Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

ΕΡΓΑΤΙΚΟΙ ΑΓΩΝΕΣ — ΤΟΤΕ ΚΑΙ ΤΩΡΑ

Γρά­φει η Άννε­κε Ιωαν­νά­του //

-To Σικά­γο στα χέρια των κομ­μου­νι­στών» (Νιου Γιορκ Τάιμς, 25 Ιου­λί­ου 1877)

-«Κομ­μου­νι­στές στο Σικάγο…13 νεκροί» (Νιου Γιορκ Τρί­μπιουν, 28 Ιου­λί­ου 1877)

-«Κυριεύ­τη­κε το Πίτσ­μπουργκ: Η πόλη ολο­κλη­ρω­τι­κά στην κυριαρχία…του σατα­νι­κού πνεύ­μα­τος του κομ­μου­νι­σμού» (Νιου Γιορκ Ουόρλντ, 22Ιουλίου 1877)

Τα παρα­πά­νω εμπρη­στι­κά δημο­σιεύ­μα­τα, ενδει­κτι­κά για την υστε­ρία που πιά­νει τους «από πάνω», όταν ο λαός οργα­νώ­νε­ται για τα δικαιώ­μα­τά του, περι­λαμ­βά­νο­νται σε μια εξαι­ρε­τι­κή μελέ­τη δύο Αμε­ρι­κα­νών που κυκλο­φό­ρη­σε το 1993 στα ελλη­νι­κά από τις εκδό­σεις «Σύγ­χρο­νη Επο­χή» και που δεν πρέ­πει να λεί­πει από τη βιβλιο­θή­κη μας: Η άγνω­στη ιστο­ρία του εργα­τι­κού κινή­μα­τος των ΗΠΑ από τους Ρίτσαρντ Ο. Μπό­γιερ και Χέρ­μπερτ Μ. Μορέ σε μετά­φρα­ση της Αθη­νάς Παναγουλοπούλου.

Πρω­το­μα­γιά και κάθε χρό­νο ο απο­λο­γι­σμός είναι χει­ρό­τε­ρος. Σε σχέ­ση με πέρυ­σι άλλο ένα κομ­μά­τι εργα­σια­κών-κοι­νω­νι­κών κατα­κτή­σε­ων έχει αφαι­ρε­θεί. Μαζί μ’ αυτό ροκα­νί­ζε­ται κι άλλο ένα από τα βασι­κό­τε­ρα ανθρώ­πι­να δικαιώ­μα­τα: το δικαί­ω­μα σε μια σίγου­ρη, ασφα­λι­σμέ­νη ζωή. Σ’ αυτή τη φάση, σήμε­ρα του­λά­χι­στον, οι αντι­δρά­σεις των αδι­κη­μέ­νων μένουν πολύ πίσω από τις ανά­γκες. Η μεγά­λη ανά­τα­ση του 19ου και του 20ου αιώ­να έχει αλλά­ξει προς το τέλος του περα­σμέ­νου αιώ­να και μετα­τρά­πη­κε σε κλί­μα απο­γο­ή­τευ­σης, παθη­τι­κό­τη­τας και μοι­ρο­λα­τρεί­ας. Επει­δή το παρελ­θόν μπο­ρεί να διδά­ξει πολ­λά, θα επι­στή­σου­με την προ­σο­χή σ’ αυτό το βιβλίο το οποίο ρίχνει φως σε μια πλευ­ρά των ΗΠΑ αρκε­τά ή και πλή­ρως άγνω­στη: τους εργα­τι­κούς αγώ­νες.  Άγνω­στη, για­τί συνή­θως μαθαί­νου­με για τη χώρα αυτή γκα­γκ­στε­ρι­σμούς, στρα­τιω­τι­κές επεμ­βά­σεις παντού στον κόσμο, σκο­τω­μούς σε σχο­λεία και πανε­πι­στή­μια κλπ. Κι όμως, κι αυτή η χώρα είχε και μια άλλη πλευ­ρά που εμφα­νί­ζε­ται σε βιβλία λογο­τε­χνι­κά, κοι­νω­νιο­λο­γι­κά, πολι­τι­κά, αλλά βεβαί­ως, δεν είναι αυτά που- για ευνό­η­τους λόγους- δια­φη­μί­ζο­νται στο μεγά­λο εμπο­ρι­κό κύκλωμα.

Κι όμως, οι ΗΠΑ είναι μια κοι­νω­νία με ιστο­ρία σκλη­ρών ταξι­κών συγκρού­σε­ων, με εργα­τι­κές θυσί­ες και ηρω­ι­κές ανι­διο­τε­λείς πρά­ξεις. Σ’ αυτή την ιστο­ρία απευ­θύ­νε­ται το ως άνω βιβλίο που κυκλο­φό­ρη­σε στα αγγλι­κά το 1955. Δηλα­δή την περί­ο­δο του μακαρ­θι­σμού με τις υστε­ρι­κές αντι­κομ­μου­νι­στι­κές διώ­ξεις.  Το βιβλίο καλύ­πτει την ιστο­ρία από τον εμφύ­λιο πόλε­μο (1861–1865) μέχρι τον μακαρ­θι­σμό και ξεκι­νά­ει με τα εξής λόγια του Αβρα­άμ Λίνκολν*:

“Κάθε επι­βου­λή απέ­να­ντι στον εργά­τη είναι προ­δο­σία προς την Αμε­ρι­κή. […] Αν κάποιος σας πει ότι αγα­πά­ει την Αμε­ρι­κή, αλλά μισεί τον εργά­τη, είναι ψεύ­της. Αν κάποιος άλλος σας πει ότι πιστεύ­ει στην Αμε­ρι­κή, αλλά φοβά­ται τον εργά­τη, είναι ανό­η­τος. Με ευχα­ρί­στη­ση βλέ­πω ότι επι­κρα­τεί ένα σύστη­μα εργα­σί­ας, όπου οι εργα­ζό­με­νοι μπο­ρούν να απερ­γή­σουν όταν το θέλουν…» (σελ. 11).

* Πρό­ε­δρος των ΗΠΑ (1861–1865). Κατάρ­γη­σε τη δου­λεία. Δολο­φο­νή­θη­κε το 1865.

Σφαίρες αντί για ψωμί 

Το κάθε κεφά­λαιο αρχί­ζει με ρήσεις και απο­φθέγ­μα­τα από εφη­με­ρί­δες ή από προ­σω­πι­κό­τη­τες της οικο­νο­μι­κής και πολι­τι­κής ζωής χαρα­κτη­ρι­στι­κά για το κλί­μα της επο­χής στις ΗΠΑ. Έτσι, το δεύ­τε­ρο κεφά­λαιο φέρ­νει τον τίτλο «Δώστε τους σφαί­ρες αντί για ψωμί». Οι τρεις φρά­σεις στην αρχή του παρό­ντος άρθρου απο­τε­λούν την επι­βλη­τι­κή αρχή αυτού του κεφα­λαί­ου (σελ. 60). Στη διάρ­κεια του εμφυ­λί­ου πολέ­μου είχε γίνει μια μεγά­λη λεη­λα­σία, ένα μεγά­λο φαγο­πό­τι από μεγι­στά­νες. Το 1873, ωστό­σο, ήρθε η εξί­σου μεγά­λη κρίση:

«Η κατα­στρο­φή ήρθε το 1873, μετά από μια περί­ο­δο ακμής που δεν είχε προη­γού­με­νο στην αμε­ρι­κά­νι­κη ιστο­ρία. Σχο­λιά­ζο­ντας τα χρό­νια ευη­με­ρί­ας μετά τον εμφύ­λιο, ο καθη­γη­τής Άλαν Νέβινς, στο βιβλίο του «Η γέν­νη­ση της σύγ­χρο­νης Αμε­ρι­κής», γρά­φει: «Περισ­σό­τε­ρα αδρά­χτια βαμ­βα­κιού άρχι­σαν να γυρ­νούν, περισ­σό­τε­ρα καμί­νια με σίδε­ρο άνα­ψαν, περισ­σό­τε­ρο ατσά­λι φτιά­χτη­κε, περισ­σό­τε­ρο κάρ­βου­νο και χαλ­κός εξο­ρύ­χτη­καν, περισ­σό­τε­ρη ξυλεία πελε­κή­θη­κε και πριο­νί­στη­κε, περισ­σό­τε­ρα σπί­τια και μαγα­ζιά χτί­στη­καν και περισ­σό­τε­ρα εργο­στά­σια κάθε είδους ιδρύ­θη­καν σ’ εκεί­να τα χρό­νια παρά σε οποια­δή­πο­τε ίσης διάρ­κειας περί­ο­δο της παλαιό­τε­ρης ιστο­ρί­ας μας. Μετά όμως ήρθε η επο­χή των ισχνών αγε­λά­δων» (σελ. 63/64).

Τερά­στιες στρα­τιές ανέρ­γων τρι­γύ­ρι­ζαν σε όλη τη χώρα και να, ο τύπος με όλα τα μέσα διέ­δι­δε το γνω­στό μύθο, ότι εσύ φταις για την ανερ­γία σου, για τη  μιζέ­ρια σου. Μπο­ρείς να βρεις δου­λειά, φτά­νει να το θέλεις:

«Στην πλειο­ψη­φία τους, ο κλή­ρος και ο τύπος, υπο­στή­ρι­ζαν ότι για την ανερ­γία δεν ευθύ­νε­ται η κατάρ­ρευ­ση της βιο­μη­χα­νί­ας, αλλά η κατάρ­ρευ­ση του αμε­ρι­κά­νι­κου χαρα­κτή­ρα, του παλιού αμε­ρι­κά­νι­κου χαρί­σμα­τος να μπο­ρείς να τα κατα­φέρ­νεις, να φέρ­νεις την κατά­στα­ση στα μέτρα σου (σελ. 65).

Ο μύθος αυτός ακού­γε­ται μέχρι σήμε­ρα σε μια προ­σπά­θεια να κάνουν το θύμα να αυτο­ε­νο­χο­ποιεί­ται για την κατά­στα­σή του. Πολ­λά τέτοια θα συνα­ντή­σει ο ανα­γνώ­στης στο βιβλίο αυτό. Τα ίδια επι­χει­ρή­μα­τα, οι ίδιες λογι­κές, η ίδια γλώσ­σα έχουν την ηλι­κία των ταξι­κών κοι­νω­νιών και δη του καπιταλισμού.

Μια αποικία που γίνεται παγκόσμια δύναμη

Οι ΗΠΑ ήταν κάπο­τε αποι­κία της Μεγά­λης Βρε­τα­νί­ας. Στα 1775–1783 διε­ξά­χθη­κε η Αμε­ρι­κα­νι­κή Επα­νά­στα­ση ή Πόλε­μος της Ανε­ξαρ­τη­σί­ας των ΗΠΑ ανά­με­σα στη Μεγά­λη Βρε­τα­νία και τις 13 της αποι­κί­ες στην αμε­ρι­κά­νι­κη ήπει­ρο. Τον 19ο αιώ­να (1861–1865), όπως είδα­με παρα­πά­νω, διε­ξά­χθη­κε ο εμφύ­λιος πόλε­μος ανά­με­σα στις βόρειες και τις νότιες πολι­τεί­ες. Από κει ξεκι­νά­ει το βιβλίο, για­τί κάπου από τότε- αφού είχε ολο­κλη­ρω­θεί η εθνο­ποί­η­ση της χώρας σε ενιαίο κρά­τος – ξεκί­νη­σαν οργα­νω­μέ­να οι ταξι­κοί πόλε­μοι. Το βιβλίο μιλά­ει για τη «σιδε­ρέ­νια φτέρ­να» (δεί­τε και το βιβλίο του Τζακ Λόντον με τον τίτλο αυτό!. Εκδό­σεις «Σύγ­χρο­νη Επο­χή»). Για τα τρυστ σαν «ευλο­γία» του πολι­τι­σμού. Εντός εισα­γω­γι­κών βέβαια. Οι τίτλοι των επί μέρους κεφα­λαί­ων είναι εκφρα­στι­κοί. Μιλούν από μόνοι τους και προ­σελ­κύ­ουν τον ανα­γνώ­στη στην ατρα­πό της γνώ­σης. Το πόνη­μα αυτό των δύο Αμε­ρι­κα­νών ερευ­νη­τών δια­βά­ζε­ται σαν ένα από­λυ­τα ρεα­λι­στι­κό μυθι­στό­ρη­μα. Περ­νά­ει συνε­χώς από το ειδι­κό –μέσω προ­σώ­πων – στο γενι­κό του αγώ­να και πάλι πίσω από το γενι­κό στο ειδι­κό συν­δέ­ο­ντας τα άτο­μα, τα πρό­σω­πα με την απί­στευ­τη ηθι­κή ανά­τα­σή τους με τα μεγά­λα ιστο­ρι­κά επι­τεύγ­μα­τα  που συντε­λού­νται από τα συγκε­κρι­μέ­να πρό­σω­πα μιας συγκε­κρι­μέ­νης κοι­νω­νι­κής τάξης.

Η σιδερένια φτέρνα

«Καθώς παρα­τη­ρού­με τα επι­τεύγ­μα­τα του ενω­μέ­νου κεφα­λαί­ου, ανα­κα­λύ­πτου­με την ύπαρ­ξη των τραστ, των κοι­νο­πρα­ξιών και των μονο­πω­λί­ων. Πίσω από όλα αυτά ο πολί­της στε­νά­ζει και ποδο­πα­τιέ­ται μέχρι θανά­του από μια σιδε­ρέ­νια φτέρ­να. Οι εται­ρί­ες, που θα έπρε­πε  να πει­θαρ­χούν στους νόμους και να υπη­ρε­τούν το λαό, μετα­τρέ­πο­νται γρή­γο­ρα σε δυνά­στες του λαού…» (σελ. 106)

Τάδε έφη ο πρό­ε­δρος Γκρό­βερ Κλί­βε­λαντ στο ετή­σιο μήνυ­μά του προς το Κογκρέ­σο το 1888. Δηλα­δή δύο χρό­νια μετά τις πνιγ­μέ­νες στο εργα­τι­κό αίμα δια­δη­λώ­σεις και απερ­γί­ες των πρώ­των ημε­ρών του Μάη του 1886  στο Σικά­γο για το οχτά­ω­ρο που στά­θη­κε η αφορ­μή για την καθιέ­ρω­ση της Πρω­το­μα­γιάς σαν παγκό­σμια μέρα της εργα­τι­κής τάξης.

Και επαυ­ξά­νει ωμά, αλλά με ειλι­κρί­νεια ο μεγι­στά­νας των σιδη­ρο­δρό­μων Τζέι Γκουλντ πριν την απερ­γία του 1886 στο νοτιο­δυ­τι­κό σιδη­ρο­δρο­μι­κό σύστη­μα: «Μπο­ρώ να προ­σλά­βω τη μισή εργα­τι­κή τάξη και να τη βάλω να σκο­τώ­σει την άλλη μισή» (σελ. 106)

Θα φύγου­με τώρα από τα πρώ­τα χρό­νια των εργα­τι­κών αγώ­νων και τη βασα­νι­στι­κή, αιμα­τη­ρή πορεία τους προς τις πρώ­τες μορ­φές οργά­νω­σης και θα προ­χω­ρή­σου­με στον 20ο αιώ­να όπου ο αγώ­νας έχει εντα­τι­κο­ποι­η­θεί. Το 5ο κεφά­λαιο με τον εύγλωτ­το τίτλο Κόλα­ση στα βρα­χώ­δη όρη ετοι­μά­ζει τον ανα­γνώ­στη με τα εξής λόγια του Χέν­ρι Τζορτζ του νεό­τε­ρου, στο Νιου Γιορκ Αμέ­ρι­καν στις 12 Ιου­νί­ου του 1904:

«Η εκπλη­κτι­κή κατά­στα­ση εδώ στο Κολο­ρά­ντο είναι ότι…οι αρχές χρη­σι­μο­ποιούν το στρα­τό και όλες τους τις δυνά­μεις στην κατα­πά­τη­ση των ίδιων τους των νόμων. Ο κύριος στασιαστής…εναντίον των νόμων του κρά­τους είναι ο κυβερ­νή­της και οι στρα­τιώ­τες του…οι εκπρό­σω­ποι των…ιδιοκτητών χυτη­ρί­ων και μεταλ­λεί­ων του Κολο­ρά­ντο. Ο νόμος των όπλων βρί­σκε­ται αντι­μέ­τω­πος με το νόμο που θεσπί­ζε­ται μετά από δημο­κρα­τι­κές εκλο­γές» (σελ. 231).

Ηνωμένες Πολιτείες των καπιταλιστών

Μια και τα απο­φθέγ­μα­τα των μεγι­στά­νων του πλού­του και των πολι­τι­κών τους υπαλ­λη­λων-κυβερ­νη­τών είναι πιο απο­κα­λυ­πτι­κά για την ουσία του συστή­μα­τος, ας ακού­σου­με τον πρό­ε­δρο Γού­ντρο Ουίλ­σον στη Νέα Ελευ­θε­ρία, Νέα Υόρ­κη 1913:  «Τα αφε­ντι­κά της κυβέρ­νη­σης των Ηνω­μέ­νων Πολι­τειών είναι οι ενω­μέ­νοι καπι­τα­λι­στές και βιο­μή­χα­νοι των ΗΠΑ» (σελ. 231).

Θυμά­στε τι έγρα­φε ο Λένιν το 1916 με αφορ­μή το σύν­θη­μα των Ηνω­μέ­νων Πολι­τειών της Ευρώ­πης;  Ότι σε καπι­τα­λι­στι­κές συν­θή­κες δεν μπο­ρεί να είναι παρά μια αντι­δρα­στι­κή ένω­ση. Το παρά­δειγ­μα ήδη υπήρ­χε. Υπε­ρα­τλα­ντι­κά, όπως είδα­με από το ειλι­κρι­νές από­φθεγ­μα του προ­έ­δρου Ουίλσον.

Και η άλλη πλευρά του νομίσματος

Ωστό­σο, ο ίδιος ήξε­ρε πολύ καλά την αλή­θεια σ’ ό, τι αφο­ρά την άλλη πλευ­ρά του νομί­σμα­τος λέγο­ντας την ίδια χρο­νιά στην ίδια εφημερίδα:

«Οι μεγά­λες, αγω­νι­ζό­με­νες μάζες των ανώ­νυ­μων ανθρώ­πων που βρί­σκο­νται στη βάση των πάντων απο­τε­λούν τη δύνα­μη που ανυ­ψώ­νει την κοι­νω­νία. Ένα έθνος είναι τόσο σπου­δαίο, όσο σπου­δαία είναι η βάση του και μόνο τόσο» (σελ. 281).

Στην ίδια σελί­δα οι συγ­γρα­φείς του βιβλί­ου ανα­φέ­ρουν το λόγο αυτής της άλλης πλευ­ράς του νομί­σμα­τος παρα­θέ­το­ντας από­σπα­σμα από το κάλε­σμα του ιδρυ­τι­κού συνε­δρί­ου των Βιο­μη­χα­νι­κών Εργα­τών του Κόσμου, το 1905:

«Τα παγκό­σμια οικο­νο­μι­κά δει­νά που μαστί­ζουν την εργα­τι­κή τάξη μπο­ρούν να εξα­λει­φθούν μόνο με τη δημιουρ­γία ενός παγκό­σμιου εργα­τι­κού κινή­μα­τος. Ένα τέτοιο κίνη­μα της εργα­τι­κής τάξης είναι αδύ­να­το όσο υπάρ­χει η κατά επάγ­γελ­μα διά­στα­ση και οι χωρι­στές συμ­φω­νί­ες γύρω από τους μισθούς με την εργο­δο­σία, που ευνο­ούν μόνον αυτήν και βλά­πτουν όλα τα άλλα επαγ­γέλ­μα­τα της ίδιας βιο­μη­χα­νί­ας και όσο γίνε­ται άσκο­πη σπα­τά­λη δυνά­με­ων σε ανα­πο­τε­λε­σμα­τι­κούς δικα­στι­κούς αγώ­νες, οι οποί­οι εξυ­πη­ρε­τούν μόνο την αύξη­ση της προ­βο­λής των ανώ­τε­ρων στε­λε­χών των συνδικάτων».

Η καταλυτική δύναμη του μεγάλου κραχ

Το 1929 ήρθαν τα χρό­νια της κατα­στρο­φής, τελεί­ω­σε η λεγό­με­νη «χρυ­σή τρέ­λα» του γρή­γο­ρου πλου­τι­σμού των ολίγων.

«Η κρί­ση του 1929, όπως και οι κρί­σεις του 1873, 1884, 1893, 1907 και 1921, ήταν το απο­τέ­λε­σμα της εγγε­νούς αντί­θε­σης μιας βιο­μη­χα­νί­ας που λει­τουρ­γού­σε κοι­νω­νι­κά, αλλά ήταν ιδιω­τι­κή. Μιας οικο­νο­μί­ας που στη­ρι­ζό­ταν στους πολ­λούς οι οποί­οι αμεί­βο­νταν με λίγα, και ανή­κε στους λίγους οι οποί­οι έπαιρ­ναν σχε­δόν τα πάντα»,

 σύμ­φω­να με τους συγ­γρα­φείς (σελ. 416). Είχαν, ωστό­σο, προη­γη­θεί χρό­νια αδυ­σώ­πη­των διωγ­μών και απαγ­χο­νι­σμών συν­δι­κα­λι­σμέ­νων εργα­τών, με την κατη­γο­ρία του «ξένου πρά­κτο­ρα», επει­δή συν­δι­κα­λί­στη­καν ή ίδρυ­σαν συν­δι­κά­το.  Είναι και οι γνω­στές προ­δο­σί­ες ηγε­σιών μεγά­λων συν­δι­κά­των. Μέχρι και το μίσος οργα­νώ­θη­κε, όπως μας διη­γού­νται οι συγ­γρα­φείς σ’ ένα υπο­κε­φά­λαιο με τον εύστο­χο τίτλο Μίσος ΑΕ (σελ. 366):

«Μετά τον Πρώ­το Παγκό­σμιο Πόλε­μο, όταν κάθε πρά­ξη κρι­νό­ταν καλή ή κακή ανά­λο­γα με τα κέρ­δη που έφερ­νε, ακό­μα και η οργά­νω­ση του μίσους έγι­νε επι­κερ­δής επι­χεί­ρη­ση. Απέ­φε­ρε εκα­τομ­μύ­ρια σε όσους ήξε­ραν πώς να χει­ρι­στούν, να ενθαρ­ρύ­νουν και να εντεί­νουν το μίσος μιας μερί­δας του πλη­θυ­σμού προς μια άλλη».

Η οργανωμένη οργή

Όμως, υπάρ­χουν και τα στα­φύ­λια της οργής. Το Κεφά­λαιο Νίκη αρχί­ζει με τα εξής λόγια του Τζον Λ. Λιού­ης* της 6ης Ιου­λί­ου του 1936:

«Ας προ­σπα­θή­σει ο οποιοσ­δή­πο­τε οικο­νο­μι­κός τύραν­νος ή χυδαί­ος μισθο­φό­ρος να χρη­σι­μο­ποι­ή­σει τη δύνα­μή του ενά­ντια στο τερά­στιο κύμα του ανθρώ­πι­νου αισθή­μα­τος που παίρ­νει μορ­φή μέσα στις καρ­διές τριά­ντα εκα­τομ­μυ­ρί­ων εργα­τών, τριά­ντα εκα­τομ­μυ­ρί­ων αγω­νι­στών για τη δημο­κρα­τία στη βιο­μη­χα­νία και για συμ­με­το­χή στους καρ­πούς της…» (σελ. 487).

Λόγια που κρύ­βουν ήδη τη στρο­φή προς μια λύση «εντός των τει­χών» του καπι­τα­λι­σμού… Αυτό δεν αφαι­ρεί τίπο­τα από την αξία του βιβλί­ου, που σύμ­φω­να με τους συγ­γρα­φείς του είναι η ιστο­ρία της οργα­νω­μέ­νης εργα­τι­κής τάξης που μπό­ρε­σε και ενώ­θη­κε ενά­ντια στην εξου­σία των μονο­πω­λί­ων. Μια πάλη που συνε­χί­ζε­ται και σήμε­ρα και γίνε­ται όλο και πιο αναγκαία.

*O Τζον Λ. Λιού­ης ήταν πρό­ε­δρος των Ενω­μέ­νων Εργα­τών Ορυ­χεί­ων (UMW) για 40 χρό­νια (1919–1960) και η κινη­τή­ρια δύνα­μη πίσω από την ίδρυ­ση του Συνε­δρί­ου Βιο­μη­χα­νι­κών Οργα­νώ­σε­ων τη δεκα­ε­τία του 30 του περα­σμέ­νου αιώνα.

_______________________________________________________________________________________________________

Άννεκε Ιωαννάτου, Doctoral κλασικής φιλολογίας, νεοελληνικής και συγκριτικής γλωσσολογίας του Πανεπιστημίου της Ουτρέχτης. Κριτικός λογοτεχνίας, μεταφράστρια. Μετέφρασε το «Η εξέγερση του Σπάρτακου» του Ρίγκομπερτ Γκίντερ, καθώς και το «Αντι-Ντίρινγκ» του Φρίντριχ Ενγκελς. Από τον Απρίλη του 1996 ήταν παραγωγός ραδιοφωνικής εκπομπής για το βιβλίο στον «902 Αριστερά στα FM» και από τον Απρίλη του 2007 τηλεοπτικής εκπομπής για το βιβλίο στον ίδιο σταθμό.
Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο