Ποιος άνθρωπος μικρός,
ποιος νάνος, με ψυχή και σκέψη νάνου
πίστεψε, Αθήνα, πως θα διάλεγες τις αλυσίδες;
Εσύ πούναι κι η πέτρα σου από μάρμαρο;
Αγκομαχώντας πέρασε απ’ τους δρόμους σου
η ατσάλινη μανία των βαρβάρων.
Κι έφτυνε ομπρός και πίσω κι ολοτρόγυρα
με χίλια στόματα τη βρώμικη φωτιά της
να σε λερώσει.
Ποιος άνθρωπος μικρός, ποιος νάνος,
το πίστεψε να σε λερώσει Αθήνα;
Εκείνο το παιδί το σκοτωμένο
που άφησε πίσω της
η ατσάλινη μανία των βαρβάρων
έχει το μέτωπο άσπρο πιο πολύ
απ’ τ’ άσπρα κρίνα κι απ’ τα μάρμαρα.
Έχει ένα μέτωπο που γίνηκε σαν άστρο
το δρόμο να φωτίσει μες στο πέλαγο
να δει, να ταξιδέψει ο κόσμος όλος.
Αθήνα, θα σε κλάψουνε κι οι βάρβαροι
θα ’ρθουν και κείνοι κάποια μέρα σε προσκύνημα
γύρω απ’ των δρόμων σου τις κόκκινες κηλίδες.
Θα ’ρθουν μ’ όλο το γένος των ανθρώπων
να γονατίσουν και να ρίξουνε τριαντάφυλλα
να ρίξουνε τριαντάφυλλα πολλά
μια μεγαλόψυχη να ζητιανέψουνε συγγνώμη
Σαν σήμερα 23 Ιανουαρίου πεθαίνει ο Κύπριος κομμουνιστής ποιητής Θεοδόσης Πιερίδης