότι η Εθνική Οργάνωσις της Νεολαίας είναι θεσμός κρατικός, έργον μου, επί του οποίου στηρίζω τας μεγίστας ελπίδας. Προσεπαθήσαμεν τελευταίως να τον προσαρμόσωμεν και με το σχολείον ούτως ώστε να αλληλοσυμπληρούνται. Επί του ζητήματος αυτού, Κύριοι, είμαι αποφασισμένος, εάν παρουσιασθεί οιαδήποτε αντίδρασις, να την θραύσω κατά τρόπον αμείλικτον. Θα σας παρακαλέσω επομένως επί του ζητήματος αυτού να μη μου παρουσιασθή ποτέ από κανέναν εκπαιδευτικόν αντίδρασις, όχι φανερά βέβαια που δεν θα το κάμη, αλλ’ ούτε υπόκωφος. Είναι θέλησίς μου, και θέλησίς μου ή οποία αποσκοπεί γενικώτερα συμφέροντα της εκπαιδεύσεως, της μορφώσεως της νεολαίας και του Κράτους εν γένει.[…]».[5]
Στα μέλη της συγκαταλέγονταν, αναγκαστικά, οι μαθητές, εφόσον η ΕΟΝ άλωσε στην ουσία τον εκπαιδευτικό μηχανισμό. Σύμφωνα με τον Μεταξά, δύο ήταν, κυρίως, οι λόγοι για τους οποίους η ΕΟΝ έπρεπε να συμπληρώσει το σχολείο: αφενός, για να παρακολουθούν τους μαθητές και στον ελεύθερο χρόνο τους και να μην καταφεύγουν εκείνοι «[…] στα καφενεία, στα καταγώγια των πόλεων, σε συντροφιές άθλιες» και παραδίνονται «στην προπαγάνδα του κομμουνισμού» και αφετέρου, για να συμπεριληφθούν και οι νέοι που δεν συνέχισαν το σχολείο μετά το δημοτικό, αλλά ανέλαβαν εργασία στα χωράφια, στα εργοστάσια κτλ.[6]
Για τους μαθητές καθιερώθηκαν τα απογεύματα της Τετάρτης για τις προγραμματισμένες συγκεντρώσεις στην Οργάνωση και οι Κυριακές για την πραγματοποίηση του εκκλησιασμού, εκδρομών, επισκέψεων σε μουσεία κτλ. Τα δε Σάββατα διοργανώνονταν διαλέξεις και ομιλίες από τους βαθμοφόρους της ΕΟΝ.
Η εκπαίδευση στο πλαίσιο της Οργάνωσης ήταν έτσι διαμορφωμένη ώστε να προπαγανδίζονται οι αρχές του καθεστώτος της 4ης Αυγούστου: « […] με την εκπαίδευσίν της η ΕΟΝ επιδιώκει την δημιουργίαν ανδρών και γυναικών που να είναι πραγματικοί Έλληνες, πάνοπλοι δια τον αγώνα της ζωής και τον πάσης μορφής αναλόγως των εθνικών αναγκών αγώνα της Ελλάδος, όπως τον συνέλαβεν η επανάστασις της 4ης Αυγούστου και τον εννόησε ο Ελληνικός Φαλαγγιτισμός».[7]
Η συγκεκριμένη σκοποθεσία αποτυπωνόταν εξ αρχής στον όρκο που κάθε μέλος έπρεπε να δώσει:
«Εν ονόματι της Αγίας, ομοουσίου και αδιαιρέτου Τριάδος, ορκίζομαι ότι θα διαφυλάττω πίστιν εις τον Θεόν, εις τον Βασιλέα και εις την Πατρίδα, ότι θα διαφυλάττω πίστιν εις τον Αρχηγόν Α.Β.Υ. Διάδοχον του Θρόνου και Εθνικόν Κυβερνήτην και Γενικόν Επιθεωρητήν, θα πειθαρχώ απολύτως εις πάσαν αυτού διαταγήν, ότι θα αγωνιστώ παντού και πάντοτε διά πασών των δυνάμεών μου υπέρ των Εθνικών Ιδανικών, υπέρ των ιδεολογικών, πολιτικών, κοινωνικών και ηθικών αρχών της 4ης Αυγούστου. Να υπερασπίζομαι τας Σημαίας και να υπακούω εις πάντα ανώτερόν μου, εις τους Νόμους και Διατάξεις του Κράτους και της Οργανώσεως, και ότι τον όρκον μου αυτόν θα τηρήσω επί θυσία και της ζωής μου ακόμη». [8]
Ο βασικός κανόνας που έπρεπε να τηρηθεί από τα μέλη ήταν η αυστηρή πειθαρχία, δηλαδή «[…] η απεριόριστη υποταγή του κατωτέρου προς πάντα ανώτερον εις ό, τι αφορά την εκπλήρωσιν των καθηκόντων του […]».[9]
Το μεγάλο πλεονέκτημα της Οργάνωσης για τα νεαρά της μέλη ήταν η δημιουργία μιας αίσθησης απελευθέρωσης από την αυστηρότητα της οικογένειας και του σχολείου και, επιπλέον, τα πολλά και ελκυστικά προνόμια που τους παρείχε: δωρεάν εισιτήρια για τον κινηματογράφο και το γήπεδο στολές δωρεάν μετακινήσεις εκδρομές κατασκηνώσεις δωρεάν εγγραφή στα σχολεία μέσης εκπαίδευσης προτίμηση των φαλαγγιτών στην εισαγωγή στις στρατιωτικές σχολές και στα άλλα ανώτερα κρατικά ιδρύματα, αν είχαν πιστοποιητικό της ΕΟΝ με διαγωγή «άμεμπτον» προτίμηση των εργαζόμενων φαλαγγιτών κατά την πρόσληψη εργατών σε διάφορα εργοστάσια κ.ά.[10]
Έτσι, δελέαζαν τους νέους: «[…] είχαν κάτι από τη μαγεία του κινηματογράφου. Τριζάτοι, κολαριστοί. Ξέρεις τι είναι να περπατάει ο άλλος με καλογυαλισμένα παπούτσια όταν εσύ δεν είχες παπούτσι να φορέσεις, να περπατάει με το κολαριστό του πουκάμισο ανάμεσα στις καλύβες, γιατί καλύβες ήτανε, του χωριού; Τους έβλεπες και τους ζήλευες…»
«[…] Το να φορούσες τη στολή ήταν… πώς να σου πω… σα να φοράς σήμερα γούνα ή δερμάτινο… Στα παιδιά της ηλικίας μου μας άρεσε γιατί υπήρχε πνεύμα αδελφοσύνης. Έλεγα πότε πάμε εκδρομή να φύγω από το σπίτι να μην έχω τη θεία να γκρινιάζει. Νιώθαμε ν’ απελευθερωνόμαστε από την οικογένεια. Πηγαίναμε τζάμπα σινεμά… είχαμε την ευκαιρία να συναντηθούμε με κορίτσια. Ήταν μια ευκαιρία να δημιουργήσουμε «σχέσεις» όχι αναγκαστικά σε ερωτικό επίπεδο».
«[…] Ξεκίνησα να γραφτώ στους προσκόπους και δεν βρήκα κανένα στα γραφεία. Με είχε πάει ένας φίλος μεγαλύτερος. Την ίδια εκείνη μέρα είχαν καταργηθεί. Γραφτήκαμε έτσι υποχρεωτικά στη Νεολαία. Το στοιχείο, πού αργότερα κατάλαβα ότι ήταν το μυστικό της εξαπάτησης, ήταν το φιλολαϊκό. […]». [11]
«[…] Όταν ήμουν στην τετάρτη γυμνασίου ήμαστε υποχρεωμένες να γραφτούμε στην ΕΟΝ. […] Δεν θέλαμε. Είμαστε αντίθετοι με τη δικτατορία […] Πολλά παιδιά είχαν πάει και γράφτηκαν στους προσκόπους. […] Κατάργησαν όμως και τους προσκόπους και έτσι όλα τα παιδιά πήγαν υποχρεωτικά στην ΕΟΝ. […] Κάθε Τετάρτη ήταν αφιερωμένη στην ΕΟΝ και μαζευόμαστε πολλά σχολεία μαζί και μας κάναν διάφορα ανόητα πράγματα. Μας λέγαν πώς πρέπει να είναι η καθαριότητα σ’ ένα χωριό, να γίνονται τουαλέτες — μες στην Κυψέλη τώρα αυτά».
«[…] Είχαν φτιάξει γραφεία στις γειτονιές, όπου μοίραζαν εισιτήρια για τον κινηματογράφο. […] τα εισιτήρια ήταν κραχτιλίκι, εμάς όμως δε μας δίναν γιατί δεν ήμασταν τακτικές. Θυμάμαι λοιπόν ότι μια δυο φορές με δύο άλλες σπάσαμε την κλειδαριά των γραφείων και πήραμε εισιτήρια. Πάντως δεν εξαγοραστήκαμε ούτε παρακαλέσαμε».[12]
Θεωρητικά, η προσέλευση των νέων στην ΕΟΝ ήταν εθελοντική. Στην πραγματικότητα, όμως, κατέστη υποχρεωτική, γεγονός που εύκολα καταδεικνύεται, αν εξετάσει κανείς τα μέτρα και την τακτική που ακολούθησε το καθεστώς για την εξάπλωση της Οργάνωσης, καθώς και τις συνέπειες που επέφερε στον «αντιρρησία» η μη συμμετοχή του σ’ αυτήν. Έτσι, αν κάποιος μαθητής ή μαθήτρια απουσίαζε είκοσι φορές από τις υποχρεωτικές συναντήσεις της ΕΟΝ κάθε Τετάρτη και Κυριακή, έπαιρνε αποβολή από το σχολείο.[13] Μάλιστα, ο ίδιος ο Μεταξάς ομολογούσε με κυνισμό: «Μη νομίσετε ότι είναι δυνατόν Διευθυντής Σχολείου να απαλλάξη τους απουσιάζοντας από την ΕΟΝ. Και Διευθυντής ιδιωτικού σχολείου νομίζετε ότι μπορεί να το κάμη; Θα πάη εις την Επιτροπήν του εκτοπισμού. Είναι να λέγωνται αυτά τα πράγματα;».[14]
Επίσης, με τον Α.Ν. 1798/1939 καταργήθηκαν όλες οι άλλες οργανώσεις νεολαίας, μεταξύ των οποίων και η οργάνωση των Προσκόπων, και συγχωνεύτηκαν στην ΕΟΝ.[15] Επιπλέον, η μη συμμετοχή σε αυτήν μπορούσε να οδηγήσει στον αποκλεισμό του ατόμου μελλοντικά απ’ όλες τις θέσεις εργασίας του δημόσιου τομέα, εφόσον δεν διέθετε το πιστοποιητικό της ΕΟΝ. Μάλιστα, με εγκύκλιο που έστειλε ο Μεταξάς σε όλα τα υπουργεία, τον Οκτώβριο του 1939, ζητούσε, στην περίπτωση που είχαν υποβάλει αίτηση για κάποια θέση εργασίας περισσότεροι από ένας υποψήφιοι, να προτιμάται αυτός που ήταν μέλος της ΕΟΝ.[16] Σύμφωνα με την άποψη του κυβερνητικού επίτροπου Αλ. Κανελλόπουλου, δεν επιτρεπόταν «[…] να γίνεται καμία πίεσις και κανείς εξαναγκασμός, […] αλλά το ελάχιστον το οποίον έχει να κάμη το Κράτος, όχι από εκδίκησιν, αλλά υποχρέωσιν εκτελέσεως του καθήκοντος, έναντι του Έθνους, είναι να είπη ότι: Κύριε, εν τοιαύτη περιπτώσει [της μη, δηλαδή, συμμετοχής στην Οργάνωση] δεν ημπορείς να υπολογίζεις εις εμέ».[17] Επιπλέον, οι οδηγίες, γενικότερα, που έδινε η διοίκηση της ΕΟΝ προς τα μέλη της προέτρεπαν ώστε «η εξάπλωσις της Οργανώσεως δέον να επιδιωχθή μετά πάσης εντάσεως, χρησιμοποιουμένων πάντων των ενδεικνυόμενων μέσων».[18] Τέλος, αξίζει να επισημανθεί και η ενεργός επέμβαση των Σωμάτων Ασφαλείας στη στρατολόγηση νέων στην Οργάνωση. Σε διαταγές του Υφυπουργού Δημόσιας Ασφάλειας Κ. Μανιαδάκη προς τις αστυνομικές αρχές εξαίρεται η συνδρομή και η ενίσχυση που «παρέχουν εις τας τοπικάς οργανώσεις της ΕΟΝ όργανα της Δημοσίας Ασφαλείας συντελούντα ούτω εις την πρόοδον των οργανώσεων και εις την επιτυχίαν του σκοπού των».[19]
Μολαταύτα, η ΕΟΝ άρχισε να αναπτύσσεται σημαντικά μόλις το 1939, παρόλο που είχε ιδρυθεί ήδη από το 1936. Ούτε ο βασιλιάς ούτε ο διάδοχος αντιμετώπισαν θετικά τη δημιουργία της ούτε ακόμα ο Υπουργός Παιδείας (μέχρι το 1938) Κ. Γεωργακόπουλος. Διαφωτιστικό ως προς αυτό είναι το «Ημερολόγιο» του δικτάτορα:
«9 Απριλίου (1938), Σάββατον
Εν τω μεταξύ ραδιουργίαι κατά της Εθνικής Νεολαίας ή μάλλον κατά εμού. Αλλά δεν τολμούν να φανούν ανοικτά. Και εις αυτό τους έβαλα σε τάξι. Έπειτα μικροραδιουργίαι αυλικαί, που και ένας Υπουργός είναι μαζί…
16 Απριλίου (1938), Σάββατον
Ανακατώματα με Οργάνωσιν Νεολαίας. Διάδοχος προς Κανελλόπουλον την καθυβρίζει.
31 Δεκεμβρίου (1938), Σάββατον
Έπειτα ΕΟΝ. Εκεί σπίτι μου, σπίτι μου. Ενθουσιασμός παιδιών μου. Μα μέσα μου φαρμάκι… Και επιπλέον ο Βασιλεύς ερώτησε τον Παπάγο εάν είναι αλήθεια ότι τα παιδιά της ΕΟΝ κατασκοπεύουν τους γονείς των! … Έτσι κλείνει ο παλιός χρόνος. Μέσα σε συνωμοσίες κομματικές και Παλατιανές».[20]
Ζητούμενο, επίσης, παρέμενε η ποιοτική αφομοίωση των νέων στην Οργάνωση. Το πρόβλημα αυτό διαπιστωνόταν και σε εσωτερικά υπηρεσιακά έγγραφα του καθεστώτος,[21]όπου συχνά γινόταν λόγος για τυπική εγγραφή μελών, για «καριερίστικη» στάση διαφόρων στελεχών της Οργάνωσης, για σεξουαλική εκμετάλλευση των κοριτσιών από τα στελέχη, για στροφή του ενδιαφέροντος στην εξωτερική εικόνα που θα παρουσίαζε η ΕΟΝ, ιδίως στις επίσημες τελετές, στοιχεία που συνηγορούν, μεταξύ άλλων, ότι η ΕΟΝ ήταν, ως επί το πλείστον, μία Οργάνωση στα χαρτιά. Ιδιαίτερα εμφανής ήταν η αδυναμία του καθεστώτος να προσελκύσει την εξωσχολική νεολαία, αφού δεν υπήρχε ούτε κάποιος συγκεκριμένος χώρος συγκέντρωσής της, όπου το μεταξικό κράτος θα μπορούσε να εφαρμόσει μία αντίστοιχη της «σχολικής» μέθοδο ομαδικής εγγραφής μελών ούτε βεβαίως ομοιογένεια συνηθειών, επαγγελματικών δραστηριοτήτων και νοοτροπιών. Η εν λόγω κατάσταση αποτυπωνόταν και στα λόγια ανώτερων στελεχών της Οργάνωσης: «Υπάρχουν όμως λόγοι να πιστεύωμεν ότι δεν θα γίνη το ίδιον [συμμετοχή στην ΕΟΝ] δια τας εκτός των Σχολείων χιλιάδας Νέων, μεταξύ των οποίων παρετηρήθη μεν μία αυθόρμητος προσέλευσις εις την Οργάνωσιν της ΕΟΝ, αλλά ταυτοχρόνως και μία διάθεσις αποχής και κάποια κρυφή αντίδρασις κατά της προσχωρήσεως».[22]
Το πρόβλημα γινόταν οξύτερο στην περίπτωση των νέων εργατών και εργατριών και για τον πρόσθετο λόγο ότι στον εργατικό χώρο η ΟΚΝΕ και το ΚΚΕ είχαν μια σοβαρή παρουσία. Η κατάσταση εδώ ήταν τόσο άσχημη που η παραδοχή της ήταν δημόσια: «ΝΕΟΙ ΕΡΓΑΤΕΣ ΚΑΙ ΕΡΓΑΤΡΙΕΣ: Η ΕΟΝ με μεγάλη της λύπη παρετήρησε πως η αναλογία των εργατών και εργατριών, που προσχώρησαν στην οργάνωσί της δεν αποτελεί την πλειοψηφία σας».[23] Η αποτυχία καταδεικνύεται και από τις επίμονες προσπάθειες του καθεστώτος να προσελκύσει τη νεολαία της εργατικής τάξης, μέσα από σειρά εγκυκλίων του Υφυπουργείου Εργασίας προς τα εργατικά κέντρα και σωματεία που προέτρεπαν σε εντατικοποίηση της δουλειάς στο ζήτημα της προσέλκυσης εργατών, μέσα από ειδικό προπαγανδιστικό υλικό για τους εργάτες, από εισηγήσεις που έκαναν λόγο για νέα μέτρα σχετικά με την εργατική προπαγάνδα.
Πέρα από τα παραπάνω, οι χιλιάδες διαλέξεις, ηθικοπλαστικού και ιδεολογικοπολιτικού περιεχομένου, που ήταν υποχρεωμένοι να παρακολουθούν οι νέοι, αποτελούσαν βάσανο. Στο ήδη φορτωμένο σχολικό πρόγραμμα, προστέθηκε και η αναγκαστική ενασχόληση με την ΕΟΝ, με αποτέλεσμα: «Τα παιδιά παρακολουθούσαν μισοναρκωμένα».[24]
Επίσης, μία μερίδα νέων δυσαρεστήθηκε με την κατάργηση των προσκόπων. Όσοι είχαν πολυετή ενασχόληση με τους προσκόπους και είχαν αποκτήσει κάποιο βαθμό δυσανασχέτησαν ιδιαίτερα από την αυθαίρετη και αναγκαστική μετάταξή τους στην ΕΟΝ, που σήμαινε ταυτόχρονα και στέρηση του βαθμού τους.[25]
Τέλος, η όποια θετική αντιμετώπιση της ΕΟΝ από τους νέους αφορούσε στην αξιοποίηση από μέρους τους των διαφόρων παροχών και απείχε μακράν από τη συνειδητή αποδοχή των ιδεολογικών και πολιτικών σκοπών της Οργάνωσης. Το ερώτημα αν και κατά πόσο θα μπορούσε η ΕΟΝ στο μέλλον και στην περίπτωση που δεν μεσολαβούσε ο πόλεμος να αυξήσει ποσοτικά και ποιοτικά την επιρροή της στη νεολαία, ανήκει στη σφαίρα της φαντασίας.
Αυτό πάντως που προκύπτει από την ιστορική έρευνα είναι ότι η ΕΟΝ δεν άντεξε στο χρόνο, αλλά διαλύθηκε με την έναρξη του πολέμου, γεγονός που ενισχύει την άποψη για την αποτυχία αυτής και του μεταξικού καθεστώτος να διαπλάσουν τους νέους σύμφωνα με τα ιδεολογικοπολιτικά τους πρότυπα.
[1] Βαγγέλης Αγγελής, «Γιατί χαίρεται ο κόσμος και χαμογελάει, πατέρα…», Βιβλιόραμα, Αθήνα 2006, σ. 124–125.
[2] Τέσσερα χρόνια διακυβερνήσεως Ι. Μεταξά, τ. Β΄, Υφυπουργείο Τύπου και Τουρισμού, Αθήνα 1940, σ. 178.
[3] Ι. Μεταξάς, Λόγοι και Σκέψεις, 19-10-1939 και 25-10-1939, στο:
https://drive.google.com/file/d/0B4ja4zDdc5CfMDYwOWIwM2ItYjgzMC00ZThkLTlkOWYtN2E4YzE1YjljZmE1/view?hl=en,
[4] ΦΕΚ 499/10–11-1936, Α.Ν. 334, Περί συστάσεως Εθνικής Οργανώσεως της Νεολαίας, 07-11-1936.
[5] Ι. Μεταξάς, Λόγοι…, ό.π., 29-11-1938.
[6] Ι. Μεταξάς, Λόγοι…, ό.π., 05-01-1939.
[7] ΓΑΚ, Αρχείο ΕΟΝ, φακ. 27, α.ε. 072, Γενικός Κανονισμός Εκπαιδεύσεως και Απασχολήσεως, άρθρο 4, σ.2.
[8] ΕΟΝ Η φασιστική νεολαία Μεταξά, (επιμ.) Παύλος Πετρίδης, University Studio Press, Θεσσαλονίκη 2000, σ. 34.
[9] Ό.π, σ. 181.
[10]ΓΑΚ, Αρχείο ΕΟΝ, φακ. 13, Περί της αγωγής της Νεολαίας και της συστηματικωτέρας αυτής οργανώσεως, σ. 20–21.
[11] Ελένη Μαχαίρα, Η Νεολαία της 4ης Αυγούστου: φωτογραφίες, Αθήνα 1987, σ. 110–111.
[12] Οντέτ Βαρών-Βασάρ, «Από την ΕΟΝ στην ΕΠΟΝ, 1936–1946 –Μνήμες και βιώματα από δύο νεανικές οργανώσεις», στο Χάγκεν Φλάισερ, Η Ελλάδα ’36 – ’49: Από τη Δικτατορία στον Εμφύλιο, Τομές και συνέχειες, Καστανιώτης, Αθήνα 2003, σ. 157–158.
[13] Μαρίνα Πετράκη, Ο μύθος του Μεταξά: Δικτατορία και προπαγάνδα στην Ελλάδα, Ωκεανίδα, Αθήνα 2006, σ. 46.
[14] Πρακτικά – Β΄ Διάσκεψης Περιφερειακών Διοικητών και Διοικητριών ΕΟΝ, τ. Α΄, Αθήνα 1940, σ. 398.
[15] ΕΟΝ… , ό.π., σ. 271.
[16] Μαρίνα Πετράκη, ό.π., σ. 46.
[17]Σπύρος Λιναρδάτος, 4η Αυγούστου, Θεμέλιο, Αθήνα, 1988,σ. 165.
[18] Μαρίνα Πετράκη, ό.π., σ. 45.
[19] Σπύρος Λιναρδάτος, ό.π., σ. 163.
[20]Ι. Μεταξάς, Το προσωπικό του ημερολόγιο, τ. Ζ΄, Γκοβόστης, Αθήνα 1976, σ. 290, 293, 300, 303, 322.
[21] Βαγγέλης Αγγελής, ό.π., σ. 274–284 και Σπύρος Λιναρδάτος, ό.π., σ. 154–169 και 183–189.
[22] Βαγγέλης Αγγελής, ό.π., σ. 281.
[23] ΓΑΚ, Αρχείο ΕΟΝ, φάκ. 13, α.ε. 059, σ. 2.
[24] Έλλη Αλεξίου, Έλλη Αλεξίου, Βασιλική Δρυς: το χρονικό της εκπαίδευσης, 16α, Αθήνα 1983, σ. 52.
[25] Βαγγέλης Αγγελής, ό.π., σ. 296.