Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Καραγκιόζ μπερντέ…          

       Γρά­φει η Τασ­σώ Γαΐ­λα //

 «Ο κόσμος δεν είναι άσπρο-μαύρο.
 Μάλ­λον είναι γκρι-μαύρο».
 Graham Green (1904–1991)

-Δεν έχε­τε face book κυρία; Πω-πω φτω­χή που είσα­στε! Αυτό μου είπε ο 14χρονος μαθη­τής μου, το κατά­πια παίρ­νο­ντας τα 50 ευρώ του ιδιαί­τε­ρου μαθή­μα­τος ( για 3 ώρες) και με 2 συγκοι­νω­νί­ες γύρι­σα από τη Φιλο­θέη στην Καλ­λι­θέα… να χαλά­σω το 50ντάρικο !

Τρέ­χω στο Lidl που είχε προ­σφο­ρά στις γατο­τρο­φές να πάρω 2 μεγά­λες συσκευα­σί­ες για το συσ­σί­τιο της κ. Χρι­στιάν­νας. Εκεί πέφτω πάνω στον φίλο κ. Βασί­λη Λ. που ψώνι­ζε για τον γάτο του την ίδια προ­σφο­ρά  με εμέ­να και του αγό­ρα­σα κι εγώ μια πανά­κρι­βη γατο­κον­σέρ­βα ‑δώρο για τον αρι­στο­κρά­τη γάτο του. Δεν λέω, gentleman ο κ. Βασί­λης μου το αντα­πέ­δω­σε παίρ­νο­ντας μου δώρο ένα μικρό βιο­λο­γι­κό καρ­πού­ζι για τη δίαι­τά μου.

Ανα­βαί­νω φορ­τω­μέ­νη το δρό­μο για το σπί­τι μου, στα­μα­τώ στον φούρ­νο για μια φρα­τζό­λα ψωμί για τα περι­στέ­ρια της κ. Χρι­στιάν­νας και μετά το φούρ­νο και λίγο πριν το παρ­κά­κι (ένα μικρό τρί­γω­νο με δυο αρρω­στιά­ρι­κα πεύ­κα) , την μεση­με­ριά­τι­κη ησυ­χία σπά­ει η φωνή της κ. Κλε­ο­πά­τρας- το μέντιουμ της γειτονιάς‑, λίγο φλου άτο­μο με πολύ χιούμορ:

- κ. καθη­γή­τρια σας ψάχνει η κομ­μου­νί­στρια φίλη σας

-Ποια;

-Η γυναί­κα του πατριώ­τη σας που ήρθε στο σπί­τι τους και η Παπαρήγα.

-Πιο σιγά καλέ, κατά­λα­βα, τι με θέλει, ξέρετε;

-Για­τί σιγά; θα τους πιά­σουν; Πού να τους πάνε; Άκου­σα η Μακρό­νη­σος θα γίνει Μου­σείο. Πέθα­νε η γριού­λα η κυρά Αρε­τή και η κομ­μου­νί­στρια μαζεύ­ει χρή­μα­τα για την κηδεία. Έδω­σα τα τελευ­ταία 10 μου ευρώ. Έχε­τε κάτι να δώσετε;

-Τα ρέστα μου από 50ντάρικο. Σαν μέντιουμ που είσα­στε, πώς βλέ­πε­τε τα πράγματα;

-Ω, Θεέ μου! Ora pro nobis (Ικέ­τευε υπέρ ημών), κυρία καθη­γή­τρια μου…

Επι­τέ­λους  βλέ­πω από μακριά την κ. Χρι­στιάν­να στο παρ­κά­κι «επί τω έργω»,να ταΐ­ζει αδέ­σπο­τα γατιά , τη φωνά­ζω να με περι­μέ­νει και της δίνω την ξηρή και μπό­λι­κη γατοτροφή.

-Βρή­κα κι’ άλλο κακο­ποι­η­μέ­νο γατά­κι. Δές τε το, το πήγα στον για­τρό, 40 ευρώ… Δεν αντέ­χω άλλο, μεγά­λο το έξο­δο συντή­ρη­σης των ζώων και μου κόψα­νε κι άλλο από τη σύντα­ξη μου…

–Δεν βλέ­πω τις χελώ­νες κ. Χρι­στιάν­να. Τους έφε­ρα ένα αγγουράκι.

-Δεν σας το είπα; Οι χελώ­νες χάθη­καν… κάποιοι τις πήραν; Φιλό­ζω­οι; Ή τις έκα­ναν σούπα;

Οι  παχου­λές γάτες γύρω της καμιά εικο­σα­ριά, εκεί­νη ρίχνει βρεγ­μέ­νο ψωμί για τα περι­στέ­ρια  που κατε­βαί­νουν από τα σύρ­μα­τα της ΔΕΗ για να το φάνε, μα σα λίγα μου φαί­νο­νται σήμε­ρα… λές;

Η κ. Χρι­στιάν­να, συντα­ξιού­χα και πρό­σφυ­γας δεύ­τε­ρης γενιάς από τη Ρου­μα­νία  και τη Βρα­ΐ­λα όπου είχαν βρεί κατα­φύ­γιο οι δημο­κρά­τες γονείς της μετά τον εμφύ­λιο, είναι από τις πλέ­ον γνω­στές φιγού­ρες της πόλης μας μιας και  σαν παθια­σμέ­νη φιλό­ζωη καθη­με­ρι­νά εκτός από τα αδέ­σπο­τα της γει­το­νιάς, με το καρο­τσά­κι της μετα­φέ­ρει φαγη­τό σε μεγά­λη από­στα­ση για να ταΐ­σει τις γατού­λες της περιο­χής. Την αφή­νω στο έργο της και πάω στην πολυ­κα­τοι­κία μου.

Στο μπαλ­κο­νά­κι της στο ισό­γειο η 93χρονη κ. Βού­λα, χήρα μεγά­λου αγω­νι­στή που είχε ζητή­σει να του βάλουν μια κόκ­κι­νη σημαία κι έναν Ριζο­σπά­στη στο φέρε­τρο του.

-Καρ­πού­ζι πήρες Τ.; Ακό­μα είναι ακρι­βό. Πέρ­συ μου έφερ­νες κι εμέ­να. Μα πήρες μικρό…

-Είναι βιο­λο­γι­κό, μου το κάνα­νε δώρο. Ανοίξ­τε, να σας το δώσω, να το κόψω, να το βάλω στο ψυγείο σας. Φάγα­τε κάτι σήμερα;

«Η δυστυχία, όπως και ο οίκτος, μπορεί να γίνει συνήθεια» G.Green.

-Άδειο το ψυγείο μου, 380 μου ρίξα­νε τη σύντα­ξη, να ‘ξερες τι περ­νάω… Ευχα­ρι­στώ, έχει μέρες ακό­μα ώσπου να μπει η σύντα­ξη, βάλε το στο δεύ­τε­ρο ράφι, να παγώ­σει γρήγορα.

Ταπί και ρέστα και χωρίς… το βιο­λο­γι­κό καρ­πού­ζι, ανε­βαί­νω σπί­τι μου βια­στι­κά  για­τί είναι μέρα που πρέ­πει να παραγ­γεί­λω και τα κοι­νό­χρη­στα του κτη­ρί­ου, μιας και κρα­τώ τη δια­χεί­ρι­ση. Ένα διά­λειμ­μα στον υπο­λο­γι­στή  μου και ‘πέφτω ‘στην έκθε­ση της ΕΛΣΤΑΤ που γρά­φει- μετα­ξύ άλλων- τα ακόλουθα:

«Φτω­χο­ποιού­νται και τα μεσαία στρώ­μα­τα, στε­ρού­νται πλέ­ον βασι­κά αγα­θά και υπη­ρε­σί­ες, γρά­φει η μελέ­τη για τη δια­βί­ω­ση του πλη­θυ­σμού της χώρας  που έκα­νε η ΕΛΣΤΑΤ… Δια­πι­στώ­νουν (μετά την μελέ­τη) αδυ­να­μία κάλη­ψης εξό­δων για δια­κο­πές μιας εβδο­μά­δας, αδυ­να­μία δια­τρο­φής που να περι­λαμ­βά­νει κάθε 2 μέρες κοτό­που­λο, ψάρι ή κρέ­ας, αδυ­να­μία πλη­ρω­μής για ικα­νο­ποι­η­τι­κή θέρ­μαν­ση της κατοι­κί­ας, αδυ­να­μία απο­πλη­ρω­μής δανεί­ων και αγο­ρών με δόσεις, δυσκο­λί­ες στην πλη­ρω­μή παγί­ων λογα­ρια­σμών… Μετά, λοι­πόν, τη φτω­χο­ποί­η­ση 3.789.300 συνελ­λή­νων, έρχε­ται η σει­ρά της μεσαί­ας τάξης… Έχο­με τέτοια τάξη;

Σε επό­με­νη σελί­δα… Η «Καθη­με­ρι­νή» απο­κα­λύ­πτει την κρυ­φή συμ­φω­νία που περι­λαμ­βά­νε­ται στο Μεσο­πρό­θε­σμο Πρό­γραμ­μα Δημο­σιο­νο­μι­κής Προ­σαρ­μο­γής και που λέει ότι από το 2022 η  μέση κύρια σύντα­ξη θα πέσει στα 620 ευρώ, άσε τις επι­κου­ρι­κές… Κι αυτό για­τί η συντα­ξιο­δο­τι­κή δαπά­νη πρέ­πει να πέσει στα 5,7 δις ευρώ και όχι στα 3,1 όπως έλε­γαν μέχρι τώρα… Ωραία πράματα!

Για πάγω­μα συντά­ξε­ων είχε δηλώ­σει πριν μέρες με απί­στευ­το αλα­ζο­νι­κό κυνι­σμό αρμό­διος υπουργός…

«Ποτέ δεν ξέρεις πότε θα έρθει το κτύπημα»… G.Green

Τι κοι­νό­χρη­στα να παραγ­γεί­λω;  Πώς θα τα εισπρά­ξω; Τέσ­σε­ρις χει­μώ­νες χωρίς θέρ­μαν­ση κι έχο­με-δυστυ­χώς γι αυτούς- αρκε­τούς μικρο­συ­ντα­ξιού­χους. Δηλα­δή, οι άνθρω­ποι ζού­σαν αξιο­πρε­πέ­στα­τα μέχρι τα μνη­μό­νια, τώρα είναι φτω­χοί και αδύ­να­μοι… Τα 10 δια­με­ρί­σμα­τα πλη­ρώ­νουν τα κοι­νό­χρη­στα των 15 , δηλα­δή, έχο­με ανα­λά­βει 5 σπί­τια ηλι­κιω­μέ­νων συγκα­τοί­κων, και δεν το λέω για να παι­νευ­τώ αλλά μήπως κάποιοι ‚κάπου το μιμη­θούν. Η τρί­τη ηλι­κία αξί­ζει μιας καλύ­τε­ρης μετα­χεί­ρι­σης κι όχι κοι­νω­νι­κό αποκλεισμό.

«Η πραγ­μα­τι­κό­τη­τα στον αιώ­να μας δεν είναι κάτι που μπο­ρείς να αντι­με­τω­πί­σεις».G.Green.

« Όταν ο λαός δεν θα’χει τίπο­τα πια να φάει, θα φάει τους πλού­σιους», Jean Jacques Rousseau(1712–1778). Αηδία… ποιος τρώ­ει ψοφί­μια; Στο ψυγείο μου το αγγού­ρι  των  φαγομένων-ίσως-χελονών(γιατί που πήγα­νε;), δεν έχω φρυ­γα­νιές, σκέ­φτο­μαι τις γάτες… Νάτα­νε οι γάτες της κ. Χρι­στιάν­νας κότες… Συγνώ­μη κ. Χρι­στιάν­να… Όμως έτσι  ίσω­ςνα έπαυε πλέ­ον να ανη­συ­χεί και η ΕΛΣΤΑΤ για την ζοφε­ρή ‑όπως ανα­φέ­ρει στη μελέ­τη της‑, εικό­να των Ελλη­νι­κών νοικοκυριών…Τώρα το είδανε;

Σκί­τσο: Ρία Γαΐλα-Σκιτσογράφος

 

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο